Το Ναυτικό των ΗΠΑ θέλει να απαλλαγεί από τα σκάφη LCS κλάσης FREEDOM. Αποκαλύπτει ότι θα απαιτηθούν χρόνια για την αποκατάσταση του συστήματος συνδυασμένης μετάδοσης ισχύος (combining gear) σε όλα τα σκάφη του. Κατά τα άλλα, εμείς εδώ στην Ελλάδα εξακολουθούμε να τα διατηρούμε στην τελική λίστα υποψηφίων και ετοιμαζόμαστε να τσακωθούμε για τα καταδρομικά Ticonderoga που όλα δείχνουν πως θα μας “προσφέρουν” οι ΗΠΑ, καθώς τα αποσύρουν λόγω υψηλού κόστους συντήρησης. Και μόνο αυτό θα έφθανε για να αποφανθεί κάθε λογικός, περί της καταλληλότητας τους για το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό.
Από: defence-point.gr
Το USN αποφάσισε τη διακοπή των παραλαβών σκαφών LCS της κλάσης FREEDOM, να αποσύρει τα τέσσερα πρώτα τέτοια σκάφη που εντάχθηκαν σε υπηρεσία, τα οποία όπως έχει ανακοινωθεί απαιτούν εκτεταμένες και υψηλού κόστους αναβαθμίσεις προκειμένου να έρθουν στο ίδιο επίπεδο με τα νεότερα.
Φυσικά, δεν έχει παραλείψει (το Ναυτικό των ΗΠΑ), να επισημάνει επισήμως ότι στην απόφαση του αυτή οδηγήθηκε και λόγω του πολύ υψηλού ετήσιου κόστους υποστήριξης και συντήρησης των FREEDOM, όπως και λόγω του ότι έχει αξιολογήσει την επιβιωσιμότητα των πλοίων χαμηλότερη σε σχέση με άλλα σκάφη παρόμοιου εκτοπίσματος και δυνατοτήτων.
Νέα στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, αποκαλύπτουν ότι υφίσταται και ένας τέταρτος λόγος, πολύ σημαντικός, που πιθανότατα θα οδηγήσει προσεχώς το USN στην πρόωρη απόσυρση περισσότερων σκαφών της κλάσης FREEDOM, αν όχι όλων.
Αυτό υποστηρίζει πρόσφατο δημοσίευμα του αμερικανικού ιστοχώρου “The war zone” που με τη σειρά του επικαλείται συνέντευξη του βοηθού διευθυντή προγράμματος LCS, Howard Berkot, στο USNI News.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις Berkof, η εφαρμογή της λύσης που προτείνεται για την αποτελεσματική και ασφαλή λειτουργία του συστήματος συνδυασμένης μετάδοσης ισχύος (combining gear) από τους κινητήρες ντίζελ και τους αεριοστροβίλους του σκάφους, στους υδροπροωθητές (waterjets) των σκαφών της κλάσης FREEDOM, θα απαιτήσει ως διαδικασία αρκετά χρόνια προκειμένου να εφαρμοστεί σε όλα τα σκάφη της κλάσης.
Επισημαίνεται επίσης ότι και το κόστος της αποκατάστασης του προβλήματος είναι εξαιρετικά υψηλό. Προς το παρόν όλα τα σκάφη της εν λόγω κλάσης που παραμένουν σε υπηρεσία στο USN, επιχειρούν υπό περιορισμούς, αξιοποιώντας δηλαδή είτε ΜΟΝΟ του κινητήρες ντίζελ (ανάπτυξη μέγιστης ταχύτητας 10 έως 12 κόμβων), είτε ΜΟΝΟ τους αεριοστρόβιλους (gas turbines).
O Berkof επίσης δήλωσε στο USNI News: “Η αντικατάσταση των μηχανισμών (bearings) του συστήματος συνδυασμένης μετάδοσης ισχύος, είναι μία εξαιρετικά περίπλοκη διαδικασία. Ο χώρος είναι πολύ περιορισμένος και καταλαμβάνεται από διάφορα άλλα συστήματα και μηχανολογικό εξοπλισμό που πρέπει να απομακρυνθούν προκειμένου να αποκτηθεί η αναγκαία πρόσβαση”.
