Οι αρνητικές επιπτώσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας, στο κυνήγι της υποτιθέμενης ανάπτυξης και ευημερίας, είναι παντού εμφανείς.
Δυστυχώς, οι εκκλήσεις των επιστημόνων και των αρμόδιων διεθνών φορέων, δεν εισακούστηκαν, μάλιστα μερικοί ηγέτες, όπως της Κίνας, της Ρωσίας, της Βραζιλίας, ο Τραμπ, τις αμφισβήτησαν με προκλητικό τρόπο, αν και οι χώρες τους είναι οι πιο ρυπογόνες.
Στη χώρα μας, με καθυστέρηση, ακούστηκαν φωνές αγωνίας, όμως ακόμη και σήμερα, που η ΕΕ διαθέτει υψηλούς πόρους, για την πράσινη, βιώσιμη ανάπτυξη, δεν έχουμε καταλάβει την σοβαρότητα της κατάστασης.
Με μεγάλη καθυστέρηση, παλινωδίες και πολλά λάθη τις προηγούμενες δεκαετίες, ξεκίνησε το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Η σημερινή κυβέρνηση, θέλοντας να δείξει πόση πράσινη είναι, χωρίς ουσιαστικά σχέδιο για την ασφαλή μετάβαση στην μεταλιγνιτική εποχή, αποφάσισε να κλείσει τις λιγνιτικές μονάδες μέχρι το 2025, πολύ νωρίτερα από τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.
Αυτό σημαίνει μικρότερη ημερήσια παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, αφού, δεν μπορεί σε αυτό το μικρό χρονικό διάστημα να αναπτυχθούν οι μονάδες παραγωγής από ΑΠΕ.
Στην πρώτη αύξηση της ζήτησης, λόγω τουρισμού και καύσωνα, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να επαναλειτουργήσει λιγνιτικές μονάδες, με υψηλό κόστος και, να αυξήσει τις εισαγωγές από τις γειτονικές χώρες, οι οποίες παράγουν την ηλεκτρική ενέργεια από λιγνιτικές μονάδες.
Αυτές οι εξελίξεις, οδήγησαν στον τριπλασιασμό της χονδρικής τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας, αυξήσεις που θα μεταφερθούν στην οικογενειακή κατανάλωση και στις επιχειρήσεις.
Ο αρμόδιος υπουργός σήκωσε τα χέρια δηλώνοντας: Η αγορά λειτουργεί ανταγωνιστικά και ελπίζω να απορροφήσει μέρος της αύξησης.
Νομίζω ότι, εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε τι θα ακολουθήσει.