Όταν ο… τρισκατάρατος Τραμπ, ο πρόεδρος της καρδιάς του Ερντογάν, έχασε τις εκλογές, πολλοί εν Ελλάδι πανηγύρισαν έξαλλα τη νίκη του Τζο Μπάιντεν, βλέποντάς τον σαν ένα είδος “Μεσσία” και στα Ελληνοτουρκικά. Ο Τραμπ μπορεί να μην ήταν ό,τι καλύτερο έχει περάσει από την Προεδρία των ΗΠΑ και αναφορικά με τα ελληνικά συμφέροντα. Ποια εχέγγυα όμως είχαν οι πανηγυρίζοντας τη νίκη Μπάιντεν, ότι η εκλογή του θα άλλαζε τόσο ξεκάθαρα τις ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο υπέρ μας;
Από: defence-point.gr
Δυστυχώς κανένα, όπως καταδεικνύει καταρχήν η απίθανη κοροϊδία με την “προσφορά” για της φρεγάτες MMSC, έναν… κίνδυνο που δεν έχουμε ακόμα ξεπεράσει. Ο Μπάιντεν ξεκάθαρα θέλει πίσω τη λατρεμένη Τουρκία που πήρε από την αμερικανική αγκάλη η Ρωσία.
Και πως να είναι διαφορετικά αφού την θέλει το… establishment στην Ουάσιγκτον. Ποτέ δεν ξεπέρασε την “απιστία”. Τώρα το γεγονός ότι ο Ερντογάν έχει σφάξει Τούρκους, Κούρδους, Σύρους, Λίβυους και φιλοδοξεί να σφάξει και Έλληνες, περνά στα ψηλά.
Η Ελλάδα αυτό-βαυκαλίζεται με την γεωπολιτική της θέση, με τις “συμμαχίες” της στην Ευρώπη -που δεν έχει καν κοινή εξωτερική πολιτική- και σε αυτές πέραν του Ατλαντικού, που κατά πολλούς στην Αθήνα, εξασφαλίζουν στην χώρα ασφάλεια, ακόμα κι αν γράψει στα παλιά της υποδήματα την εθνική της άμυνα.
Οι MMSC αποδεικνύουν πως αυτό δεν ισχύει και πως η “διπλωματία των εξοπλιστικών αγορών” δεν αποδίδει αν έχεις απέναντί σου μια χώρα με γεωπολιτική θέση, θεωρητικά ή πραγματικά (μικρή σημασία έχει αν έτσι το βλέπει η Ουάσινγκτον) “αναντικατάστατη”, την οποία επ’ ουδενί δεν πρέπει να χάσει η Δύση, ειδικά προς όφελος της Ρωσίας.
Έχουμε υποστηρίξει πολλάκις την θέση αυτή σε βαθμό ώστε να δεχτούμε και επικρίσεις. Οι ΗΠΑ αισθάνονται πως δεν έχουν την πολυτέλεια, δεδομένων των συνθηκών, να “χάσουν” την Τουρκία, εκτός κι αν αποφασίσουν να παραιτηθούν από την Μεσόγειο και τη Μαύρη θάλασσα.
Εχθρός των ΗΠΑ δεν είναι ο απρόβλεπτος και “τζαναμπέτης” Ερντογάν, τον οποίο πιστεύουν ότι μπορούν να χειριστούν ή και να κατευνάσουν -εις βάρος άλλων βέβαια, βλ. Ελλάδα και Κύπρο- αλλά η Ρωσία και η Κίνα. Στην δική μας περιοχή ενδιαφέροντος δε αντίπαλος είναι η Μόσχα, την οποία η Δύση θα ήθελε να δει και πάλι στο καναβάτσο, όπως ήταν τη δεκαετία του 1990.
Ακόμα κι αν υπάρχουν κινήσεις προσέγγισης ΗΠΑ-Ρωσίας τα συμφέροντα και η καχυποψία δεν επιτρέπουν κάτι περισσότερο στο εγγύς μέλλον, τουλάχιστον. Κατά συνέπεια οι ΗΠΑ θα χρειάζονται την Τουρκία για να μπορούν να κινηθούν σε Ουκρανία, Μαύρη θάλασσα, μέχρι και Γεωργία και Καύκασο.
