Νέοι κανόνες και συστήματα στους ελέγχους της ΑΑΔΕ για το χρήμα που βγαίνει από τα σεντούκια
Αρχές Απριλίου, ηλικιωμένη κυρία επισκέπτεται έκθεση αυτοκινήτων, διαλέγει το όχημα που αρέσει στον εγγονό της και ζητά να πληρώσει 30.000 ευρώ σε μετρητά. «Τα έχω σπίτι μου εδώ και 10 χρόνια γιατί μας οδηγούσαν σε χρεοκοπία και σε κούρεμα, αλλά φοβάμαι να τα γυρίσω στην τράπεζα γιατί θα τα κατάσχουν σαν μαύρο χρήμα», απαντά στον πωλητή, ο οποίος της εξηγεί ότι απαγορεύεται και δεν θα βρει πουθενά έμπορο να δεχτεί πληρωμή τέτοιου ύψους σε μετρητά.
Από: newmoney.gr
Κωστής Πλάντζος
Οχι άδικα, πολύς κόσμος φοβάται ακόμα ότι και η απλή επανακατάθεση μετρητών από ΑΤΜ σε ΑΤΜ την ίδια ώρα και στιγμή ενοχοποιείται σαν μαύρο χρήμα. Σε πάμπολλες περιπτώσεις, οι φορολογικοί έλεγχοι τύλιξαν σε μια κόλλα χαρτί συνταξιούχους και απλούς εργαζόμενους, οι οποίοι χρειάστηκε να δώσουν αγώνα για να αποδείξουν πως δεν είναι ελέφαντες και να μη διαλυθούν άδικα με ελέγχους και πρόστιμα για παράνομη προσαύξηση περιουσίας – χωρίς επιτυχία πάντοτε όμως.
Τους ενδοιασμούς αυτούς αντιμετωπίζουν όσοι επιθυμούν να επανακαταθέσουν τα χρήματα που σήκωσαν από τις τράπεζες το 2010 και το 2015, να προβούν σε αγορά πρώτης κατοικίας για τα παιδιά τους, ή σε άλλες αγορές. Το χρήμα καίει αυτούς που το έχουν, αλλά καίγεται και το ίδιο επειδή κρύβεται και δεν χρησιμοποιείται, ακόμα και από αυτούς που νομίμως το κατέχουν!
Ολα αυτά αλλάζουν. Και από το 2020 πλέον οι πιο «τολμηροί» μπορούν να κάνουν όλα τα παραπάνω με κάπως μεγαλύτερη άνεση, χωρίς τον άμεσο κίνδυνο κατάσχεσης. Τα περιστατικά αυθαίρετης επιβολής προστίμων για μετρητά (σαν να ήταν «αγνώστου προελεύσεως» χρήματα και όχι ήδη δηλωμένα και φορολογημένα περιουσιακά στοιχεία) φαίνεται πως μειώνονται και περνάνε σταδιακά στο παρελθόν, όπως υποστηρίζουν στελέχη του φοροελεγκτικού μηχανισμού. Κυρίως δε μετά από αποφάσεις του ΣτΕ, του διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργου Πιτσιλή και της Διεύθυνσης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών (ΔΕΔ).
Από: newmoney.gr
Κωστής Πλάντζος
Οχι άδικα, πολύς κόσμος φοβάται ακόμα ότι και η απλή επανακατάθεση μετρητών από ΑΤΜ σε ΑΤΜ την ίδια ώρα και στιγμή ενοχοποιείται σαν μαύρο χρήμα. Σε πάμπολλες περιπτώσεις, οι φορολογικοί έλεγχοι τύλιξαν σε μια κόλλα χαρτί συνταξιούχους και απλούς εργαζόμενους, οι οποίοι χρειάστηκε να δώσουν αγώνα για να αποδείξουν πως δεν είναι ελέφαντες και να μη διαλυθούν άδικα με ελέγχους και πρόστιμα για παράνομη προσαύξηση περιουσίας – χωρίς επιτυχία πάντοτε όμως.
