Από: defence-point.gr - Του ΖΑΧΑΡΙΑ Β. ΜΙΧΑ
(Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA)
Η εικόνα της περιοχής καθορίζεται καθοριστικά από τρεις παράγοντες: Την οικονομική και πολιτική κατάσταση στο εσωτερικό της Τουρκίας, τις κινήσεις της Ελλάδας στον αποτρεπτικό-αμυντικό τομέα και τέλος τις ενεργειακές εξελίξεις. Οι τρεις αυτές παράμετροι επηρεάζουν τη συνολική εικόνα καθοριστικά. Η ταχύτητα μεταβολής των δεδομένων δεν δίνει επαρκή χρόνο αφομοίωσης και νηφάλιας ανάλυσης, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η πιθανότητα βεβιασμένων αποφάσεων που θα οδηγήσουν σε αποσταθεροποίηση.
Το εσωτερικό τοπίο στην Τουρκία
Η εσωτερική πολιτική, οικονομική, άρα και κοινωνική κατάσταση στην Τουρκία βαίνει διαρκώς επιδεινούμενη. Ο Ερντογάν αμφισβητείται ανοιχτά. Οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης έχουν παραμερίσει τις διαφορές τους και κινούνται προς τη δημιουργία μετώπου με στόχο την “αποκαθήλωση” του Τούρκου προέδρου.
Ένας από τους τρόπους, με τον οποίο επιχειρούν να τον πλήξουν είναι η εθνικιστική πλειοδοσία που στρέφεται παγίως εναντίον του Ελληνισμού. Ο Ερντογάν κατηγορείται από τους κεμαλικούς κι όχι μόνο για ενδοτισμό απέναντι στην Ελλάδα!
Ο άλλος τομέας είναι η σταθερά επιδεινούμενη κατάσταση της τουρκικής οικονομίας. Η ισοτιμία της τουρκικής λίρας απέναντι στο δολάριο και το ευρώ επιδεινώνεται διαρκώς. Το χαρακτηρισθέν στο παρελθόν ως “επίπεδο συναγερμού” (μια τουρκική λίρα προς έξι δολάρια) έχει σπάσει προ πολλού. Η ισοτιμία κινείται στο επίπεδο του ένα ευρώ προς 10 τουρκικές λίρες, ενώ παρατηρητές δεν αποκλείουν να προσεγγίσει επίπεδα… double score, δηλαδή ένα προς 12.
Η Τουρκία βρίσκεται παγιδευμένη στην επεκτατική οικονομική πολιτική Ερντογάν. Η χαλιναγώγηση των πληθωριστικών πιέσεων και η επιδείνωση της νομισματικής ισοτιμίας προκαλούνται από την υπερβάλλουσα ρευστότητα. Ο λόγος που ο Τούρκος πρόεδρος επιμένει είναι ότι δεν θέλει να ωθήσει με υψηλά επιτόκια την τουρκική οικονομία σε ύφεση με ό,τι αυτό σημαίνει σε πολιτικό κόστος.
Ο Ερντογάν επιμένει σε χαμηλά επιτόκια για να διατηρηθούν οι αναπτυξιακοί ρυθμοί. Ο υψηλός πληθωρισμός, όμως, χωρίς προσαρμογή των μισθών, προκαλεί εξίσου μεγάλο πολιτικό κόστος. Το κόστος ζωής στην Τουρκία μεγαλώνει διαρκώς, ενώ η επιδείνωση της ισοτιμίας καθιστά ολοένα και πιο προβληματική την εξυπηρέτηση του δανεισμού των επιχειρήσεων σε ξένο νόμισμα.
Το μεγάλο αδιέξοδο του Ερντογάν έχει εσωτερικές πολιτικές ρίζες, παρότι η πεποίθησή του αναφορικά με τα επιτόκια πιθανολογείται ότι οφείλεται και στο ισλαμιστικό περιεχόμενο της κοσμοθεωρίας του. Κάθε λογής τόκος θεωρείται “αμαρτία”. Το ερώτημα είναι γιατί η Τουρκία δεν επιχείρησε να εκδώσει “ισλαμικά ομόλογα” ώστε να μετρηθεί στην πράξη η αξιοπιστία αυτής της πολιτικής.
