Από: pagenews.gr - Λάμπρος Καλαρρύτης
Αυτή τη φορά υπογράφηκαν και 25 συμφωνίες χαμηλής πολιτικής οι οποίες θεωρούνται «ανώδυνες» διότι δεν υπεισέρχονται σε θέματα «σκληρής» ατζέντας όπου υπάρχουν εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις. Είναι όμως «ανώδυνες» αυτές οι συμφωνίες; Εκ πρώτης μπορεί να πει κάποιος «ναι» διότι δεν άπτονται των συγκρουσιακών ζητημάτων.
Σε μία μεγάλη εικόνα όμως αυτό που θα παρατηρήσει ένας τρίτος είναι ότι μία χώρα της οποίας η ασφάλεια, η κυριαρχία και η ίδια η υπόστασή της απειλείται λόγω και έργω από μία άλλη, υπογράφει μαζί της συμφωνίες. Δεν το λες και συνηθισμένο.
Λίγο νωρίτερα ο Τσαβούσογλου που είχε επισκεφθεί τη Θράκη είχε τουιτάρει επανειλημμένως για «τουρκική μειονότητα», αμφισβητώντας τον χαρακτήρα της περιοχής – στην πραγματικότητα την ελληνική κυριαρχία σε αυτή – και εν τέλει τη Συνθήκη της Λωζάνης που καθορίζει και τα σύνορα.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του σημειώθηκαν επίσης 51 παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου. Όλα αυτά θεωρούνται αν όχι «φυσιολογικά», ήσσονος σημασίας που δεν ρίχνουν σκιά σε μία επίσημη επίσκεψη.
Αυτό δεν έχει να κάνει με τον κ. Δένδια, ο οποίος βάσει της μέχρι τώρα παρουσίας του είναι κατά τη γνώμη μου ο πιο επαρκής υπουργός Εξωτερικών που έχει περάσει εδώ και πολλά χρόνια, καθώς αλλάζει παραμέτρους ύφους και ουσίας στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, απελευθερώνοντας εγκλωβισμένο γεωπολιτικό δυναμικό της χώρας, αλλά με μια βαθιά ριζωμένη αντίληψη για τη σχέση μας με την Τουρκία.
Η αντίληψη αυτή συνοψίζεται στη «λογική» ότι η Ελλάδα μπορεί να ανέχεται σχεδόν τα πάντα από την Τουρκία, κάθε επόμενη και κλιμακούμενη πρόκληση και αμφισβήτηση και να σταδιακά να τα αποδέχεται όλα αυτά ως μία «κανονικότητα» η οποία δεν εμποδίζει τον διάλογο. Είναι πρωτοφανές στις διεθνείς σχέσεις μία χώρα να απειλείται σε τέτοιο βαθμό από άλλη και να συνεχίζει να συνομιλεί μαζί της, αποφεύγοντας να κάνει χρήση ακόμα και θεσμικών διπλωματικών επιλογών που διαθέτει για αντίμετρα, πχ στο πλαίσιο συμμετοχής της σε πολυμερείς οργανισμούς, όπως η ΕΕ.
Υπάρχει η μόνιμη επωδός «πρέπει να μιλάμε», «κακό είναι να μιλάμε;». Εξαρτάται με ποιον μιλάς και τι λες. Αν η Τουρκία παραβιάζει και αμφισβητεί με επιθετικό και βίαιο τρόπο κυριαρχικά δικαιώματα και κυριαρχία και εσύ συνομιλείς μαζί της σαν να μην τρέχει τίποτα, κακό είναι. Διότι αυτό που κάνεις είναι να υποβαθμίζεις την απειλή και να εξωραΐζεις τον επιτιθέμενο.
Τρίτα μέρη που παρακολουθούν παίρνουν «πάσα» για να σου πουν ότι «αφού μιλάτε, φαίνεται ότι δεν είναι και τόσο τραγικό αυτό που σου κάνει, βρείτε τα». Όπου «βρείτε τα» είναι «αποδέξου την τουρκική ατζέντα ως βάση συζήτησης και δες τι μπορείς να κάνεις».
Διπλωματικές πηγές διέρρεαν μετά την επίσκεψη Τσαβούσογλου ότι «με την Τουρκία μπορούμε να ζούμε διαφωνώντας». Λάθος, διότι καλλιεργούνται ψευδαισθήσεις ότι μπορείς να συνυπάρχεις με ένα τέτοιο κράτος δίχως κόστος.