Mε χαμόγελα, αγκαλιές και άλλες χαρούλες από ελληνικής πλευράς ολοκληρώθηκε η επίσκεψη (30-31 Μαΐου) του τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου στη χώρα μας.
Από: ellinikiantistasi.gr
Του Νικηφόρου Βαρονέτου
Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης την προηγουμένη της επίσκεψης είχε δηλώσει: «Η Ελλάδα αναζητάει βελτιωμένους δεσμούς με την Τουρκία»! Ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας, στην κοινή συνέντευξη τύπου δήλωσε: «Σκοπός της σημερινής μας συνάντησης ήταν να επιχειρήσουμε μια διαδικασία πρώτης συνεννόησης και αν αυτό καταστεί δυνατόν σταδιακής ομαλοποίησης της κατάστασης σε βάθος χρόνου»!
Τόση αφέλεια, τόση πολιτική μυωπία, τόση άγνοια των γεωστρατηγικών επιδιώξεων της απέναντι πλευράς, δεν είναι ένα ακόμη λάθος, είναι εθνικός κίνδυνος.
Η Τουρκία χρησιμοποιεί τις διερευνητικές επαφές, τον ελληνοτουρκικό διάλογο, την επικείμενη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν (στις 14 Ιουνίου στα πλαίσια του ΝΑΤΟ) και τις πενταμερείς διασκέψεις για το Κυπριακό προκειμένου να εμφανίσει στην ΕΕ και στις ΗΠΑ ότι τα προβλήματα στης περιοχής μπορούν να λυθούν με διμερείς διαπραγματεύσεις στις οποίες ήδη συμμετέχουν πρόθυμα Αθήνα και Λευκωσία. Δεν απαιτούνται ούτε πιέσεις, ούτε κυρώσεις από τρίτους. Αντίθετα η καλή διάθεση που επιδεικνύει η Τουρκία πρέπει να επιβραβευτεί με μια «θετική ατζέντα» κυρίως από την ΕΕ.
«Θετική ατζέντα» σημαίνει κυρίως αναβάθμιση της Τελωνειακής Συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, που θα αποδώσει μεγάλα οικονομικά οφέλη στην τελευταία και συνέχιση των χρηματοδοτήσεων για τους μετανάστες που βρίσκονται σε τουρκικό έδαφος, προκειμένου αυτοί να μην προωθηθούν προς ευρωπαϊκές χώρες. Αυτά τα δύο εξυπηρετούν τα συμφέροντα κυρίως της Γερμανίας.
Ο ελληνοτουρκικός διάλογος όχι μόνο απενοχοποιεί την Τουρκία στη διεθνή κοινότητα – την εμφανίζει ως μετριοπαθή και διαλλακτική και όχι ως αναθεωρητική δύναμη – αλλά την ενισχύει γεωστρατηγικά – γεωοικονομικά καθιστώντας την ισχυρότερο αντίπαλο. Αυτό γίνεται με ελληνική συγκατάθεση που προσδοκά απλά μια προσωρινή ανάπαυλα της αντιπαράθεσης.
Στην πράξη η νεοοθωμανική Τουρκία διατηρεί όλες τις αξιώσεις έναντι του Ελληνισμού συνολικά και συνεχώς δημιουργεί νέα τετελεσμένα που θεωρεί αδιαπραγμάτευτα. Όπως:
Απ’ όλα τα ανωτέρω είναι φανερό ότι η τουρκική απειλή είναι απέραντη, δηλαδή, δεν περιορίζεται σ’ ένα σημείο αλλά αμφισβητεί συνολικά την ανεξαρτησία και την κυριαρχία των δύο κρατικών οντοτήτων του έθνους (Ελλάδας και Κύπρου). Ουσιαστικά η Τουρκία ζητάει από τον Ελληνισμό, μέσω πιέσεων και διαπραγματεύσεων, να παύσει να υφίσταται ως γεωπολιτικό μέγεθος.
