Από: menshouse.gr
Εφάμιλλος αυτών των δύο, σε έναν άλλο τομέα τυχερών παιγνίων, αυτό των κουλοχέρηδων, αναδείχτηκε ο Αμερικανός Τόμι Γκλεν Καρμάικλ, ο οποίος βέβαια είχε μια βασική διαφορά από τους τζογαδόρους που έστρεφαν υπέρ τους τις πιθανότητες. Ο Καρμάικλ δεν άφηνε καμία… πιθανότητα στη χασούρα – ήταν δεδομένο ότι από τη στιγμή που θα έπαιρνε θέση μπροστά στον επονομαζόμενο «ληστή» θα τον λήστευε κανονικά και θα έφευγε πάντα με γεμάτες τις τσέπες από τα καζίνο. Μέσω αυτής της ικανότητας συντήρησε επί σειρά ετών ένα πανάκριβο lifestyle, αποκτώντας δύο μεγάλα σπίτια, πολυτελή αυτοκίνητα, ανοίγοντας ακόμα και δικό του ενεχυροδανειστήριο.
Το τίμημα ωστόσο στην περίπτωση του ήταν βαρύ, αφού η μεγάλη επιτυχία του τράβηξε την προσοχή του FBI και εκτός από τη φυλάκιση επιβαρύνθηκε και με κατάσχεση της περιουσίας του. Σε ένα πιο… δίκαιο κόσμο βέβαια τίποτα τέτοιο δεν θα είχε συμβεί, αφού ο άνθρωπος που μετέτρεψε τα φρουτάκια σε… ΑΤΜ ήταν απλώς πιο ευφυής από τους κατασκευαστές των μηχανών και πάντα ένα βήμα μπροστά στις τεχνολογικές εξελίξεις. Κάθε φορά που η τεχνολογία αναβαθμιζόταν, εκείνος ανέπτυσσε τα δικά του εργαλεία και προσάρμοζε ανάλογα τις μεθόδους του ώστε να είναι πάντα κερδοφόρες. Από την αρχή έως το τέλος της δράσης του παρέμεινε «ανίκητος» και χάρη στη δική του εφευρετικότητα οι σημερινοί κουλοχέρηδες έχουν πια «δρακόντεια» μέτρα ασφάλειας.
Γεννηθείς το 1950 στην Οκλαχόμα, ο Τόμι Γκλεν Καρμάικλ ανέπτυξε από τα παιδικά του χρόνια μεγάλο ενδιαφέρον για τα ηλεκτρονικά και τη δεκαετία του 1980 άνοιξε επιχείρηση εμπορίας και επισκευής τηλεοράσεων. Τα πρώτα χρόνια η επιχείρηση του είχε μεγάλη επιτυχία, αλλά η άνοδος του ανταγωνισμού, σε συνδυασμό με κάποια προσωπικά προβλήματα, περιόρισε σταδιακά τα κέρδη του στο ελάχιστο. Την εποχή που έπαιρνε το τρίτο διαζύγιό του και είχε την υποχρέωση να πραγματοποιεί κοινωφελή εργασία, λόγω ποινής που του είχε επιβληθεί για κατοχή ναρκωτικών στο παρελθόν, ο Καρμάικλ είχε φτάσει σε τέλμα σε οικονομικό επίπεδο.
Η αντάμωση που του άλλαξε τη ζωή
Σε εκείνο το timing η συνάντηση με έναν φίλο του από τα μαθητικά του χρόνια αποτέλεσε εφαλτήριο «εκτόξευσης». Όταν ο παλιός συμμαθητής του, Ρέι Μινγκ, τον επισκέφτηκε το 1980 στην Οκλαχόμα για να τον δει, του επεφύλασσε μια έκπληξη στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου του. «Άνοιξε το και αυτό που θα βρεις μέσα θα σου αλλάξει τη ζωή», του είπε.
Στο χώρο αποσκευών ήταν ένας κουλοχέρης-μινιατούρα, που είχε όμως πραγματικό μηχανισμό. Δίπλα του ήταν και ένα εργαλείο των κλεφτών των κουλοχέρηδων, που ονομάζεται «Top-Bottom Joint», δηλαδή «Σύνδεσμος Πάνω-και-Κάτω».
