www_slon_pics / pixabay |
Από: capital.gr - Stirlitz
Διερωτώμαι όμως πόση σημασία έχουν όλα αυτά αν τελικά οι Τούρκοι
αρπάξουν την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ μας και μαζί μ’ αυτές και το
σπουδαιότερο κομμάτι του εθνικού μας πλούτου σε υδρογονάνθρακες, και
καταφέρουν να αναθεωρήσουν τη Συνθήκη της Λωζάννης σε βάρος μας με τη
δική μας υπογραφή. Ακόμη κι αν δεχθούμε ότι όντως ο Ερντογάν είναι
στριμωγμένος και ότι αντιμετωπίζει σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, τι
όφελος έχουμε εμείς ως Ελλάδα από αυτό; Όλες οι ενδείξεις συντείνουν στο
ότι η απόφαση της κυβέρνησης Μητσοτάκη να εκχωρήσει μέρος των
κυριαρχικών μας δικαιωμάτων στους Τούρκους είναι ειλημμένη και δεν
πρόκειται να αλλάξει όποιες εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις και να
υπάρξουν στην Τουρκία. Η παρακμιακή, ανιστόρητη και στρατηγικά
αναλφάβητη ελληνική πολιτική ελίτ έχει αποδεχθεί τη μετατροπή της
Ελλάδας σε πειθήνιο δορυφόρο της νεοοθωμανικής Τουρκίας, την οποία δεν
χάνει ευκαιρία να χαρακτηρίζει ως μεγάλη περιφερειακή Δύναμη. Το τρελό
είναι πως οι ίδιοι εκείνοι άνθρωποι της εσωτερικής «πέμπτης φάλαγγας»
που μας λένε από το πρωί μέχρι το βράδυ ότι «η πολιτική των κανονιοφόρων
ανήκει στον 19ο αιώνα» και ότι «η στρατιωτική ισχύς είναι ένα
αναχρονιστικό εργαλείο», επικαλούνται μονίμως τη στρατιωτική ισχύ της
Τουρκίας για να μας πείσουν ότι είναι καλύτερο να παραδοθούμε στις
ορέξεις της παρά να ορθώσουμε το ανάστημά μας και να βάλουμε φραγμό στις
διεκδικήσεις της.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει αποδεχθεί σιωπηρά τα τουρκικά
τετελεσμένα, όπως φανερώνει και η επίσκεψη του πρωθυπουργού μας στη
Λιβύη, στην έδρα της φιλοτουρκικής κυβέρνησης της Τρίπολης η οποία μας
έφτυσε τον Νοέμβριο του 2019 συνομολογώντας με τον Ερντογάν το
εξωφρενικά παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Ο Λίβυος πρωθυπουργός δεν
δίστασε μάλιστα να πει κατάμουτρα στον Μητσοτάκη ότι «εμείς κοιτάζουμε
το δικό μας συμφέρον και όχι των άλλων», και πέντε μέρες αργότερα
επιβεβαίωσε ενώπιον του Ερντογάν την πλήρη συμμόρφωση της Λιβύης στις
τουρκικές αξιώσεις. Στο μεταξύ εκτός από τις δήθεν «διερευνητικές
επαφές» που συνεχίζονται με τα πηγαινέλα των διπλωματών σε Αθήνα και
Κωνσταντινούπολη σαν το εκκρεμές του υπνωτιστή, χωρίς να μαθαίνουμε
απολύτως τίποτα για το περιεχόμενό τους, βρίσκονται σε εξέλιξη και
ελληνοτουρκικές επαφές σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών στις οποίες ο
ελληνικός λαός δεν έχει επίσης ιδέα τι συζητείται και με ποια ατζέντα
γίνονται, και αρκείται μόνο σε σκηνοθετημένα
επικοινωνιακά «πυροτεχνήματα» όπως αυτό της συνέντευξης Τύπου
Δένδια-Τσαβούσογλου, τα οποία πρακτικά δεν αλλάζουν σε τίποτα την πορεία
που έχει πάρει η εξωτερική μας πολιτική.
Σε αγαστή συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξυφαίνει
πίσω από κλειστές πόρτες τον ιστό της νέας εθνικής μας ταπείνωσης.
