Free-Photos / pixabay |
Στο επικοινωνιακό επίπεδο, τα Αμερικανικά επιτελεία προπαρασκευάζοντας την Ευρωπαϊκή περιοδεία Μπάιντεν, επεδίωξαν να «πουλήσουν» αυτοπεποίθηση, δυναμισμό και αποφασιστικότητα, σε μια προσπάθεια να καταδείξουν πως η ολική επαναφορά και το αδιαφιλονίκητο του ηγετικού ρόλου των ΗΠΑ, θα πρέπει να θεωρούνται εν πολλοίς δεδομένα. Ωστόσο…
Η εκβιαστική ατσαλιά με την οποία επιχειρήθηκε να κλειδώσει η ευρωατλαντική προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων και η προσφυγή στην διαμεσολάβηση για την διευθέτηση της πρόσφατης σύγκρουσης μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων, αυτό που αποκαλύπτουν είναι αδυναμία στην διαχείριση και καταφανή στρατηγική ασάφεια στους Αμερικανικούς βηματισμούς. Εάν στα παραπάνω συνυπολογίσει κανείς και τις μετέωρες έως φοβικές παλινωδίες του κ. Μπάιντεν, οι οποίες οδήγησαν τελικά στην ΜΗ επιβολή κυρώσεων εναντίον της βασικής εταιρείας που συμμετέχει στην κατασκευή του αγωγού Nord Stream 2 μεταξύ της Γερμανίας και της Ρωσίας, φαίνεται ότι τα ζητήματα που σχετίζονται με την παραδοσιακή Δυτική συνοχή είναι πάρα πολύ σοβαρά και...
οι προβληματικές δυναμικές που διαμορφώνονται στο παρασκήνιο, δεν είναι διόλου εύκολο να αγνοηθούν από την πάλαι ποτέ Υπερδύναμη.- Το πρώτο ζήτημα με το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπη η Αμερικανική Εξωτερική πολιτική στην προσπάθειά της να αναβιώσει τον ηγεμονικό της ρόλο στο περιβάλλον των παραδοσιακών συμμαχικών δομών, είναι οι δραστικές μεταβολές που έχουν συντελεστεί στην φυσιογνωμία των «συμμάχων».
Ήδη, η πρώτη αποτίμηση της συνάντησης Μπάιντεν – Τζόνσον, θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως μια πραγματικά πικρή πρόγευση από την νέα πραγματικότητα που δεν είναι και ιδιαίτερα ευοίωνη για τα σχέδια των ΗΠΑ. Οι δεκάρικοι για την Δημοκρατία και οι αμοιβαίες δεσμεύσεις για την τόνωση του Τουρισμού, είναι ένας προσχηματικός φερετζές πίσω από τον οποίον όμως δεν κρύβεται το γεγονός πως η Βρετανία ασφυκτιά από τους συμβιβασμούς του BREXIT και πως στην μετά BREXIT εποχή, η διασφάλιση της παλιάς Βρετανικής αίγλης τοποθετείται και πάλι στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης.
Επομένως, πέρα από τις επιδιώξεις και τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ, υπάρχουν οι ιδιαίτερες στρατηγικές και οικονομικές στοχεύσεις των ισχυρών δυνάμεων της Ευρώπης (Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία) και φυσικά της Τουρκίας, οι οποίες στοχεύσεις καθίστανται διακριτές στο πλαίσιο των εσωτερικών ανταγωνισμών και αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων και διαμορφώνουν σταδιακά ένα νέο πολυκεντρικό γεωπολιτικό status στο περιβάλλον των παραδοσιακών συμμαχιών, που δεν επιτρέπει ευρύτερες τακτικές στοιχίσεις και κυρίως καθιστά απαγορευτική την αποδοχή ηγεμονικών σχημάτων και συμπεριφορών που κυριάρχησαν κατά το παρελθόν.
- Το δεύτερο κρίσιμο ζήτημα που αντιμετωπίζει η Αμερικανική Εξωτερική πολιτική, είναι η δυσκολία της να οριοθετήσει επιδιωκόμενο στόχο ικανό να εμπνεύσει και να διευκολύνει μια ευρύτερη συμμαχική συστράτευση με ξεκάθαρα στρατηγικά χαρακτηριστικά στο πλαίσιο μιας συλλογικής συμμαχικής επιδίωξης.