Ο κύριος ανάδοχος του προγράμματος, Lockheed Martin, μαζί με τον κατασκευαστή του συστήματος συνδυασμένης μετάδοσης ισχύος, τη γερμανική RENK AG, έχουν προτείνει τρεις διαφορετικούς τρόπους αποκατάστασης του προβλήματος. Ο ένας από αυτός προβλέπει για λόγους οικονομίας χρόνου, το κόψιμο (!) του σκάφους στη μέση, προκειμένου να εξασφαλιστεί εύκολη πρόσβαση στο σύστημα!
Στο μοναδικό σκάφος που έχει εφαρμοστεί η τροποποίηση, το USS Minneapolis – St. Paul (LCS-21), o μηχανισμός του combining gear χρειάστηκε να μετακινηθεί με τη χρήση γερανών στο διαμέρισμα αποστολής (mission bay) του σκάφους και κατόπιν να ρυμουλκηθεί προς το πίσω μέρος του, μέσω του υποστέγου του ελικοπτέρου, προκειμένου να βγει από το σκάφος.
Σε ό,τι αφορά στην κάλυψη του (υψηλού όπως αναφέρεται…) κόστους, δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί ποιος θα το επωμιστεί. Προς το παρόν το USN βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με την Lockheed Martin, προκειμένου να καταλήξουν σε συμφωνία για αυτό το φλέγον ζήτημα. Όπως δήλωσε ο Berkof στον ιστοχώρο «DefenseNews», υπάρχει σχετική ρήτρα συνυπευθυνότητας στο συμβόλαιο, σύμφωνα με την οποία το USN και η Lockheed Martin είναι συνυπεύθυνοι για πιθανή υπέρβαση κόστους (δηλαδή πρέπει να μοιραστούν το υπερβάλλον κόστος) ή για πιθανή μείωση κόστους (δηλαδή μοιράζονται το όφελος από το πιθανό μειωμένο κόστος).
To Ναυτικό των ΗΠΑ έχει ήδη ολοκληρώσει μελέτη σχετικά με το εκτιμώμενο κόστος αποκατάστασης των προβλημάτων του συστήματος combining gear για κάθε σκάφος της κλάσης «Freedom». Στην πραγματικότητα, πάντα κατά τις αμερικανικές πηγές, το συνολικό αυτό κόστος είναι που οδήγησε στην απόφαση να αποσυρθούν και τα νεότερα LCS-7 «Detroit» και LCS-9 «Little Rock» πρόωρα, παρά να επισκευαστούν…
Το Κογκρέσο ήδη έχει εγκριθεί η απόσυρση των LCS-1 και LCS-2, ενώ το USN έχει ζητήσει την έγκριση του για τα αποσύρει εντός του 2022, τα LCS-3, LCS-4. LCS-7 και LCS-9).
Σύμφωνα με το «DefenseNews», το κόστος αποκατάστασης των προβλημάτων στα LCS-7 «Detroit» και LCS-9 «Little Rock» θα είναι μεγαλύτερο από τα άλλα σκάφη, καθώς τα δύο αυτά πλοία αντιμετώπισαν αστοχία του συστήματος combining gear εν πλώ, η οποία προκάλεσε επιπρόσθετες ζημιές σε αυτά!
Προς το παρόν έχουν γίνει μόνο δοκιμές εν όρμο στο LCS-21, με την έναρξη των θαλάσσιων δοκιμών να είναι προγραμματισμένη για τον ερχόμενο Σεπτέμβριο. Μέχρι τώρα όσα έχουν γραφεί, είναι απλή μετάφραση όσων εντοπίσαμε στις αμερικανικές πηγές που παραθέτουμε.
Μία απλή ανάγνωση, αποκαλύπτει ότι το Ναυτικό των ΗΠΑ επιθυμεί να ξεφορτωθεί τα σκάφη LCS κλάσης FREEDOM. Δεν το λέει το DPt αυτό. Το λέει ευθέως η φράση του “The war zone”: “The upcoming sea trials for the USS Minneapolis-Saint Paul will likely help determine the fate of the beleaguered littoral combat ship as well as the rest of the Navy’s ill-fated Freedom-class ships, which have yet to prove themselves worthy of their price tags or fulfill even a portion of their hoped-for potential”.
