Είναι φανερό πως ο μοναδικός λόγος αναβάθμισης της Ελλάδας δεν είναι άλλος, από την προοπτική αλλαγής του ιδιοκτησιακού της καθεστώτος – με το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, με τους πλειστηριασμούς της ιδιωτικής, με τον αφελληνισμό των τραπεζών, με την επιβολή ακραία νεοφιλελεύθερων κανόνων και με τη μετατροπή των Ελλήνων σε φθηνούς σκλάβους χρέους των νέων ιδιοκτητών της χώρας τους. Όταν συμβούν δε όλα αυτά, η Ελλάδα θα έχει σημαντικό ρυθμό ανάπτυξης, αλλά όχι για τους ιθαγενείς – όπως στο παράδειγμα της Γουατεμάλα. Είναι δε ξεκάθαρο πως όσο οι ξένοι θα έχουν στη χώρα μας μία κυβέρνηση πρόθυμη να ξεπουλήσει την Ελλάδα, θα τη στηρίζουν ακόμη και με χειραγωγημένες αξιολογήσεις – αφού εξυπηρετούν τα συμφέροντα τους, ληστεύοντας τον πλούτο της. Φαίνεται δε πως δυστυχώς δεν έχουμε μάθει τίποτα – μετά από μία βαθιά δωδεκαετή κρίση που σύντομα θα είναι η μεγαλύτερη σε βάθος και σε διάρκεια στην παγκόσμια ιστορία.
Από: analyst.gr - Βασίλης Βιλιάρδος
Επικαιρότητα
Η αναθεώρηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από την S&P στο ΒΒ με θετικές προοπτικές από ΒΒ- προηγουμένως, δύο βαθμίδες δηλαδή μακριά από την επενδυτική βαθμίδα που θα έκανε τα ομόλογα της επιλέξιμα από την ΕΚΤ (σήμερα τα αγοράζει «χαριστικά», κατ’ εξαίρεση δηλαδή λόγω της πανδημίας), αντιμετωπίσθηκε με θριαμβολογίες από την κυβέρνηση – με αναφορές στο άνοιγμα του δρόμου για μεγάλες ξένες επενδύσεις, για εισροές διεθνών κεφαλαίων, καθώς επίσης για εύφορο έδαφος, σε σχέση με την επικείμενη έξοδο του δημοσίου στις αγορές.
Έξοδος στις αγορές δεν σημαίνει βέβαια τίποτα άλλο, από νέα δανεικά που θα προστεθούν στα βουνά των ήδη υπαρχόντων, ύψους πάνω από 374 δις € σήμερα – ή στο 227% του ΑΕΠ των 165 δις € του 2020, από 240 δις € πριν την εποχή των μνημονίων. Φυσικά η κυβέρνηση δεν αναφέρει ποιος θα πληρώσει αυτά τα χρέη, ότι θα κληθούν δηλαδή να τα πληρώσουν τα παιδιά μας (άρθρο), αφού αυτό που την ενδιαφέρει είναι η παραμονή της στην εξουσία – σημειώνοντας πως κανένας λογικός άνθρωπος δεν χαίρεται όταν αυξάνουν τα χρέη του λόγω του ότι καταναλώνει περισσότερα από όσα εισπράττει, αλλά για το αντίθετο.
Περαιτέρω το πρώτο πράγμα, για το οποίο θα έπρεπε να αναρωτηθεί κανείς, είναι τι πήγε καλύτερα στην Ελλάδα που να δικαιολογεί μία αναβάθμιση της – κάτι που δεν μπορεί να απαντηθεί επιστημονικά, αφού όλοι οι οικονομικοί της δείκτες παρουσίασαν μία τρομακτική επιδείνωση. Για παράδειγμα το ΑΕΠ της που κατέρρευσε μεν κατά 8,2% επίσημα, αλλά στην πραγματικότητα περί το 11,5% – εάν δεν λάβει κανείς υπ’ όψιν του τη δημιουργική στατιστική της ΕΛΣΤΑΤ (ανάλυση). Εν προκειμένω, για πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία «διορθώθηκε» το ονομαστικό ΑΕΠ των προηγουμένων 10 ετών – με αποτέλεσμα να είναι φαινομενικά χαμηλότερη η ύφεση, από ότι στην πραγματικότητα.
