dimitrisvetsikas1969 / pixabay |
Τά όσα έγιναν στήν άτυπη Πενταμερή Διάσκεψη, κατά τήν Εβδομάδα των Παθών, 27- 29 Aπριλίου, δέν αποτέλεσαν έκπληξη. Η Τουρκική πλευρά τά είχε προαναγγείλει. Ο Γ. Γραμματέας του ΟΗΕ, υποτίθεται, ότι αυτός είχε τήν πρωτοβουλία γιά τή σύγκληση της Διασκέψεως, ήταν πλήρως ενημερωμένος.Γιατί τότε συνεκάλεσε τή Διάσκεψη; Μά, γιατί καί η Ελληνική πλευρά, Λευκωσία καί Αθήνα, γνώριζε, αλλά συμφώνησε νά πάει σέ μιά τέτοια Διάσκεψη. Η Βρετανική πλευρά ήταν ο παρασκηνιακός σκηνοθέτης.
πρέσβης ε.τ.
Εάν θέσει κανείς το ερώτημα γιατί η Ελληνική πλευρά δέχθηκε να συμμετάσχει σ' αυτό το θέατρο του παραλόγου και συμφώνησε επιπλέον στη συνέχισή του, με μια νέα τέτοιου είδους Διάσκεψη, θα πάρει ως απάντηση ότι η Ελληνική πλευρά δεν μπορεί να μην ανταποκριθεί σε πρόσκληση του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ, δεν μπορεί να μην επιδεικνύει συνεχώς την προθυμία της για "λύση" και ότι πρέπει να καταβάλει κάθε προσπάθεια για την επανάληψη των διακοινοτικών συνομιλιών, γιατί, σε διαφορετική περίπτωση, καραδοκεί ο κίνδυνος διεθνούς αναγνωρίσεως του ψευδοκράτους και εποικισμού της Αμμόχωστου.
Ιδού όμως πού έρχεται ο Τουρκοκύπριος ηγέτης στο προετοιμασμένο σκηνικό της Πενταμερούς Διασκέψεως και θέτει ωμά και απροκάλυπτα θέμα αναγνωρίσεως του ψευδοκράτους και αποαναγνωρίσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, με κατάργηση του περίφημου ψηφίσματος 186 του Συμβουλίου Ασφαλείας του 1964, πού επιβεβαίωσε την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, μετά την Τουρκανταρσία του 1963 - 64, και των ψηφισμάτων 550 και 641, με τα οποία το Συμβούλιο Ασφαλείας κατεδίκασε την ανακήρυξη του ψευδοκράτους, τον Νοέμβριο του 1983. Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ερσίν Τατάρ δήλωσε μάλιστα, με απέραντο θράσος, ότι δεν θα δεχθεί συμμετοχή σε νέες διακοινοτικές συνομιλίες, εάν αυτές δεν συμφωνηθεί να γίνουν πάνω στη νέα βάση των δύο κρατών πού προέτεινε. Η νέα Τουρκική θέση "ερμηνεύθηκε" παρασκηνιακά από τούς Βρετανούς ότι δεν είναι απόλυτη, ότι ενέχει κίνηση τακτικής και ότι μπορεί να συμβιβασθεί με το συμφωνημένο πλαίσιο της διζωνικής ομοσπονδίας "με πολιτική ισότητα", υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνουν διαπραγματεύσεις για την αποσαφήνιση της έννοιας της "πολίτικης ισότητας", σε σχέση με τη διεκδικούμενη από την Τουρκική πλευρά "κυριαρχική ισότητα".