Για να έρθουμε στα δικά μας τώρα, καθίσταται παραπάνω από σαφές ότι η διατήρηση του MMSC/HF2 στη λίστα με τις υποψήφιες φρεγάτες για το Πολεμικό Ναυτικό, προκαλεί πραγματικά πάρα πολλά προβλήματα στην παρούσα κυβέρνηση. Ας πρόεσεχαν βέβαια και ας είχαν επιτρέψει να εξελιχθεί πραγματική διαγωνιστική διαδικασία, ώστε οι απαράβατοι όροι να επέτρεπαν την με συνοπτικές διαδικασίες αποκλεισμό οποιουδήποτε.
Τη στιγμή που δεν υπάρχει καν βεβαιότητα εάν το Ναυτικό των ΗΠΑ επιθυμεί να απαλλαγεί από την κλάση FREEDOM ή όχι, ενώ το Κογκρέσο φαίνεται να καθυστερεί αυτή την εξέλιξη για καθαρά πολιτικούς λόγους, η Ελλάδα και το Πολεμικό Ναυτικό απλά είναι γελοίο ακόμα και να συζητούν την ανάληψη του ρίσκου μίας τέτοιας επιλογής.
Ακόμα πιο γελοίο θα ήταν όμως το επιχείρημα ότι “βάζοντας πλάτη” σε ένα δύσκολο θέμα, θα επαυξήσουμε… γεωπολιτικά την ασφάλεια της χώρας. Πετώντας σκανδαλωδώς από το παράθυρο 5 δισ. ευρώ από το υστέρημα του φορολογούμενου. Γιατί ακόμη και αν οι θαλάσσιες δοκιμές του LCS-21 είναι επιτυχείς, το κόστος της αμερικανικής πρότασης σε σχέση με αυτά που προσφέρει, είναι πραγματικά τεράστιο.
Με άλλα λόγια δεν είναι δυνατόν οι ΗΠΑ να ζητούν 4,3 δισ. δολάρια για τέσσερα σκάφη μαζί με υποστήριξη και όπλα τη στιγμή που η Μαλαισία θα καταβάλει 2,8 δισ. δολάρια για τη ναυπήγηση ΕΞΙ βαρύτερα οπλισμένων, με πλήρεις ανθυποβρυχιακές δυνατότητες και επίπεδο προστασίας (διαμερισματοποιήση για την προστασία προσωπικού και συστημάτων) φρεγάτας, Gowind 3100.
Αν πάμε σε εκτόπισμα λίγο μεγαλύτερο από αυτό του βασικού LCS/MMSC δηλαδή τους 3400 τόνους, θα δούμε ότι οι Αιγύπτιοι, υπέγραψαν συμβόλαιο ύψους 2,3 δισ. ευρώ για την απόκτηση έξι φρεγατών MEKO A200 (εκτόπισμα 3.800 τόνων) στις αρχές Απριλίου του 2019!. Και στα δύο παραδείγματα που προαναφέραμε ΔΕΝ περιλαμβάνονται τα όπλα. Και πάλι όμως μιλάμε για ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΧΑΜΗΛΟΤΕΡΟ κόστος που καλύπτει ΕΞΙ κύριες μονάδες μάχης…
Τα στοιχεία είναι αμείλικτα και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο παρερμηνειών και “στρογγυλέματος”. Η αμερικανική πρόταση με τις MMSC/HF2 ή όπως αλλιώς ονομαστούν τα παράγωγα της κλάσης FREEDOM, ΔΕΝ έχει θέση στη λίστα των υποψήφιων φρεγατών για το Πολεμικό Ναυτικό.