Εάν τώρα ανατρέξει κανείς στο κείμενο της εταιρίας αξιολόγησης, θα διαβάσει πως προβλέπει την άνοδο του ρυθμού ανάπτυξης κατά 4,9% το 2020 – υψηλότερη από αυτήν που εκτιμούν το υπουργείο οικονομικών, το ΔΝΤ και οι άλλοι οργανισμοί. Η πρόβλεψη της αυτή στηρίζεται στην εκτίμηση της για μία σημαντική αύξηση των επενδύσεων – μέσω των αποκρατικοποιήσεων, του ξεπουλήματος δηλαδή, με την παραδοχή πως θα χρησιμοποιηθούν σωστά οι πόροι του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης (ανάλυση).
Με απλά λόγια, πως οι επενδυτές θα στηριχθούν με τα χρήματα που θα δοθούν από την ΕΕ στην Ελλάδα, για να εξαγοράσουν τις δημόσιες ή άλλες επιχειρήσεις της, καθώς επίσης για να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις στις υφιστάμενες – όπως στην περίπτωση της FRAPORT που αφενός μεν εξαγόρασε τα κερδοφόρα αεροδρόμια μας με μία σκανδαλώδη σύμβαση (ανάλυση) και με δάνεια από τις ελληνικές τράπεζες, αφετέρου τα βελτιώνει, με χρήματα από τα ευρωπαϊκά προγράμματα που δικαιούται η Ελλάδα
Το επόμενο σημαντικό θέμα στο κείμενο της S&P είναι η ενεργοποίηση των δομικών μεταρρυθμίσεων που δρομολογούνται από την κυβέρνηση, έτσι όπως προστάζει η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία – για παράδειγμα, η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας που, σε συνδυασμό με το μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό, θα μειώσει ακόμη περισσότερο τους μισθούς των Ελλήνων, αυξάνοντας αντίστοιχα την ανταγωνιστικότητα της χώρας.
Το τρίτο θέμα είναι η ειδική αναφορά του αμερικανικού οίκου, στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων – των κόκκινων δηλαδή, αλλά μόνο όσον αφορά τις τράπεζες που τα ξεπουλούν σε εισπρακτικές εταιρίες, αφού για τους Έλληνες οφειλέτες συνεχίζουν φυσικά να αυξάνονται. Εν προκειμένω, σύμφωνα με την ΤτΕ, θα προστεθούν ακόμη 8 έως 10 δις € κόκκινα δάνεια στα 108 δις € προηγουμένως, λόγω της πανδημίας – κάτι που φαίνεται λογικό, αφού μόνο οι αναβολές πληρωμών που έχουν νομοθετηθεί την κυβέρνηση, είναι της τάξης των 30 δις €.
Το σημαντικότερο εδώ είναι η δρομολόγηση του νέου πτωχευτικού νόμου έκτρωμα, χωρίς καμία πλέον εξαίρεση, από την 1η Ιουνίου – μέσω του οποίου θα αλλάξει εντελώς το ιδιοκτησιακό καθεστώς της χώρας, όσον αφορά τα νοικοκυριά. Με δεδομένο δε το ότι, το κόκκινο ιδιωτικό χρέος προς τις τράπεζες, το δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς υπερβαίνει τα 300 δις € μαζί με τις προσαυξήσεις, τους τόκους κλπ., η αλλαγή θα είναι δραματική – με τα περισσότερα σπίτια των Ελλήνων, τις επιχειρήσεις επίσης, να καταλήξουν στα χέρια ξένων.