Τους ενδοιασμούς αυτούς αντιμετωπίζουν όσοι επιθυμούν να επανακαταθέσουν τα χρήματα που σήκωσαν από τις τράπεζες το 2010 και το 2015, να προβούν σε αγορά πρώτης κατοικίας για τα παιδιά τους, ή σε άλλες αγορές. Το χρήμα καίει αυτούς που το έχουν, αλλά καίγεται και το ίδιο επειδή κρύβεται και δεν χρησιμοποιείται, ακόμα και από αυτούς που νομίμως το κατέχουν!
Ολα αυτά αλλάζουν. Και από το 2020 πλέον οι πιο «τολμηροί» μπορούν να κάνουν όλα τα παραπάνω με κάπως μεγαλύτερη άνεση, χωρίς τον άμεσο κίνδυνο κατάσχεσης. Τα περιστατικά αυθαίρετης επιβολής προστίμων για μετρητά (σαν να ήταν «αγνώστου προελεύσεως» χρήματα και όχι ήδη δηλωμένα και φορολογημένα περιουσιακά στοιχεία) φαίνεται πως μειώνονται και περνάνε σταδιακά στο παρελθόν, όπως υποστηρίζουν στελέχη του φοροελεγκτικού μηχανισμού. Κυρίως δε μετά από αποφάσεις του ΣτΕ, του διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργου Πιτσιλή και της Διεύθυνσης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών (ΔΕΔ).
Τι ισχύει πλέον
Με βάση τα νέα δεδομένα προκύπτει:
■ Τα μετρητά είναι νόμιμο χρήμα και δεν πρέπει να ενοχοποιείται. Το αυτονόητο είχε καταργηθεί πρακτικά έως και το 2018, παρότι ήδη από το 2015 η περιβόητη «Εγκύκλιος Μπάκα» (όπως έμεινε γνωστή από το όνομα του πρώην γενικού διευθυντή και προσωρινά γενικού γραμματέα της ΓΓΔΕ Ιωάννη Μπάκα) ξεκαθάριζε ότι κανένας νόμος δεν μπορεί να επιβάλει πού θα φυλάει κάποιος τα λεφτά του. Οπως έχει αποκαλύψει το «business stories», όμως, o φορολογικός έλεγχος θεωρούσε μαύρο χρήμα σχεδόν κάθε χρηματική συναλλαγή εκτός τραπεζικού συστήματος.
■ Το βάρος απόδειξης της φοροδιαφυγής φέρει και η ελεγκτική αρχή. Αν και παραμένει σε ισχύ, εφαρμόζεται υπό όρους πλέον η διάταξη νόμου του 2010 που καταργούσε πλήρως το τεκμήριο της αθωότητας και έπρεπε ο ελεγχόμενος να αποδείξει ότι δεν είναι ένοχος – και στον ελεγκτή του που ήταν ταυτόχρονα κριτής του!
Πλέον γίνεται αποδεκτό ότι οι ελεγκτές πρέπει να στηρίζονται στην ανάλυση οικονομικής θέσης και στην ανάλωση εισοδημάτων περασμένων ετών, για να τεκμηριώσουν αν το ποσόν διακινείται παράνομα και δεν δικαιολογείται από τα δηλωθέντα εισοδήματα. Δεν αρκεί δηλαδή ο εντοπισμός μιας μεμονωμένης εγχρήματης συναλλαγής. Και αν από τις φορολογικές δηλώσεις περασμένων ετών ή άλλες πηγές υπερκαλύπεται η εν λόγω συναλλαγή, αυτό αποτελεί τεκμηρίωση της προέλευσης των χρημάτων.
Σημαντική είναι και η απόφαση ΔΕΔ Αθηνών 1370 από τα τέλη του 2020. Προτού σπεύσει ο ελεγχόμενος στα δικαστήρια και στο ΣτΕ για να βρει το δίκιο του, η ΔΕΔ της ΑΑΔΕ έκρινε «βάσιμο και αποδεκτό» τον ισχυρισμό του ότι «από την οικεία έκθεση ελέγχου […] δεν προκύπτει με σαφήνεια και βάσει ποιών αποδεικτικών στοιχείων […] η φορολογική αρχή θεμελιώνει την κρίση της […] με αποτέλεσμα οι προσβαλλόμενες πράξεις να στερούνται σαφούς, ειδικής και επαρκούς αιτιολογίας».
