Ο 18χρονος ΕΑΜίτης που επειδή δεν μαρτυρούσε, οι Γερμανοί τον πάτησαν με ένα τανκ – Η αθώωση του καταδότη του

Η Ελλάδα είναι ίσως η μοναδική χώρα στον κόσμο κατά την οποία μετά τη λήξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, οι συνεργάτες των Γερμανών, οι καταδότες και οι προδότες, όχι μόνο δεν δικάστηκαν για τα εγκλήματα τους αλλά πήραν τίτλους και τιμές από το μετέπειτα, εμφυλιακό φοβικό κράτος.


Όσοι δικάστηκαν και καταδικάστηκαν μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού ενώ οι περισσότεροι που προσκύνησαν τον κατακτητή κυκλοφορούσαν με το μέτωπο τους καθαρό με την ταμπέλα του «Εθνικόφρονα». Το κράτος ποτέ δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων απέναντι τους. Εχθροί για εκείνο το κράτος ήταν όσοι πολέμησαν τον κατακτητή επειδή ήταν κομμουνιστές και όχι εκείνοι που συνεργάστηκαν μαζί του.

Κρήτη 9 Αυγούστου 1944, Μεσοχωριό


Ο 18χρονος άνδρας με το μαύρο πουκάμισο και το ανοιχτό καφέ παντελόνι που είχε περάσει τα μπατζάκια του μέσα από τις ψηλές μαύρες μπότες, τα στιβάνια του, προχωρούσε με γρήγορα βήματα. Βρισκόταν μέσα στην κοίτη του άδειου από νερά το καλοκαίρι, ποταμού Αναποδάρη και με το αριστερό του χέρι βαστούσε τα γκέμια και καθοδηγούσε τον φορτωμένο γάιδαρο του. Προτίμησε να μην περάσει μέσα από το χωριό.



Μόλις είχε φέρει σε πέρας – παρά το νεαρό της ηλικίας του- μια επικίνδυνη αποστολή, κάτω από τη μύτη των Γερμανών. Είχε μεταφέρει ένα μήνυμα από το ΕΑΜ του Σοκαρά στα βουνά, στα Αστερούσια, στο χωριό Αχεντριάς, σε έναν σύντροφο του με το όνομα Παπαδάκης. Εκείνος του είχε δώσει δυο μεγάλα τσουβάλια με σφάκες (πικροδάφνες) τα οποία είχε φορτώσει στον γάιδαρο του και είχε πάρει το δρόμο του γυρισμού. Κάτω από τις σφάκες υπήρχαν κρυμμένο ένα γερμανικό πολυβόλο ΜΡ 40 και πολλές σφαίρες.

Ο μικρός που άκουγε στο όνομα Σταύρος, Σταύρος Ανδρεαδάκης περνούσε έξω από το Μεσοχωριό για να μην κινήσει υποψίες. Από μακριά έμοιαζε με αγρότη που με τον γάιδαρο του πήγαινε σε κάποια δουλειά. Σε μια στροφή του ποταμού είδε το μπλόκο.
Οι Γερμανοί είχαν συγκεντρώσει καμιά 20ριά αγρότες από το χωριό και με αγριοφωνάρες τους έλεγαν πως θα πρέπει να κάνουν κάποιες δουλειές στον αμαξωτό δρόμο.



Τότε τον είδε. Ο γνωστός «σουμπερτίτης» Νίκος Μαγιάσης στεκόταν δίπλα στους Γερμανούς στρατιώτες και κάτι συζητούσε με τον αξιωματικό. Το αίμα του Σταύρου πάγωσε. Γνώριζε πολύ καλά για τη δράση του Μαγιάση. Χωρίς να κόψει το ρυθμό του συνέχισε να προχωρά. Όσο πιο γρήγορα έφευγε τόσο το καλύτερο. Και τότε τον άκουσε. «Εεε εσύ με το γαϊδούρι στάσου ακίνητος» Ο Μαγιάσης τον είχε δει και εκείνος κάτι είπε στον αξιωματικό και τώρα τον πλησίαζαν. Τρεις στρατιώτες, ο αξιωματικός και ο Μαγιάσης.


