Σε σχέση τώρα με τη μείωση των κόκκινων δανείων, δεν αφορούν καθόλου τους Έλληνες, αφού τα δικά τους συνεχίζουν να αυξάνονται, αλλά τις τράπεζες που τα ξεπουλούν και μας χρεώνουν τις ζημίες τους – όπου ειλικρινά δεν βλέπουμε κανένα λόγο να τις διασώζουμε συνεχώς, με τελικό αποτέλεσμα να πάρουν τα σπίτια μας, εκτός του ότι αρνούνται να δανείσουν τα νοικοκυριά και τις ΜμΕ επιχειρήσεις.
Από: analyst.gr - Βασίλης Βιλιάρδος
Κοινοβουλευτική Εργασία
Θα ξεκινήσουμε από τη χθεσινή τοποθέτηση του επικεφαλής του ΤΧΣ, σύμφωνα με την οποία ο οργανισμός δεν είναι κερδοσκοπικός. Εν πρώτοις, η συνεχής παραγωγή ζημιών δεν αποτελεί κάτι, για το οποίο μπορεί να υπερηφανεύεται κανείς – το ότι δηλαδή το ΤΧΣ είναι ζημιοσκοπικός αν μου επιτρέπεται η έκφραση και όχι κερδοσκοπικός οργανισμός.
Πόσο μάλλον όταν τις ζημίες που προκαλεί στη χώρα, πάνω από 40 δις € κατά τις δικές του δηλώσεις, τις πληρώνουν οι Έλληνες Πολίτες – ενώ μόνο πρόσφατα από την Πειραιώς ενέγραψε ζημίες ύψους 2,6 δις €, σύμφωνα με άρθρο του Economist που θα καταθέσουμε στα πρακτικά.
Στη θέση του λοιπόν θα ντρεπόμαστε και δεν θα υπερηφανευόμαστε – ενώ το κριτήριο, λόγω του οποίου συμπεράναμε πως δεν έχει αρκετό προσωπικό το ΤΧΣ, είναι ακριβώς αυτές οι ζημίες που αυξάνουν διαρκώς το δημόσιο χρέος μας.
Όσον αφορά τώρα τη θωράκιση του τραπεζικού μας συστήματος που επικαλείται συνεχώς ο υφυπουργός, έχουμε βαρεθεί να το ακούμε – διαπιστώνοντας ταυτόχρονα πως οι τράπεζες απομυζούν όλο και περισσότερα χρήματα από τους Έλληνες.
Το μόνο που έκανε η Ελλάδα ήταν να διασώσει τις γερμανικές και τις γαλλικές τράπεζες με το PSI, καταστρέφοντας τις δικές της – κάτι που έχει επιβεβαιωθεί πλέον τόσο από τον Ντάϊσελμπλουμ, όσο και από τον Obama.
Με το PSI δε μείωσε το δημόσιο χρέος της μόλις κατά 51 δις €, με αντάλλαγμα όμως την υποθήκευση των πάντων, όπως έχουμε πολλές φορές τεκμηριώσει – αυξάνοντας το όμως μετά πάνω από 40 δις €, λόγω των τραπεζών.
Πρόκειται ασφαλώς για το άκρον άωτο της ανοησίας – χωρίς καμία διάθεση υπερβολής.
Σε σχέση τώρα με τη μείωση των κόκκινων δανείων, δεν αφορούν καθόλου τους Έλληνες, αφού τα δικά τους συνεχίζουν να αυξάνονται, αλλά τις τράπεζες που τα ξεπουλούν και μας χρεώνουν τις ζημίες τους – όπου ειλικρινά δεν βλέπουμε κανένα λόγο να τις διασώζουμε συνεχώς, με τελικό αποτέλεσμα να πάρουν τα σπίτια μας, εκτός του ότι αρνούνται να δανείσουν τα νοικοκυριά και τις ΜμΕ επιχειρήσεις.
Στο θέμα των κυρώσεων για τους ορκωτούς λογιστές, αναφερθήκαμε ξεκάθαρα στις ελεγκτικές εταιρίες που απλά αλλάζουν τον υπάλληλο τους – ενώ ακριβώς αυτές οι κυρώσεις αποτρέπουν τους ιδιώτες ορκωτούς, στηρίζοντας τις μεγάλες εταιρίες κ. υπουργέ.