Οι κινήσεις της Ελλάδας
Είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει κομβική παρουσία στην τουρκική δημόσια συζήτηση, όπως φαίνεται και από τη βασική θεματολογία των εφημερίδων σε καθημερινή βάση. Αποτελεί ενδεχομένως και διέξοδο, καθώς σε μια χώρα όπου άνω του 90% των ΜΜΕ ελέγχεται από το καθεστώς, η πρόταξη θεμάτων αμφισβήτησης της εξουσίας Ερντογάν, είναι απλώς αδύνατη.
Η Ελλάδα είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος που ευθύνεται για όλα τα κακά που συμβαίνουν στην Τουρκία. Ουδείς τολμά να αμφισβητήσει τις αναθεωρητικές επιλογές της κυβέρνησης απέναντι στον Ελληνισμό, παρότι ούτε καν οι φιλικές στην Τουρκία χώρες δεν διανοούνται να στηρίξουν έστω σε επίπεδο ρητορικής το καθεστώς Ερντογάν.
Το κλασικό σύνδρομο καταδίωξης που καλλιεργείται στην τουρκική κοινωνία επιδεινώνεται διαρκώς, αφού οι ελληνικές αμυντικές κινήσεις και αντισυσπειρώσεις διευρύνονται. Τα ελληνικά εξοπλιστικά προγράμματα βέβαια θέλουν κάποια χρόνια για να αποδώσουν μετρήσιμο αποτέλεσμα.
Κατά τον Θουκυδίδη, αυτό δημιουργεί “παράθυρο τρωτότητας”, το οποίο θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί η Τουρκία, επιδιώκοντας να προλάβει την σε βάρος της ανατροπή της τρέχουσας (αν)ισορροπίας δυνάμεων με την Ελλάδα.
Η θεωρητική αυτή επιλογή της Τουρκίας καθίσταται δυσκολότερη όμως μετά την υπογραφή των αμυντικών συμφωνιών με ΗΠΑ και Γαλλία. Πολλοί Τούρκοι ήδη φλερτάρουν με την θεωρία της “αντιτουρκικής συνωμοσίας”. Αυτό όμως επιτείνει το τουρκικό αδιέξοδο στο οποίο έχει οδηγήσει η ανορθολογική ανάγνωση του γεωπολιτικού πλαισίου από την Άγκυρα.
Ελλάδα και υδρογονάνθρακες
Η ενεργειακή κρίση έχει ενισχύσει τις φωνές στην Ελλάδα που ασκούν κριτική για τη βεβιασμένη “ενεργειακή μετάβαση” σε ανανεώσιμες πηγές. Στο πλαίσιο αυτό υπάρχουν ενδείξεις ότι επίκειται αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για το φυσικό αέριο, το οποίο εξάλλου έχει χαρακτηριστεί “μεταβατικό καύσιμο”. Το ζητούμενο είναι η προσαρμογή της πολιτικής της ΕΕ, αν και η προώθηση ορθολογικής ελληνικής ενεργειακής πολιτικής δεν θα έπρεπε να εξαρτάται από οποιονδήποτε.
Τούτων λεχθέντων, εντύπωση προκαλεί η είδηση για τα κίνητρα προς τις πετρελαϊκές εταιρείες τα οποία εξετάζει η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ), διά στόματος του Διευθύνοντος Συμβούλου, Αριστείδη Στεφάτου, ώστε να προχωρήσουν στις έρευνες υδρογονανθράκων στις περιοχές που είχαν παραχωρηθεί τα προηγούμενα χρόνια.
