Αν και η έκφραση έχει καταντήσει κλισέ, τόσο κλισέ όσο οι ανιαρές επετειακές ομιλίες για τον «μαύρο Ιούλη» της ζωής μας, εντούτοις και δεδομένης καθώς φαίνεται της διαφορετικής αντίληψης που υπάρχει για τις ψευδαισθήσεις που βιώνουμε σ’ αυτό τον ταλαιπωρημένο τόπο, αξίζει να ασχοληθούμε ξανά - παρόλο που το κάναμε αρκετές φορές στο παρελθόν. Ποιος ξέρει, ίσως οι εξελίξεις να βοηθούν τώρα πια για καλύτερη ορατότητα της «παρούσας κατάστασης» - αυτή κι αν είναι μια από τις μεγαλύτερες ψευδαισθήσεις με την οποία ζούμε.
Από: philenews.com
Θανάσης Φωτίου
Άλλωστε, η σύγχρονη ιστορία αυτού του νησιού, συμπορευόταν -αν δεν καθοριζόταν- από τις ψευδαισθήσεις μέτριων ηγετών καθώς και μιας εθνικιστικής ελίτ που πήρε, από τη δεκαετία του 50, τον τόπο και το λαό του στο λαιμό της.
Τι γράφαμε, λοιπόν, τόσο καιρό; Όχι πρόσφατα, πολύ πριν το 2017 και το ναυάγιο των συνομιλιών στο Κραν Μοντανά. Γράφαμε ότι «το Κυπριακό μπορεί να λυθεί μόνο εντός του πλαισίου της ΔΔΟ. Δύσκολο μεν το εγχείρημα, τεράστιες οι δυσκολίες, αλλά το μόνο εφικτό. Όποιος ισχυρίζεται το αντίθετο, είτε δεν ξέρει πού πάνε τα τέσσερά του, είτε διατηρεί ειλικρινείς μεν, ανεδαφικούς δε ευσεβοποθισμούς για μοντέλα που δεν υπάρχουν ούτε μπορούν να μπουν στο τραπέζι, είτε είναι θιασώτης της “δεύτερης καλύτερης λύσης”, δηλαδή της διχοτόμησης κι απλά αποφεύγει να το πει ξεκάθαρα». Λέγαμε, μάλιστα πως «κι αυτό σεβαστό είναι ως άποψη, αρκεί κανείς να μην την ψιθυρίζει μόνο στους διαδρόμους, να μην την επιδιώκει διά της πλαγίας, αλλά να την καταθέσει προς συζήτηση για να ξέρουμε πού πατούμε και πού βρισκόμαστε. Και, κυρίως, να προετοιμαστούμε για τις συνέπειές της, ώστε να μην καταλήξουμε, για άλλη μια φορά να αναφωνήσουμε εκ των υστέρων το περιβόητο “...ήταν ευλογία συγκρινόμενες με το ό,τι ακολούθησε...”, που ειπώθηκε για τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου». Λέγαμε, εν ολίγοις, ότι το πλαίσιο της λύσης (ΔΔΟ), η βάση αν θέλετε, είναι μια πραγματικότητα που, είτε μας αρέσει είτε όχι, οφείλαμε να κοιτούσαμε κατάματα, χωρίς δαιμονοποιήσεις, προσπαθώντας από κοινού, παλεύοντας εντός κι εκτός, για την εξεύρεση και επίτευξη του περιβόητου «σωστού περιεχομένου». Και σημειώναμε: «Μπορούμε να ξεφύγουμε απ’ αυτό το πλαίσιο; Ασφαλώς! Μόνο, όμως, προς τα “εμπρός”, όχι προς τα πίσω. Ας μην έχει κανείς αυταπάτες γι’ αυτό. Εάν η Διζωνική Ομοσπονδία αποδειχθεί ανέφικτη (που μπορεί και να είναι μετά από 50 χρόνια) τότε ακολουθεί η συνομοσπονδία, το βελούδινο διαζύγιο, τα δύο κράτη, η οριστική διχοτόμηση, η τελεσίδικη δηλαδή απώλεια της μισής πατρίδας. Σε μια τέτοια περίπτωση, και θα κοπούμε και θα έχουμε μείνει αξύριστοι».