Ο Γ. Γραμματέας του ΟΗΕ Γκουτέρες απέρριψε μεν ως βάση συζητήσεως τα δύο κράτη, επικαλούμενος τούς ορούς εντολής του, αλλά άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο "κοινού εδάφους" και, με βάση την εκτίμηση αυτή, δέχθηκε να συγκαλέσει νέα άτυπη Πενταμερή, μετά από δύο - τρεις μήνες. Μετά δηλαδή από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής, στο οποίο έχουν παραπεμφθεί οι αποφάσεις πάνω στις Τουρκικές διεκδικήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την προτεινόμενη από τη Γερμανία και τους συμμάχους της "θετική ατζέντα" για την Τουρκία. Η Ελλάδα και η Κύπρος δηλαδή θα κληθούν να τηρήσουν "θετική" στάση απέναντι στα Τουρκικά αιτήματα, για να μη υπονομεύσουν δήθεν τη νέα Πενταμερή, πού είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους. Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς από την ακολουθούμενη από την Ελλάδα και την Κύπρο πολιτική;
Στην Κύπρο, αμέσως μετά το τέλος της Διασκέψεως, εκπρόσωποι των δύο κομμάτων ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, έσπευσαν να δηλώσουν, σε δημοσιογραφική διάσκεψη, για να διασώσουν, προφανώς, την υποτιθέμενη δυναμική της Πενταμερούς και την προοπτική των διακοινοτικών συνομιλιών, ότι η Ελληνική πλευρά πρέπει αυτή να πάρει την πρωτοβουλία και να κάνει την πρώτη κίνηση πάνω στο κρίσιμο θέμα της "πολίτικης ισότητας". Να δώσει δηλαδή στους Τουρκοκυπρίους την "πλήρη πολιτική ισότητα", όπως είχε προτείνει και πριν την Πενταμερή ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου. Τι σημαίνει "πλήρης πολιτική ισότητα"; Προφανώς, κάτι ανάλογο με αυτό πού εννοεί η Τουρκική πλευρά με τον όρο "κυριαρχική ισότητα", με τη διαφορά ότι τα δύο να είναι τυπικά σε συσκευασία ενός. Τα αποτελέσματα θα ήταν, προφανώς, τα ίδια. Καμία απόφαση δεν θα μπορούσε να λαμβάνεται, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκικής πλευράς, δηλαδή της Αγκύρας, όσο και αν γίνεται προσπάθεια από τούς γνωστούς καλοθελητές να συσκοτισθει αυτή η πραγματικότητα, με ρητορεία για τους Τουρκοκυπρίους.
Με απλά λόγια, ο κίνδυνος για την Κύπρο δεν παρήλθε, με την υποτιθέμενη "αποτυχία" της Πενταμερούς Διασκέψεως στη Γενεύη. Εξακολουθεί να επικρέμεται. Οι γνωστοί εξάρχοντες της ενδοτικής πολίτικης και της εθελοδουλείας, με πρωταγωνιστές τις ηγεσίες των δύο κομμάτων ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, προσπαθούν να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι, ανεξάρτητα από το τι λέει και υποστηρίζει η Τουρκική πλευρά, είναι μονόδρομος η πολιτική των Πενταμερών Διασκέψεων με τις "Εγγυήτριες Δυνάμεις" και με την Κυπριακή Δημοκρατία στο "ράφι" και συμμετέχουσα ως κοινότητα, "ισότιμη ' του ψευδοκράτους. Η στάση των ηγεσιών των δύο κομμάτων έχει υπερβεί κάθε θεμιτό όριο, πού κρίνεται με ορούς εθνικής πολίτικης. Συμπράττουν απροκάλυπτα και προκλητικά με τούς Τούρκους και τούς Βρετανούς για την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτό πού δεν πέτυχαν οι Βρετανοί και οι Τούρκοι το 1964, χάρις στην αντίσταση του Κυπριακού λάου, με επικεφαλής τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, προσπαθούν να το επιτύχουν τώρα εκ των έσω, με την επονείδιστη σύμπραξη των ηγεσιών του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ. Δεν το κατόρθωσαν ούτε ακόμη με την Τουρκική εισβολή. Απέτυχαν και το 2004, όταν επεχείρησαν να παραπλανήσουν, όπως επιχειρούν και τώρα, ότι το Σχέδιο Ανάν θα "έλυνε" δήθεν το Κυπριακό.
