Νομική, θεσμική, πολιτική αιτιολόγηση για ριζική επανατοποθέτηση
Π. Ηφαιστος
Μέχρι τότε το κατεχόμενο θα είναι αλύτρωτο αλλά υποχρεωτικά και αναπόδραστα κομμάτι της αναγνωρισμένης ΚΔ. Όποτε και εάν μπορέσουμε θα το απελευθερώσουμε. Επιπλέον, ακόμη και εάν αυτό αποδειχθεί ανέφικτο δεν εξυπηρετείται κάτι με την κατάργηση της ΚΔ και με την ένταξη του νυν ελεύθερου μέρους της Κύπρου στα πεδία της τουρκικής κυριαρχίας.
Οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι για κάθε κοινωνία το κράτος της είναι ο θεσμός συλλογικής ελευθερίας της κοινωνίας. Οποιοδήποτε σχέδιο υπάρχει στο τραπέζι οδηγεί τόσο στη νομιμοποίηση των τετελεσμένων της εισβολής όσο και σε επέκτασή τους στο μη κατεχόμενο νότιο τμήμα της Κύπρου. Κατάργηση της ΚΔ σημαίνει υποδούλωση και τελικά τουρκοποίηση.
Η ΚΔ εντάχθηκε ολόκληρη στην ΕΕ. Η «λύση» είναι μία και μοναδική: Η εφαρμογή του Κοινοτικού νομικού κεκτημένου όπως προνοεί η Πράξη προσχώρησης στην ΕΕ διασφαλίζει τα πολιτικά δικαιώματα όλων των πολιτών και ένα βιώσιμο πολίτευμα απαλλαγμένο από τα αποικιοκρατικά βαρίδια. Τα υπόλοιπα, όπως ρυθμίσεις και δικαιώματα για θρησκευτική και πολιτισμική ελευθερία, είναι υπόθεση των Κυπρίων, χωρίς, όμως, την παρουσία της Άγκυρας.
Υπενθυμίζεται ότι υπάρχει σημαίνουσα έκθεση του διεθνούς πάνελ εμπειρογνωμόνων, που είναι νομικά, θεσμικά και πολιτικά η μόνη έγκυρη πρόταση για βιώσιμη διέξοδο και απαλλαγή από τα παράνομα τετελεσμένα: «Πλαίσιο αρχών για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού με γνώμονα το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο» σε τέσσερεις γλώσσες αναρτημένη εδώ http://wp.me/p3OlPy-lc.
Το επόμενο νομικό, θεσμικό και πολιτικό πλεονέκτημα της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΣΑ) του 1974, 1975 και 1983 σε συνάρτηση με τις πρόνοιες του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ για τον ρόλο του ΣΑ: Οι εν λόγω αποφάσεις αναγνωρίζουν μόνο την ΚΔ, ζητούν τον τερματισμό των παράνομων τετελεσμένων και εμφατικά υπογραμμίζουν ότι τα παράνομα τετελεσμένα δεν θα αποτελέσουν βάση λύσης του Κυπριακού. Οι αποφάσεις του ΣΑ είναι ρητές όπως σπάνια συμβαίνει: Καλούν όλους να σεβαστούν την κυριαρχία του μόνου αναγνωρισμένου κράτους, της ΚΔ, και ζητούν την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης θεωρώντας την εισβολή απειλή για τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Εξίσου ρητά με μια εξαιρετικά σημαντική διατύπωση που αφορά ευθέως κάθε διαπραγμάτευση έκτοτε και στο μέλλον ζητούν:
«την αποχώρηση χωρίς καθυστέρηση όλου του στρατιωτικού προσωπικού» και γίνεται σαφές ότι στις διαπραγματεύσεις επίλυσης της κρίσης «ΔΕΝ ΘΑ ΕΠΗΡΕΑΣΤΟΥΝ» ΑΠΟ ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΠΟΚΤΗΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ».
Εξίσου σημαντική, εάν όχι περισσότερο σημαντική και μεγάλο υπέρτερο και ακλόνητο έρεισμα για την ΚΔ, είναι η απόφαση του ΣΑ 541 του 1983 μια δεκαετία μετά την παράνομη εισβολή και τα παράνομα τετελεσμένα.
«Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΕΙ ΜΙΑ “ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΚΥΠΡΟΥ” ΕΙΝΑΙ ΑΚΥΡΗ, ΕΠΙΔΕΙΝΩΝΕΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΚΑΛΕΙ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ΝΑ ΤΗΝ ΑΠΟΣΥΡΕΙ».