Όσο παραμένει, επειδή οι Ναύαρχοι δεν τολμούν να ζητήσουν ευθέως την απομάκρυνσή της από τη λίστα για να μην δυσαρεστηθούν οι ενδιαφερόμενοι σε Ελλάδα και ΗΠΑ, τόσο μεγαλύτερα προβλήματα στη διαδικασία ορθολογικής επιλογής θα προκαλεί.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν θα έπρεπε να μας απασχολεί ούτε ως συζήτηση το ενδεχόμενο αγοράς τέτοιων πλοίων. Εφόσον βέβαια η Ελλάδα πραγματικά επιθυμεί να συνεχίσει να έχει Πολεμικό Ναυτικό…
Το USN αποφάσισε τη διακοπή των παραλαβών σκαφών LCS της κλάσης FREEDOM, να αποσύρει τα τέσσερα πρώτα τέτοια σκάφη που εντάχθηκαν σε υπηρεσία, τα οποία όπως έχει ανακοινωθεί απαιτούν εκτεταμένες και υψηλού κόστους αναβαθμίσεις προκειμένου να έρθουν στο ίδιο επίπεδο με τα νεότερα.
Φυσικά, δεν έχει παραλείψει (το Ναυτικό των ΗΠΑ), να επισημάνει επισήμως ότι στην απόφαση του αυτή οδηγήθηκε και λόγω του πολύ υψηλού ετήσιου κόστους υποστήριξης και συντήρησης των FREEDOM, όπως και λόγω του ότι έχει αξιολογήσει την επιβιωσιμότητα των πλοίων χαμηλότερη σε σχέση με άλλα σκάφη παρόμοιου εκτοπίσματος και δυνατοτήτων.
Νέα στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, αποκαλύπτουν ότι υφίσταται και ένας τέταρτος λόγος, πολύ σημαντικός, που πιθανότατα θα οδηγήσει προσεχώς το USN στην πρόωρη απόσυρση περισσότερων σκαφών της κλάσης FREEDOM, αν όχι όλων.
Αυτό υποστηρίζει πρόσφατο δημοσίευμα του αμερικανικού ιστοχώρου “The war zone” που με τη σειρά του επικαλείται συνέντευξη του βοηθού διευθυντή προγράμματος LCS, Howard Berkot, στο USNI News.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις Berkof, η εφαρμογή της λύσης που προτείνεται για την αποτελεσματική και ασφαλή λειτουργία του συστήματος συνδυασμένης μετάδοσης ισχύος (combining gear) από τους κινητήρες ντίζελ και τους αεριοστροβίλους του σκάφους, στους υδροπροωθητές (waterjets) των σκαφών της κλάσης FREEDOM, θα απαιτήσει ως διαδικασία αρκετά χρόνια προκειμένου να εφαρμοστεί σε όλα τα σκάφη της κλάσης.
Επισημαίνεται επίσης ότι και το κόστος της αποκατάστασης του προβλήματος είναι εξαιρετικά υψηλό. Προς το παρόν όλα τα σκάφη της εν λόγω κλάσης που παραμένουν σε υπηρεσία στο USN, επιχειρούν υπό περιορισμούς, αξιοποιώντας δηλαδή είτε ΜΟΝΟ του κινητήρες ντίζελ (ανάπτυξη μέγιστης ταχύτητας 10 έως 12 κόμβων), είτε ΜΟΝΟ τους αεριοστρόβιλους (gas turbines).
O Berkof επίσης δήλωσε στο USNI News: “Η αντικατάσταση των μηχανισμών (bearings) του συστήματος συνδυασμένης μετάδοσης ισχύος, είναι μία εξαιρετικά περίπλοκη διαδικασία. Ο χώρος είναι πολύ περιορισμένος και καταλαμβάνεται από διάφορα άλλα συστήματα και μηχανολογικό εξοπλισμό που πρέπει να απομακρυνθούν προκειμένου να αποκτηθεί η αναγκαία πρόσβαση”.
Ο κύριος ανάδοχος του προγράμματος, Lockheed Martin, μαζί με τον κατασκευαστή του συστήματος συνδυασμένης μετάδοσης ισχύος, τη γερμανική RENK AG, έχουν προτείνει τρεις διαφορετικούς τρόπους αποκατάστασης του προβλήματος. Ο ένας από αυτός προβλέπει για λόγους οικονομίας χρόνου, το κόψιμο (!) του σκάφους στη μέση, προκειμένου να εξασφαλιστεί εύκολη πρόσβαση στο σύστημα!