Πως έχουν φτάσει σ' αυτό το κατάντημα οι ηγεσίες των δύο αυτών κομμάτων; Εάν αναζητήσει κανείς να βρει μια λογική εξήγηση σ' αυτό τον κατήφορο, θα καταλήξει, δυστυχώς, στη διαπίστωση ότι η μόνη εξήγηση είναι η ιδεολογική και πολιτική αλλοτρίωση, η διαφθορά της εξουσίας και της κομματοκρατίας και η επιρροή πού ασκεί στις ηγεσίες των δύο κομμάτων συγκεκριμένος ξένος παράγων. Είναι εκπληκτικό, η Μ. Βρετανία, πού απεχώρησε, υποτίθεται, από την Κύπρο εδώ και εξήντα περίπου χρόνια, να θέλει να επανέλθει δυναμικά στην Ανατολική Μεσόγειο ως στρατηγικός παράγων, καταλύοντας την Κυπριακή Δημοκρατία, και να συμπράττουν σ΄' αυτό οι ηγεσίες του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ, προσποιούμενες ότι αποτρέπουν δήθεν μ' αυτό τη διχοτόμηση.
Τό παράδοξο μάλιστα καί εξοργιστικό είναι τό γεγονός οτι η Κύπρος δέν βρίσκεται σήμερα σέ τόσο αδύνατη θέση ώστε νά εκβιάζεται ν' ακολουθήσει μιά τέτοια πολιτική, εάν έχει νόημα ακόμη καί σέ μιά τέτοια περίπτωση ο εκβιασμός όταν διακυβεύεται η ίδια η ύπαρξη καί τό εθνικό μέλλον ενός τόπου. Η Κύπρος σήμερα δέν είναι σέ ανίσχυρη θέση, όπως περιήλθε, κάτω από τίς γνωστές συνθήκες, τό 1974. Έχει ισχυρούς συμμάχους.Κατά πρώτο λόγο, τό Ισραήλ, πού τό 1974 ήταν στρατηγικός σύμμαχος της Αγκυρας. Κατά δεύτερο λόγο, τήν Αίγυπτο του Στρατάρχη Αλ Σίσσι. Κατά τρίτο λόγο , τά Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, αλλά καί τή Σαουδική Αραβία, πού ήταν προηγουμένως στρατηγικός επίσης σύμμαχος της Αγκυρας. Κατά τέταρτο, αλλά καθόλου τέταρτο σέ σημασία λόγο, τή Γαλλία. πού πρωτοστατεί, μαζί μέ τήν Ελλάδα καί τήν Κύπρο, στήν αναχαίτιση του Τουρκικού ηγεμονισμού στήν Ανατολική Μεσόγειο. Οι χώρες αυτές συνιστούν ένα ισχυρό μέτωπο κατά του Τουρκικού επεκτατισμού καί ηγεμονισμού στήν Ανατολική Μεσόγειο.
Η Κυπριακή Δημοκρατία αναγνωρίζεται διεθνώς ως τό νόμιμο καί ενιαίο Κυπριακό κράτος καί συμμετέχει , μέ όλο τό νόμιμο του έδαφος, περιλαμβανομένης δηλαδή καί της κατεχόμενης Κύπρου ,στήν Ευρωπαϊκή Ενωση. Ακόμη καί σέ σχέση μέ τίς ΗΠΑ, πού πρωταγωνίστησαν στήν τραγωδία του 1974, μέ τόν διαβόητο Κίσσιγκερ, η κατάσταση έχει αλλάξει σημαντικά.Η συμμαχία του Ισραήλ μέ τήν Ελλάδα καί τήν Κύπρο επηρεάζει τήν Αμερικανική πολιτική στήν περιοχή, όπως καί η γνωστή εξέλιξη της Τουρκίας μέ τόν Ερντογάν καί τόν Ισλαμιστικό ηγεμονισμό της. Ποιός λέει, π.χ ., ότι τό Ισραήλ δέν θά ανησυχούσε, εάν ολόκληρη η Κύπρος περιερχόταν στόν γεωπολιτικό ελεγχο της Αγκυρας; Ποιός λέει επίσης οτι δέν θά ίσχυε τό ιδιο γιά τήν Αίγυπτο του Αλ Σίσσι και γιά μιά σειρά άλλων χωρών, όπως η Γαλλία καί τά Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα; Η Ελλάδα όμως καί η Κύπρος πρέπει νά αναρωτηθούν τί σκέφτονται οι χώρες αυτές όταν βλέπουν τήν Ελλάδα καί τήν Κύπρο νά διαπραγματεύονται τήν κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας καί μιά ενδεχόμενη "λύση" του Κυπριακού, πού θά υπήγαγε ολόκληρη τήν Κύπρο σέ Τουρκικό καί σέ Τουρκο - Βρετανικό γεωστρατηγικό έλεγχο.
