Από: analyst.gr - Βασίλης Βιλιάρδος
Άποψη
Εισαγωγικά, έχουμε ήδη αναφερθεί στο θέμα του στασιμοπληθωρισμού που προβλέπεται μακροπρόθεσμα (ανάλυση) – ενώ έχουμε ερμηνεύσει με απλά λόγια το εάν θα προκληθεί ή όχι πληθωρισμός μεσοπρόθεσμα, ο οποίος δεν εξαρτάται τόσο από την ποσότητα χρήματος και από την ταχύτητα κυκλοφορίας του, όσο από τον ανοδικό σπειροειδή κύκλο «μισθών-τιμών-μισθών» (ανάλυση). Όπως αναφέραμε για την ταχύτητα κυκλοφορίας χρήματος,
«Η αύξηση της ποσότητας χρήματος στις Η.Π.Α., συνοδεύθηκε από την κατάρρευση της ταχύτητας κυκλοφορίας του (ταχύτητα χρήματος = ΑΕΠ ./. ποσότητα χρήματος Μ2) – γεγονός που σημαίνει πως τα νέα χρήματα που δημιουργούνται, είτε οδηγούνται στο εξωτερικό για εισαγωγές αγαθών που δεν παράγουν οι Η.Π.Α., είτε αποθηκεύονται κάπου, όπως στα χρηματιστήρια, αντί να ανταλλάσσονται με προϊόντα και με υπηρεσίες που παράγονται στην εγχώρια αγορά» (πηγή).
Για το 2021 οι προβλέψεις σε σχέση με τον πληθωρισμό, με την άνοδο των τιμών καλύτερα, είναι 5% στις Η.Π.Α. όπου όμως άρχισαν να αυξάνονται οι μισθοί, 3% κατά μέσον όρο στην ΕΕ, περί το 4,5% στη Γερμανία και 3% στην Ελλάδα – η οποία, έως το πρώτο τρίμηνο του έτους, ήταν η μοναδική χώρα της Ευρώπης που συνέχιζε να είναι βυθισμένη στον αποπληθωρισμό.
Εν προκειμένω, με δεδομένο το ότι ο αποπληθωρισμός στην Ελλάδα λειτουργούσε κατά κάποιον τρόπο ενισχυτικά στην ύφεση, ο πληθωρισμός και ειδικά ο ανεπίσημος που ασφαλώς είναι κατά πολύ υψηλότερος, ειδικά στα βασικά αγαθά και στην ενέργεια, θα λειτουργήσει θετικά στην ανάκαμψη – γεγονός που, μαζί με τις εξελίξεις στον τουρισμό και τις νέες δαπάνες με δανεικά, εξηγεί την αναθεώρηση του ρυθμού ανάκαμψης εκ μέρους μας, από το 4,5% που προβλέπαμε στις αρχές του έτους, στο 7,5% έως 8,5% (ανάλυση).
Φυσικά δεν πρόκειται για κάτι ιδιαίτερα θετικό, αφού στην ουσία το ΑΕΠ μας, εφόσον βέβαια επαληθευθούν οι προβλέψεις, θα επιστρέψει στα επίπεδα του 2019 – με την Ελλάδα όμως φτωχότερη κατά περίπου 35 δις € από τα ελλείμματα που προκάλεσε η κυβέρνηση για να καλύψει τα αχρείαστα lockdowns, με το δανεισμό της χώρας κατά 41 δις € υψηλότερο, με το δημόσιο χρέος στα 387,3 δις € τέλη Ιουνίου, με το κόκκινο ιδιωτικό σε επίπεδα μοναδικά στην παγκόσμια ιστορία κοκ.
Το μεγάλο πρόβλημα τώρα είναι οι τιμές της ενέργειας που θυμίζουν τη δεκαετία του 1970, με τις πετρελαϊκές κρίσεις – με κατάληξη της το στασιμοπληθωρισμό. Εν προκειμένω, το φυσικό αέριο εκτοξεύθηκε σε τιμές ρεκόρ, έχοντας αυξηθεί πάνω από 90%, το πετρέλαιο παρουσίασε άνοδο κατά περίπου 29%, ενώ το βασικότερο είναι η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος – η οποία διαπραγματεύεται στο χρηματιστήριο ενέργειας, υπενθυμίζοντας πως είμαστε κάθετα αντίθετοι κατά την ψήφιση του εν λόγω νομοσχεδίου, με βασικό κριτήριο τη πτώχευση της Καλιφόρνιας από την Enron.
Είμαστε επίσης εναντίον της απολιγνιτοποίησης που τώρα θα δουν πόσο θα τους κοστίσει οι Έλληνες – πόσο θα πληρώσουν δηλαδή το πέταγμα από το παράθυρο άνω των 230 δις € αποθεμάτων λιγνίτη. Εν προκειμένω, όταν η κυβέρνηση απαξιώνει το λιγνίτη και μετατρέπει τη ΔΕΗ από παραγωγική επιχείρηση σε χονδρεμπορική, αυξάνοντας στα ύψη την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας, δεν είναι ανόητο να κατηγορεί για τις αυξήσεις του ρεύματος τις διακυμάνσεις των τιμών ενέργειας στις διεθνείς αγορές; Πάντοτε άλλοι φταίνε και ποτέ εμείς;
Σε κάθε περίπτωση, η τιμή του ηλεκτρικού σχεδόν διπλασιάσθηκε, ενώ ο μέσος όρος των αυξήσεων στα τρόφιμα, στα φρούτα και στα λαχανικά, υπολογίζεται στο 8% διεθνώς – χωρίς όμως να έχουν μεταφερθεί ακόμη σε αυτά οι αυξήσεις του ρεύματος. Ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας ακρίβειας που προστέθηκε είναι η άνοδος των ναύλων, με τα μεταφορικά ενός Container από την Κίνα να έχουν πενταπλασιαστεί εντός ενός έτους – γεγονός θανατηφόρο για μία παρασιτική και μη παραγωγική οικονομία, όπως έχουν καταντήσει την Ελλάδα οι κυβερνήσεις της.