Οι μηχανισμοί και τα ηλεκτρονικά κυκλώματα ήταν το φόρτε του Καρμάικλ από τότε που άρχισε να καταπιάνεται με τις επισκευές τηλεοράσεων. Ήταν το πεδίο στο οποίο διέπρεπε και η επίσκεψη του Μινγκ είχε πάνω του την αντανάκλαση ενός καλέσματος της μοίρας.
Χωρίς χρονοτριβή, ο Τόμι πήρε τον κουλοχέρη και τον έκανε βίδες για να καταλάβει πως λειτουργεί και πώς θα μπορούσε να αξιοποιήσει αυτό το εργαλείο. Μετά από αμέτρητες ώρες δοκιμών, ένιωθε έτοιμος να δοκιμάσει την τεχνική του σε πραγματικές συνθήκες.
Το εργαλείο Top-Bottom Joint ήταν χωρισμένο σε δύο μέρη. Το ένα έμπαινε από μια σχισμή του κουλοχέρη κάτω αριστερά και έφτανε να ακουμπήσει σε συγκεκριμένα σημεία πάνω στην ηλεκτρονική πλακέτα. Το άλλο έμπαινε από την θυρίδα υποδοχής των κερμάτων και ακουμπώντας στο σωστό σημείο ταυτόχρονα με το κάτω σύρμα έκλεινε το κύκλωμα, δίνοντας έτσι την εντολή να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός απονομής κερδών.
Η κότα με τα χρυσά αυγά
Όταν ο Καρμάικλ χρησιμοποιούσε αυτό το εργαλείο, τα καζίνο ακόμα δεν είχαν κάμερες παρακολούθησης των παικτών, όπως συμβαίνει σήμερα. Την πρώτη φορά που δοκίμασε τη μέθοδό του ο Καρμάικλ, κέρδισε 35 δολάρια σε λίγα λεπτά, με το μικρότερο δυνατό ποντάρισμα του ενός σεντ. Ενθουσιάστηκε και φυσικά δε σταμάτησε εκεί. Μέσα σε λίγες μέρες κατάφερε να αποσπάσει 10.000 δολάρια από διάφορα καζίνο της περιοχής. Αυτό ήταν. Για τα επόμενα χρόνια, οι κουλοχέρηδες του Λας Βέγκας θα… στέναζαν από τις «δεξιότητες» του Τόμι, ο οποίος σε μια καλή μέρα, με πολλές ώρες δουλειάς, μπορούσε να βγάλει έως και 3.000 δολάρια!
Το πιο επικίνδυνο κομμάτι της δουλειάς για τον Καρμάικλ ήταν να διαφύγει της προσοχής των ανθρώπων των καζίνο. Να κάνει τα κόλπα του χωρίς να γίνει αντιληπτός και να μοιάζει με έναν απλά τυχερό παίκτη κατά την πληρωμή των κερδών του στα ταμεία. Για περίπου 5 χρόνια αυτό ήταν σχετικά safe. Κάποια στιγμή όμως οι αρχές συνέλαβαν κάποιους χρήστες της μεθόδου top-bottom joint και οι κατασκευαστές ενημερώθηκαν. Έτσι έβαλαν στους κουλοχέρηδες ένα σύστημα άμυνας, το οποίο μπορούσε να ανιχνεύσει τη χρήση αυτού του εργαλείου και αμέσως έσβηνε το μηχάνημα.
Σιγά-σιγά όλα τα καζίνο αναβάθμισαν τα παιχνίδια τους με το νέο σύστημα, αναγκάζοντας τον Καρμάικλ να αναζητά μικρά καζίνο με τα παλιά φρουτάκια. Ακόμα και σε αυτά όμως είχε πέσει «σύρμα» και άρχισαν να παρατηρούν περισσότερο τους παίκτες. Σε ένα εξ αυτών τον είδαν να φέρεται περίεργα και τον συνέλαβαν με τα εργαλεία πάνω του. Το κατηγορητήριο δεν τον διέκρινε από ένα κοινό απατεώνα και το δικαστήριο εξάντλησε την αυστηρότητά του: ποινή πενταετούς φυλάκισης.