Αυτό που μας έκανε όμως εντύπωση, είναι η σπουδή του ΣΥΡΙΖΑ να ψηφίσει το νομοσχέδιο – γεγονός που σημαίνει πως δεν έχει ακόμη καταλάβει τις ευθύνες του, ως αξιωματική αντιπολίτευση.
Αλήθεια, αφού έχει αυτές τις απόψεις, γιατί έστειλε πίσω το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των 25 δις € που μας είχε δώσει η ΕΕ το 2015 με το τρίτο μνημόνιο, για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών;
Έτσι και αλλιώς το ψήφισε, προδίδοντας το δημοψήφισμα και την ίδια του την ιδεολογία – εκτός του ότι έκλεισε τις τράπεζες, εξανεμίζοντας τη χρηματιστηριακή τους αξία.
Επί των υπολοίπων άρθρων τώρα, σε όσα μας επιτρέψει ο χρόνος αφού είναι πάρα πολλά, τα εξής:
Στο άρθρο 22, η παρ. 1. ορίζει υπευθύνους του ελέγχου για τα προσόντα του Διοικητικού Συμβουλίου τα ιδρύματα, τις χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών και τις μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών. Πρόκειται για μία ασαφή διάταξη, με ασαφές ποιος είναι υπεύθυνος, ενώ δεν υπάρχει ανάλογη ρύθμιση στην Οδηγία 2013/36 της ΕΕ.
Αποτελεί επίσης προσθήκη σε σχέση με την οδηγία το ότι, όταν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δεν πληρούν τις απαιτήσεις, η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχουν την εξουσία να απομακρύνουν τα εν λόγω πρόσωπα από το Διοικητικό Συμβούλιο και να εξακριβώνουν ιδίως κατά πόσον οι απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα παράγραφο εξακολουθούν να πληρούνται – όταν έχει βάσιμες υποψίες ότι διαπράττεται ή έχει διαπραχθεί, επιχειρείται ή έχει επιχειρηθεί να διαπραχθεί νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ή υπάρχει αυξημένος τέτοιος κίνδυνος, σε σχέση με το εν λόγω ίδρυμα.
Η ρύθμιση είναι σκανδαλώδης, αν και απότοκο της μη αυτεπάγγελτης παρεμβολής εισαγγελέα. Δηλαδή, εάν τίθεται θέμα εγκλήματος νομιμοποίησης εσόδων, χρειάζεται το ΔΣ να διαπιστώσει εάν το μέλος του ΔΣ που μπορεί να είναι και μέτοχος το έχει διαπράξει και να προβεί σε ανάλογες κινήσεις; Η ΤτΕ πώς θα παρέμβει;
H παρ. 7 για τα προσόντα είναι πολύ αόριστη και ασαφής – ενώ στην παρ. 8 το ότι «Η ιδιότητα μέλους συνδεόμενων εταιρειών ή συνδεόμενων οντοτήτων δεν συνιστά από μόνη της εμπόδιο για να ενεργεί κάποιος με ανεξάρτητη βούληση», είναι επικίνδυνο.
Μήπως εξυπηρετεί το hive down, όπου οι μητρικές κελύφη έχουν τα ίδια στελέχη με την Τράπεζα; Τηρούνται οι διατάξεις περί Ανεξαρτησίας των μελών του ΔΣ, όπως σχέσεις συγγένειας κλπ. του νόμου 4706/2020 περί Εταιρικής Διακυβέρνησης;
Το άρθρο 23 αφορά στην πολιτική αποδοχών. Εδώ καθορίζονται ασαφή και αόριστα όρια – καθώς επίσης γενικόλογες αρχές που δεν προσδιορίζεται κατά πόσον είναι δεσμευτικές και πώς ελέγχονται, ούτε τι συνέπειες έχουν οι παραβιάσεις τους.