Η συγκεκριμένη αναφορά δεν θα μπορούσε να γίνει εάν δεν είχε κυβερνητική έγκριση. Οι επίσημες εκτιμήσεις της ΕΔΕΥ –σύμφωνα με ειδικούς επιστήμονες θεωρούνται εξαιρετικά μετριοπαθείς– κάνουν λόγο για κοιτάσματα στο μέγεθος του “γιγαντιαίου” (σ.σ. ορολογία κατηγοριοποίησης κοιτασμάτων) αιγυπτιακού κοιτάσματος ZOR αξίας 250 δισ. ευρώ. Θα ήταν, λοιπόν, παράλογο για οποιαδήποτε κυβέρνηση χώρας με δημόσιο χρέος 350+ δισ. ευρώ, να συνεχίσει να αδιαφορεί.
Ίσως η Ελλάδα να τηρεί σκοπίμως χαμηλό προφίλ, ώστε να αποτρέψει αχρείαστες εντάσεις με την Τουρκία. Η δε στοχευμένη αξιοποίηση ελληνικών κοιτασμάτων θα μπορούσε να έχει αφεθεί για αργότερα, όταν πρώτα θα έχουν δημιουργηθεί οι κατάλληλες διαρρυθμίσεις στον τομέα της εθνικής ασφάλειας.
Οι αμυντικές συμφωνίες με ΗΠΑ και Γαλλία, η προοπτική επέκτασης για συμπερίληψη της Κύπρου και οι σχετικές συζητήσεις με την Ιταλία, πέραν των συμμαχικών σχέσεων με Ισραήλ και Αίγυπτο, θα μπορούσε να σημαίνει ότι βρισκόμαστε ενώπιον εξελίξεων. Όλα αυτά όμως είναι υποθέσεις, μένει να αποδειχθεί εάν αποτελούν οργανωμένη κυβερνητική πολιτική.
Ο συνδυασμός των εξελίξεων στις τρεις διαστάσεις του “προβλήματος Τουρκία” μπορεί να υποστηριχθεί ότι παράγουν αποτροπή, περιπλέκοντας ενδεχόμενες τουρκικές σκέψεις για πρόκληση στρατιωτικού επεισοδίου. Εάν είναι να συρθεί εκ των πραγμάτων σε διαπραγμάτευση πανταχόθεν βαλλόμενη, η τουρκική ηγεσία θα μπορούσε να κάνει τέτοιες σκέψεις. Ωστόσο, η πεποίθηση ότι η ελληνική αποτροπή είναι πλέον ισχυρή μπορεί να οδηγήσει σε εφησυχασμό. Στην πραγματικότητα, όμως, όλα κρίνονται επί του πεδίου.
Εάν η Τουρκία θεωρήσει ως δεδομένη μια υποχώρηση της ελληνικής πλευράς στο πλαίσιο του πάγιου “φιλειρηνικού προσανατολισμού” της Αθήνας, ίσως καταλήξει στο συμπέρασμα, ότι μια ελεγχόμενη στρατιωτική εκτροπή παραμένει το “μη χείρον”. Κατά συνέπεια, η ελληνική πλευρά πρέπει να λάβει υπόψη το ενδεχόμενο, προσαρμόζοντας κατάλληλα και τις προληπτικές κινήσεις της.
Οι συνθήκες ασφαλείας στην περιοχή γεωπολιτικού ενδιαφέροντος της Ελλάδας έχουν περιπλακεί σοβαρά. Οι εξελίξεις είναι συνεχείς, με αποτέλεσμα να μεγιστοποιείται η νευρικότητα του τουρκικού καθεστώτος, όπως αυτό αποτυπώνεται στον δημόσιο λόγο πολιτικών και αναλυτών. Η εικόνα αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι ενισχύει την αποτροπή των δυνάμεων status quo, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Θα μπορούσε όμως να οδηγήσει και σε σοβαρή εκτροπή, καθώς οι αποφάσεις μπορούν να επηρεαστούν είτε από λανθασμένες εκτιμήσεις είτε από συνυπολογισμό ιδιοτελών, εσωτερικών πολιτικών σκοπιμοτήτων.