Στη φυλακή ο Καρμάικλ γνώρισε έναν «συνάδελφό» του, ονόματι Μάικλ Μπαλσάμο, ο οποίος είχε τον ίδιο τρόπο να κερδίζει χρήματα. Όπως ήταν επόμενο, «κόλλησαν» και συμφώνησαν να συνεργαστούν μετά την αποφυλάκισή τους. Ο Καρμάικλ βγήκε από τη φυλακή το 1987 με περιοριστικούς όρους που τον υποχρέωναν να μείνει στο σπίτι του στην Οκλαχόμα και να δηλώνει παρουσία κάθε μήνα στον υπεύθυνο της αναστολής του. Ο ίδιος όμως θα έπρεπε να μένει στο Λας Βέγκας για να επανεκκινήσει την «καριέρα» του. Η λύση για αυτό ήταν να κάνει deal με έναν τοπικό εργολάβο στην Οκλαχόμα, ώστε να του κόβει μισθό εικονικά, σα να δουλεύει εκεί. Όποτε έπρεπε να παρουσιαστεί στον υπεύθυνο αναστολής, έπαιρνε το αεροπλάνο από το Βέγκας και επέστρεφε στην Οκλαχόμα προκειμένου να φαίνεται ότι τηρεί τους όρους της αναστολής.
Η πατέτα της πατέντας
Έπρεπε βέβαια να αναπτύξει νέα εργαλεία για να κερδίσει τα φρουτάκια της νέας τεχνολογίας. Έτσι, ξεκίνησε να επισκέπτεται τους κατασκευαστές, στους οποίους παρουσιαζόταν σαν υποψήφιος αγοραστής και ζητούσε να δει τα μηχανήματα από μέσα! Διαπίστωσε ότι χρειάζεται να αγοράσει ένα για να μπορέσει να το λύσει και να καταλάβει πώς δουλεύει. Σήμερα η αγορά των κουλοχέρηδων δεν επιτρέπεται, τότε όμως ήταν κάτι απολύτως νόμιμο.
Για να αποκομίσουν τα 1000 δολάρια που χρειάζονταν για την αγορά, ο Καρμάικλ συνεργάστηκε με τον Μπαλσάμο – που επίσης είχε αποφυλακιστεί – ώστε να εντοπίσουν καζίνο που είχαν ξεμείνει με παλιά φρουτάκια και μπορούσε να δουλέψει η μέθοδός τους. Τα κατάφεραν και αφού ο Καρμάικλ έκανε φύλλο και φτερό το αναβαθμισμένο μηχάνημα, βρήκε και πάλι το αδύναμο σημείο του. Ήταν ο μετρητής των νομισμάτων που δίνονται ως κέρδος στον παίκτη.
Δουλειά του Καρμάικλ ήταν να φτιάξει ένα καινούργιο εργαλείο που θα είχε τη δυνατότητα να φτάσει σε αυτόν τον μετρητή και να τον βραχυκυκλώσει. Ο ίδιος το ονόμασε «The Slider», κάτι σαν «το εργαλείο που γλιστράει», ωστόσο στον χώρο των κλεφτών των κουλοχέρηδων έγινε γνωστό ως «Η πατούσα της Μαϊμούς» («The Monkey Paw»). Με αυτό τον τρόπο μπορούσε να κάνει τον κουλοχέρη να μοιράζει πολύ περισσότερα κέρδη από όσα κατέγραφε ότι έδινε και να κερδίζει περίπου 1000 δολάρια την ώρα!
Η επόμενη τριετία κύλησε κατ’ ευχήν για τους δύο συνεργάτες, που σάρωσαν στα καζίνο του Βέγκας αποκομίζοντας τεράστια κέρδη. Το 1990 όμως τα καζίνο αντέδρασαν. Αρχίζουν να τοποθετούν κάμερες και συστήματα παρακολούθησης των παικτών, με αποτέλεσμα ο Κορμάικλ να γίνει αντιληπτός ένα βράδυ από τους υπεύθυνος ασφαλείας του καζίνο. Κάλεσαν τους ειδικούς πράκτορες (agents) που υπάρχουν στις ΗΠΑ για αυτό το σκοπό (!) και ο στόχος τους τέθηκε υπό παρακολούθηση όλο το 24ωρο. Ο Τόμι τους είδε ένα βράδυ έξω από το σπίτι του και έλαβε τα μέτρα του. Άλλαξε σπίτι και νοίκιασε άλλο με ψεύτικο όνομα και προσπάθησε να είναι πιο διακριτικός.
