Οι εξελίξεις στην μεγάλη σκακιέρα πυκνώνουν και αυτό που επιβεβαιώνεται είναι το
γεγονός πως οι αποσπασματικοί
τακτικισμοί δεν αρκούν και πως για να υπάρξει βιώσιμη διαχείριση των
προκλήσεων, οι χειρισμοί των
εμπλεκομένων μερών θα πρέπει να διαθέτουν ένα ευρύτερο στρατηγικό αποκούμπι…BruceEmmerling / pixabay
Από την άποψη αυτή, υπάρχουν δυο πράγματα που οφείλουν να συνυπολογίζουν αντικειμενικά, τόσο οι μικροί όσο και οι μεγάλοι περιφερειακοί και λοιποί δρώντες σε αυτήν την πολυσύνθετη και ευμετάβλητη εξίσωση.
Το ένα σχετίζεται με την ανάγκη μιας διαρκούς ενεργητικής παρέμβασης που «χτίζει» το περιβάλλον των ενεργών συμμαχιών και «κλειδώνει» την χρήσιμη λίστα των ΜΗ αντιπάλων, οριοθετώντας έτσι έναν πολλαπλασιαστή ισχύος, που επιδρά καταλυτικά στην πορεία των εξελίξεων. Το δεύτερο αφορά στην ανάγκη ύπαρξης ενός ολοκληρωμένου στρατηγικού σχεδιασμού, μιας σαφώς οριοθετημένης στρατηγικής ατζέντας, η οποία θα πρέπει να προωθείται με τρόπο ενιαίο και αδιαίρετο, για να μπορεί να προσδίδει με την σειρά της, την απαραίτητη προστιθέμενη αξία σε στοχευμένους τακτικούς χειρισμούς, σε μια ιστορική εποχή που είναι μήτρα κρισιμότατων ανατροπών και πολύ σημαντικών εξελίξεων.
Η χώρα μας, είναι συνιστώσα πολλαπλού ρόλου σε αυτήν την σκακιέρα. Όχι μονάχα γιατί επέλεξε να στοιχίζεται άβουλα πίσω από τυχοδιωκτικές ευρωατλαντικές επιλογές αδιαφορώντας πλήρως για το μακροπρόθεσμο κόστος, αλλά και για δύο ακόμη πολύ συγκεκριμένους λόγους.
- Ο πρώτος έχει να κάνει με το γεγονός ότι και η ίδια (και μαζί της και η Κύπρος) αν και τυπικά εμφανίζεται να έχει ρόλο συμπρωταγωνιστικό στο πλαίσιο των Ευρωατλαντικών σχεδιασμών, στην ουσία αποτελεί επίδικο στα περιφερειακά δρώμενα, βάζοντας στο τραπέζι τον σκληρό πυρήνα της Εθνικής της κυριαρχίας, αλλά και... ένα ευρύτερο πακέτο από αδιαπραγμάτευτα κυριαρχικά δικαιώματα.
- Ο δεύτερος αφορά στην απόλυτη ανυπαρξία στρατηγικής περπατησιάς, που την καθιστά ευάλωτη στο παρασκηνιακό παζάρι.
Οι κρίσιμοι πρωταγωνιστές στο περιφερειακό γίγνεσθαι είναι τέσσερις. Η εν εξελίξει σύγκρουση έχει χαρακτήρα στρατηγικό, ενώ οι διαφορές μεταξύ των τεσσάρων αναφορικά με την στρατηγική τους επάρκεια, είναι διακριτές και απολύτως ενδεικτικές για την φυσιογνωμία του σύγχρονου κόσμου.
Για την Ρωσία, η κεντρική επιδίωξη είναι να εδραιώσει την αναβαθμισμένη παρουσία της σε αυτήν την σκακιέρα και αυτή η επιδίωξη περνά μοιραία μέσα και από την δραστική αποδυνάμωση της συνοχής της ΝΑ πτέρυγας του ΝΑΤΟ, άρα συνακόλουθα περνά και μέσα από το ροκάνισμα των παραδοσιακών ερεισμάτων των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή.
Η Κίνα επιμένει να ΜΗΝ παγιδεύεται σε επιλογές που θα την εμπλέξουν σε ανάλωση επιχειρησιακού κεφαλαίου. Προτιμά να «κλειδώνει» θέσεις που διευκολύνουν τον γεωοικονομικό της εισοδισμό, μέσα από έξυπνες πρακτικές που διευρύνουν την δυνατότητά της να επιβάλει σχέσεις εξάρτησης, σπεύδοντας να τις εξαργυρώσει με στοχευμένες στρατηγικές συμφωνίες.