Ο Μ. Τσαβούσογλου δεν άφησε καμιά αμφιβολία, κατά την κοινή συνέντευξή του με τον Ν. Δένδια, λέγοντας: «Η Τουρκία θέλει να μπορέσει να συνεχίσει τις σχέσεις της με την Ελλάδα, χωρίς προϋποθέσεις, χωρίς όρους». Όλες, δηλαδή, οι τουρκικές διεκδικήσεις στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. Αλήθεια, γιατί η κυβέρνηση εξέφρασε την ικανοποίησή της μετά την επίσκεψη του Τσαβούσογλου στην Αθήνα;
Το θέμα βέβαια δεν είναι το τί επιδιώκει η νεοοθωμανική Τουρκία, αλλά γιατί η ελληνική κυβέρνηση τής δίνει «πιστοποιητικό καλής διαγωγής»; Γιατί διευκολύνει τον Ταγίπ Ερντογάν στην προσεχή συνάντησή του με τον Τζο Μπάϊντεν; Γιατί διευκολύνει τη Γερμανία και κάποιες άλλες ευρωπαϊκές χώρες στη μη επιβολή κυρώσεων, έστω και ανώδυνων, στην Άγκυρα κατά την προσεχή Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ;
Υπάρχει βεβαίως και μια εσωτερική «Πέμπτη Φάλαγγα» από πολιτικούς, πανεπιστημιακούς και δημοσιογραφούντες που υποστηρίζει ότι συζητάμε με τους Τούρκους για να μην χρειαστεί να κάνουμε πόλεμο. Μόνο που ο πόλεμος διεξάγεται ήδη, σε υβριδική μορφή, από τη Θράκη και το μεταναστευτικό, μέχρι την Κύπρο και δε θα είμαστε εμείς που θα αποφασίσουμε πότε θα γίνει ένοπλη σύγκρουση, αλλά η Τουρκία. Αυτή την κρίσιμη στιγμή η Ελλάδα πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο ισχυρή και η Τουρκία όσο πιο αδύναμη μπορεί να καταστεί. Τότε μπορεί και να αποφευχθεί τελικά ο πόλεμος, λόγω μη ευνοϊκού για τους αντιπάλους μας συσχετισμού ισχύος.
Υ.Γ. Έχουν περάσει εννέα μήνες από τότε που εξαγγέλθηκε η αγορά τεσσάρων φρεγατών, η απόκτηση πλοίων ενδιάμεσης λύσης και η αναβάθμιση τεσσάρων παλαιότερων φρεγατών. Ακόμα η κυβέρνηση δεν έχει αποφασίσει ποια πλοία θα αγοράσει τα οποία, όταν αγοραστούν, θα παραδοθούν μετά πέντε χρόνια. Οι Τούρκοι θα μας περιμένουν;
* Τζελάλ Μπαγιάρ: Τούρκος πολιτικός, εντάχθηκε στο κίνημα «Ένωση και Πρόοδος» το 1907, πολέμησε κατά των Ελλήνων με αντάρτικα σώματα στην περιοχή της Σμύρνης, διετέλεσε στη συνέχεια βουλευτής, υπουργός, πρωθυπουργός και πρόεδρος της Δημοκρατίας από το 1950 μέχρι το 1960. Το 1961 καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά αφέθηκε ελεύθερος το 1966 (Γενική αμνηστία). Η ίδρυση του σχολείου «Τζελάλ Μπαγιάρ» στην Κομοτηνή προτάθηκε και υλοποιήθηκε από την τότε βασίλισσα Φρειδερίκη κατά την επίσκεψη του βασιλικού ζεύγους στην Άγκυρα (Ιούνιος 1952). Από χρόνια το όνομα του σχολείου επισήμως έχει αλλάξει.
Του Νικηφόρου Βαρονέτου
Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης την προηγουμένη της επίσκεψης είχε δηλώσει: «Η Ελλάδα αναζητάει βελτιωμένους δεσμούς με την Τουρκία»! Ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας, στην κοινή συνέντευξη τύπου δήλωσε: «Σκοπός της σημερινής μας συνάντησης ήταν να επιχειρήσουμε μια διαδικασία πρώτης συνεννόησης και αν αυτό καταστεί δυνατόν σταδιακής ομαλοποίησης της κατάστασης σε βάθος χρόνου»!
Τόση αφέλεια, τόση πολιτική μυωπία, τόση άγνοια των γεωστρατηγικών επιδιώξεων της απέναντι πλευράς, δεν είναι ένα ακόμη λάθος, είναι εθνικός κίνδυνος.
Η Τουρκία χρησιμοποιεί τις διερευνητικές επαφές, τον ελληνοτουρκικό διάλογο, την επικείμενη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν (στις 14 Ιουνίου στα πλαίσια του ΝΑΤΟ) και τις πενταμερείς διασκέψεις για το Κυπριακό προκειμένου να εμφανίσει στην ΕΕ και στις ΗΠΑ ότι τα προβλήματα στης περιοχής μπορούν να λυθούν με διμερείς διαπραγματεύσεις στις οποίες ήδη συμμετέχουν πρόθυμα Αθήνα και Λευκωσία. Δεν απαιτούνται ούτε πιέσεις, ούτε κυρώσεις από τρίτους. Αντίθετα η καλή διάθεση που επιδεικνύει η Τουρκία πρέπει να επιβραβευτεί με μια «θετική ατζέντα» κυρίως από την ΕΕ.
