Από: sansimera.gr
Το αεροπλάνο της αμερικανικής εταιρείας TWA απογειώθηκε κανονικά από το αεροδρόμιο «Λεονάρντο Ντα Βίντσι» της Ρώμης το μεσημέρι της 2ας Απριλίου 1986, με προορισμό την Αθήνα. Το Μπόινγκ 727 με 7μελές πλήρωμα και 115 επιβάτες εκτελούσε την πτήση 840. Οι περισσότεροι επιβάτες ήταν Αμερικανοί και συνέχιζαν το ταξίδι τους από το Λος Άντζελες και τη Νέα Υόρκη.
Είκοσι λεπτά προτού το αεροπλάνο προσγειωθεί στο αεροδρόμιο του Ελληνικού κι ενώ πετούσε πάνω από το Άργος, ένας εκρηκτικός μηχανισμός που είχε τοποθετηθεί στο σωσίβιο κάτω από τη θέση 10F εξερράγη, δημιουργώντας μία τρύπα διαμέτρου δύο μέτρων στο πλευρικό τοίχωμα του αεροπλάνου. 4 επιβάτες εκτοξεύτηκαν έξω από το αεροπλάνο και 7 τραυματίστηκαν από τα θραύσματα της βόμβας, ενώ ο θάλαμος των επιβατών υπέστη άμεση αποσυμπίεση.
Το αεροπλάνο πετούσε σε χαμηλό ύψος (11.000 πόδια = 3.350 μέτρα) και το γεγονός αυτό έσωσε τη ζωή των υπόλοιπων επιβατικών, γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα είχε καταπέσει. Το πλήρωμα ανέλαβε δράση, καθησυχάζοντας όσο μπορούσε τους επιβάτες και ο πιλότος Ρίτσαρντ Πίτερσεν, που χαρακτηρίστηκε ήρωας από τον Τύπο και τους ειδικούς, κατόρθωσε να προσγειώσει το λαβωμένο Μπόινγκ με επιτυχία στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, στο οποίο είχαν ληφθεί όλα τα αναγκαία μέτρα για την αναγκαστική προσγείωση.
Αμέσως ξεκίνησε έρευνα για την ανεύρεση των τεσσάρων αγνοουμένων επιβατών, που βρέθηκαν τελικά νεκροί, οι τρεις σ’ ένα χωράφι του Άργους και ο τέταρτος στην παρακείμενη θάλασσα. Επρόκειτο για τρεις ελληνοαμερικανίδες (μητέρα, κόρη και το ηλικίας οκτώ μηνών βρέφος της) κι ένα αμερικανοκολομβιανό. Την ευθύνη για την έκρηξη ανέλαβε ένα παρακλάδι της παλαιστινιακής τρομοκρατικής οργάνωσης «Αραβικοί Επαναστατικοί Πυρήνες», ως αντίποινα για τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς στη Λιβύη τον προηγούμενο μήνα.
Παρά τις προσπάθειες των ελληνικών, ιταλικών και αμερικανικών αρχών, οι δράστες της βομβιστικής επίθεσης δεν βρέθηκαν για να λογοδοτήσουν.