Στο μοναδικό σκάφος που έχει εφαρμοστεί η τροποποίηση, το USS Minneapolis – St. Paul (LCS-21), o μηχανισμός του combining gear χρειάστηκε να μετακινηθεί με τη χρήση γερανών στο διαμέρισμα αποστολής (mission bay) του σκάφους και κατόπιν να ρυμουλκηθεί προς το πίσω μέρος του, μέσω του υποστέγου του ελικοπτέρου, προκειμένου να βγει από το σκάφος.
Σε ό,τι αφορά στην κάλυψη του (υψηλού όπως αναφέρεται…) κόστους, δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί ποιος θα το επωμιστεί. Προς το παρόν το USN βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με την Lockheed Martin, προκειμένου να καταλήξουν σε συμφωνία για αυτό το φλέγον ζήτημα. Όπως δήλωσε ο Berkof στον ιστοχώρο «DefenseNews», υπάρχει σχετική ρήτρα συνυπευθυνότητας στο συμβόλαιο, σύμφωνα με την οποία το USN και η Lockheed Martin είναι συνυπεύθυνοι για πιθανή υπέρβαση κόστους (δηλαδή πρέπει να μοιραστούν το υπερβάλλον κόστος) ή για πιθανή μείωση κόστους (δηλαδή μοιράζονται το όφελος από το πιθανό μειωμένο κόστος).
To Ναυτικό των ΗΠΑ έχει ήδη ολοκληρώσει μελέτη σχετικά με το εκτιμώμενο κόστος αποκατάστασης των προβλημάτων του συστήματος combining gear για κάθε σκάφος της κλάσης «Freedom». Στην πραγματικότητα, πάντα κατά τις αμερικανικές πηγές, το συνολικό αυτό κόστος είναι που οδήγησε στην απόφαση να αποσυρθούν και τα νεότερα LCS-7 «Detroit» και LCS-9 «Little Rock» πρόωρα, παρά να επισκευαστούν…
Το Κογκρέσο ήδη έχει εγκριθεί η απόσυρση των LCS-1 και LCS-2, ενώ το USN έχει ζητήσει την έγκριση του για τα αποσύρει εντός του 2022, τα LCS-3, LCS-4. LCS-7 και LCS-9).
Σύμφωνα με το «DefenseNews», το κόστος αποκατάστασης των προβλημάτων στα LCS-7 «Detroit» και LCS-9 «Little Rock» θα είναι μεγαλύτερο από τα άλλα σκάφη, καθώς τα δύο αυτά πλοία αντιμετώπισαν αστοχία του συστήματος combining gear εν πλώ, η οποία προκάλεσε επιπρόσθετες ζημιές σε αυτά!
Προς το παρόν έχουν γίνει μόνο δοκιμές εν όρμο στο LCS-21, με την έναρξη των θαλάσσιων δοκιμών να είναι προγραμματισμένη για τον ερχόμενο Σεπτέμβριο. Μέχρι τώρα όσα έχουν γραφεί, είναι απλή μετάφραση όσων εντοπίσαμε στις αμερικανικές πηγές που παραθέτουμε.
Μία απλή ανάγνωση, αποκαλύπτει ότι το Ναυτικό των ΗΠΑ επιθυμεί να ξεφορτωθεί τα σκάφη LCS κλάσης FREEDOM. Δεν το λέει το DPt αυτό. Το λέει ευθέως η φράση του “The war zone”: “The upcoming sea trials for the USS Minneapolis-Saint Paul will likely help determine the fate of the beleaguered littoral combat ship as well as the rest of the Navy’s ill-fated Freedom-class ships, which have yet to prove themselves worthy of their price tags or fulfill even a portion of their hoped-for potential”.