Με βάση τα νέα δεδομένα προκύπτει:
■ Τα μετρητά είναι νόμιμο χρήμα και δεν πρέπει να ενοχοποιείται. Το αυτονόητο είχε καταργηθεί πρακτικά έως και το 2018, παρότι ήδη από το 2015 η περιβόητη «Εγκύκλιος Μπάκα» (όπως έμεινε γνωστή από το όνομα του πρώην γενικού διευθυντή και προσωρινά γενικού γραμματέα της ΓΓΔΕ Ιωάννη Μπάκα) ξεκαθάριζε ότι κανένας νόμος δεν μπορεί να επιβάλει πού θα φυλάει κάποιος τα λεφτά του. Οπως έχει αποκαλύψει το «business stories», όμως, o φορολογικός έλεγχος θεωρούσε μαύρο χρήμα σχεδόν κάθε χρηματική συναλλαγή εκτός τραπεζικού συστήματος.
■ Το βάρος απόδειξης της φοροδιαφυγής φέρει και η ελεγκτική αρχή. Αν και παραμένει σε ισχύ, εφαρμόζεται υπό όρους πλέον η διάταξη νόμου του 2010 που καταργούσε πλήρως το τεκμήριο της αθωότητας και έπρεπε ο ελεγχόμενος να αποδείξει ότι δεν είναι ένοχος – και στον ελεγκτή του που ήταν ταυτόχρονα κριτής του!
Πλέον γίνεται αποδεκτό ότι οι ελεγκτές πρέπει να στηρίζονται στην ανάλυση οικονομικής θέσης και στην ανάλωση εισοδημάτων περασμένων ετών, για να τεκμηριώσουν αν το ποσόν διακινείται παράνομα και δεν δικαιολογείται από τα δηλωθέντα εισοδήματα. Δεν αρκεί δηλαδή ο εντοπισμός μιας μεμονωμένης εγχρήματης συναλλαγής. Και αν από τις φορολογικές δηλώσεις περασμένων ετών ή άλλες πηγές υπερκαλύπεται η εν λόγω συναλλαγή, αυτό αποτελεί τεκμηρίωση της προέλευσης των χρημάτων.
Σημαντική είναι και η απόφαση ΔΕΔ Αθηνών 1370 από τα τέλη του 2020. Προτού σπεύσει ο ελεγχόμενος στα δικαστήρια και στο ΣτΕ για να βρει το δίκιο του, η ΔΕΔ της ΑΑΔΕ έκρινε «βάσιμο και αποδεκτό» τον ισχυρισμό του ότι «από την οικεία έκθεση ελέγχου […] δεν προκύπτει με σαφήνεια και βάσει ποιών αποδεικτικών στοιχείων […] η φορολογική αρχή θεμελιώνει την κρίση της […] με αποτέλεσμα οι προσβαλλόμενες πράξεις να στερούνται σαφούς, ειδικής και επαρκούς αιτιολογίας».
Με προσοχή
Η ΔΕΔ απάλλαξε έτσι από πρόστιμα τον ελεγχόμενο. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αποκλείεται να μπλέξει κάποιος σε περιπέτειες με τον «μεγάλο αδελφό» της Εφορίας.
Ως παράδειγμα, μια ιστορία φορολογικής τρέλας στη Θεσσαλονίκη: η ΔΟΥ επέβαλε πρόστιμο σε μητέρα, επειδή η κόρη της τής έδωσε μέσω τραπεζικού λογαριασμού (όχι μετρητά) 4.000 ευρώ για να πληρώσει τις φορολογικές της υποχρεώσεις.
Αρχικά ο έλεγχος έμπλεξε λογαριασμούς, μισθώματα και άλλα ποσά, με συνέπεια να θεωρήσει «άτυπη δωρεά χρημάτων εκ μέρους της θυγατέρας» ποσού… 72.351,56 ευρώ!
Ωστόσο η επανεξέταση από τη ΔΕΔ δικαίωσε τους πολίτες ως προς τα εξής:
■ Από τις μεταφορές από έναν λογαριασμό σε άλλον, μεταξύ της κόρης και του συζύγου της (δηλαδή των φερόμενων ως δωρητών) δεν μειώθηκε το συνολικό ποσόν. Αρα η υποτιθέμενη «δωρεά» δεν ξεπερνούσε τα 4.054,50 ευρώ!