Κάποια μέρα στο όχι πολύ μακρινό μέλλον, καλυπτόμενη πιθανότατα πίσω από
μια ολέθρια για εθνικά μας συμφέροντα απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου
της Χάγης, θα μας ξεφουρνίσει τις νέες «Πρέσπες του Αιγαίου» και θα
προσπαθήσει να μας τις παρουσιάσει ως σπουδαία διπλωματική επιτυχία που
εξασφαλίζει τάχα την ειρήνη και την ευημερία στην περιοχή μας. Δεν θα
πρέπει να μας παραπλανούν τα δημοσιεύματα και οι μελοδραματικές αναφορές
στη δήθεν εσωτερική κρίση που περνά η Τουρκία. Ακόμη κι αν αύριο πέσει ο
Ερντογάν, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι όποιος και να τον
διαδεχθεί θα είναι ίδιος ή και χειρότερος απ' αυτόν σε ό,τι αφορά στη
στάση του απέναντι στην Ελλάδα. Επομένως ό,τι κι αν συμβεί στην Τουρκία,
η πικρή αλήθεια είναι ότι εμείς τουλάχιστον θα είμαστε τελικά χαμένοι
απέναντί της διότι έχουμε πετάξει από καιρό λευκή πετσέτα χωρίς να
τολμήσουμε να ρίξουμε ούτε τουφεκιά για την προάσπιση των κυριαρχικών
μας δικαιωμάτων. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με την Κυπριακή Δημοκρατία, η
οποία έχει ηττηθεί κατά κράτος από την τουρκική «διπλωματία των
γεωτρύπανων» και δεν έχει πια να περιμένει καμία στήριξη από την
Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα πρέπει κάποτε να συνειδητοποιήσουμε ότι τρώμε τη μία
καρπαζιά μετά την άλλη διότι απλούστατα οι Τούρκοι δεν ενεργούν μόνο
διπλωματικά απέναντι στον ελληνισμό αλλά και «επί του πεδίου». Αυτό το
τελευταίο είναι πολύ σημαντικό διότι τους δίνει τη δυνατότητα να
ρυθμίζουν όπου και όποτε θέλουν τον «θερμοστάτη» των κρίσεων με την
Ελλάδα και την Κύπρο και να ορίζουν την ατζέντα των συνομιλιών, αφού η
ελληνική πλευρά δεν τολμά να αντιδράσει από φόβο μήπως πάθει χειρότερα
«επί του πεδίου».
Η κατάσταση που τείνει να διαμορφωθεί στα εθνικά μας θέματα είναι
πραγματικά θλιβερή, και οφείλεται κατά κύριο λόγο στο φοβικό σύνδρομο
που διακατέχει την ελληνική πολιτική και ακαδημαϊκή ελίτ, καθώς και στο
ότι ενδιαφέρεται να εξυπηρετήσει μόνο τα δικά της στενά συμφέροντα και
να συνεχίσει να νέμεται την εξουσία. Δυστυχώς η πατρίδα μας οδεύει
ολοταχώς προς νέα βαριά εθνική ήττα, με τον λαό σε αφασία από τον
ορυμαγδό παραπληροφόρησης που υφίσταται. Πολλοί φωνάζαμε εδώ για τον
ολισθηρό κατήφορο που εγκαινίασε η προδοσία της Μακεδονίας το 2018-19,
και μέρα με τη μέρα επιβεβαιωνόμαστε. Τότε ήταν που έσπασε το μεγάλο
ταμπού που ήθελε τις ελληνικές κυβερνήσεις, ασχέτως του τι πίστευαν οι
ίδιες, να μην τολμούν να παρεκκλίνουν από την εθνική γραμμή στα εθνικά
μας θέματα. Από τη στιγμή που ο Τσίπρας περιφρόνησε εντελώς την
εκπεφρασμένη λαϊκή βούληση και πρόδωσε τη Μακεδονία χωρίς να πληρώσει το
ανάλογο τίμημα, άνοιξε η πόρτα προς το χειρότερο στάδιο της παρακμής
μας.
Υ.Γ. Κάποιοι φίλοι γράφουν «καλές οι παρατηρήσεις και οι
διαπιστώσεις αλλά τι προτείνεις να γίνει;». Τις προτάσεις μου τις έχω
καταθέσει κατά καιρούς. Θεωρώ όμως πως είναι πολύ πιο χρήσιμο για τους
πολλούς να καταθέτω την εκτίμησή μου για το προς τα πού βαδίζουμε, παρά
να επαναλαμβάνω προτάσεις που είναι σίγουρο ότι δεν θα απασχολήσουν
κανέναν από εκείνους τους λίγους που θεωρητικά θα μπορούσαν να τις
αξιοποιήσουν.