Σε ότι αφορά το στρατιωτικό ισοζύγιο, πού είναι καθοριστικός παράγων πολίτικης και στρατηγικής, η σημερινή κατάσταση δεν ήταν μοιραία και αναπόφευκτη. Είναι το αποτέλεσμα μιας ηττοπαθούς, ενδοτικής και ξενόπνευστης πολίτικης. Φτάσαμε, π. χ., στο σημείο η Εθνοφρουρά, όχι μόνο να αμελεί ζωτικούς εξοπλισμούς, αλλά να κάνει γυμνάσια και με τις Βρετανικές ειδικές δυνάμεις. Πάλι καλά πού δεν έκανε και με τις δυνάμεις του Αττίλα. Τό γεγονός ότι κάνουμε γυμνάσια με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τη Γαλλία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και, φυσικά, την Ελλάδα, εντάσσεται σε μία στρατηγική, πού σημαίνει ότι θεωρούμε τις χώρες αυτές φίλους και συμμάχους. Οι Βρετανοί, στην περίπτωση της Κύπρου, είναι φίλοι και σύμμαχοι; Τυπικά ναι, ουσιαστικά όχι, γιατί είναι στρατηγικοί σύμμαχοι της Αγκύρας. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τό παρελθόν. Ισχύει, δυστυχώς, και για το παρόν.
Ακόμα όμως και με τα όσα δεν έγιναν στον τομέα της άμυνας, πού, ασφαλώς, μπορούσαν να γίνουν, το στρατιωτικό ισοζύγιο, εάν συνδυασθεί με τις στρατηγικές συμμαχίες και με τη συνδρομή της Ελλάδος, μπορεί να καλύψει την Κύπρο, υπό την προϋπόθεση ότι η ίδια είναι αποφασισμένη να επιδείξει σθένος και αποφασιστικότητα και να μη υπονομεύει τη θέση της με απαράδεκτες υποχωρήσεις. Γιατί, λοιπόν, ακολουθείται στο Κυπριακό μια παράλογη και ανεδαφική πολιτική, πού οδηγεί στην περιαγωγή ολόκληρης της Κύπρου στον Τουρκικό γεωπολιτικό έλεγχο;
Γιατί επιτρέπεται στον Βρετανικό παράγοντα, με το πρόσχημα της εγγυήτριας δυνάμεως, ιδιότητα, την οποία δεν σεβάσθηκε ποτέ από το 1974 μέχρι σήμερα, να πρωταγωνιστεί σε Πενταμερείς και να βυσσοδομεί για την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, συνεργαζόμενη στενά με την Άγκυρα;
Γιατί δεν επανατοποθετείται το Κυπριακό στη βάση αυτού, πού συνιστά την ουσία του, της Τουρκικής δηλαδή εισβολής και κατοχής και, αντιθέτως, η Ελληνική πλευρά προσέρχεται σε συζητήσεις και διαπραγματεύσεις για την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, την αναγνώριση και νομιμοποίηση των τετελεσμένων γεγονότων και την παραίτηση από θεμελιώδη ανθρώπινα και δημοκρατικά δικαιώματα;
Η Αθήνα παριστάνει τον θεατή, όταν άλλες δυνάμεις, Τουρκία και Μ. Βρετανία, απεργάζονται καταστροφικά σχέδια για τον Κυπριακό Ελληνισμό. Έχει αντιληφθεί η Αθήνα τι θα σήμαινε για την Ελλάδα και ολόκληρο τον Ελληνισμό μια ενδεχόμενη πτώση της Κύπρου; Έχει αντιληφθεί τι μηνύματα στέλνει, με τη στάση της, στις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, πού θέλει να καταστήσει σταθερούς στρατηγικούς της συμμάχους; Έχει αναλογισθεί ποιες θα ήταν οι συνέπειες στο στρατηγικό ισοζύγιο μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, εάν κατόρθωνε ο Ερντογάν, χάρις στην Ελληνική στρατηγική μυωπία, αδράνεια, ενδοτισμό και πολιτικό παραλογισμό, να εντάξει ολόκληρη την Κύπρο στην Τουρκική σφαίρα επιρροής; Η Ελλάδα έχει σήμερα μια καταπληκτική ευκαιρία να διεκδικήσει, με ισχυρούς συμμάχους, ένα νέο γεωπολιτικό ρόλο στην περιοχή. Τι δείχνει όμως η πολιτική πού ακολουθεί στο Κυπριακό; Επικίνδυνη εμμονή σε μια πολιτική κατευνασμού και υποχωρήσεων, που θυμίζει τις χειρότερες εκδοχές ενός παλιοημερολογίτικου Σημιτισμού.