Διευκρινίζει επίσης γι’ ακόμη μια φορά ότι υπάρχει ένα μόνο κράτος και μόνο μια κρατική κυριαρχία, αυτή της Κυπριακής Δημοκρατίας, την οποία κανείς δεν μπορεί να καταλύσει, παρά μόνο εάν εμείς οι ίδιοι αυτοκτονήσουμε κρατικά.
Επειδή αυτά ενέχουν μεγάλη σημασία για την παράκαμψη του παράνομα διατυπωμένου ως «διαπραγματευτικού κεκτημένου», αυτή η διατύπωση σε συνδυασμό με τις αποφάσεις του 1974 και 1975, ορίζει επακριβώς ποιος και πώς διετάραξε τη διεθνή τάξη. Μαζί και οι υψηλές αρχές του Καταστατικού Χάρτη είναι λογικό να αποτελούν διαπραγματευτική σημαία και κόκκινη γραμμή μιας νέας διαπραγματευτικής προσέγγισης, συμβατής με τον ρόλο του ΟΗΕ και του ΣΑ. Απορρίπτεται κάθε άλλος ρόλος που παρακάμπτει την παρανομία και παρεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις ενός κυρίαρχου κράτους-μέλους.
Μια νομικά, θεσμικά και πολιτικά ακλόνητη θέση αφορά το Κεφάλαιο Ι, άρθρο 2, παράγραφος 7 του Χάρτη του ΟΗΕ, όπου διατυπώνονται ρητά οι δικαιοδοσίες του ΣΑ αλλά και τα όρια αυτών των δικαιοδοσιών:
«ΚΑΜΙΑ ΔΙΑΤΑΞΗ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΔΕΝ ΘΑ ΔΙΝΕΙ ΣΤΑ ΗΝΩΜΕΝΑ ΕΘΝΗ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΕΠΕΜΒΑΙΝΟΥΝ ΣΕ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΝΗΚΟΥΝ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΟΠΟΙΟΥΔΗΠΟΤΕ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΘΑ ΑΝΑΓΚΑΖΕΙ ΤΑ ΜΕΛΗ ΝΑ ΥΠΟΒΑΛΛΟΥΝ ΤΕΤΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΡΥΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ. Η ΑΡΧΗ ΟΜΩΣ ΑΥΤΗ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΜΠΟΔΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7».
Αφού τονιστεί πως σπάνια υπάρχουν αποφάσεις του ΣΑ και πολύ σπανιότερα τόσο ξεκάθαρα ψηφίσματα όπως είχαμε στο Κυπριακό το 1964, 1974 και 1983, ολοκληρώνουμε με τα εξής.
H ΚΔ θα καταργηθεί μόνο εάν εμείς οι ίδιοι το αποδεχθούμε. Ποτέ δεν πρέπει να το αποδεχθούμε και κανείς δεν μπορεί να το επιβάλει (δεν υπάρχει προηγούμενο κατάργησης κράτους με παράνομη έξωθεν εισβολή). Λογικά δεν πρέπει να υπάρχει Έλληνας -ή ως προς αυτό και Τουρκοκύπριος που σκέφτεται με όρους συμφέροντος- οι οποίος να διαφωνεί με το γεγονός πως οτιδήποτε υπάρχει στο τραπέζι ως πρόταση «λύσης» του Κυπριακού είναι απείρως χειρότερο. Η διέξοδος είναι μόνο μια: Επανατοποθέτηση με κόκκινη γραμμή της αποκατάστασης της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας (βλ. πιο κάτω).
Από: simerini.sigmalive.com
Από: simerini.sigmalive.com
Π. Ηφαιστος
Μέχρι τότε το κατεχόμενο θα είναι αλύτρωτο αλλά υποχρεωτικά και αναπόδραστα κομμάτι της αναγνωρισμένης ΚΔ. Όποτε και εάν μπορέσουμε θα το απελευθερώσουμε. Επιπλέον, ακόμη και εάν αυτό αποδειχθεί ανέφικτο δεν εξυπηρετείται κάτι με την κατάργηση της ΚΔ και με την ένταξη του νυν ελεύθερου μέρους της Κύπρου στα πεδία της τουρκικής κυριαρχίας.
Οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι για κάθε κοινωνία το κράτος της είναι ο θεσμός συλλογικής ελευθερίας της κοινωνίας. Οποιοδήποτε σχέδιο υπάρχει στο τραπέζι οδηγεί τόσο στη νομιμοποίηση των τετελεσμένων της εισβολής όσο και σε επέκτασή τους στο μη κατεχόμενο νότιο τμήμα της Κύπρου. Κατάργηση της ΚΔ σημαίνει υποδούλωση και τελικά τουρκοποίηση.