Τα ιδεολογικοπολιτικά προσδιοριστικά στοιχεία του αυτοαποκαλούμενου «Δυτικού συνασπισμού» παραμένουν θολά και εκφυλίζονται πλήρως σε ένα περιβάλλον αλληλοσυγκρουόμενων επιδιώξεων και συμφερόντων. Η αυθαίρετη πολιτογράφηση της Ρωσίας ως «αντίπαλο δέος» έστω και με μειωμένες (κατά την γνώμη των ΗΠΑ) τις αυτοτελείς γεωστρατηγικές δυνατότητες, έχει πάψει να αποτελεί ικανή και αναγκαία συνθήκη, τουλάχιστον με τους όρους που την γνωρίσαμε κατά την διάρκεια της ψυχροπολεμικής περιόδου. Ομοίως και η δαιμονοποίηση της Κίνας, που είναι φανερό πως αποτελεί κορυφαία και πολλαπλά ανταγωνιστική απειλή για τις ΗΠΑ, δεν αντιμετωπίζεται αντίστοιχα ως απειλή από το σύνολο των παραδοσιακών τους συμμάχων, οι περισσότεροι από τους οποίους, είτε έχουν δημιουργήσει ένα ευρύ πλαίσιο σημαντικών και δομημένων συμφερόντων (τόσο με την Ρωσία όσο και με την Κίνα) που δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητα, είτε συνειδητοποιούν ότι η στοχοποίηση τόσο της Ρωσίας όσο και της Κίνας από τις ΗΠΑ, συντελείται στο πλαίσιο του μεταξύ τους ανταγωνισμού για το εύρος της κυριαρχίας στο περιβάλλον του νεοαναδυόμενου πολυπολικού κόσμου και δεν έχει τα παραδοσιακά «σκληρά» στρατηγικά χαρακτηριστικά της ψυχροπολεμικής εποχής. Για πολλούς δε από αυτούς τους συμμάχους, η ιδιαίτερη στρατηγική τους και άλλη κερδοφορία, δεν ταυτίζεται κατ΄ ανάγκη με την ενισχυμένη παρουσία των ΗΠΑ σε αυτό το γεωπολιτικό μπρα ντε φερ.
Στο περιβάλλον αυτής της σύγκρουσης, οι πάντες διεκδικούν αυξημένο ρόλο και λόγο στην νέα στρατηγική ισορροπία που τελεί υπό διαμόρφωση. Επομένως είναι φανερή η δυσκολία της Αμερικής να εξασφαλίσει σταθερούς και συνεπείς στρατηγικούς συνοδοιπόρους που να είναι πρόθυμοι να αβαντάρουν τις ιδιαίτερες στρατηγικές επιδιώξεις της και το συνολικό της αφήγημα. Πολύ δε περισσότερο που στην συγκεκριμένη ιστορική εποχή, είναι κυρίως η Κίνα αυτή που μπορεί να μοιράσει αριστοτεχνικά τα νέα κομμάτια της πίτας της Γεωοικονομίας.
Είναι λοιπόν φανερό πως έναν σημαντικό και άκρως ενδιαφέροντα συνεργάτη, ΔΕΝ τον εχθρεύεσαι απλά και μόνο για να κάνεις το χατήρι της Αμερικής. Μόνο κάποιοι βαθύτατα εξαρτημένοι και προκλητικά υποτελείς φτωχοδιάβολοι όπως οι Ελλάδα, μπορούν να συστρατευτούν εύκολα σε αυτήν την παρανοϊκή λογική, αλλά αυτός ο αχταρμάς των τριτοκλασάτων γεωπολιτικών ανθυποκομπάρσων, δεν συνιστά σοβαρή στρατηγική παρακαταθήκη για κανέναν, ούτε βεβαίως για τις ΗΠΑ.
- Το τρίτο ζήτημα με το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπη η αμερικανική Εξωτερική πολιτική, έχει να κάνει με τα αμφιλεγόμενα στρατηγικά υποκατάστατα στα οποία καταφεύγει και με τα οποία επιδιώκει να διαμορφώσει πεδίο ενιαίας πολιτικής δράσης και γεωπολιτικής αντεπίθεσης, σε ένα περιβάλλον σύνθετων προκλήσεων.