Αυτά η Αθήνα θα όφειλε να τα θεωρεί περίπου ως δεδομένα. Και ναι μεν οι Αμερικανοί έχουν πλέον στενότερη σχέση με την Αθήνα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν βλέπουν καθαρά ποιος -κατά την άποψή τους πάντα- είναι ο καλύτερος για αυτούς συμπαίκτης στην περιοχή.
Το μεγάλο σφάλμα της Ελλάδας πάντως είναι ότι αυτοπροβάλεται ως δεδομένη. Αυτό ίσχυε για ένα διάστημα και για την Τουρκία, αλλά αυτό ήταν το παίγνιο Ερντογάν. Η Τουρκία του Ταγίπ έπαψε να είναι δεδομένη για τη Δύση και απαίτησε ανταλλάγματα για τον εαυτό της. Τα πήρε; Κάποια ναι, κάποια όχι. Της κάνουν τη ζωή δύσκολη; Ενίοτε ναι, κυρίως οικονομικά.
Αλλά η οικονομική πίεση δεν φαίνεται να πτοεί, στον βαθμό που θα περίμενε κανείς, τουλάχιστον, τον Ερντογάν ο οποίος ξέρει πολύ καλά τι θα σήμαινε -ακραίο παράδειγμα- μια ρωσική βάση στα τουρκικά παράλια του Αιγαίου…
Η Ελλάδα όμως αρέσκεται να την χαρακτηρίζουν και να αυτοχαρακτηρίζεται “πυλώνας σταθερότητας” στην περιοχή σε αντιδιαστολή με τον “πυλώνα αστάθειας”, την Τουρκία. Μάλλον όμως από υπερβολική σταθερότητα θα πάμε, τελικά.
Διατρανώνοντας το πόσο δεδομένοι είμαστε για την Δύση χάνουμε μόνοι μας κάθε περιθώριο ελιγμού. Και στο νέο πολυπολικό σύστημα που έχει προκύψει, ασχέτως εάν η πρώτη θέση δεν αμφισβητείται (ΗΠΑ), η έλλειψη ευελιξίας είναι μάλλον επιζήμια.
Αυτό που απαιτείται από την Ελλάδα είναι να πιάσει η ηγεσία της τον αγαπητό -πράγματι- κ. πρέσβη φιλικά από τον ώμο, να του επιστρέψει την “προσφορά” για τις φρεγάτες και να του ξεκαθαρίσει ότι είναι κακό να θεωρεί την Ελλάδα δεδομένη σε βαθμό ηλιθιότητας.
Διότι πορτοκαλιές υπάρχουν κι άλλες και όπως βρήκε ο Ταγίπ μπορούμε και εμείς, έστω και μόνο ως κίνηση πίεσης. Αν έχουν οι ΗΠΑ και η Τουρκία συμφέροντα, έχει και η Ελλάδα και δεν τα εξυπηρετεί παίζοντας πάντα τον ρόλο της πιστής, αδικούμενης κόρης. Βέβαια είναι ένα σοβαρό ζήτμα το πως να πείσεις, όταν επί δεκαετίες τους έχεις μάθει σε άλλες συμπεριφορές…
Πέραν δεν αυτού οφείλουμε από ΧΘΕΣ να ασχοληθούμε ΜΟΝΟΙ μας και να ενισχύσουμε στο μέγιστο δυνατό βαθμό τις Ένοπλες Δυνάμεις, την αποτρεπτική -και την ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ, επιτέλους- ικανότητα, ώστε όλοι, εχθροί και φίλοι στην γεωπολιτική μας γειτονιά να μας πάρουν σοβαρά. Δεν θέλουμε την συμπόνοια κανενός, που έλεγε και το παλαιό άσμα…
Για να απαιτήσουμε τον σεβασμό των υπολοίπων, πρέπει απαραιτήτως να το επιδιώξουμε πειστικά “με το σπαθί” μας. Άλλη γλώσσα δεν γνωρίζει ο σύγχρονος κόσμος. Κι αν η “μαλακή ισχύς” όντως παίζει σημαντικό ρόλο, επ’ ουδενί δεν αποτελεί υποκατάστατο της “σκληρής”…
Δυστυχώς κανένα, όπως καταδεικνύει καταρχήν η απίθανη κοροϊδία με την “προσφορά” για της φρεγάτες MMSC, έναν… κίνδυνο που δεν έχουμε ακόμα ξεπεράσει. Ο Μπάιντεν ξεκάθαρα θέλει πίσω τη λατρεμένη Τουρκία που πήρε από την αμερικανική αγκάλη η Ρωσία.