Η ΚΔ εντάχθηκε ολόκληρη στην ΕΕ. Η «λύση» είναι μία και μοναδική: Η εφαρμογή του Κοινοτικού νομικού κεκτημένου όπως προνοεί η Πράξη προσχώρησης στην ΕΕ διασφαλίζει τα πολιτικά δικαιώματα όλων των πολιτών και ένα βιώσιμο πολίτευμα απαλλαγμένο από τα αποικιοκρατικά βαρίδια. Τα υπόλοιπα, όπως ρυθμίσεις και δικαιώματα για θρησκευτική και πολιτισμική ελευθερία, είναι υπόθεση των Κυπρίων, χωρίς, όμως, την παρουσία της Άγκυρας.
Υπενθυμίζεται ότι υπάρχει σημαίνουσα έκθεση του διεθνούς πάνελ εμπειρογνωμόνων, που είναι νομικά, θεσμικά και πολιτικά η μόνη έγκυρη πρόταση για βιώσιμη διέξοδο και απαλλαγή από τα παράνομα τετελεσμένα: «Πλαίσιο αρχών για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού με γνώμονα το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο» σε τέσσερεις γλώσσες αναρτημένη εδώ http://wp.me/p3OlPy-lc.
Το επόμενο νομικό, θεσμικό και πολιτικό πλεονέκτημα της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΣΑ) του 1974, 1975 και 1983 σε συνάρτηση με τις πρόνοιες του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ για τον ρόλο του ΣΑ: Οι εν λόγω αποφάσεις αναγνωρίζουν μόνο την ΚΔ, ζητούν τον τερματισμό των παράνομων τετελεσμένων και εμφατικά υπογραμμίζουν ότι τα παράνομα τετελεσμένα δεν θα αποτελέσουν βάση λύσης του Κυπριακού. Οι αποφάσεις του ΣΑ είναι ρητές όπως σπάνια συμβαίνει: Καλούν όλους να σεβαστούν την κυριαρχία του μόνου αναγνωρισμένου κράτους, της ΚΔ, και ζητούν την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης θεωρώντας την εισβολή απειλή για τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Εξίσου ρητά με μια εξαιρετικά σημαντική διατύπωση που αφορά ευθέως κάθε διαπραγμάτευση έκτοτε και στο μέλλον ζητούν:
«την αποχώρηση χωρίς καθυστέρηση όλου του στρατιωτικού προσωπικού» και γίνεται σαφές ότι στις διαπραγματεύσεις επίλυσης της κρίσης «ΔΕΝ ΘΑ ΕΠΗΡΕΑΣΤΟΥΝ» ΑΠΟ ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΠΟΚΤΗΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ».
Εξίσου σημαντική, εάν όχι περισσότερο σημαντική και μεγάλο υπέρτερο και ακλόνητο έρεισμα για την ΚΔ, είναι η απόφαση του ΣΑ 541 του 1983 μια δεκαετία μετά την παράνομη εισβολή και τα παράνομα τετελεσμένα.
«Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΕΙ ΜΙΑ “ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΚΥΠΡΟΥ” ΕΙΝΑΙ ΑΚΥΡΗ, ΕΠΙΔΕΙΝΩΝΕΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΚΑΛΕΙ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ΝΑ ΤΗΝ ΑΠΟΣΥΡΕΙ».
Διευκρινίζει επίσης γι’ ακόμη μια φορά ότι υπάρχει ένα μόνο κράτος και μόνο μια κρατική κυριαρχία, αυτή της Κυπριακής Δημοκρατίας, την οποία κανείς δεν μπορεί να καταλύσει, παρά μόνο εάν εμείς οι ίδιοι αυτοκτονήσουμε κρατικά.
Επειδή αυτά ενέχουν μεγάλη σημασία για την παράκαμψη του παράνομα διατυπωμένου ως «διαπραγματευτικού κεκτημένου», αυτή η διατύπωση σε συνδυασμό με τις αποφάσεις του 1974 και 1975, ορίζει επακριβώς ποιος και πώς διετάραξε τη διεθνή τάξη. Μαζί και οι υψηλές αρχές του Καταστατικού Χάρτη είναι λογικό να αποτελούν διαπραγματευτική σημαία και κόκκινη γραμμή μιας νέας διαπραγματευτικής προσέγγισης, συμβατής με τον ρόλο του ΟΗΕ και του ΣΑ. Απορρίπτεται κάθε άλλος ρόλος που παρακάμπτει την παρανομία και παρεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις ενός κυρίαρχου κράτους-μέλους.