Η ρητορική του Δικαιωματισμού και η φλυαρία περί Δημοκρατίας αναγορεύονται σε αγαπημένο πεδίο της νέας Αμερικανικής ηγεσίας, γύρω από το οποίο επιχειρεί να οικοδομήσει την πλανητική της στρατηγική. Το καρότο βεβαίως είναι η επιδίωξή της να τοποθετήσει απέναντι στους Δυτικούς της συμμάχους, την Ρωσική και την Κινεζική πολιτική ηγεσία, με πρόσχημα την «αντιδημοκρατική τους πολιτική διακυβέρνηση».
Οι αποσυνθετικές τάσεις όμως τις οποίες τροφοδοτεί και ενδυναμώνει αυτός ο καιροσκοπικός τακτικισμός, θα αποδομήσουν μεσο-βραχυπρόθεσμα, ολόκληρο το αφήγημα στο επίπλαστο συμμαχικό μέτωπο που επιδιώκει να ανασυντάξει.
Ο Ευρωπαϊκός γεωπολιτικός χώρος ο οποίος χρησιμοποιείται ως όχημα για την επιδιωκόμενη ολική επαναφορά των Αμερικανών στην πλανητική ηγεμονία, έχει διαφοροποιηθεί φυσιογνωμικά και αυτή η διαδικασία είναι ανεπίστρεπτη.
Εθνικές στρατηγικές, περιφερειακές γεωπολιτικές φιλοδοξίες, ύπαρξη κινήτρων που καθιστούν ελκυστικές τις πολιτικές της γεωοικονομικής χειραφέτησης, η πολλαπλή επιβάρυνση που υφίστανται οι Ευρωπαϊκές κοινωνίες εξ αιτίας της παράνομης μετανάστευσης, οι ανατροπές κατεστημένων συμφερόντων που πυροδότησε η «Αραβική Άνοιξη», η πραγματική απειλή που συνιστά η αναβίωση του Οθωμανισμού, ο επιτυχημένος οικονομικός εισοδισμός της Κίνας, η συγκρατημένη αλλά σε κάθε περίπτωση σαφής και με επιπτώσεις Ρωσική εξωστρέφεια και φυσικά η ενδυνάμωση της ακροδεξιάς ρητορικής και ο διεμβολισμός από αυτήν της κυρίαρχης Ευρωπαϊκής πολιτικής ατζέντας, είναι μερικές μόνο παράμετροι από αυτές που δημιουργούν πρόσθετες δυσκολίες στην ευόδωση του Αμερικανικού αφηγήματος, ενώ την ίδια στιγμή ενεργοποιούνται ακραία αντιδημοκρατικές πρακτικές που θα ενισχύσουν σταδιακά τα φαινόμενα της αποσύνθεσης.
Ο εκβιασμός Μπάιντεν με αποδέκτες τους υποτιθέμενους συμμάχους των ΗΠΑ προκειμένου να εξασφαλίσει την μη αμφισβήτηση της Συμφωνίας της Πρέσπας, αλλά και η κλιμάκωση της Γερμανικής αντεπίθεσης που ζητά την ουσιαστική κατάργηση του βέτο στην λήψη κρίσιμων αποφάσεων, είναι προάγγελοι ιδιαιτέρως αρνητικών διεργασιών και εξελίξεων.
Όλα τα παραπάνω και κυρίως η κρίσιμη θέση που κατέχει σε αυτήν την πολλαπλή εξίσωση η παράμετρος «ΤΟΥΡΚΙΑ», πίσω από τις χάρτινες φιέστες και τους μεγαλόσχημους πανηγυρισμούς, ενεργοποιούν πλέον πολύ σοβαρά έναν κορυφαίο στρατηγικό εφιάλτη για τους Αμερικανούς. Και αυτός δεν είναι άλλος από τον υπαρκτό πλέον κίνδυνο κατάρρευσης του ΝΑΤΟ την οποία ενδέχεται να προκαλέσει η Τουρκία στο πλαίσιο ενός στρατηγικού άλματος που της είναι απαραίτητο ΚΑΙ για να προωθήσει τους δικούς της ιδιαίτερους ηγεμονικούς σχεδιασμούς, αλλά ΚΑΙ για να αντιμετωπίσει επιθετικά τον κίνδυνο του εγκλωβισμού της σε πιθανά στρατηγικά αδιέξοδα.