Οι ΗΠΑ επιδιώκουν να επιβάλουν την ολική τους επαναφορά διεκδικώντας ηγεμονικό ρόλο στα περιφερειακά δρώμενα, αλλά το συγκεκριμένο στοίχημα δείχνει να παρουσιάζει συγκεκριμένες δυσκολίες.
- Η αποδοχή αυτού του ρόλου ΔΕΝ είναι δεδομένη…
- Το περιβάλλον παρουσιάζει μια πληθώρα νέων και δυσκολοδιαχειρίσιμων ανταγωνισμών…
- Η ανάγκη συνολικής επανεξέτασης της σχέσης των ΗΠΑ τόσο με παραδοσιακούς συμμάχους (πχ Τουρκία) όσο και με παραδοσιακούς αντιπάλους (πχ Ιράν) είναι προφανής…
- Η πραγματική κατάσταση επί του πεδίου, αν και παραδοσιακά γνώριμη, εν τούτοις αυτήν την περίοδο φαντάζει λιγότερο οικεία και περισσότερο αφιλόξενη από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν για τις ΗΠΑ.
Η Τουρκία τέλος, παρά τις απλουστευτικές προσεγγίσεις που αναπαράγονται αβασάνιστα στην εσωτερική μιντιακή πιάτσα, παραμένει όχι μονάχα κρίσιμη αλλά και πρωταγωνιστική παράμετρος σε αυτές τις εξελίξεις. Πριν απ’ όλα διότι ο σκληρός πυρήνας της αναθεωρητικής της πολιτικής, την φέρει να εμπλέκεται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε ολόκληρο το εύρος της Ευρασιατικής σκακιέρας. Το αποτύπωμα αυτής της εμπλοκής είναι εξόχως στρατηγικό, αφού στο επίκεντρο των επιδιώξεών της βρίσκεται ένα ευρύτερο πακέτο ανατροπών από τις γεωστρατηγικές ισορροπίες μέχρι και την τροποποίηση συνόρων αλλά και τον επαναπροσδιορισμό σειράς ρυθμίσεων που θεμελιώνονται μέσα από διεθνείς συμφωνίες. Η τακτική διαχείριση τέλος την οποία επιλέγει, έχει πολύ συγκεκριμένες στοχεύσεις που σχετίζονται ΚΑΙ με την προώθηση της αναθεωρητικής της ατζέντας, αλλά ΚΑΙ με την ντε φάκτο επιβολή ενός νέου μοντέλου στις διεθνείς της σχέσεις που θα της διασφαλίζει σχετική στρατηγική αυτοτέλεια και δυνατότητα να εργαλειοποιεί εναλλασσόμενους τακτικούς εκβιασμούς έναντι πάντων. Πρόκειται επομένως για μια τακτική διαχείριση πολλαπλών στοχεύσεων, που επιδιώκει...
- Να μανιπουλάρει την συμπεριφορά των ισχυρών διεκδικώντας μερίδιο και ρόλο στο τραπέζι ισχύος...
- Να λειτουργήσει ηγεμονικά στο σύνολο των τουρκόφωνων πληθυσμών...
- Να ουδετεροποιήσει περιφερειακές δυνάμεις που αδυνατεί να συστρατεύσει...
- Να διεμβολίσει λοιπούς περιφερειακούς προσεταιρισμούς στους οποίους δεν συμμετέχει, προκειμένου να τροποποιήσει έτσι συνολικά την εικόνα και την περιφερειακή ισορροπία της επόμενης μέρας.
Είναι λοιπόν φανερό ότι οποιαδήποτε προσπάθεια σοβαρής αξιολόγησης του τρόπου με τον οποίο παρεμβαίνει η χώρα μας μέσα σε αυτό το περιβάλλον, είτε αυτοτελώς είτε στο πλαίσιο των «συμμαχικών» δομών και των συμβατικών της υποχρεώσεων έναντι αυτών, οφείλει να συνυπολογίζει όλα τα παραπάνω.