Για παράδειγμα, όταν οι ελληνικές τράπεζες χρεωκόπησαν, δεν υπήρχε κάποιο κόστος για τα διευθυντικά στελέχη που έδιναν διακοποδάνεια και εισέπρατταν προμήθειες. Δεν νομίζουμε δε ότι, έστω η πρόβλεψη στο άρθρο 24 παρ. 1. ιβ). Ββ) για ετεροχρονισμένη λήψη κάποιου ποσοστού άνω του 40% της μεταβλητής αμοιβής, μετά από 4 ή 5 έτη, είναι αποτρεπτικός παράγοντας.
Στο άρθρο 24, τοποθετούνται μεν κάποιοι περιορισμοί στις αμοιβές, αλλά αναφέρονται μία σειρά από κατά παρέκκλιση διαδικασίες – στις παραγράφους 2, 3 και 4, όσον αφορά τις απαιτήσεις για τη σταθερή και μεταβλητή αμοιβή, για μικρά ιδρύματα κάτω από 5 δις με βάση το σύνολο ενεργητικού.
Μπορεί όμως να μεταβληθεί ακόμη και το όριο που χαρακτηρίζει μικρά τα ιδρύματα – ενώ με την παρ. 4 να υπάρξουν επεμβάσεις σε θέματα μεταβλητής αποδοχών κάτω των 50.000 €, λόγω των ιδιαιτεροτήτων της εθνικής αγοράς, αν και κανονικά εξαιρούνται περιορισμών. Γενικότερα πρόκειται για μία χαώδη κατάσταση.
Με το άρθρο 26, από μια απλή και σύντομη διατύπωση για τη λήψη μέτρων, όταν η μείωση των ιδίων κεφαλαίων είναι 20%, τώρα υιοθετείται μια πολύπλοκή διατύπωση που μειώνει το ποσοστό στο 15% και προσθέτει μια σειρά άλλων παραμέτρων όπως είναι οι εξής:
α) τα αποτελέσματα των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων,
β) ο βαθμός έκθεσης των ιδρυμάτων, καθώς επίσης η διαχείριση του κινδύνου συγκέντρωσης,
γ) η αρτιότητα, η καταλληλόλητα και ο τρόπος εφαρμογής των πολιτικών διαχείριση του υπολειπόμενου κινδύνου,
δ) ο βαθμός επάρκειας των ιδίων κεφαλαίων,
ε) η έκθεση σε κίνδυνο ρευστότητας,
η) η γεωγραφική θέση των ανοιγμάτων των ιδρυμάτων,
θ) το επιχειρηματικό μοντέλο του ιδρύματος και
ι) η αξιολόγηση του συστημικού κινδύνου
Το 20% δηλαδή μειώνεται, έτσι ώστε να τους παρέχεται ακόμη πιο εύκολα βοήθεια. Όμως, υπάρχουν πάρα πολλές αοριστίες, με μεγάλο κόστος για το δημόσιο.
Για παράδειγμα, δεν γνωρίζουμε με τι παραμέτρους είχαν διενεργηθεί τα stress tests το 2014 που έκριναν επαρκώς κεφαλαιοποιημένες τις τράπεζες, σύμφωνα με την ΤτΕ όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά – πόσο μάλλον όταν το 2015, με κλειστές τράπεζες, τα stress tests έδειχναν ανάγκες 25 δις € που επίσης θα καταθέσουμε στα πρακτικά.
Οφείλουμε δε να σημειώσουμε εδώ πως δεν έχει δρομολογηθεί καμία εξεταστική επιτροπή για το πώς χάθηκε ο έλεγχος των τραπεζικών κεφαλαίων το 2015 – ενώ δεν έχουν δοθεί ούτε τα πρακτικά της ΕΚΤ, σχετικά με το κλείσιμο του ELA.
Εκτός αυτού, οι τράπεζες δεν μπορούν να εξαναγκαστούν σε ενίσχυση, όταν το ΤΧΣ δεν έχει κεφάλαια και δεν συνεισφέρουν οι μέτοχοι – ενώ την ίδια στιγμή πιέζονται για πωλήσεις κόκκινων δανείων.
Θα πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη να μη διενεργηθούν πωλήσεις, εάν θα έχουν ως αποτέλεσμα την επικίνδυνη μείωση των κεφαλαίων τους – ενώ κάτι ανάλογο ισχύει για την περίπτωση της διαγραφής του αναβαλλόμενου φόρου, εάν δεν λειτουργεί με το hive down.