Και πως να είναι διαφορετικά αφού την θέλει το… establishment στην Ουάσιγκτον. Ποτέ δεν ξεπέρασε την “απιστία”. Τώρα το γεγονός ότι ο Ερντογάν έχει σφάξει Τούρκους, Κούρδους, Σύρους, Λίβυους και φιλοδοξεί να σφάξει και Έλληνες, περνά στα ψηλά.
Η Ελλάδα αυτό-βαυκαλίζεται με την γεωπολιτική της θέση, με τις “συμμαχίες” της στην Ευρώπη -που δεν έχει καν κοινή εξωτερική πολιτική- και σε αυτές πέραν του Ατλαντικού, που κατά πολλούς στην Αθήνα, εξασφαλίζουν στην χώρα ασφάλεια, ακόμα κι αν γράψει στα παλιά της υποδήματα την εθνική της άμυνα.
Οι MMSC αποδεικνύουν πως αυτό δεν ισχύει και πως η “διπλωματία των εξοπλιστικών αγορών” δεν αποδίδει αν έχεις απέναντί σου μια χώρα με γεωπολιτική θέση, θεωρητικά ή πραγματικά (μικρή σημασία έχει αν έτσι το βλέπει η Ουάσινγκτον) “αναντικατάστατη”, την οποία επ’ ουδενί δεν πρέπει να χάσει η Δύση, ειδικά προς όφελος της Ρωσίας.
Έχουμε υποστηρίξει πολλάκις την θέση αυτή σε βαθμό ώστε να δεχτούμε και επικρίσεις. Οι ΗΠΑ αισθάνονται πως δεν έχουν την πολυτέλεια, δεδομένων των συνθηκών, να “χάσουν” την Τουρκία, εκτός κι αν αποφασίσουν να παραιτηθούν από την Μεσόγειο και τη Μαύρη θάλασσα.
Εχθρός των ΗΠΑ δεν είναι ο απρόβλεπτος και “τζαναμπέτης” Ερντογάν, τον οποίο πιστεύουν ότι μπορούν να χειριστούν ή και να κατευνάσουν -εις βάρος άλλων βέβαια, βλ. Ελλάδα και Κύπρο- αλλά η Ρωσία και η Κίνα. Στην δική μας περιοχή ενδιαφέροντος δε αντίπαλος είναι η Μόσχα, την οποία η Δύση θα ήθελε να δει και πάλι στο καναβάτσο, όπως ήταν τη δεκαετία του 1990.
Ακόμα κι αν υπάρχουν κινήσεις προσέγγισης ΗΠΑ-Ρωσίας τα συμφέροντα και η καχυποψία δεν επιτρέπουν κάτι περισσότερο στο εγγύς μέλλον, τουλάχιστον. Κατά συνέπεια οι ΗΠΑ θα χρειάζονται την Τουρκία για να μπορούν να κινηθούν σε Ουκρανία, Μαύρη θάλασσα, μέχρι και Γεωργία και Καύκασο.