Τό τραγικό καί επονείδιστο θά ήταν Τουρκία καί Μ. Βρετανία νά επιτύχουν τό στόχο τους νά καταλύσουν τήν Κυπριακή Δημοκρατία, μέ τήν εθνικά ανάξια σύμπραξη της Ελλάδος καί της Κύπρου, μέ ψεύτικη σημαία μιά δήθεν "λύση" του Κυπριακού.
Ιδού όμως πού έρχεται ο Τουρκοκύπριος ηγέτης στο προετοιμασμένο σκηνικό της Πενταμερούς Διασκέψεως και θέτει ωμά και απροκάλυπτα θέμα αναγνωρίσεως του ψευδοκράτους και αποαναγνωρίσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, με κατάργηση του περίφημου ψηφίσματος 186 του Συμβουλίου Ασφαλείας του 1964, πού επιβεβαίωσε την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, μετά την Τουρκανταρσία του 1963 - 64, και των ψηφισμάτων 550 και 641, με τα οποία το Συμβούλιο Ασφαλείας κατεδίκασε την ανακήρυξη του ψευδοκράτους, τον Νοέμβριο του 1983. Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ερσίν Τατάρ δήλωσε μάλιστα, με απέραντο θράσος, ότι δεν θα δεχθεί συμμετοχή σε νέες διακοινοτικές συνομιλίες, εάν αυτές δεν συμφωνηθεί να γίνουν πάνω στη νέα βάση των δύο κρατών πού προέτεινε. Η νέα Τουρκική θέση "ερμηνεύθηκε" παρασκηνιακά από τούς Βρετανούς ότι δεν είναι απόλυτη, ότι ενέχει κίνηση τακτικής και ότι μπορεί να συμβιβασθεί με το συμφωνημένο πλαίσιο της διζωνικής ομοσπονδίας "με πολιτική ισότητα", υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνουν διαπραγματεύσεις για την αποσαφήνιση της έννοιας της "πολίτικης ισότητας", σε σχέση με τη διεκδικούμενη από την Τουρκική πλευρά "κυριαρχική ισότητα".
Ο Γ. Γραμματέας του ΟΗΕ Γκουτέρες απέρριψε μεν ως βάση συζητήσεως τα δύο κράτη, επικαλούμενος τούς ορούς εντολής του, αλλά άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο "κοινού εδάφους" και, με βάση την εκτίμηση αυτή, δέχθηκε να συγκαλέσει νέα άτυπη Πενταμερή, μετά από δύο - τρεις μήνες. Μετά δηλαδή από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής, στο οποίο έχουν παραπεμφθεί οι αποφάσεις πάνω στις Τουρκικές διεκδικήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την προτεινόμενη από τη Γερμανία και τους συμμάχους της "θετική ατζέντα" για την Τουρκία. Η Ελλάδα και η Κύπρος δηλαδή θα κληθούν να τηρήσουν "θετική" στάση απέναντι στα Τουρκικά αιτήματα, για να μη υπονομεύσουν δήθεν τη νέα Πενταμερή, πού είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους. Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς από την ακολουθούμενη από την Ελλάδα και την Κύπρο πολιτική;
Στην Κύπρο, αμέσως μετά το τέλος της Διασκέψεως, εκπρόσωποι των δύο κομμάτων ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, έσπευσαν να δηλώσουν, σε δημοσιογραφική διάσκεψη, για να διασώσουν, προφανώς, την υποτιθέμενη δυναμική της Πενταμερούς και την προοπτική των διακοινοτικών συνομιλιών, ότι η Ελληνική πλευρά πρέπει αυτή να πάρει την πρωτοβουλία και να κάνει την πρώτη κίνηση πάνω στο κρίσιμο θέμα της "πολίτικης ισότητας". Να δώσει δηλαδή στους Τουρκοκυπρίους την "πλήρη πολιτική ισότητα", όπως είχε προτείνει και πριν την Πενταμερή ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου. Τι σημαίνει "πλήρης πολιτική ισότητα"; Προφανώς, κάτι ανάλογο με αυτό πού εννοεί η Τουρκική πλευρά με τον όρο "κυριαρχική ισότητα", με τη διαφορά ότι τα δύο να είναι τυπικά σε συσκευασία ενός. Τα αποτελέσματα θα ήταν, προφανώς, τα ίδια. Καμία απόφαση δεν θα μπορούσε να λαμβάνεται, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκικής πλευράς, δηλαδή της Αγκύρας, όσο και αν γίνεται προσπάθεια από τούς γνωστούς καλοθελητές να συσκοτισθει αυτή η πραγματικότητα, με ρητορεία για τους Τουρκοκυπρίους.
