Από: insider.gr - Γιάννης Μπασιάς
Τα προαναφερθέντα θαλάσσια μπλοκ απαιτούν σοβαρές γεωφυσικές εργασίες που δεν έχουν γίνει ακόμα, παρουσιάζουν όμως πολύ μεγάλες πιθανότητες εύρεσης φυσικού αερίου σε μεγάλες ποσότητες, ιδιαίτερα στο νότο. Δυστυχώς, εδώ και ένα χρόνο παρατηρήσαμε την έξοδο της γαλλικής Total και της ισπανικής Repsol από το θαλάσσιο χώρο του Ιονίου και το χερσαίο της δυτικής Ελλάδας. Πρόσφατα, τα Ελληνικά Πετρέλαια ανακοίνωσαν ότι αποδεσμεύονται επίσης από τις χερσαίες παραχωρήσεις που είχαν κερδίσει παλαιότερα. Η συνολική επιφάνεια των 4 χερσαίων παραχωρήσεων από τις οποίες οι εταιρείες αποχωρούν αφορά σε 21.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Με βάση τις ανακοινώσεις των εταιρειών και της αρμόδιας διαχειριστικής αρχής, τα αποθέματα αργού από τις χερσαίες παραχωρήσεις της δυτικής Ελλάδας εκτιμώνται σε 2 δισεκατομμύρια βαρέλια. Δυστυχώς, τα πιο προχωρημένα μπλοκ του Πατραϊκού Κόλπου και του Κατάκολου, ελλείψει τελικών αδειοδοτήσεων, περιμένουν εδώ και 3 χρόνια τις γεωτρήσεις από τις ελληνικές εταιρείες ΕΛΠΕ και Energean. Το πρόβλημα είναι ότι μέχρι τώρα, δεν υπήρξε η θετική υποστήριξη που θα περίμεναν οι εταιρείες από το κράτος και μέρος του πληθυσμού, για την επιτάχυνση των διαδικασιών, περιβαλλοντικών και άλλων. Συγκριτικά, όλα αυτά τα χρόνια οι ΑΠΕ χαίρουν υποστήριξης και επιχορηγήσεων. Σε αυτό το περιβάλλον, η Διαχειριστική Αρχή Υδρογονανθράκων καλεί λίγο πολύ τις εντολοδόχους εταιρείες να διαφοροποιήσουν τις επενδύσεις τους προς ένα ενεργειακό μίγμα με αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα ή φυσικού αερίου, αλλά και με θαλάσσιες ανεμογεννήτριες.
Συνδέοντας το θέμα με την ενεργειακή εξάρτηση, σήμερα, η Τουρκία, το Ισραήλ και η Αίγυπτος αγωνίζονται για την κυριαρχία στην παροχή ενός ολοένα πλουσιότερου μείγματος φυσικού αερίου προς τις ευρωπαϊκές αγορές. Αναμφίβολα, η ανακάλυψη φυσικού αερίου στα προαναφερόμενα ελληνικά μεγάλα θαλάσσια μπλοκ θα ανατρέψει την σημερινή κατάσταση της χώρας η οποία «εξάγει Τουρισμό» και εισάγει πετρέλαιο και φυσικό αέριο και καταναλώνεται σε εργολαβικές εργασίες των εισαγομένων. Ποιος θα μπορούσε να αμφισβητήσει ότι οι εκτιμώμενοι πόροι φυσικού αερίου από 30 ελληνικές περιοχές δυτικά, νοτιοδυτικά και νότια της Κρήτης και από το Ιόνιο Πέλαγος, που αντιπροσωπεύουν δυνητικά κοιτάσματα τα οποία κυμαίνονται μεταξύ 70 και 90 Τcf (τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια), δηλαδή μεταξύ 12 και 15 Bboe (δισεκατομμύρια βαρέλια ισοδύναμου πετρελαίου), δεν θα μπορούσαν να καταστήσουν την Ελλάδα παραγωγό και όχι μόνο διακομιστή φυσικού αερίου; Ακόμα και ένα ποσοστό εκμεταλλευσιμότητας όχι μεγαλύτερο από 20 % αυτών των φυσικών πόρων αντιστοιχεί σε περίπου 500 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (Βcm) διαθέσιμου φυσικού αερίου. Αυτό μεταφράζεται σε κάλυψη των σημερινών αναγκών της Ελλάδας για διάστημα 100 ετών. Το καθαρό μέρισμα του ελληνικού κράτους, με βάση τις σημερινές συμβάσεις δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης όπως και αυτών του Ιονίου, ανέρχεται σε 35%, κάτι που αντιπροσωπεύει, για τους προαναφερόμενους όγκους, 35 χρόνια διαθεσιμότητας φυσικού αερίου ή αντίστοιχης χρηματικής αξίας. Για ποιο λόγο η Ελλάδα δεν επιθυμεί να προσπαθήσει; Ιδιαίτερα εφόσον δεν θα επιχορηγήσει ούτε ένα ευρώ από τα ευρωπαϊκά κονδύλια / ανάκαμψης για τις ΑΠΕ;