Όσοι, λοιπόν, εναντιώθηκαν με πάθος και πολέμησαν με ζήλο τη μακαρίτισσα τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, θεωρούν ότι η προσήλωση τόσα χρόνια στο μόνο συμφωνημένο πλαίσιο, οι προσπάθειες που καταβλήθηκαν και η ελπίδα για εξεύρεση λύσης εντός του, δεν ήταν παρά ψευδαισθήσεις. Μια ουτοπία. Την ίδια ώρα που πρότασσαν και προτάσσουν «ενιαίο κράτος» (αυτό που ούτε ο Τάσσος δεν καταδέχτηκε να θέσει στο τραπέζι διότι γνώριζε τις συνέπειες που θα ακολουθούσαν) και επαναλαμβάνουν εύηχα και απροσδιόριστα συνθήματα όπως αυτό της «απελευθέρωσης», τη στιγμή που ο χάρτης που η πλευρά μας κατέθεσε το 1977, πριν από 40 χρόνια, προβλέπει το 25% του εδάφους υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση. Πόσο διαφέρει η προσέγγιση αυτή από τις ανεδαφικές προσδοκίες όσων εναντιώθηκαν με πάθος, πολέμησαν με ζήλο και στο τέλος σκότωσαν το κράτος του 60, θεωρώντας ότι θα πετύχαιναν κάτι καλύτερο; «Τι νέα γενεά τουρκική θα δημιουργηθεί εις την Κύπρον, όταν όλα ευρίσκονται εις τα χέρια των Ελλήνων; Πόσον καιρόν θα ανθέξουν;», ρωτούσε ο Μακάριος το 1967. «..Ήταν ευλογία συγκρινόμενες με το ό,τι ακολούθησε...», σημείωνε ο Τάσσος το 2005. Είναι λοιπόν σήμερα κανείς που ακόμα θεωρεί ότι ο ενταφιασμός της ΔΔΟ μπορεί να οδηγήσει οπουδήποτε άλλου πέραν εκείνων που σημειώναμε το 2015;
Τον Μάρτιο του 2017, τρεις μήνες πριν από το ναυάγιο στο Κραν Μοντανά γράφαμε και πάλι για τις πολλές μας ψευδαισθήσεις, σημειώνοντας ότι οι μεγαλύτερες όλων θα αποδειχτούν δύο: Η πρώτη ακούει στο όνομα «μακροχρόνιος αγώνας». Κι αυτό γιατί το μόνο που πετύχαινε ήταν να ρίχνει νερό στον μύλο της Τουρκίας, επέτρεπε στον κατακτητή να δρατζιάσει στο νησί και συνέβαλλε στην παγίωση των τετελεσμένων, αντί να τα αναιρεί. «Όσον περισσότερον κυματίζει η τουρκική σημαία εις ένα μέρος, τόσον δυσκολώτερα θα μπορέσουμε να την υποστείλωμεν», συμφωνούσαν όλοι στην περίφημη σύσκεψη των Αθηνών, τον Νοέμβριο του 1974. Η δεύτερη -μεγαλύτερη κι από τον μακροχρόνιο- ακούει στο όνομα «παρούσα κατάσταση», μια φράση με την οποία μέτριοι, ανεπαρκείς και αναποτελεσματικοί ηγέτες, αποκοίμιζαν τον λαό παρουσιάζοντάς του το στάτους κβο ως κάτι το... ιδεατό. Και αμετάβλητο. «Η “παρούσα κατάσταση”, γράφαμε, «η προτιμητέα για πολλούς, η οποία παρέχει ένα είδος ασφάλειας ή και βολέματος που ενδεχομένως να μας οδηγεί σε σκέψεις παρόμοιες με εκείνες του παρελθόντος -“Διά τούτο φρονώ, ότι δεν πρέπει να σπεύσωμεν (για επίλυση)” που έλεγε ο Μακάριος το 1968, τότε που αισθανόταν ισχυρός και αναρωτιόταν «Τι νέα γενεά τουρκική θα δημιουργηθεί εις την Κύπρον, όταν όλα ευρίσκονται εις τα χέρια των Ελλήνων» - είναι ουσιαστικά μια ουτοπία, καθότι δεν είναι μια αμετάβλητη κατάσταση. Ούτε είμαστε σε θέση να την εγγυηθούμε και να τη διασφαλίσουμε. Ποτέ δεν ήταν, άλλωστε, αμετάβλητη. Και ποτέ δεν θα είναι. Απεναντίας, χρόνο με το χρόνο θα γίνεται χειρότερη για μας...».
Περιοδικό "Down Town", 25.7.2021.