Με απλά λόγια, ο κίνδυνος για την Κύπρο δεν παρήλθε, με την υποτιθέμενη "αποτυχία" της Πενταμερούς Διασκέψεως στη Γενεύη. Εξακολουθεί να επικρέμεται. Οι γνωστοί εξάρχοντες της ενδοτικής πολίτικης και της εθελοδουλείας, με πρωταγωνιστές τις ηγεσίες των δύο κομμάτων ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, προσπαθούν να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι, ανεξάρτητα από το τι λέει και υποστηρίζει η Τουρκική πλευρά, είναι μονόδρομος η πολιτική των Πενταμερών Διασκέψεων με τις "Εγγυήτριες Δυνάμεις" και με την Κυπριακή Δημοκρατία στο "ράφι" και συμμετέχουσα ως κοινότητα, "ισότιμη ' του ψευδοκράτους. Η στάση των ηγεσιών των δύο κομμάτων έχει υπερβεί κάθε θεμιτό όριο, πού κρίνεται με ορούς εθνικής πολίτικης. Συμπράττουν απροκάλυπτα και προκλητικά με τούς Τούρκους και τούς Βρετανούς για την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτό πού δεν πέτυχαν οι Βρετανοί και οι Τούρκοι το 1964, χάρις στην αντίσταση του Κυπριακού λάου, με επικεφαλής τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, προσπαθούν να το επιτύχουν τώρα εκ των έσω, με την επονείδιστη σύμπραξη των ηγεσιών του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ. Δεν το κατόρθωσαν ούτε ακόμη με την Τουρκική εισβολή. Απέτυχαν και το 2004, όταν επεχείρησαν να παραπλανήσουν, όπως επιχειρούν και τώρα, ότι το Σχέδιο Ανάν θα "έλυνε" δήθεν το Κυπριακό.
Πως έχουν φτάσει σ' αυτό το κατάντημα οι ηγεσίες των δύο αυτών κομμάτων; Εάν αναζητήσει κανείς να βρει μια λογική εξήγηση σ' αυτό τον κατήφορο, θα καταλήξει, δυστυχώς, στη διαπίστωση ότι η μόνη εξήγηση είναι η ιδεολογική και πολιτική αλλοτρίωση, η διαφθορά της εξουσίας και της κομματοκρατίας και η επιρροή πού ασκεί στις ηγεσίες των δύο κομμάτων συγκεκριμένος ξένος παράγων. Είναι εκπληκτικό, η Μ. Βρετανία, πού απεχώρησε, υποτίθεται, από την Κύπρο εδώ και εξήντα περίπου χρόνια, να θέλει να επανέλθει δυναμικά στην Ανατολική Μεσόγειο ως στρατηγικός παράγων, καταλύοντας την Κυπριακή Δημοκρατία, και να συμπράττουν σ΄' αυτό οι ηγεσίες του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ, προσποιούμενες ότι αποτρέπουν δήθεν μ' αυτό τη διχοτόμηση.