Η κυβέρνηση βέβαια δεν θα αποπληθωρίσει το ΑΕΠ κατά τα παραπάνω ποσοστά, δεν θα αφαιρέσει δηλαδή την πραγματική άνοδο των τιμών των τροφίμων που ίσως φτάσει στην Ελλάδα στο 30%, της βενζίνης, του ηλεκτρικού ρεύματος κοκ. που θα μειώσουν κατακόρυφα κυρίως την αγοραστική αξία μισθών και συντάξεων, αλλά μόνο κατά το 3% – οπότε είναι εύλογη η επί πλέον άνοδος του ΑΕΠ που όμως δεν θα ωφελήσει καθόλου τους Πολίτες.
Εκτός αυτού, η άνοδος του ΑΕΠ θα είναι μεγαλύτερη στην Ελλάδα συγκριτικά με άλλες χώρες, επειδή αφενός ήταν η μοναδική που είχε αποπληθωρισμό, αφετέρου λόγω του ότι θα έχει την ισχυρότερη άνοδο των τιμών – ως αποτέλεσμα της μη εύρυθμης ανταγωνιστικής λειτουργίας της ελεύθερης αγοράς εξαιτίας των καρτέλ και της ολιγοπωλιακής δομής της, του κατεστραμμένου παραγωγικού μας ιστού από τα μνημόνια κοκ. Εν τούτοις, θα πρόκειται για μία ψευδαίσθηση, για μία ουτοπία – αφού θα αφορά μόνο τους αριθμούς και όχι τους ανθρώπους.
Στα πλαίσια αυτά, οι δηλώσεις της κυβέρνησης περί μέτρων στήριξης των Πολιτών απέναντι στις αυξήσεις των τιμών, δημιουργούν πολλές ανησυχίες – έχοντας την άποψη πως αυτό που την ενδιαφέρει είναι να μη ζητήσουν αυξήσεις μισθών οι εργαζόμενοι, οπότε να μην τεθεί σε λειτουργία το πληθωριστικό σπιράλ. Ακόμη όμως και να μην είναι έτσι, είναι επικίνδυνη η συνέχιση του δανεισμού, για τη χρηματοδότηση επί πλέον μέτρων – πόσο μάλλον όταν το 2020 δαπανήθηκαν με δανεικά 24 δις € χωρίς να αποφευχθεί η ύφεση, το 2021 πάνω από 16 δις € για να επανέλθει το ΑΕΠ στα επίπεδα του 2019 και μόλις ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε καινούργια μέτρα στη ΔΕΘ – ισχυριζόμενος πως θα δώσει στη μεσαία τάξη ότι της πήρε η προηγούμενη κυβέρνηση.
Είναι λογικό όμως να τα δώσει με δανεικά; Δεν θα πληρώσει αυτά τα νέα δανεικά στο πολλαπλάσιο η μεσαία τάξη, μαζί με τους τόκους τους, αφού η ανώτατη δεν πληρώνει τίποτα και η κατώτερη δεν έχει; Δεν θα ζητηθούν ανταλλάγματα από τους δανειστές, όπως το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, η επιτάχυνση των πλειστηριασμών της ιδιωτικής, ενδεχομένως παραχωρήσεις στην Τουρκία κοκ.; Δεν γνωρίζουμε πως όσο εξαρτάται από δανεικά η Ελλάδα και δεν παράγει πλούτο θα βουλιάζει; Τίποτα δεν έχουμε μάθει από τις σπατάλες της περιόδου 2004/09 και από τα μνημόνια; Τι θα έπρεπε να κάνει η κυβέρνηση; Να μην είχε κλειδώσει καθόλου την οικονομία και να στήριζε την παραγωγή, ιδιαίτερα τον πρωτογενή τομέα, αντί την κατανάλωση – οπότε θα ήταν σήμερα σε θέση να ανταπεξέλθει πολύ καλύτερα με τα νέα προβλήματα.
Ολοκληρώνοντας, αυτό που θα έπρεπε να μας τρομάζει, είναι οι επιπτώσεις των αυξήσεων των τιμών της ενέργειας στα τρόφιμα – όπου κυριολεκτικά προβλέπεται μία επισιτιστική κρίση σε παγκόσμιο επίπεδο. Ήδη οι αυξήσεις στα λιπάσματα και στις ζωοτροφές είναι πολύ μεγάλες, όπως είχαμε προειδοποιήσει πολλούς μήνες πριν, χωρίς να εισακουσθούμε – ενώ ο καύσωνας στην Ελλάδα κατέστρεψε σοδειές και οι προβλεπόμενες πλημμύρες λόγω των πυρκαγιών θα έχουν επίσης σοβαρές συνέπειες.
Σημείωση: Η άνοδος του ΑΕΠ κατά 16,2% του 2ου τριμήνου, προήλθε κυρίως από την άνοδο της ιδιωτικής και δημόσιας κατανάλωσης κατά 12,1% που αποτελεί το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του ΑΕΠ μας – πάντοτε σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2020. Η κατανάλωση δε αυτή χρηματοδοτήθηκε με εμπορικό έλλειμμα – αυξάνοντας έτσι το εξωτερικό μας χρέος.