■ «Από την ελεγκτική αρχή, η οποία φέρει το βάρος της απόδειξης, δεν αποδείχθηκε ότι η μεταφορά των εν λόγω χρηματικών ποσών έγινε από χαριστική αιτία (animus donandi)», παρότι για τον καταλογισμό των φόρων στηρίχθηκε «στη στιγμιαία και βραχυχρόνια επαύξηση της περιουσίας της εξαιτίας των προαναφερόμενων μεταφορών χρηματικών ποσών μέσω τραπεζικών λογαριασμών». Αλλά από μόνη της «η επαύξηση της περιουσίας δεν αποδεικνύει τη χωρίς αντάλλαγμα παροχή των ποσών αυτών».
■ Η φορολογική νομοθεσία προϋποθέτει:
■ «Αληθή» και όχι «κατά το φαινόμενο μόνον» απόκτηση περιουσιακών στοιχείων
■ και ταυτοχρόνως, αιτιολογημένο αποκλεισμό του ενδεχομένου το χρηματικό ποσό ή μέρος του «να προέρχεται είτε από εισοδήματα της προσφεύγουσας είτε από μεταφορές χρηματικών ποσών στο πλαίσιο της εκπλήρωσης των οικογενειακών υποχρεώσεων και της αντιμετώπισης των ημερήσιων αναγκών και περιστάσεων».
Η ΔΕΔ απάλλαξε έτσι από πρόστιμα τον ελεγχόμενο. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αποκλείεται να μπλέξει κάποιος σε περιπέτειες με τον «μεγάλο αδελφό» της Εφορίας.
Ως παράδειγμα, μια ιστορία φορολογικής τρέλας στη Θεσσαλονίκη: η ΔΟΥ επέβαλε πρόστιμο σε μητέρα, επειδή η κόρη της τής έδωσε μέσω τραπεζικού λογαριασμού (όχι μετρητά) 4.000 ευρώ για να πληρώσει τις φορολογικές της υποχρεώσεις.
Αρχικά ο έλεγχος έμπλεξε λογαριασμούς, μισθώματα και άλλα ποσά, με συνέπεια να θεωρήσει «άτυπη δωρεά χρημάτων εκ μέρους της θυγατέρας» ποσού… 72.351,56 ευρώ!
Ωστόσο η επανεξέταση από τη ΔΕΔ δικαίωσε τους πολίτες ως προς τα εξής:
■ Από τις μεταφορές από έναν λογαριασμό σε άλλον, μεταξύ της κόρης και του συζύγου της (δηλαδή των φερόμενων ως δωρητών) δεν μειώθηκε το συνολικό ποσόν. Αρα η υποτιθέμενη «δωρεά» δεν ξεπερνούσε τα 4.054,50 ευρώ!
■ «Από την ελεγκτική αρχή, η οποία φέρει το βάρος της απόδειξης, δεν αποδείχθηκε ότι η μεταφορά των εν λόγω χρηματικών ποσών έγινε από χαριστική αιτία (animus donandi)», παρότι για τον καταλογισμό των φόρων στηρίχθηκε «στη στιγμιαία και βραχυχρόνια επαύξηση της περιουσίας της εξαιτίας των προαναφερόμενων μεταφορών χρηματικών ποσών μέσω τραπεζικών λογαριασμών». Αλλά από μόνη της «η επαύξηση της περιουσίας δεν αποδεικνύει τη χωρίς αντάλλαγμα παροχή των ποσών αυτών».
■ Η φορολογική νομοθεσία προϋποθέτει:
■ «Αληθή» και όχι «κατά το φαινόμενο μόνον» απόκτηση περιουσιακών στοιχείων
■ και ταυτοχρόνως, αιτιολογημένο αποκλεισμό του ενδεχομένου το χρηματικό ποσό ή μέρος του «να προέρχεται είτε από εισοδήματα της προσφεύγουσας είτε από μεταφορές χρηματικών ποσών στο πλαίσιο της εκπλήρωσης των οικογενειακών υποχρεώσεων και της αντιμετώπισης των ημερήσιων αναγκών και περιστάσεων».