Από: newsbomb.gr - Σοφία Σπίγγου
Η όμορφη Πιπίτσα είχε μόλις κλείσει τα 19 της χρόνια και θεωρούνταν μια από της καλλονές της κοινότητας Λαγκάδας στην Αμοργό. Ήταν η κόρη του Προέδρου της Κοινότητας, ενός ανθρώπου που αγαπούσε όλο το χωριό για την καλοσύνη του. Μάλιστα, κρατούσε στην δούλεψή του και τον 25χρονο Νίκο, έναν μικρό απατεώνα, που είχε προλάβει παρά το νεαρό της ηλικίας του να «μπλεχτεί» με την αστυνομία.
Ο Νίκος ήταν καβγατζής και δούλευε στα χωράφια και τα ζώα του Προέδρου, ο οποίος όχι μόνο τον στήριζε στα παραπατήματά του, αλλά εξακολούθησε να τον έχει υπό την προστασία του ακόμη και όταν κατάλαβε ότι άρχισε να «ενοχλεί» την 19χρονη κόρη του. Κάποιους μήνες αργότερα, όταν η Πιπίτσα αρραβωνιάστηκε με έναν δικηγόρο, ο Νίκος του επιτέθηκε φραστικά με αποτέλεσμα να φτάσουν στα δικαστήρια και να καταδικαστεί σε φυλάκιση 15 ημερών για εξύβριση. Όμως και πάλι ο πατέρας της τον συγχώρησε και εξαγόρασε την ποινή του, βγάζοντάς τον από την φυλακή.Τα χαράματα της 21ης Απριλίου 1961, η νεαρή Πιπίτσα βρισκόταν στο σπίτι με τον μικρή αδελφή της. Ο πατέρας της έλειπε από το χωριό, ενώ η μητέρα της είχε ταξιδέψει στην Αθήνα γιατί αναμενόταν από μέρα σε μέρα η γέννηση του παιδιού της μεγάλης κόρης της οικογένειας. Ο Νίκος μόλις έμαθε ότι η 19χρονη θα βρισκόταν μόνη της στο σπίτι, έβαλε μπροστά το σχέδιο του, με σκοπό να την ξεμοναχιάσει. Το ξημέρωμα εκείνης της ημέρας σκαρφάλωσε στην σκεπή του σπιτιού και μπήκε από την καμινάδα!
Ωστόσο, η πτώση του ήταν θορυβώδης και ξύπνησε την Πιπίτσα, που τρομαγμένη σηκώθηκε από το κρεβάτι της, κρατώντας ένα αναμμένο καντήλι. Βγαίνοντας από το δωμάτιό της, είδε μπροστά της τον Νίκο και με ιδιαίτερη ψυχραιμία του ζήτησε να φύγει από το σπίτι. Χωρίς να μιλήσει εκείνος, έκανε ένα βήμα προς το μέρος της και η Πιπίτσα πέταξε κατά πάνω του το καντήλι. Το δωμάτιο βυθίστηκε στο σκοτάδι με αποτέλεσμα ο 25χρονος να καταφέρει να την αρπάξει στα χέρια του.
«Ή θα κάτσεις ή θα σε σκοτώσω» της φώναξε κάνοντας ξεκάθαρη την πρόθεσή του να την βιάσει. «Δεν παραδίνομαι, σκότωσέ με» ούρλιαξε η Πιπίτσα και αυτή ήταν και η τελευταία φράση που κατάφερε να ξεστομίσει.
Ο Νίκος θολωμένος άρπαξε ένα διακοσμητικό κοχύλι
που υπήρχε στο σπίτι και άρχισε να την χτυπά στο κεφάλι. Η κατάσταση
είχε πλέον ξεφύγει, αφού παρά την μηδενική αντίδραση της Πιπίτσας, που
από τα χτυπήματα ήταν πια αναίσθητη, εκείνος έκοψε με τα δόντια του τις θηλές της και το δεξί της μάγουλο. Δεν σταμάτησε όμως ούτε μετά από όλα αυτά και της έσπασε το σαγόνι, τον καρπό του αριστερού χεριού, της έβγαλε το αριστερό μάτι και τελικά τη βίασε.
Στο μεταξύ η 8χρονη αδελφή της Πιπίτσας είχε φύγει τρέχοντας
από το σπίτι για να καλέσει σε βοήθεια μια θεία τους, η οποία έμενε
κοντά. Όταν η θεία των κοριτσιών έφτασε στο σπίτι μαζί με τον γιο της, η Πιπίτσα κείτονταν νεκρή μέσα στα αίματα.
Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, ο 25χρονος πετάχτηκε από μια γωνία και
επιτέθηκε στον γιο της θείας, τραυματίζοντάς τον με το ίδιο κοχύλι. Σε
έξαλλη κατάσταση βγήκε από το σπίτι, όπου έπεσε πάνω στην 8χρονη αδελφή
της Πιπίτσας. Έπιασε το κοριτσάκι από το λαιμό και επιχείρησε να το πνίξει, αλλά τα ουρλιαχτά της μικρής τον τρόμαξαν και έφυγε τρέχοντας.
Τον Ιούνιο του 1961 ο 25χρονος κάθισε στο εδώλιο του κακουργιοδικείου Σάμου. Οι ένορκοι έκριναν ένοχο τον κατηγορούμενο και το δικαστήριο του επέβαλε την ποινή της ισόβιας κάθειρξης και επιπλέον οκτώ χρόνια και έξι μήνες για τον βιασμό της νεαρής κοπέλας.
Όμως η ποινή του κινητοποίησε τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης που ζήτησε να εξετασθεί η υπόθεση ξανά, ενώ ο αρμόδιος εισαγγελέας άσκησε αναίρεση κρίνοντας πως το έγκλημα έπρεπε να χαρακτηριστεί ιδιάζοντος ειδεχθές και να επιβληθεί στον κατηγορούμενο η ποινή του θανάτου. Πράγματι, ο Άρειος Πάγος «επέστρεψε» την υπόθεση στο κακουργοδικείο της Σάμου, υποστηρίζοντας ότι η απόφαση των ισοβίων δεν ήταν επαρκώς αιτιολογημένη. Στη νέα δίκη ο 27χρονος τότε Νίκος καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέσθηκε το 1967 σε φυλακή της Κρήτης.