Το στρατηγικό αποκούμπι με την έννοια που το θέσαμε προκαταβολικά, ως κρίσιμη και αποφασιστική παράμετρος ισχύος που θα μπορούσε να προσδώσει προστιθέμενη αξία στους τακτικούς χειρισμούς, λείπει ολοκληρωτικά από την εξίσωση. Η Ελληνική εξωτερική πολιτική…
- Αρνείται να συνειδητοποιήσει πως η στρατηγική σύγκρουση στην μεγάλη σκακιέρα, θα τροποποιήσει δραματικά την φυσιογνωμία της και θα αναδιανείμει αναγκαστικά ρόλους αλλά και πίτα μεταξύ των πρωταγωνιστών…
- Αρνείται να διακρίνει την απόλυτη στρατηγική απραξία της ΕΕ, αλλά και τον ανασφαλή όσο και τυχοδιωκτικό τρόπο με τον οποίον προσεγγίζουν τις εξελίξεις οι Αμερικανοί…
- Επιμένει να μην βλέπει πως το Αιγαίο και η ΝΑ Μεσόγειος, είναι η πιθανότερη έξοδος στρατηγικής διαφυγής στην οποία θα μπορούσε να καταφύγει η Τουρκία προκειμένου να προσπορίσει οφέλη, αν δεν ευοδωθούν οι προσπάθειές της να χειραγωγήσει τους ισχυρούς της συμμάχους στο πλαίσιο μιας νέου τύπου σχέσης που επιδιώκει να οικοδομήσει μαζί τους για να κάνει παιχνίδι σε όλα τα γήπεδα…
- Επιμένει να προσπερνά το γεγονός πως τόσο στο εγγύς περιβάλλον όσο και στον ζωτικό κυριαρχικό της χώρο, περισφίγγεται από την διεκδικητική ατζέντα του συνόλου των γειτόνων της που διαβλέπουν αξιοποιήσιμη ανοχή.
- Αρνείται να συνειδητοποιήσει πως μέσα σε αυτό το ιδιαιτέρως αντιφατικό αλλά κατάφορα συγκρουσιακό περιβάλλον, ανακύπτουν και δυνατότητες αλλά και νέες ιδέες που καθιστούν πλέον εφικτή την προοπτική δημιουργίας και ενδυνάμωσης παράλληλων συνεργατικών σχημάτων με επικαιροποιημένη ατζέντα και συγκροτημένα στην βάση αμιγώς στρατηγικών χαρακτηριστικών, στην διαμόρφωση των οποίων η πατρίδα μας μπορεί να έχει ρόλο σημαντικό και λόγο βαρύνοντα. Και το σημαντικότερο όλων, είναι πως η Ελληνική Εξωτερική πολιτική...
- Αρνείται να υιοθετήσει και φυσικά να προβάλει με τρόπο επιθετικό, μια νέα αντίληψη για την υπεράσπιση της εθνικής υπόθεσης και την αποκατάσταση των ιστορικών Δικαίων. Πρακτικά συμβιβάζεται με το casus belli... Διαπραγματεύεται τους όρους που θα αφήσουν στην Κύπρο ανεξίτηλο το αποτύπωμα της Κατοχής... Αναζητεί φόρμουλα προκειμένου να εξωραΐσει μια διαδικασία σταδιακής αποκαθήλωσης των παραδοσιακών και αδιαπραγμάτευτων κόκκινων γραμμών.
Έτσι… σε μια ιστορική συγκυρία που τροποποιούνται δραματικά οι όροι του παιχνιδιού, η εξωτερική πολιτική της χώρας μας παραμένει προσκολλημένη σε εφήμερους τακτικισμούς που δεν διαθέτουν στρατηγική συνεκτικότητα και ως εκ τούτου δεν δημιουργούν προσδοκίες για ουσιαστική αλλαγή των πραγματικών δεδομένων.
Η Ουκρανία για μας παραμένει απλώς αφορμή για να υπερψηφίσουμε κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, ενώ θα μπορούσε στην ευρύτητά της να αποτελέσει πρώτης τάξεως ευκαιρία για να είναι η Ελλάδα αυτή που θα θέσει ατζέντα Μαύρης Θάλασσας και όλο το πακέτο των παραβιάσεων στις οποίες προέβη διαχρονικά η Τουρκία σε βάρος του Ελληνισμού.
Η Κριμαία ομοίως αποτελεί πρόσχημα για την συντήρηση ενός αυτοκτονικού αντιρωσισμού ενώ θα έπρεπε να αποτελέσει πρώτης τάξεως ευκαιρία για να αναβαθμιστεί συνολικά η διπλωματικοπολιτική μας επιχειρηματολογία και η ικανότητά μας να αναζητήσουμε αντισταθμίσματα ικανά να ανοίξουν τον δρόμο για να τερματιστεί το όνειδος της Κατοχής στην Κύπρο.
Στα αλλεπάλληλα ταξίδια μας στην Λιβύη πήγαμε χωρίς προϋποθέσεις, προσβλέποντας σε ανταλλαγή φιλοφρονήσεων και υποσχόμενοι φούμαρα για μια γενικόλογη στήριξη της ανοικοδόμησης της χώρας. Και την ίδια στιγμή η Τουρκία με παρόν σύσσωμο το Λιβυκό υπουργικό συμβούλιο, υπέγραφε πακέτο συμφωνιών που αφορούν σε κρίσιμους τομείς της ανοικοδόμησης της Λιβύης.