«Θετική ατζέντα» σημαίνει κυρίως αναβάθμιση της Τελωνειακής Συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, που θα αποδώσει μεγάλα οικονομικά οφέλη στην τελευταία και συνέχιση των χρηματοδοτήσεων για τους μετανάστες που βρίσκονται σε τουρκικό έδαφος, προκειμένου αυτοί να μην προωθηθούν προς ευρωπαϊκές χώρες. Αυτά τα δύο εξυπηρετούν τα συμφέροντα κυρίως της Γερμανίας.
Ο ελληνοτουρκικός διάλογος όχι μόνο απενοχοποιεί την Τουρκία στη διεθνή κοινότητα – την εμφανίζει ως μετριοπαθή και διαλλακτική και όχι ως αναθεωρητική δύναμη – αλλά την ενισχύει γεωστρατηγικά – γεωοικονομικά καθιστώντας την ισχυρότερο αντίπαλο. Αυτό γίνεται με ελληνική συγκατάθεση που προσδοκά απλά μια προσωρινή ανάπαυλα της αντιπαράθεσης.
Στην πράξη η νεοοθωμανική Τουρκία διατηρεί όλες τις αξιώσεις έναντι του Ελληνισμού συνολικά και συνεχώς δημιουργεί νέα τετελεσμένα που θεωρεί αδιαπραγμάτευτα. Όπως:
- Τη μουσουλμανική μειονότητα της Δ. Θράκης (κατά τη Συνθήκη της Λωζάννης) τη θεωρεί τουρκική. Το τουρκικό προξενείο της Κομοτηνής λειτουργεί ως «ανεξάρτητη τοπική εξουσία». Τα τουρκικά διδάσκονται στα σχολεία προκειμένου τα παιδιά της μειονότητας να αποκτήσουν τουρκική συνείδηση. Ο Μ. Τσαβούσογλου επισκέφτηκε το Μειονοτικό Γυμνάσιο-Λύκειο Κομοτηνής, που πολλά ελληνικά μέσα ενημέρωσης λανθασμένα αποκάλεσαν «Γυμνάσιο-Λύκειο Τζελάλ Μπαγιάρ»*.
- Το casus belli της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, σε περίπτωση επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων από τα 6 στα 12 ν.μ., παραμένει από το 1995. Η απειλή αποτρέπει τη χώρα μας να ασκήσει τα κυριαρχικά δικαιώματά της σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και να εκμεταλλευτεί τους θαλάσσιους πόρους.
- Παραβιάζει καθημερινά τον ελληνικό εναέριο χώρο των 10 ν.μ. που δεν αναγνωρίζει και πραγματοποιεί υπερπτήσεις πάνω από ελληνικά νησιά που την κυριότητα, πολλών από αυτά, θεωρεί αμφισβητούμενη.
- Δεν αναγνωρίζει ότι τα ελληνικά νησιά έχουν κυριαρχικά δικαιώματα σε ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδα. Επιδιώκει το Αιγαίο να διαμοιραστεί στη μέση μεταξύ των ηπειρωτικών ακτών. Με βάση αυτή τη θέση υπέγραψε το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο, με το οποίο ισχυρίζεται ότι έχει κυριαρχικά δικαιώματα στη θάλασσα πέραν των 6 ν.μ. νότια της Ρόδου, Καρπάθου, Κάσου και Κρήτης. Με την ίδια αυθαίρετη θέση διεκδικεί την περιοχή της Α. Μεσογείου νοτιανατολικά της Ρόδου και γύρω από το Σύμπλεγμα της Μεγίστης. Στην περιοχή αυτή έχει πραγματοποιήσει έρευνες το καλοκαίρι του 2020 (Όρουτς Ρέϊς).
- Απαιτεί την αποστρατικοποίηση των νησιών του Α. Αιγαίου για να είναι ιδιαίτερα ευάλωτα και η Ελλάδα να συνυπολογίζει αυτήν την αδυναμία υπεράσπισής τους σε περίπτωση κρίσης.
- Δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία που την θεωρεί «εκλιπούσα». Αντίθετα αναγνωρίζει, μόνη αυτή, την αυτοαποκαλούμενη «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» και ζητάει την αναγνώρισή της και από ελληνικής πλευράς προκειμένου να υπάρξει λύση του Κυπριακού βασισμένη στην «κυρίαρχη ισότητα» των δύο κοινοτήτων.
- Έχει παραβιάσει κατ’ επανάληψη την νόμιμα οριοθετημένη κυπριακή ΑΟΖ με ερευνητικά σκάφη και πλωτά γεωτρύπανα.