Μια νομικά, θεσμικά και πολιτικά ακλόνητη θέση αφορά το Κεφάλαιο Ι, άρθρο 2, παράγραφος 7 του Χάρτη του ΟΗΕ, όπου διατυπώνονται ρητά οι δικαιοδοσίες του ΣΑ αλλά και τα όρια αυτών των δικαιοδοσιών:
«ΚΑΜΙΑ ΔΙΑΤΑΞΗ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΔΕΝ ΘΑ ΔΙΝΕΙ ΣΤΑ ΗΝΩΜΕΝΑ ΕΘΝΗ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΕΠΕΜΒΑΙΝΟΥΝ ΣΕ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΝΗΚΟΥΝ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΟΠΟΙΟΥΔΗΠΟΤΕ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΘΑ ΑΝΑΓΚΑΖΕΙ ΤΑ ΜΕΛΗ ΝΑ ΥΠΟΒΑΛΛΟΥΝ ΤΕΤΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΡΥΘΜΙΣΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ. Η ΑΡΧΗ ΟΜΩΣ ΑΥΤΗ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΜΠΟΔΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7».
Αφού τονιστεί πως σπάνια υπάρχουν αποφάσεις του ΣΑ και πολύ σπανιότερα τόσο ξεκάθαρα ψηφίσματα όπως είχαμε στο Κυπριακό το 1964, 1974 και 1983, ολοκληρώνουμε με τα εξής.
- Όπως ήδη αναφέρθηκε, το ίδιο το ΣΑ στα ψηφίσματά του όρισε πλήρως ποιος είναι το θύμα και ποιος ο θύτης, ποιος είναι παράνομος και ποιος ζημιωμένος από την παρανομία και ποιος διετάραξε τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Το ΣΑ έχει υποχρέωση να αποκαταστήσει τη διεθνή τάξη και τίποτα άλλο. Δεν έχει δικαίωμα ή αρμοδιότητα να ορίσει το εσωτερικό καθεστώς (π.χ. την κρατική διαστροφή που λέγεται ΔΔΟ με πολιτική ισότητα ή άλλες μεταμφιεσμένες ονομασίες του διαστρεμμένου «διαπραγματευτικού κεκτημένου»).
- Από νομική και πολιτική άποψη τίποτα δεν άλλαξε μετά το 1974. Στη βάση γεγονότων που το ίδιο το ΣΑ κατέγραψε σε πολλά ψηφίσματα δεν μπορεί να αμφισβητηθεί νομικά, θεσμικά και πολιτικά ότι τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια δεν την διετάραξε η ΚΔ αλλά η Τουρκία μετά το υποκινούμενο από τη CIA πραξικόπημα της αμερικανοκίνητης χούντας, όπως και οι ίδιοι οι Αμερικανοί ομολογούν.
- Έστω και την τελευταία στιγμή πριν από τη διολίσθηση στην Άβυσσο απαιτείται να απορριφθούν οι παράνομες διολισθήσεις («διαπραγματευτικό κεκτημένο») που η υπό παράνομο στρατιωτικό εκβιασμό Κύπρος δήθεν «δεχόταν». Όλα συνηγορούν ότι η ΚΔ έχει τη νομική, θεσμική και πολιτική δυνατότητα επίκλησης των αποφάσεων του ΣΑ που αφορούν τη διεθνή τάξη (και μόνο αυτών!) και των προνοιών της Πράξης Προσχώρησης. Αυτή πρέπει να είναι η κόκκινη γραμμή σε κάθε νέα διαπραγμάτευση και αυτές είναι οι εντολές προς τους εντολοδόχους του ΟΗΕ, που οφείλουν να λειτουργούν με τους όρους των Υψηλών Αρχών του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ.
- Υπογραμμίζεται, βέβαια, ότι ενώ τα νομικά, θεσμικά και πολιτικά επιχειρήματα είναι ακλόνητα, ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗΣΗ για επανατοποθέτηση στη βάση της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας. Υπογραμμίζεται ότι αυτό δεν σημαίνει αντιπαράθεση με όργανα του ΟΗΕ ή αντιπροσώπους τους. Μόνο αυτονόητη θέση και αξίωση ενός κυρίαρχου κράτους-μέλους να λειτουργήσουν όλοι σύμφωνα με τις Υψηλές Καταστατικές Αρχές του Χάρτη και τις αποφάσεις του ΣΑ που αφορούν τη διεθνή τάξη και τίποτα άλλο (γιατί υπογραμμίζεται, το θολό «διαπραγματευτικό κεκτημένο» είναι παράνομο και προϊόν εκβιασμού).