Πάνε περίπου 200 χρόνια (το 1825) από τότε που η ηγεσία του επαναστατημένου, αλλά εξουθενωμένου από τις εμφύλιες διαμάχες, έθνους ζήτησε εγγράφως και επισήμως από την κοσμοκράτειρα τότε Μεγάλη Βρετανία να αναλάβει την προστασία της χώρας. Αν και οι Βρετανοί ουδέποτε ανέλαβαν επίσημα τέτοιο βάρος, εκμεταλλεύτηκαν την υποτελή διάθεση της υπό διαμόρφωση ελληνικής ηγεσίας και άπλωσαν τις ρίζες τους στο νεαρό ελληνικό κράτος – προτεκτοράτο πριν αυτό ακόμη αποκτήσει υπόσταση.
Από: topontiki.gr / Δημήτρης Μηλάκας
Διακόσια χρόνια αργότερα, η ηγεσία του σύγχρονου ελληνικού κράτους δεν φαίνεται να έχει επεξεργαστεί τα διδάγματα του παρελθόντος και να έχει αποτιμήσει το τίμημα που οι προστάτες ζητούν για να αναλάβουν το έργο της προστασίας. Τα πράγματα, προφανώς, από το μακρινό 1825 έχουν αλλάξει. Τότε η ηγεσία του τόπου ζητούσε βοήθεια προκειμένου να διαιωνίσει την ύπαρξή της με τη δημιουργία ενός κράτους – λάφυρου για τους προστάτες. Η σημερινή ηγεσία του τόπου ζητά την προστασία της ύπαρξης αυτού του κράτους, υπογραμμίζοντας τη διάθεσή της για «αιώνια» προσφορά υποτελών υπηρεσιών στους προστάτες.
Διακόσια χρόνια αργότερα, η ηγεσία του σύγχρονου ελληνικού κράτους δεν φαίνεται να έχει επεξεργαστεί τα διδάγματα του παρελθόντος και να έχει αποτιμήσει το τίμημα που οι προστάτες ζητούν για να αναλάβουν το έργο της προστασίας. Τα πράγματα, προφανώς, από το μακρινό 1825 έχουν αλλάξει. Τότε η ηγεσία του τόπου ζητούσε βοήθεια προκειμένου να διαιωνίσει την ύπαρξή της με τη δημιουργία ενός κράτους – λάφυρου για τους προστάτες. Η σημερινή ηγεσία του τόπου ζητά την προστασία της ύπαρξης αυτού του κράτους, υπογραμμίζοντας τη διάθεσή της για «αιώνια» προσφορά υποτελών υπηρεσιών στους προστάτες.
Νοοτροπία υποτελών
Είναι χαρακτηριστική της βαθιάς ριζωμένης υποτελούς νοοτροπίας των πολιτικών ταγών του τόπου η φράση με την οποία ο πρόεδρος της ελληνικής Βουλής Κώστας Τασούλας καλωσόριζε την επικείμενη (όταν έγινε η δήλωση) ελληνοαμερικανική συμφωνία για την αιώνια αξιοποίηση των ελληνικών εδαφών για στρατιωτικές αμερικανικές βάσεις:
«Από την Κέρκυρα μέχρι το Καστελλόριζο και από την Κρήτη μέχρι τη Θράκη, σας παραδίδουμε την Ελλάδα σήμερα στα χέρια σας. Και είμαστε βέβαιοι ότι είναι σε καλά χέρια». Με αυτήν τη φράση ο πρόεδρος της Βουλής παρέδωσε στον «φιλέλληνα» Αμερικανό γερουσιαστή Μενέντεζ έναν χάρτη του ελληνικού «οικοπέδου» για πάσα αμερικανική χρήση…
Όπως είναι γνωστό, η ελληνοαμερικανική συμφωνία προσφέρει στις ΗΠΑ βάσεις σε όλο το εύρος της χώρας, από την Κρήτη μέχρι την Αλεξανδρούπολη, αλλά και το δικαίωμα αξιοποίησης του ελληνικού εδάφους και των υποδομών του ανά πάσα στιγμή κρίνει η αμερικανική αυτοκρατορία.
Γνωστό είναι επίσης ότι με την ελληνογαλλική συμφωνία που η ελληνική κυβέρνηση υπέγραψε επικυρώνεται επί της ουσίας ένα γιγαντιαίο εξοπλιστικό συμβόλαιο για τη γαλλική πολεμική βιομηχανία. Το αντάλλαγμα των Γάλλων για την προτίμηση των προϊόντων τους είναι η δέσμευση ότι θα συνδράμουν την Ελλάδα αν δεχτεί επίθεση στην επικράτειά της, στην οποία δεν περιλαμβάνονται οι θαλάσσιες περιοχές που δυνάμει αποτελούν την ελληνική ΑΟΖ.