Λίγους μήνες αργότερα τα καζίνο επινόησαν ένα νέο μέτρο ασφάλειας στους κουλοχέρηδες, το οποίο έκανε το Slider του Καρμάικλ εντελώς άχρηστο. Ήταν ένας αισθητήρας με φωτοκύτταρο που αντικαθιστούσε τους μηχανικούς διακόπτες. Ο Καρμάικλ όμως δεν πτοήθηκε ούτε απ’ αυτή την… αναποδιά. Σε σύντομο χρονικό διάστημα είχε ξανά έτοιμη την «απάντηση» του: ήταν «Το μαγικό ραβδί με το φωτάκι» («The Light Wand»), όπως το ονόμασε. Ένα εργαλείο με ένα φωτάκι στην άκρη του, που έμπαινε μπροστά στον μετρητή και τον έκανε να μην αναγνωρίζει και να μην καταγράφει τα κέρματα που περνούσαν για να δοθούν στον παίκτη που κέρδισε.
Τον πρόδωσαν οι… κακές παρέες
Αυτή τη φορά ο Καρμάικλ δεν είδε την ιδέα του μόνο ως αρπαχτή, αλλά και ως «επιχείρηση». Άρχισε να κατασκευάζει σωρηδόν Light Wand και να τα πουλάει σε άλλους που αναζητούσαν έναν εύκολο τρόπο να βγάλουν χρήματα. Το περιθώριο κέρδους του ήταν ανεπανάληπτο. Η κατασκευή του εργαλείου του κόστιζε το πολύ 2 δολάρια και πουλούσε έκαστο για 12.000 δολάρια!
Μετά και απ’ αυτό οι δουλειές πήγαιναν καλύτερα από ποτέ και οι σειρήνες της μεγάλης ζωής τον συνεπήραν. Η δουλειά, δουλειά όμως… Όταν στα χέρια της ασφάλειας των καζίνο έπεσαν Light Wands από τις αδέξιες κινήσεις μικρο-απατεώνων που είχαν ως αποτέλεσμα να κολλήσουν μέσα στο μηχάνημα, οι κατασκευαστές των μηχανημάτων προσέθεσαν μία νέα καινοτομία (χρονοκαθυστέρηση στον διακόπτη), ώστε να αχρηστεύσουν το Light Wand. Βούτυρο στο ψωμί του Καρμάικλ, ο οποίος πρόσθεσε απλά έναν διακόπτη στο Light Wand για να «ξεγελάει» την χρονοκαθυστέρηση και να συνεχίσει να «αρμέγει» τους κουλοχέρηδες.
«Ήταν για εμάς σαν ένα κινητό, ανεξάντλητο ΑΤΜ. Όποτε θέλαμε να πάμε διακοπές, πηγαίναμε και απλά σηκώναμε λεφτά», έχει πει ο Τόμι Καρμάικλ για εκείνη την εποχή.
Η «ζημιά» έγινε τελικά μέσω του Μπαλσάμο, ο οποίος μετά από μια μοναχική «καριέρα» ξαναμπήκε στη ζωή του Τόμι το 1999 και παίρνοντας το Light Wand, άρχισε να ταξιδεύει σε καζίνο σε όλη τη χώρα. Ήταν όμως απρόσεκτος και η περιοδεία του είχε ημερομηνία λήξης στο τρίμηνο, όταν και συνελήφθη. Η υπόθεση φτάνει στο FBI και ξεκινάει μια έρευνα σε βάθος. Η τεχνολογία που τόσο είχε βοηθήσει τον Καρμάικλ τώρα τον είχε «προδώσει», εξαιτίας της κινητής τηλεφωνίας. Μέσα από τα τηλεφωνήματα του Μπαλσάμο, οι Αρχές φτάνουν και στον Τόμι, αλλά αυτή τη φορά έχουν μάθει από το λάθος τους.