Στο άρθρο 27, προβλέπονται μέτρα που μπορεί να ζητήσει η ΤτΕ – όπως την μείωση των αμοιβών, τον περιορισμό δραστηριοτήτων ή την αποθεματοποίηση κερδών. Λογικά όμως μπορεί να συμπεριλαμβάνεται και η ενίσχυση κεφαλαίων – δηλαδή η αύξηση κεφαλαίων που μπορεί να πλήξει το δημόσιο.
Εδώ θα πρέπει να προβλεφθεί η τελική απόφαση να έχει την έγκριση της Βουλής, εάν το δημόσιο ή το ΤΧΣ ως μέτοχος επενδύσει τα χρήματα – εκτός εάν τα αναλάβουν οι ιδιώτες μέτοχοι ή η ΕΚΤ.
Στο άρθρο 28, προβλέπεται η δυνατότητα της Τράπεζας της Ελλάδος ή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, κατά περίπτωση, να κοινοποιεί σε ένα ίδρυμα υπό τη μορφή κατεύθυνσης κάθε απαραίτητη προσαρμογή του ποσού των κεφαλαίων που θα πρέπει να υπερβαίνει τις σχετικές ελάχιστες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων – τη σχετική πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων, ούτως ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει μελλοντικά σενάρια ακραίων μεταβολών.
Όλα αυτά είναι λογικά, αλλά όπως είπαμε διαγράφεται μελλοντικός κίνδυνος και δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε. Έχει γίνει αλήθεια μοντελοποίηση-stress test των αναγκών από την ΤτΕ ή από την ΕΚΤ;
Στο άρθρο 39, οι ρυθμίσεις αναφέρονται στην υποχρέωση τήρησης αποθέματος ασφαλείας από κοινές μετοχές. Με το παρόν όμως μπορούν να εξαιρεθούν μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις επενδύσεων, από τις απαιτήσεις τήρησης του ως άνω αποθέματος. Αν και προϋπήρχε, για ποιο λόγο γίνεται; Δεν ευνοεί τον ηθικό κίνδυνο και δεν αποτελεί αθέμιτο ανταγωνισμό;
Στο άρθρο 41, αυξάνεται το όριο του αποθέματος ασφαλείας των O – SII, των Άλλων Συστημικά Σημαντικών Ιδρυμάτων (Other Systemically Important Institutions) από 2% σε 3% επί της συνολικής έκθεσης σε κίνδυνο – ενώ προβλέπεται η δυνατότητα της Τράπεζας της Ελλάδος ή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μετά από έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, να αυξάνει το όριο άνω του 3%.
Η Ελλάδα έχει μόνο ως O-SII τις 4 συστημικές τράπεζες που το απόθεμά τους πρέπει να είναι 1% αυτή τη στιγμή κατά την EBA – όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά. Πρόκειται να αυξηθεί; Εάν ναι, πώς θα καλυφθεί η αύξηση;
Με το άρθρο 42 τώρα, ασκείται η διακριτική ευχέρεια σχετικά με το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου – παρέχοντας τη δυνατότητα στην εντεταλμένη αρχή να απαιτεί την καθιέρωσή του. Επίσης, να αναγνωρίζει ποσοστό αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου που καθορίζεται από άλλα κράτη-μέλη και να το εφαρμόζει σε ιδρύματα με άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα που έχουν ανοίγματα στο κράτος μέλος που έχει το εν λόγω ποσοστό.