Πανηγυρίσαμε γιατί «αποσπάσαμε» την δέσμευση ότι θα ξεκινήσουν διμερείς συζητήσεις για την διευθέτηση των θαλασσίων ζωνών, αλλά δυστυχώς δεν αποσαφηνίσαμε ποιο ακριβώς θα είναι το αφετηριακό σημείο αυτών των συζητήσεων.
Επιλέξαμε να πάμε στην δυτική Λιβύη σε μια κίνηση συμβολισμού μπρος στην προοπτική της λειτουργίας Ελληνικού προξενείου στην Βεγγάζη, αλλά δεν μπήκαμε σε μια συζήτηση ουσίας με το συγκεκριμένο κέντρο εξουσίας που διάκειται φιλικά απέναντι στην χώρα μας ώστε να υπονομευθεί εκ των έσω η πατσαβούρα του Ερντογάν. Και όμως… Την ίδια στιγμή η Τουρκία παίζει σε διπλό ταμπλό με την διεθνή κοινότητα να κάνει τα στραβά μάτια.
Αρκούμαστε με δυο λόγια στο εφήμερο πυροτέχνημα των δηλώσεων, που όσο παραμένουν στο επίπεδο των φιλοφρονήσεων, αποδυναμώνουν και τα όποια ψήγματα θετικότητας θα μπορούσε να διακρίνει κανείς και οι πραγματικές στρατηγικές προκλήσεις είναι σαν να ην υφίστανται καν για την χώρα.
Αναζητούμε δηλώσεις κατάλληλες να «πουληθούν» στο εσωτερικό της χώρας, και την ίδια στιγμή η απέναντι πλευρά όταν δεν μας προκαλεί ευθέως και επί του πεδίου, κινείται συστηματικά στο παρασκήνιο με σκοπό να διεμβολίσει τις εν δυνάμει στρατηγικές συμμαχίες (βλέπε Αίγυπτος, Ισραήλ κλπ).
Και φυσικά η Ελληνική εξωτερική πολιτική παραμένει εγκλωβισμένη στα αδιέξοδα και συνεχίζει να χορεύει στους ρυθμούς που σφυρίζει το Σουλτανάτο, αδιαφορώντας για το ότι αυτή η επιλογή, συνιστά στην πράξη συνταγή αυτοακύρωσης της αξιοπρεπούς εθνικής υπόστασης της χώρας. Το πλέον πρόσφατο παράδειγμα είναι οι σημερινές απειλητικές δηλώσεις Ερντογάν η ύπαρξη των οποίων θα έπρεπε να σηματοδοτήσει την άμεση και άνευ όρων ακύρωση της αυριανής επίσκεψης του Έλληνα ΥΠΕΞ στην Άγκυρα. Παρ όλα αυτά, μέχρι την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, η Ελληνική σιωπή είναι δεδομένη και κατά την γνώμη του γράφοντος αυτή η σιωπή συνιστά πράξη αχαρακτήριστη.
Είναι φανερό ότι έτσι η χώρα οδηγείται στα βράχια. Κυνηγά τις δηλώσεις για τον εντυπωσιασμό της στιγμής και πριν προλάβει η πολιτική ηγεσία να απολαύσει το υποτιθέμενο κέρδος της, έρχεται ένα νέο τσουνάμι προκλήσεων, είτε από τους συμμάχους είτε από τους απέναντι, για να θυμίσει στους πάντες, ότι τα χέρια παραμένουν δεμένα στα σκοινιά και τα νήματα τα κινούν κάποιοι άλλοι.
Η υποχρεωτική εμπλοκή της στα διαδραματιζομενα στην μεγάλη σκακιέρα, θα μπορούσε να αποτελέσει κορυφαίο κίνητρο για συνολική επιθετική διπλωματικοπολιτική μεταστροφή σε επιλογές στρατηγικής υπεράσπισης των εθνικών δικαίων. Παρ’ όλα αυτά, η πολιτική τάξη της χώρας συνεχίζει να κινείται στην ρότα που έμαθε και επιμένει να το κάνει με ακόμη χειρότερους όρους απ' ότι στο παρελθόν και σε απόλυτη αναντιστοιχία με την κρισιμότητα των προβλημάτων και των προκλήσεων της εποχής.
Η συνταγή της αποτυχίας είναι εδώ και κάποιοι επενδύουν τα μέγιστα στον διχασμό της Ελληνικής κοινωνίας. Την συνέχεια την φαντάζεστε...