Το FBI συνεργάζεται με την επιτροπή παιγνίων της Νεβάδα και αντί να συλλάβουν τον Καρμάικλ, βάζουν κοριό στο τηλέφωνό του και τον παρακολουθούν διακριτικά. Δεν τον συλλαμβάνουν ούτε όταν τον εντοπίζουν να κάνει χρήση του τελευταίου εργαλείου του, του επονομαζόμενου «Tongue» (δηλαδή, η γλώσσα), με το οποίο ο Κορμάικλ αντιπαρέρχεται άλλη μία αναβάθμιση των κουλοχέρηδων, εκμεταλλευόμενος μια τεχνική αδυναμία στην καταμέτρηση των κερμάτων που μπαίνουν στο μηχάνημα.
Τον καταγράφουν να επικοινωνεί με συνεργάτες, να μιλάει για το νέο του εργαλείο και τα σχέδιά του. Τον παρακολουθούν όσο το δοκιμάζει και τον άφησαν να κερδίσει χρήματα για να μαζέψουν αρκετά στοιχεία εναντίον του. Με την αλλαγή της χιλιετίας, το 2000, ο Καρμάικλ πήγε στην άλλη άκρη των Ηνωμένων Πολιτειών, στην Ατλάντικ Σίτι που βρίσκεται στην Ανατολική Ακτή, για να… δουλέψει στα καζίνο της περιοχής.
Η τελευταία απόπειρα
Εκεί όμως του την είχαν στημένη. Λίγο αφού ξεκίνησε να χρησιμοποιεί το τελευταίο του εργαλείο, οι πράκτορες του FBI των συνέλαβαν χωρίς να μπορεί να αντιδράσει, έχοντας πλέον μαζέψει αρκετά στοιχεία για να καταδικαστεί. Το 2000, ο άνθρωπος που στέρησε αμέτρητες ώρες ύπνου από τους κατασκευαστές κουλοχέρηδων και τους υπεύθυνους συστημάτων ασφαλείας των καζίνο, βρίσκεται… επιτέλους στα χέρια της δικαιοσύνης και με τα στοιχεία εναντίον του να είναι πλέον αδιάσειστα, υποχρεώνεται να δηλώσει ένοχος.
Ο Καρμάικλ συνεργάζεται με τις αρχές και συμφωνεί να παρουσιάσει όλες του τις τεχνικές, τα εργαλεία και τις γνώσεις του και έτσι το δικαστήριο τον αντιμετωπίζει με επιείκεια και του επιβάλλει ποινή φυλάκισης μόλις 11 μηνών.
Σήμερα οι κουλοχέρηδες είναι πλέον σαν υπολογιστές και οι τεχνικές του Καρμάικλ δεν μπορούν να έχουν καμία εφαρμογή. Όσο καιρό λειτούργησαν απέφεραν πολλά εκατομμύρια στον Καρμάικλ, ο οποίος όμως τα έχασε σχεδόν όλα, αφού τα περιουσιακά του στοιχεία κατασχέθηκαν με τη σύλληψή του.
Το όνομα του Τόμι Γκλεν Καρμάικλ βρίσκεται από το 2003 στο Black Book της Νεβάδα, τη λίστα με τα άτομα που δεν γίνονται δεκτά σε κανένα καζίνο της πολιτείας. Ο Καρμάικλ προσπάθησε με νύχια και με δόντια να αποφύγει την εισαγωγή του σε αυτή τη λίστα, αλλά βάσει της τεχνογνωσίας και του ποινικού μητρώου του ήταν αδύνατο να το πετύχει.
Για να αποδείξει μάλιστα ότι άλλαξε κατασκεύασε πρόσφατα ένα σύστημα ασφάλειας για τους κουλοχέρηδες, το οποίο ονόμασε «The Protector». Ο ίδιος υποστηρίζει ότι τα καζίνο και οι κατασκευαστές κουλοχέρηδων τον φοβήθηκαν και δεν δέχτηκαν ούτε να δοκιμάσουν την πατέντα του. Σύμφωνα όμως με την τότε εισαγγελέα της Νεβάδα, η συσκευή του Καρμάικλ μπορούσε εύκολα να μετατραπεί σε συσκευή εξαπάτησης και αυτή ήταν η αιτία που δεν δοκιμάστηκε ποτέ από τους κατασκευαστές.
Με λίγα λόγια είναι πιθανό ο… απίθανος Καρμάικλ να βρήκε τρόπο ώστε να «ξεγελάσει» και τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές!
To be continued; Το μόνο σίγουρο είναι ότι με δαύτον τίποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί λήξαν…