Τό παράδοξο μάλιστα καί εξοργιστικό είναι τό γεγονός οτι η Κύπρος δέν βρίσκεται σήμερα σέ τόσο αδύνατη θέση ώστε νά εκβιάζεται ν' ακολουθήσει μιά τέτοια πολιτική, εάν έχει νόημα ακόμη καί σέ μιά τέτοια περίπτωση ο εκβιασμός όταν διακυβεύεται η ίδια η ύπαρξη καί τό εθνικό μέλλον ενός τόπου. Η Κύπρος σήμερα δέν είναι σέ ανίσχυρη θέση, όπως περιήλθε, κάτω από τίς γνωστές συνθήκες, τό 1974. Έχει ισχυρούς συμμάχους.Κατά πρώτο λόγο, τό Ισραήλ, πού τό 1974 ήταν στρατηγικός σύμμαχος της Αγκυρας. Κατά δεύτερο λόγο, τήν Αίγυπτο του Στρατάρχη Αλ Σίσσι. Κατά τρίτο λόγο , τά Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, αλλά καί τή Σαουδική Αραβία, πού ήταν προηγουμένως στρατηγικός επίσης σύμμαχος της Αγκυρας. Κατά τέταρτο, αλλά καθόλου τέταρτο σέ σημασία λόγο, τή Γαλλία. πού πρωτοστατεί, μαζί μέ τήν Ελλάδα καί τήν Κύπρο, στήν αναχαίτιση του Τουρκικού ηγεμονισμού στήν Ανατολική Μεσόγειο. Οι χώρες αυτές συνιστούν ένα ισχυρό μέτωπο κατά του Τουρκικού επεκτατισμού καί ηγεμονισμού στήν Ανατολική Μεσόγειο.
Η Κυπριακή Δημοκρατία αναγνωρίζεται διεθνώς ως τό νόμιμο καί ενιαίο Κυπριακό κράτος καί συμμετέχει , μέ όλο τό νόμιμο του έδαφος, περιλαμβανομένης δηλαδή καί της κατεχόμενης Κύπρου ,στήν Ευρωπαϊκή Ενωση. Ακόμη καί σέ σχέση μέ τίς ΗΠΑ, πού πρωταγωνίστησαν στήν τραγωδία του 1974, μέ τόν διαβόητο Κίσσιγκερ, η κατάσταση έχει αλλάξει σημαντικά.Η συμμαχία του Ισραήλ μέ τήν Ελλάδα καί τήν Κύπρο επηρεάζει τήν Αμερικανική πολιτική στήν περιοχή, όπως καί η γνωστή εξέλιξη της Τουρκίας μέ τόν Ερντογάν καί τόν Ισλαμιστικό ηγεμονισμό της. Ποιός λέει, π.χ ., ότι τό Ισραήλ δέν θά ανησυχούσε, εάν ολόκληρη η Κύπρος περιερχόταν στόν γεωπολιτικό ελεγχο της Αγκυρας; Ποιός λέει επίσης οτι δέν θά ίσχυε τό ιδιο γιά τήν Αίγυπτο του Αλ Σίσσι και γιά μιά σειρά άλλων χωρών, όπως η Γαλλία καί τά Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα; Η Ελλάδα όμως καί η Κύπρος πρέπει νά αναρωτηθούν τί σκέφτονται οι χώρες αυτές όταν βλέπουν τήν Ελλάδα καί τήν Κύπρο νά διαπραγματεύονται τήν κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας καί μιά ενδεχόμενη "λύση" του Κυπριακού, πού θά υπήγαγε ολόκληρη τήν Κύπρο σέ Τουρκικό καί σέ Τουρκο - Βρετανικό γεωστρατηγικό έλεγχο.
Σε ότι αφορά το στρατιωτικό ισοζύγιο, πού είναι καθοριστικός παράγων πολίτικης και στρατηγικής, η σημερινή κατάσταση δεν ήταν μοιραία και αναπόφευκτη. Είναι το αποτέλεσμα μιας ηττοπαθούς, ενδοτικής και ξενόπνευστης πολίτικης. Φτάσαμε, π. χ., στο σημείο η Εθνοφρουρά, όχι μόνο να αμελεί ζωτικούς εξοπλισμούς, αλλά να κάνει γυμνάσια και με τις Βρετανικές ειδικές δυνάμεις. Πάλι καλά πού δεν έκανε και με τις δυνάμεις του Αττίλα. Τό γεγονός ότι κάνουμε γυμνάσια με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τη Γαλλία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και, φυσικά, την Ελλάδα, εντάσσεται σε μία στρατηγική, πού σημαίνει ότι θεωρούμε τις χώρες αυτές φίλους και συμμάχους. Οι Βρετανοί, στην περίπτωση της Κύπρου, είναι φίλοι και σύμμαχοι; Τυπικά ναι, ουσιαστικά όχι, γιατί είναι στρατηγικοί σύμμαχοι της Αγκύρας. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τό παρελθόν. Ισχύει, δυστυχώς, και για το παρόν.