- Διατηρεί παράνομα στην Κύπρο μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις και αναβαθμίζει την εκεί παρουσία της με δημιουργία βάσης για drones στο αεροδρόμιο του Λευκόνοικου, ενώ κατασκευάζει ναυτική βάση στο Τρίκωμο.
- Συνεχίζει σταθερά τη μεταφορά εποίκων από την Ανατολία στη κατεχόμενη ζώνη της Βόρειας Κύπρου.
Απ’ όλα τα ανωτέρω είναι φανερό ότι η τουρκική απειλή είναι απέραντη, δηλαδή, δεν περιορίζεται σ’ ένα σημείο αλλά αμφισβητεί συνολικά την ανεξαρτησία και την κυριαρχία των δύο κρατικών οντοτήτων του έθνους (Ελλάδας και Κύπρου). Ουσιαστικά η Τουρκία ζητάει από τον Ελληνισμό, μέσω πιέσεων και διαπραγματεύσεων, να παύσει να υφίσταται ως γεωπολιτικό μέγεθος.
Ο Μ. Τσαβούσογλου δεν άφησε καμιά αμφιβολία, κατά την κοινή συνέντευξή του με τον Ν. Δένδια, λέγοντας: «Η Τουρκία θέλει να μπορέσει να συνεχίσει τις σχέσεις της με την Ελλάδα, χωρίς προϋποθέσεις, χωρίς όρους». Όλες, δηλαδή, οι τουρκικές διεκδικήσεις στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. Αλήθεια, γιατί η κυβέρνηση εξέφρασε την ικανοποίησή της μετά την επίσκεψη του Τσαβούσογλου στην Αθήνα;
Το θέμα βέβαια δεν είναι το τί επιδιώκει η νεοοθωμανική Τουρκία, αλλά γιατί η ελληνική κυβέρνηση τής δίνει «πιστοποιητικό καλής διαγωγής»; Γιατί διευκολύνει τον Ταγίπ Ερντογάν στην προσεχή συνάντησή του με τον Τζο Μπάϊντεν; Γιατί διευκολύνει τη Γερμανία και κάποιες άλλες ευρωπαϊκές χώρες στη μη επιβολή κυρώσεων, έστω και ανώδυνων, στην Άγκυρα κατά την προσεχή Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ;
Υπάρχει βεβαίως και μια εσωτερική «Πέμπτη Φάλαγγα» από πολιτικούς, πανεπιστημιακούς και δημοσιογραφούντες που υποστηρίζει ότι συζητάμε με τους Τούρκους για να μην χρειαστεί να κάνουμε πόλεμο. Μόνο που ο πόλεμος διεξάγεται ήδη, σε υβριδική μορφή, από τη Θράκη και το μεταναστευτικό, μέχρι την Κύπρο και δε θα είμαστε εμείς που θα αποφασίσουμε πότε θα γίνει ένοπλη σύγκρουση, αλλά η Τουρκία. Αυτή την κρίσιμη στιγμή η Ελλάδα πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο ισχυρή και η Τουρκία όσο πιο αδύναμη μπορεί να καταστεί. Τότε μπορεί και να αποφευχθεί τελικά ο πόλεμος, λόγω μη ευνοϊκού για τους αντιπάλους μας συσχετισμού ισχύος.
Υ.Γ. Έχουν περάσει εννέα μήνες από τότε που εξαγγέλθηκε η αγορά τεσσάρων φρεγατών, η απόκτηση πλοίων ενδιάμεσης λύσης και η αναβάθμιση τεσσάρων παλαιότερων φρεγατών. Ακόμα η κυβέρνηση δεν έχει αποφασίσει ποια πλοία θα αγοράσει τα οποία, όταν αγοραστούν, θα παραδοθούν μετά πέντε χρόνια. Οι Τούρκοι θα μας περιμένουν;
* Τζελάλ Μπαγιάρ: Τούρκος πολιτικός, εντάχθηκε στο κίνημα «Ένωση και Πρόοδος» το 1907, πολέμησε κατά των Ελλήνων με αντάρτικα σώματα στην περιοχή της Σμύρνης, διετέλεσε στη συνέχεια βουλευτής, υπουργός, πρωθυπουργός και πρόεδρος της Δημοκρατίας από το 1950 μέχρι το 1960. Το 1961 καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά αφέθηκε ελεύθερος το 1966 (Γενική αμνηστία). Η ίδρυση του σχολείου «Τζελάλ Μπαγιάρ» στην Κομοτηνή προτάθηκε και υλοποιήθηκε από την τότε βασίλισσα Φρειδερίκη κατά την επίσκεψη του βασιλικού ζεύγους στην Άγκυρα (Ιούνιος 1952). Από χρόνια το όνομα του σχολείου επισήμως έχει αλλάξει.
Πηγή : www.ellinikiantistasi.gr