Να αποσύρει σταδιακά η κυβέρνηση τα μέτρα στήριξης των νοικοκυριών που εφαρμόσθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας συνιστά η Τράπεζα της Ελλάδος στην κυβέρνηση, προκειμένου να αποτραπούν γενικευμένες χρεοκοπίες νοικοκυριών, καθώς, όπως σημειώνει η ΤτΕ σε ειδική σχετική ανάλυση στην Έκθεση Διοικητή για το 2020, τα μισά ελληνικά νοικοκυριά εντάσσονται στην κατηγορία των χρηματοοικονομικά ευάλωτων, δηλαδή τα βγάζουν πέρα με δυσκολίες και χωρίς να διαθέτουν χρήματα στην άκρη για να αντιμετωπίσουν έκτακτες δαπάνες ή δυσκολίες.
Από: sofokleousin.gr
Όπως τονίζει η ΤτΕ, «τα αυξημένα επίπεδα μόχλευσης των νοικοκυριών, συγκριτικά με τα προ χρηματοπιστωτικής κρίσης επίπεδα, καθιστούν ευάλωτη τη χρηματοοικονομική τους θέση και περιορίζουν τα περιθώρια ελιγμών τους στην παρούσα ύφεση. Όπως καταδεικνύει πρόσφατη μελέτη, το ποσοστό των ελληνικών νοικοκυριών που χαρακτηρίζεται ως χρηματοοικονομικά ευάλωτο (financially fragile) έχει αυξηθεί σε 50% το 2018 και είναι σημαντικά υψηλότερο από το μέσο όρο της ευρωζώνης (31,9%)».
«Το γεγονός αυτό», προσθέτει η ΤτΕ, «ουσιαστικά αντικατοπτρίζει τη μικρή δυνατότητα-ετοιμότητα των νοικοκυριών να αντεπεξέλθουν σε μια αιφνίδια οικονομική διαταραχή, π.χ. σε μια μη προβλεπόμενη δαπάνη σε περίοδο ανάπτυξης, πόσο μάλλον την τρέχουσα περίοδο».
Η σύσταση της κεντρικής τράπεζας προς την κυβέρνηση, που ήδη προετοιμάζει την απόσυρση των μέτρων στήριξης, είναι να αποφευχθούν απότομες κινήσεις: «Συνεπώς», τονίζει η ΤτΕ, «αναδεικνύεται η ανάγκη σταδιακής και προσεκτικής ανάκλησης των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης που στοχεύουν στα ευάλωτα νοικοκυριά, ώστε να αποτραπεί ένα μεγάλο κύμα αθέτησης οικονομικών υποχρεώσεων και να μετριαστεί η επίπτωση στην κατανάλωση και εν τέλει στη δυναμική της ανάπτυξης».
Τα στοιχεία που παραθέτει η ΤτΕ για τη μόχλευση των νοικοκυριών, δηλαδή για τη σχέση των υποχρεώσεών τους με το εισόδημα, καταδεικνύουν ότι, παρά την προσπάθεια που έγινε επί σειρά ετών για να βελτιώσουν τη θέση τους, το 2020 το χρέος τους προσέγγιζε το 90% του ετήσιου εισοδήματος:
- «Η έναρξη της πανδημίας αποτυπώνεται εμφανώς και στους δείκτες μόχλευσης των νοικοκυριών», επισημαίνει η ΤτΕ. «Αρχικώς καταγράφεται επιδείνωση και εν συνεχεία αναστροφή ή επιβράδυνση της αρνητικής τους πορείας χάρη στα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης του εισοδήματος (βλ. γράφημα).
- Το γ΄ τρίμηνο του 2020, ο δείκτης χρέους προς το εισόδημα των νοικοκυριών ανερχόταν σε 89,9%, μειωμένος κατά 2% συγκριτικά με το τέλος του 2019, λόγω της μείωσης της αξίας του αποθέματος χρέους σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα.
- Αντίθετα, την ίδια περίοδο ο δείκτης χρέους προς τον Χρηματοοικονομικό Πλούτο ανερχόταν σε 42,9%, αυξημένος κατά 1,4%, λόγω της μείωσης της αξίας του ενεργητικού των νοικοκυριών, η οποία υπεραντιστάθμισε τη μείωση του αποθέματος χρέους.
- Ταυτόχρονα, το απόθεμα χρέους συνέχισε να μειώνεται ελαφρά το γ΄ τρίμηνο του 2020, αποκλειστικά όμως λόγω των διαγραφών-αναταξινομήσεων των δανείων. Η διαδικασία της απομόχλευσης ανακόπηκε στο πλαίσιο της αναστολής πληρωμών τοκοχρεολυσίων επί δανείων ευάλωτων νοικοκυριών που θεσπίστηκε για να μετριαστεί ο αρνητικός αντίκτυπος της πανδημίας στα εισοδήματα.
Νοικοκυριά: Υποχρεώσεις και δείκτες μόχλευσης (πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος)
Δέκα χρόνια σταδιακής μείωσης χρέους
Η Τράπεζα της Ελλάδος σημειώνει ότι στις αρχές του 2020, τα νοικοκυριά εισήλθαν στην κρίση της πανδημίας έχοντας προχωρήσει σε μερική εξυγίανση του ισολογισμού τους, μειώνοντας κατά 29% τις υποχρεώσεις τους συγκριτικά με τα ανώτατα επίπεδα του γ΄ τριμήνου του 2010. Περίπου τo 24% αφορούσε καθαρή αποπληρωμή χρέους και το υπόλοιπο διαγραφές δανείων. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, παράλληλα με τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, η διαδικασία της καθαρής αποπληρωμής χρέους (απομόχλευση) την περίοδο της ύφεσης ήταν ένας επιπρόσθετος παράγοντας που περιόριζε την κατανάλωση.
Οι κύριες κατηγορίες που συνθέτουν τις υποχρεώσεις των νοικοκυριών είναι τα δάνεια και οι λοιποί λογαριασμοί παθητικού. Στις δανειακές υποχρεώσεις των νοικοκυριών περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα δάνεια που έχουν χορηγηθεί από τις ελληνικές τράπεζες και συνεχίζουν να αναγνωρίζονται στον ισολογισμό τους, καθώς και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που έχουν μεταβιβαστεί από τις ελληνικές τράπεζες σε εξειδικευμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του εξωτερικού και τα οποία διαχειρίζονται οι εγχώριες εταιρείες διαχείρισης δανείων.