«Τι έχεις στα τσουβάλια» ρώτησε ο Μαγιάσης. «Σφάκες. Πηγαίνω τες στον κύρη μου» είπε το παιδί. Ο Αξιωματικός άνοιξε το τσουβάλι έβαλε το χέρι του μέσα και σιγουρεύτηκε ότι υπήρχαν πικροδάφνες. Καθώς ετοιμαζόταν να κάνει νόημα να τον αφήσουν να περάσει ο Μαγιάσης κάτι του είπε στα Γερμανικά και ένας στρατιώτης έβγαλε το μαχαίρι του και έσκισε το τσουβάλι. Σαν εντόσθια από σφαχτάρι, οι σφαίρες και το όπλο κύλησαν και έπεσαν στο χώμα. Μαζί έπεσαν και κάποιες προκηρύξεις που έγραφαν «Κρητικέ λαέ δεν ντρέπεσαι να μη διώχνεις μερικές χιλιάδες κατακτητές;»
Οι Γερμανοί συνέλαβαν αμέσως το 18χρονο παιδί.
 
Τα βασανιστήρια

Και εδώ αρχίζει το μαρτύριο του μικρού ΕΑΜίτη από τον Σοκαρά. Τον πήγαν στον Πύργο στο Φρουραρχείο, μετά τον πήγαν στον Χάρακα, πάλι πίσω στο Φρουραρχείο, κι από κει στις Μοίρες. Σε όλη τη διαδρομή τον ξυλοφόρτωσαν άγρια. Το πρόσωπο του δύσκολα μπορούσε να το αναγνωρίσει ο πατέρας του. Τελικά τον πήγαν στα ψηλώματα έξω από τις Μοίρες σε ένα πέτρινο άδειο σπίτι στον οικισμό Βρελή.



Οι ερωτήσεις έπεφταν βροχή. «Ποιος σου έδωσε το όπλο»; Και όσο ο μικρός δεν απαντούσε τόσο το ξύλο έπεφτε ολοένα και πιο άγρια. «Τι σχέση έχεις με το ΕΑΜ», «Είσαι κομμουνιστής;», «Ποιοι είναι οι σύντροφοι σου». Ο μικρός όμως είχε κλειστό ερμητικά το στόμα του και δεν έλεγε τίποτε.

Και τότε εμφανίσθηκε πάλι ο Μαγιάσης. Όταν είδε και εκείνος ότι δεν παίρνει απάντηση, έβαλε τους Γερμανούς να ακινητοποιήσουν το παιδί, του κράτησαν το στόμα ανοιχτό και με μια τανάλια του ξερίζωσε ένα ένα τα δόντια. Από τον οικισμό οι κάτοικοι άκουγαν τις βρισιές και τις φωνές των Γερμανών, άκουγαν τα ουρλιαχτά και τα βογγητά του παιδιού.


Οι ώρες περνούσαν βασανιστικά. Ο 18χρονος Σταύρος δεν μαρτυρούσε. Και τότε ο Μαγιάσης είπε να του κόψουν τα δάχτυλα. Ο ΕΑΜιτης πότε λιποθυμούσε και πότε συνερχόταν. Και αφού ούτε και αυτό το βασανιστήριο έπιασε ο Μαγιάσης διέταξε με μπαλτά να του κόψουν τα πόδια, εκεί που τελείωναν τα μαύρα στιβάνια.
Ακρωτηριασμένο και αιμορραγούντα στη συνέχεια τον ανέβασαν στο σταυρό. Κι όταν οι Γερμανοί κι οι εδώ συνεργάτες τους είδαν κι απόειδαν, κι όταν κατάλαβαν πως αυτό το σκληροτράχηλο κοπέλι δεν πρόκειται να μιλήσει έπρεπε να το σκοτώσουν. Όχι με μια σφαίρα στον αυχένα για να τελειώσει το βασανιστήριο. Όχι. Έπρεπε να πονέσει.