Συμπερασματικά…
Η ολική επαναφορά των ΗΠΑ στην πλανητική πρωτοκαθεδρία και σε ρόλο ηγεμονικό μεταξύ των παραδοσιακών συμμάχων τους, είναι μια φιλόδοξη στόχευση η οποία ωστόσο φαίνεται πως παρουσιάζει σοβαρό έλλειμμα στρατηγικής που καθιστά μάλλον αναιμική κάθε απόπειρα περαιτέρω προώθησής της.
Το σοβαρότατο έλλειμμα στρατηγικής καθιστά ουσιαστικά απολύτως προβλέψιμους τους τακτικούς χειρισμούς των Αμερικανών, τόσο από τους στρατηγικούς αντιπάλους των ΗΠΑ όσο και από τους ανταγωνιστικά τοποθετημένους συμμάχους τους.
Η πρόθεση της Αμερικής να «χρησιμοποιήσει» τους παραδοσιακούς της συμμάχους ως όχημα προκειμένου να διασφαλίσει την στρατηγική της αναβάθμιση, ΔΕΝ φαίνεται να γίνεται αποδεκτή «μετά βαΐων και κλάδων». Αντίθετα όλα δείχνουν πως θα ενισχύσει ποικίλες αποδομητικές τάσεις, πολύ δε περισσότερο όταν απουσιάζει πλήρως το στρατηγικό κέλυφος γύρω από το οποίο θα μπορούσε να «χτιστεί» μια αμοιβαία συμφέρουσα πολυμερής συστράτευση των ισχυρών του «Δυτικού» κόσμου υπό την Αμερικανική πρωτοκαθεδρία. Έτσι… Οι πιέσεις στους πρόθυμους θα κλιμακώνονται, και το δίκτυο των περιφερειακά υποτελών θα αποτελέσει σταδιακά την βάση πάνω στην οποία θα στηθεί ένας ιδιότυπος στρατηγικός μεταπρατισμός, με ακόμη πιο υποβαθμισμένο τον στρατηγικό ρόλο των ΗΠΑ στο Διεθνές σύστημα και με πλήρως εκφυλισμένες τις γεωπολιτικές οντότητες που θα προθυμοποιηθούν να στηρίξουν αυτό το εγχείρημα.
Το δυστύχημα για μας, είναι ότι η Ελλάδα φαίνεται να επιλέγει πανηγυρίζοντας έναν τέτοιο ρόλο σε μια εποχή κρίσιμων ανατροπών που θα έπρεπε να βγει με απαιτήσεις και στρατηγικά χειραφετημένη στην γεωπολιτική πιάτσα. Πανηγυρίζει ενώ εκβιάζεται… Πανηγυρίζει ενώ συνθλίβεται ως αναλώσιμο σε ένα παιχνίδι αθλίων… Πανηγυρίζει και αυτοπαγιδεύεται εξαναγκαζόμενη σε παραίτηση ακόμη και από την αυτονόητη εθνική ατζέντα…
Και δυστυχώς η Ελληνική κοινωνία σε συνθήκες παραληρηματικού διχασμού, σύρεται πίσω από πέτσινα και αυτοκτονικά διλήμματα, σε μια εποχή που θα έπρεπε να αναγορεύεται σε καταλύτης των κρίσιμων και αναγκαίων ανατροπών που θα ανοίξουν μια διαφορετική προοπτική για τον τόπο.
Γι’ αυτό επιμένουμε και θα συνεχίσουμε να επιμένουμε, ότι οι πρακτικές νουθεσίας δεν αρκούν. Είναι ώρα για αποφάσεις. Ώρα για πρωτοβουλίες συγκεκριμένες που θα μπορούν να συνεπάρουν και να εμπνεύσουν. Αυτό το φορτίο πέφτει σε πλάτες λίγων αλλά θα πρέπει να το επωμιστούν διαφορετικά καμία δικαίωση της άποψης δεν θα έχει νόημα σε μια ακρωτηριασμένη και γεωπολιτικά εκφυλισμένη πατρίδα…