«Δημιουργικά» ασαφής είναι και η συμφωνία που υπέγραψε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας με τη Βρετανία και η οποία παρουσιάζεται από την ελληνική πλευρά ως ένα ακόμη θεμελιώδες συστατικό του δικτύου προστασίας το οποίο έχει εξασφαλίσει για τη χώρα. Στην πραγματικότητα με αυτήν τη συμφωνία (με την οποία υποτίθεται [και] η Βρετανία συμμετέχει στην προστασία της Ελλάδας) το Λονδίνο υπενθυμίζει το ενδιαφέρον του για τις εξελίξεις στην περιοχή, η οποία άλλωστε έχει σημαδευτεί βαθύτατα από τις πάλαι ποτέ βρετανικές αυτοκρατορικές επιλογές.
Οι Τούρκοι τον χαβά τους
Οι εν λόγω προβεβλημένες κινήσεις της ελληνικής κυβέρνησης, ωστόσο, δεν φαίνεται να έχουν επηρεάσει τη συμπεριφορά της Τουρκίας στο πεδίο, δηλαδή στο Αιγαίο και την ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.
Καθημερινά και μετά τις συμφωνίες συνεχίζεται η ρουτίνα των παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου, των υπερπτήσεων πάνω (και) από κατοικημένα ελληνικά νησιά, οι δεσμεύσεις – μέχρι σχεδόν τις ακτές της Άνδρου – μεγάλων θαλάσσιων περιοχών για μακρύ χρονικό διάστημα για ασκήσεις στο Αιγαίο.
Ταυτόχρονα η τουρκική ηγεσία εμπράκτως υπογραμμίζει τη θέση της πως τίποτε δεν μπορεί να γίνει ερήμην της στην περιοχή πέριξ της Κύπρου, ενώ έχει κάνει «κόσκινο» την επίσημα ανακηρυγμένη και αναγνωρισμένη ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας χωρίς να έχει ακουστεί κανένα γαλλικό, αμερικανικό ή βρετανικό «κιχ».
Αέρα στα… αχαμνά του Ερντογάν
Το πόσο σημασία δίνει ο Ερντογάν στις ενδεχόμενες δυτικές αντιδράσεις στην πειρατική του συμπεριφορά στην περιοχή φάνηκε αυτές τις ημέρες από ένα περιστατικό στο οποίο εντέχνως ο Τούρκος «σουλτάνος» έδωσε ιδιαίτερη ένταση.
Το περασμένο Σάββατο, ο Τούρκος ηγέτης διακήρυττε από το Εσκισεχίρ ότι θα εκδιώξει «το ταχύτερο δυνατό» τους 10 δυτικούς πρεσβευτές – μεταξύ των οποίων της Γαλλίας, της Γερμανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών – που ζήτησαν την απελευθέρωση του κρατούμενου Οσμάν Καβαλά, επαναλαμβάνοντας ουσιαστικά την απειλή που είχε εκτοξεύσει λίγες ημέρες νωρίτερα περί απέλασής τους.
Η απειλή του Ερντογάν έπιασε τόπο και οι πρεσβευτάδες λησμόνησαν με τη μία τον ρόλο του «ιππότη – προστάτη» των απανταχού κατατρεγμένων και θυμήθηκαν πως οι προ δύο αιώνων συνάδελφοί τους έκαναν τεμενάδες στην Υψηλή Πύλη. Έτσι λοιπόν οι δέκα πρεσβευτές λησμόνησαν τον κρατούμενο για τέσσερα χρόνια χωρίς δίκη Καβαλά και αναδιπλώθηκαν, κάνοντας μάλιστα δήλωση μετάνοιας, ότι δηλαδή παραμένουν δεσμευμένοι στις προβλέψεις του 41ου άρθρου της Σύμβασης της Βιέννης.
Σύμφωνα με αυτό το άρθρο, το διπλωματικό προσωπικό που βρίσκεται σε μια χώρα έχει την υποχρέωση να σέβεται τους νόμους και τους κανονισμούς του κράτους υποδοχής, καθώς και το καθήκον τους να μην αναμειγνύονται στις εσωτερικές υποθέσεις του ίδιου κράτους.
Κάπως έτσι, λοιπόν, με την κυβίστηση των πρεσβευτών αποσοβήθηκε μια κρίση της Δύσης με την Τουρκία, γεγονός που φανερώνει τη σημασία που αποδίδουν οι δυτικές κυβερνήσεις σ’ αυτή τη χώρα.
Την ίδια στιγμή στην Αθήνα η ελληνική κυβέρνηση καλλιεργεί την αίσθηση στην ελληνική κοινωνία ότι με την πολιτική που ακολουθεί έχει εξασφαλίσει την προστασία της χώρας από την τουρκική απειλή. Το χειρότερο μάλιστα είναι ότι η κυβέρνηση δεν το λέει απλώς, αλλά το πιστεύει…