 
Τον έσυραν και τον έβαλαν κάτω από τις ερπύστριες ενός άρματος μάχης. Έβαλαν μπροστά τη μηχανή του τανκ. Ο Σταύρος έμεινε αμίλητος. Κράτησε το στόμα του κλειστό ακόμη κι όταν άρχισε να κινείται το θηριώδες όχημα, ακόμη κι όταν άρχισε να πολτοποιείται το κορμί του. Κι ύστερα τον άφησαν εκεί. Ανακατωμένες οι σάρκες με το χώμα. Τον παράτησαν άθαφτο σ’ ένα χωράφι. Ήταν 12 Αυγούστου.
 
Ο άταφος νεκρός

Κανείς από τους χωριανούς δεν τολμούσε να πάει στο χωράφι να μαζέψει ότι είχε απομείνει από τον 18χρονο. Και το βράδυ τα σκυλιά πήγαιναν και έτρωγαν τις σάρκες. Μέχρι που ένας θείος του – Ανδρεαδάκης και αυτός- πήγε και μάζεψε όσα κομμάτια μπορούσε και τα έθαψε στην εκκλησία του Αγίου Αντωνίου. Βρήκε και μάζεψε και τα μαύρα στιβάνια τα οποία δεν ήταν άδεια. Είχαν ακόμη τις σάρκες του παιδιού μέσα και πάνω τους.
 
Επίλογος


Φυσικά κανείς δεν δικάστηκε μετά την απελευθέρωση για το έγκλημα αυτό. Ο κατηγορούμενος συνεργάτης των Γερμανών Νίκος Μαγιάσης απαλλάχθηκε. Το δικαστήριο των δωσίλογων που συνεδρίασε, στις 14 Μαρτίου 1946, ήξερε απλά ότι είχαν σκοτώσει ένα παιδί κοντά στο Βρέλη. Το δικαστήριο απάλλαξε τον Μαγιάση με το εξής πρόσχημα.

Όχι επειδή δεν συμμετείχε στο αποτροπιαστικό έγκλημα, αλλά επειδή δεν ήταν γνωστό το όνομα του θύματος:
«Το δικαστήριον κηρύσσει τον κατηγορούμενο Ν. Μαγιάση αθώο λόγω αμφιβολιών της κατηγορίας ότι εξετέλεσε, μετά Γερμανού στρατιώτου, κατ΄ Αύγουστον 1944, μεταξύ Μοιρών και Αγίου Αντωνίου, ένα παιδί ηλικίας 18-19 ετών αγνώστου ονοματεπωνύμου, με την κατηγορία ότι απέκρυπτε όπλα…» γράφτηκε στα πρακτικά.


Ο Μαγιάσης μπορεί για το συγκεκριμένο έγκλημα να αθωώθηκε αλλά βρήκε τη Νέμεση του. Τον είχαν κατηγορήσει για τουλάχιστον 300 εκτελέσεις και βασανισμούς Κρητικών. Πέρασε πολλά δικαστήρια και σε όλα κηρυσσόταν «αθώος» Το δικαστήριο στο Ηράκλειο έμελλε να είναι το στερνό του.

Ο Μαγιάσης ήταν υπεύθυνος και για τον ατιμωτικό θάνατο ενός βοσκού, του Μιχάλη Βρέντζου από τα Ανώγεια της Κρήτης. Ο αδερφός του βοσκού, Γιώργης Βρέντζος γνωστός και ως «Τηγανίτης» είχε αποφασίσει να εκτελέσει ο ίδιος τον προδότη. Την ώρα της δίκης τρύπωσε στο ακροατήριο, έφτασε μπροστά στον κατηγορούμενο και λίγο πριν ακουστεί και άλλο ένα «αθώος» έβγαλε ένα κρητικό μαχαίρι και έσφαξε μπροστά στα μάτια των δικαστών τον συνεργάτη των Γερμανών. Η πράξη του αυτή μνημονεύεται ακόμα και σήμερα στα Ανώγεια.

*Με πληροφορίες από Γεωργiο Χαρ. Καρτσωνάκη, Δικηγόρο Ηρακλείου και Νίκο Ψιλάκη
Νεότερη Παλαιότερη
--------------
Ακούστε το τελευταίο ηχητικό από τη ΜΕΣΗ ΓΡΑΜΜΗ


Η Freepen.gr ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα / αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους και δε σημαίνει πως τα υιοθετεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω e-mail