Επιπρόσθετα, προβλέπεται ότι κατά τον καθορισμό του συγκεκριμένου αποθέματος ασφαλείας, λαμβάνονται υπόψη οι επιπτώσεις στα άλλα κράτη μέλη ή στην ΕΕ συνολικά. Πώς θα γίνεται αυτό; Πρόκειται για παράδειγμα η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας να λάβει υπόψη τον αντίκτυπο που μπορεί να είχε στην Ελλάδα το απόθεμα ασφαλείας της Deutsche Bank;
Στο άρθρο 43, αν και οι συστημικές μας τράπεζες δεν έχουν πια σημαντικές δραστηριότητες στο εξωτερικό, μπορεί να μας ζητήσουν αύξηση κεφαλαίου άλλες χώρες;
Στο άρθρο 47, αν και δεν βλέπουμε σημαντικές μεταβολές, σημειώνουμε πως η παρ.1 αναφέρει ότι, όταν ένα ίδρυμα αδυνατεί να εκπληρώσει τη συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας ή, κατά περίπτωση, την απαίτηση αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης, καταρτίζει σχέδιο διατήρησης κεφαλαίου.
Όμως, δεν διευκρινίζεται τι συνεπάγεται για τους πελάτες του ιδρύματος και για τις καταθέσεις τους αυτό το σχέδιο διατήρησης κεφαλαίου – το οποίο μπορεί ούτως ή άλλως να απορρίψει η ΤτΕ, χωρίς επίσης να αναφέρονται οι λόγοι.
Στο 47β, σχετικά με την έννοια «όμιλος εξυγίανσης», παρατηρείται ότι σε αυτές περιλαμβάνονται και οντότητες που είναι εγκατεστημένες σε τρίτη χώρα και που δεν ανήκουν στον όμιλο εξυγίανσης. Πώς γίνεται αλήθεια αυτό;
Στο άρθρο 57, οι ρυθμίσεις οφείλονται μάλλον στην προσαρμογή στο hive down – αφού διευρύνονται σε υποκαταστήματα θυγατρικών.
Προστίθεται δε η φράση ότι, «η εφαρμογή των μέτρων εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη να αποφεύγονται στο μέγιστο δυνατό βαθμό οποιεσδήποτε σημαντικές δυσμενείς συνέπειες για τα χρηματοπιστωτικά συστήματα των κρατών μελών στα οποία βρίσκονται τα μέλη του ομίλου ή τα υποκαταστήματα, ή άλλων κρατών μελών ή της ΕΕ, ακόμη και ευρύτερη χρηματοπιστωτική αστάθεια ή γεγονότα που αφορούν στο σύνολο του συστήματος»
Με μια τέτοια λογική επιβλήθηκε το 1ο μνημόνιο, για να διασωθούν δηλαδή οι τράπεζες, όπως τεκμηριώθηκε από τον Ντάϊσελμπλουμ και τον Ομπάμα – οπότε είναι αδύνατον να υποστηρίξουμε κάτι τέτοιο.
Στο άρθρο 58, προστίθεται η δυνατότητα να μην πληρώνονται κέρδη και μεταβλητές αμοιβές. Όμως, σε αυτήν την περίπτωση εξυγίανσης, το Δημόσιο όχι μόνο δεν θα λαμβάνει μερίσματα, αλλά ούτε και φόρους – με αποτέλεσμα να μην αποσβένεται ούτε ο αναβαλλόμενος φόρος.
Κατά την άποψη μας, δεν θα πρέπει να γίνεται εξυγίανση και μεταφορά στον ιδιωτικό τομέα, χωρίς την καταβολή των υποχρεώσεων του αναβαλλόμενου φόρου – δηλαδή, ότι έβαλε το δημόσιο, όπως συνέβη στις ΗΠΑ.
Στο άρθρο 63, οι διατυπώσεις ουσιαστικά αποσκοπούν στο να καλύψουν το hive down – αφού αναφέρονται σε κίνδυνο θυγατρικών και ομίλου. Στο παρελθόν ο κίνδυνος θα ήταν στην μητρική. Πλέον, οι μητρικές είναι κελύφη και ο κίνδυνος είναι στις θυγατρικές – οπότε με το άρθρο αυτό γίνεται προσπάθεια να προλάβει κανείς τις εξελίξεις, αν και στην ουσία τρέχει πίσω από αυτές.
Το άρθρο 67 λογικά αφορά τη θηριώδη αγορά των repos που κρατούν ως ομήρους πλέον τις οικονομίες – αφού δεν μπορούν να μειωθούν. Αυτή και μόνο η έκθεση μπορεί να δημιουργήσει τεράστιες απαιτήσεις και να καταρρίψει κάθε δυνατότητα εξυγίανσης.