Η S&P προβλέπει πως τα κόκκινα τραπεζικά δάνεια (NPEs) θα μειωθούν, όσον αφορά τις τράπεζες, κάτω από το 20% των συνολικών έως το τέλος του 2022 – προφανώς εις βάρος των ανόητων φορολογουμένων, μέσω των προγραμμάτων Ηρακλής Ι και 2, όπου εγγυάται το δημόσιο ένα μέρος των τιτλοποιήσεων (ανάλυση), χωρίς να ξεχνάμε τους αναβαλλόμενους φόρους και το hive down.
Περαιτέρω, αυτό που δεν καταλαβαίνουμε σε άρθρο που δημοσιεύθηκε για το θέμα της S&P σήμερα (πηγή), είναι το από πού βρήκε πως το ακαθάριστο δημόσιο χρέος είναι στο 206% το 2020 – καθώς επίσης πως χωρίς τα ταμειακά διαθέσιμα στο 188% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τον ΟΔΔΗΧ, το ακαθάριστο δημόσιο χρέος της Ελλάδας στις 31.12.2020 ήταν στα 374 δις € (πηγή) – οπότε περίπου στο 227% του ΑΕΠ. Εάν δε θεωρήσουμε πως τα ταμειακά διαθέσιμα, δηλαδή τα 15,7 δις € του ESM συν τα αποθεματικά των δημοσίων οργανισμών που χρησιμοποιούνται όμως στα repos, είναι ακόμη συνολικά 37 δις € (αν και σίγουρα έχουν μειωθεί), τότε το καθαρό χρέος είναι στα 337 δις € ή στο 204% του ΑΕΠ, σημειώνοντας πως το ΔΝΤ το προσδιόρισε στο 213,1% του ΑΕΠ και η ΕΛΣΤΑΤ στα 341 δις € ή στο 205,6% του ΑΕΠ.
Το ίδιο συμβαίνει και με το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, με τους τόκους δηλαδή, που το τοποθετεί στο 1,3% στα τέλη του 2020 – όταν οι τόκοι σύμφωνα με τον προϋπολογισμό ήταν περί τα 6 δις €, οπότε στο 3,6% του ΑΕΠ και το μεσοσταθμικό επιτόκιο στο 1,72% (πηγή). Θετική είναι μόνο η σύνθεση του χρέους, όπου το μεγαλύτερο μέρος του αφορά πλέον τον επίσημο τομέα (γράφημα) – τα κράτη και τους οργανισμούς της ΕΕ. Όσον αφορά δε το έλλειμμα του προϋπολογισμού, δεν καταλαβαίνουμε γιατί το αναγράφει στο 9,7% του ΑΕΠ το 2020 – όταν διαμορφώθηκε στα 22,8 δις € (πηγή), οπότε στο 13,8% του ΑΕΠ.
Ολοκληρώνοντας, είναι φανερό πως ο μοναδικός λόγος αναβάθμισης της Ελλάδας δεν είναι άλλος, από την προοπτική αλλαγής του ιδιοκτησιακού της καθεστώτος – με το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, με τους πλειστηριασμούς της ιδιωτικής, με τον αφελληνισμό των τραπεζών, με την επιβολή ακραία νεοφιλελεύθερων κανόνων και με τη μετατροπή των Ελλήνων σε φθηνούς σκλάβους χρέους των νέων ιδιοκτητών της χώρας τους. Όταν συμβούν δε όλα αυτά, η Ελλάδα θα έχει σημαντικό ρυθμό ανάπτυξης, αλλά όχι για τους ιθαγενείς – όπως στο παράδειγμα της Γουατεμάλα (ανάλυση).
Είναι δε ξεκάθαρο πως όσο οι ξένοι θα έχουν στη χώρα μας μία κυβέρνηση πρόθυμη να ξεπουλήσει την Ελλάδα, θα τη στηρίζουν ακόμη και με χειραγωγημένες αξιολογήσεις – αφού εξυπηρετούν τα συμφέροντα τους, ληστεύοντας τον πλούτο της. Φαίνεται δε πως δυστυχώς δεν έχουμε μάθει τίποτα – μετά από μία βαθιά δωδεκαετή κρίση που σύντομα θα είναι η μεγαλύτερη σε βάθος και σε διάρκεια στην παγκόσμια ιστορία.