Για να έρθουμε στα δικά μας τώρα, καθίσταται παραπάνω από σαφές ότι η διατήρηση του MMSC/HF2 στη λίστα με τις υποψήφιες φρεγάτες για το Πολεμικό Ναυτικό, προκαλεί πραγματικά πάρα πολλά προβλήματα στην παρούσα κυβέρνηση. Ας πρόεσεχαν βέβαια και ας είχαν επιτρέψει να εξελιχθεί πραγματική διαγωνιστική διαδικασία, ώστε οι απαράβατοι όροι να επέτρεπαν την με συνοπτικές διαδικασίες αποκλεισμό οποιουδήποτε.
Τη στιγμή που δεν υπάρχει καν βεβαιότητα εάν το Ναυτικό των ΗΠΑ επιθυμεί να απαλλαγεί από την κλάση FREEDOM ή όχι, ενώ το Κογκρέσο φαίνεται να καθυστερεί αυτή την εξέλιξη για καθαρά πολιτικούς λόγους, η Ελλάδα και το Πολεμικό Ναυτικό απλά είναι γελοίο ακόμα και να συζητούν την ανάληψη του ρίσκου μίας τέτοιας επιλογής.
Ακόμα πιο γελοίο θα ήταν όμως το επιχείρημα ότι “βάζοντας πλάτη” σε ένα δύσκολο θέμα, θα επαυξήσουμε… γεωπολιτικά την ασφάλεια της χώρας. Πετώντας σκανδαλωδώς από το παράθυρο 5 δισ. ευρώ από το υστέρημα του φορολογούμενου. Γιατί ακόμη και αν οι θαλάσσιες δοκιμές του LCS-21 είναι επιτυχείς, το κόστος της αμερικανικής πρότασης σε σχέση με αυτά που προσφέρει, είναι πραγματικά τεράστιο.
Με άλλα λόγια δεν είναι δυνατόν οι ΗΠΑ να ζητούν 4,3 δισ. δολάρια για τέσσερα σκάφη μαζί με υποστήριξη και όπλα τη στιγμή που η Μαλαισία θα καταβάλει 2,8 δισ. δολάρια για τη ναυπήγηση ΕΞΙ βαρύτερα οπλισμένων, με πλήρεις ανθυποβρυχιακές δυνατότητες και επίπεδο προστασίας (διαμερισματοποιήση για την προστασία προσωπικού και συστημάτων) φρεγάτας, Gowind 3100.
Αν πάμε σε εκτόπισμα λίγο μεγαλύτερο από αυτό του βασικού LCS/MMSC δηλαδή τους 3400 τόνους, θα δούμε ότι οι Αιγύπτιοι, υπέγραψαν συμβόλαιο ύψους 2,3 δισ. ευρώ για την απόκτηση έξι φρεγατών MEKO A200 (εκτόπισμα 3.800 τόνων) στις αρχές Απριλίου του 2019!. Και στα δύο παραδείγματα που προαναφέραμε ΔΕΝ περιλαμβάνονται τα όπλα. Και πάλι όμως μιλάμε για ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΧΑΜΗΛΟΤΕΡΟ κόστος που καλύπτει ΕΞΙ κύριες μονάδες μάχης…
Τα στοιχεία είναι αμείλικτα και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο παρερμηνειών και “στρογγυλέματος”. Η αμερικανική πρόταση με τις MMSC/HF2 ή όπως αλλιώς ονομαστούν τα παράγωγα της κλάσης FREEDOM, ΔΕΝ έχει θέση στη λίστα των υποψήφιων φρεγατών για το Πολεμικό Ναυτικό.
Όσο παραμένει, επειδή οι Ναύαρχοι δεν τολμούν να ζητήσουν ευθέως την απομάκρυνσή της από τη λίστα για να μην δυσαρεστηθούν οι ενδιαφερόμενοι σε Ελλάδα και ΗΠΑ, τόσο μεγαλύτερα προβλήματα στη διαδικασία ορθολογικής επιλογής θα προκαλεί.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν θα έπρεπε να μας απασχολεί ούτε ως συζήτηση το ενδεχόμενο αγοράς τέτοιων πλοίων. Εφόσον βέβαια η Ελλάδα πραγματικά επιθυμεί να συνεχίσει να έχει Πολεμικό Ναυτικό…