Αυτά η Αθήνα θα όφειλε να τα θεωρεί περίπου ως δεδομένα. Και ναι μεν οι Αμερικανοί έχουν πλέον στενότερη σχέση με την Αθήνα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν βλέπουν καθαρά ποιος -κατά την άποψή τους πάντα- είναι ο καλύτερος για αυτούς συμπαίκτης στην περιοχή.
Το μεγάλο σφάλμα της Ελλάδας πάντως είναι ότι αυτοπροβάλεται ως δεδομένη. Αυτό ίσχυε για ένα διάστημα και για την Τουρκία, αλλά αυτό ήταν το παίγνιο Ερντογάν. Η Τουρκία του Ταγίπ έπαψε να είναι δεδομένη για τη Δύση και απαίτησε ανταλλάγματα για τον εαυτό της. Τα πήρε; Κάποια ναι, κάποια όχι. Της κάνουν τη ζωή δύσκολη; Ενίοτε ναι, κυρίως οικονομικά.
Αλλά η οικονομική πίεση δεν φαίνεται να πτοεί, στον βαθμό που θα περίμενε κανείς, τουλάχιστον, τον Ερντογάν ο οποίος ξέρει πολύ καλά τι θα σήμαινε -ακραίο παράδειγμα- μια ρωσική βάση στα τουρκικά παράλια του Αιγαίου…
Η Ελλάδα όμως αρέσκεται να την χαρακτηρίζουν και να αυτοχαρακτηρίζεται “πυλώνας σταθερότητας” στην περιοχή σε αντιδιαστολή με τον “πυλώνα αστάθειας”, την Τουρκία. Μάλλον όμως από υπερβολική σταθερότητα θα πάμε, τελικά.
Διατρανώνοντας το πόσο δεδομένοι είμαστε για την Δύση χάνουμε μόνοι μας κάθε περιθώριο ελιγμού. Και στο νέο πολυπολικό σύστημα που έχει προκύψει, ασχέτως εάν η πρώτη θέση δεν αμφισβητείται (ΗΠΑ), η έλλειψη ευελιξίας είναι μάλλον επιζήμια.
Αυτό που απαιτείται από την Ελλάδα είναι να πιάσει η ηγεσία της τον αγαπητό -πράγματι- κ. πρέσβη φιλικά από τον ώμο, να του επιστρέψει την “προσφορά” για τις φρεγάτες και να του ξεκαθαρίσει ότι είναι κακό να θεωρεί την Ελλάδα δεδομένη σε βαθμό ηλιθιότητας.
Διότι πορτοκαλιές υπάρχουν κι άλλες και όπως βρήκε ο Ταγίπ μπορούμε και εμείς, έστω και μόνο ως κίνηση πίεσης. Αν έχουν οι ΗΠΑ και η Τουρκία συμφέροντα, έχει και η Ελλάδα και δεν τα εξυπηρετεί παίζοντας πάντα τον ρόλο της πιστής, αδικούμενης κόρης. Βέβαια είναι ένα σοβαρό ζήτμα το πως να πείσεις, όταν επί δεκαετίες τους έχεις μάθει σε άλλες συμπεριφορές…
Πέραν δεν αυτού οφείλουμε από ΧΘΕΣ να ασχοληθούμε ΜΟΝΟΙ μας και να ενισχύσουμε στο μέγιστο δυνατό βαθμό τις Ένοπλες Δυνάμεις, την αποτρεπτική -και την ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ, επιτέλους- ικανότητα, ώστε όλοι, εχθροί και φίλοι στην γεωπολιτική μας γειτονιά να μας πάρουν σοβαρά. Δεν θέλουμε την συμπόνοια κανενός, που έλεγε και το παλαιό άσμα…
Για να απαιτήσουμε τον σεβασμό των υπολοίπων, πρέπει απαραιτήτως να το επιδιώξουμε πειστικά “με το σπαθί” μας. Άλλη γλώσσα δεν γνωρίζει ο σύγχρονος κόσμος. Κι αν η “μαλακή ισχύς” όντως παίζει σημαντικό ρόλο, επ’ ουδενί δεν αποτελεί υποκατάστατο της “σκληρής”…