Περαιτέρω, η αναφορά σε Συστημικά Σημαντικά Ιδρύματα σε Παγκόσμιο Επίπεδο (Global Systemically Important Institutions ή G-SIIs), τα οποία μπορεί να έχουν προνομιακή μεταχείριση στην εξυγίανση τους ως προς τα ίδια κεφάλαια στην παρ. 4, δεν υπήρχε στο αρχικό άρθρο 71 – ενώ στην Ελλάδα δεν έχουμε G-SII.
Σε κάθε περίπτωση, οι παρ. 4,5 αναφέρονται σε Πιστωτικά Ιδρύματα που, αν και δεν είναι συστημικά σημαντικά, μπορεί να δημιουργήσουν συστημικούς κινδύνους. Ανήκουν σε αυτά οι Ελληνικές τράπεζες;
Στο άρθρο 76, δεν έχει καθοριστεί τι αποτελεί Κεντρικό Οργανισμό στους ορισμούς. Μπορεί να είναι το ΤΧΣ ή κάτι άλλο, όπως ένα δίκτυο συνεταιριστικών τραπεζών; Έχει σημασία, επειδή εάν θεωρηθεί πως σε κεντρικό επίπεδο ο οργανισμός καλύπτει τις υποχρεώσεις των Πιστωτικών Ιδρυμάτων, μπορεί να απαλλαγεί της εξυγίανσης ένα πιστωτικό ίδρυμα.
Στο άρθρο 95, το μόνο που τροποποιείται στην παρ. 3, είναι η προσθήκη της φράσης «η αναστολή της υποχρέωσης δυνάμει του άρθρου 33α» μετά τη φράση «μέτρα πρόληψης κρίσεων» – ενώ και στην παρ. 5 προστίθεται αναφορά στο νέο άρθρο 33α.
Μελετώντας τη νέα διάταξη του άρθρου 33α, διαπιστώνεται ότι προβλέπει δυνατότητα αναστολής υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης (το πολύ 2 ημερών σύμφωνα με την παρ. 4), που όμως, σύμφωνα με την παρ. 3, μπορεί να επιτρέπει στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να μην επιτρέπουν στους καταθέτες να προβαίνουν σε αναλήψεις, πλην ενός «κατάλληλου» ημερήσιου ποσού.
Εδώ πρόκειται για τη δυνατότητα επιβολής σύντομων κεφαλαιακών ελέγχων. Ποιο είναι το «ημερήσιο ποσό»; Στην παρ. 6 βλέπουμε επίσης πρόβλεψη για δυνατότητα αναστολής πληρωμών υποχρεώσεων που απορρέουν από συμβάσεις – κάτι με το οποίο δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε, όπως γενικότερα με το άρθρο.
Με τις τροποποιήσεις του άρθρου 96, αφαιρούνται από τις εξαιρέσεις αναστολής υποχρεώσεων πληρωμών, οι επιλέξιμες καταθέσεις και οι επιλέξιμες απαιτήσεις για τους σκοπούς του Ν. 2533/1997 που αφορά τη Χρηματιστηριακή αγορά παραγώγων, σχετικά με τα συστήματα αποζημιώσεως των επενδυτών. Αφορά δηλαδή τα reposμ που στον προϋπολογισμό είναι πάνω από 1,2 τρις €;
Τέλος, στο άρθρο 106, παρά τη συμπλήρωση στο άρθρο 103 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015, δεν είναι ξανά ξεκάθαρο εάν οι απαιτήσεις του δημοσίου προηγούνται των καταθετών.
Στην παρ. 1, ορίζεται ότι δεν ικανοποιείται προνομιακά το τμήμα των επιλέξιμων καταθέσεων φυσικών προσώπων, πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων που υπερβαίνει το επίπεδο κάλυψης που προβλέπεται, στο άρθρο 9 του ν. 4370/2016, δηλαδή τα 100.000 ευρώ – οπότε οι καταθέσεις που υπερβαίνουν αυτό το ποσόν, ουσιαστικά μένουν ακάλυπτες σε κούρεμα. Προφανώς διαφωνούμε.