Ακόμα όμως και με τα όσα δεν έγιναν στον τομέα της άμυνας, πού, ασφαλώς, μπορούσαν να γίνουν, το στρατιωτικό ισοζύγιο, εάν συνδυασθεί με τις στρατηγικές συμμαχίες και με τη συνδρομή της Ελλάδος, μπορεί να καλύψει την Κύπρο, υπό την προϋπόθεση ότι η ίδια είναι αποφασισμένη να επιδείξει σθένος και αποφασιστικότητα και να μη υπονομεύει τη θέση της με απαράδεκτες υποχωρήσεις. Γιατί, λοιπόν, ακολουθείται στο Κυπριακό μια παράλογη και ανεδαφική πολιτική, πού οδηγεί στην περιαγωγή ολόκληρης της Κύπρου στον Τουρκικό γεωπολιτικό έλεγχο;
Γιατί επιτρέπεται στον Βρετανικό παράγοντα, με το πρόσχημα της εγγυήτριας δυνάμεως, ιδιότητα, την οποία δεν σεβάσθηκε ποτέ από το 1974 μέχρι σήμερα, να πρωταγωνιστεί σε Πενταμερείς και να βυσσοδομεί για την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, συνεργαζόμενη στενά με την Άγκυρα;
Γιατί δεν επανατοποθετείται το Κυπριακό στη βάση αυτού, πού συνιστά την ουσία του, της Τουρκικής δηλαδή εισβολής και κατοχής και, αντιθέτως, η Ελληνική πλευρά προσέρχεται σε συζητήσεις και διαπραγματεύσεις για την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, την αναγνώριση και νομιμοποίηση των τετελεσμένων γεγονότων και την παραίτηση από θεμελιώδη ανθρώπινα και δημοκρατικά δικαιώματα;
Η Αθήνα παριστάνει τον θεατή, όταν άλλες δυνάμεις, Τουρκία και Μ. Βρετανία, απεργάζονται καταστροφικά σχέδια για τον Κυπριακό Ελληνισμό. Έχει αντιληφθεί η Αθήνα τι θα σήμαινε για την Ελλάδα και ολόκληρο τον Ελληνισμό μια ενδεχόμενη πτώση της Κύπρου; Έχει αντιληφθεί τι μηνύματα στέλνει, με τη στάση της, στις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, πού θέλει να καταστήσει σταθερούς στρατηγικούς της συμμάχους; Έχει αναλογισθεί ποιες θα ήταν οι συνέπειες στο στρατηγικό ισοζύγιο μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, εάν κατόρθωνε ο Ερντογάν, χάρις στην Ελληνική στρατηγική μυωπία, αδράνεια, ενδοτισμό και πολιτικό παραλογισμό, να εντάξει ολόκληρη την Κύπρο στην Τουρκική σφαίρα επιρροής; Η Ελλάδα έχει σήμερα μια καταπληκτική ευκαιρία να διεκδικήσει, με ισχυρούς συμμάχους, ένα νέο γεωπολιτικό ρόλο στην περιοχή. Τι δείχνει όμως η πολιτική πού ακολουθεί στο Κυπριακό; Επικίνδυνη εμμονή σε μια πολιτική κατευνασμού και υποχωρήσεων, που θυμίζει τις χειρότερες εκδοχές ενός παλιοημερολογίτικου Σημιτισμού.
Τό τραγικό καί επονείδιστο θά ήταν Τουρκία καί Μ. Βρετανία νά επιτύχουν τό στόχο τους νά καταλύσουν τήν Κυπριακή Δημοκρατία, μέ τήν εθνικά ανάξια σύμπραξη της Ελλάδος καί της Κύπρου, μέ ψεύτικη σημαία μιά δήθεν "λύση" του Κυπριακού.