Από: kosmodromio.gr - Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος
Να το επαναλάβουμε ακόμα μια φορά, μιας και ζούμε σε ολοκληρωτικό περιβάλλον “ενημέρωσης”, με μπαράζ παραπληροφόρησης που συνιστά ουσιαστικά γιγαντιαία επιχείρηση πλύσης εγκεφάλου του ελληνικού λαού.
Η βάση στην Αλεξανδρούπολη δεν προστατεύει την Ελλάδα από τουρκική εισβολή στη Θράκη, όπως δεν προστάτευσαν οι βρετανικές βάσεις στην Κύπρο από την τουρκική εισβολή. Αντίθετα, επιτρέπει στους Αμερικανούς, σε περίπτωση ελληνοτουρκικής σύρραξης, να σταματήσουν μια ελληνική επίθεση στην περιοχή, που είναι το ευνοϊκότερο σημείο για την Ελλάδα σε όλο το μέτωπο της ελληνοτουρκικής στρατιωτικής αντιπαράθεσης, όπως έπραξαν στο παρελθόν.
Η Τουρκία δεν έχει καμιά δουλειά στην απόφαση για την εγκατάσταση νέων αμερικανικών βάσεων. Η τουρκική απειλή χρησιμοποιείται απλώς ως πρόσχημα για να εμφανισθεί μια πολιτική ακραίας υποτέλειας ως δήθεν “εθνικόφρων” επιλογή.
Σήμερα θα σταθούμε όμως στο μείζον θέμα του κόστους που θα καταβάλλει η Ελλάδα αν τυχόν αυτές οι βάσεις χρησιμοποιηθούν σε περίπτωση σύρραξης. Γιατί για να πάρει κάποιο άτομο ή κράτος μια απόφαση ορθολογικά πρέπει να έχει υπόψιν του ποιο είναι το μεγαλύτερο κόστος που ενδέχεται να καταβάλλει και ποια η πιθανότητα να το καταβάλλει και πολλαπλασιάζοντας αυτά τα δύο νούμερα να βρει που κυμαίνεται το αναμενόμενο κόστος (expected cost) που θα έλεγαν και οι στατιστικολόγοι.
Η αποστολή και ο ρόλος των Αμερικανών στη Βόρειο Ελλάδα
Αν η Σούδα χρησιμεύει κυρίως στις αμερικανικές επεμβάσεις στη Μέση Ανατολή, οι βάσεις στη Βόρειο Ελλάδα χρησιμεύουν κυρίως στην οργάνωση μιας πολεμικής διάταξης του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας, ακόμα πιο προχωρημένης και πιο επικίνδυνης από αυτή που είχαμε επί Ψυχρού Πολέμου.
Όσο για τις υπόλοιπες βάσεις, που τοποθετούνται σε άλλα σημεία, στην καρδιά της ελληνικής άμυνας, είναι υποβοηθητικές της παραπάνω επιδίωξης, ταυτόχρονα όμως αυξάνουν τον ασφυκτικό, νεοαποικιακό έλεγχο της ίδιας της Ελλάδας και των ενόπλων δυνάμεών της από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Τα τελευταία χρόνια το ΝΑΤΟ κάνει μια τεράστια συγκέντρωση δυνάμεων και τις μεγαλύτερες ασκήσεις σε όλη την ιστορία του στην περίμετρο της Ρωσίας, από τη Μαύρη Θάλασσα έως τη Βαλτική και τη Θάλασσα του Μπάρεντς, που αντιστοιχούν καθαρά σε προετοιμασία πολέμου. Σε αυτή τη στρατηγική εντάσσεται και η εγκατάσταση βάσεων στη Βόρειο Ελλάδα.
Θα μου πείτε ίσως τώρα ότι δεν είναι δυνατό να γίνει πόλεμος Αμερικής και Ρωσίας, δύο πυρηνικών υπερδυνάμεων. Δεν μπορώ να διαπραγματευθώ το θέμα στα πλαίσια αυτού του άρθρου και ελπίζω στο μέλλον να μου δοθεί η ευκαιρία να το συζητήσω. Η ουσία όμως δεν είναι εκεί. Δεν ξέρω τι είναι και τι δεν είναι δυνατόν, αλλά, ως φυσικός που σπούδασα, έχω μάθει να αρχίζω την ανάλυση από αυτό που βλέπω ότι γίνεται, όχι από αυτό που νομίζω ότι είναι πιθανό, μπορεί ή δεν μπορεί να γίνει.
Το ίδιο λέει άλλωστε και ο κ. Δένδιας στους Τούρκους. “Έχετε την αποβατική στρατιά στις μικρασιατικές ακτές, άρα μας απειλείτε, δεν πα’ να λέτε ό,τι θέλετε”. Κατ’ αναλογίαν, οι Ρώσοι στρατιωτικοί δεν λένε προφανώς, “Έλα μωρέ που θα μας επιτεθεί το ΝΑΤΟ”, αλλά φτιάχνουν τα σχέδιά τους για το τι πρέπει να κάνουν όταν βλέπουν μια τεράστια στρατιωτική μηχανή να τους περικυκλώνει, με τρόπο που δεν συνέβη ποτέ στην ιστορία, ούτε επί Ψυχρού Πολέμου.
Όταν λοιπόν βλέπουν τους Αμερικανούς στα καλά του καθουμένου να φτιάχνουν μια βάση στην Αλεξανδρούπολη από την οποία οι πύραυλοί τους σε τρία ή σε πέντε λεπτά φτάνουν στην Κριμαία, και που δεν την είχαν ούτε καν επί Ψυχρού Πολέμου, υποθέτω ότι η βάση αυτή γίνεται για αυτούς στόχος πρώτης προτεραιότητας. Εκτός των άλλων, διότι γνωρίζουν ότι αν δεν τη χτυπήσουν αμέσως, θα κινδυνεύσουν να χάσουν τις δικές τους βάσεις της Κριμαίας. Και τα τρία ή πέντε λεπτά πτήσης δεν επιτρέπουν μεγάλους προβληματισμούς. Ή εξουδετερώνεις πρώτος πολύ γρήγορα τον αντίπαλο ή σε εξουδετερώνει αυτός.
Δεν γράφω καμιά σπουδαία φιλοσοφία εδώ. Είναι το άλφα βήτα της πυρηνικής στρατηγικής αυτά. Ένας από τους λόγους που η αμερικανοσοβιετική συμφωνία κατάργησης των ευρωπυραύλων του 1987 INF χαιρετίστηκε τότε από όλη την ανθρωπότητα ήταν ο αποσταθεροποιητικός χαρακτήρας αυτών των πυραύλων λόγω του μικρού χρόνου που διένυαν προτού πλήξουν τον στόχο τους. “Πόσα λεπτά χρειάζεται ένας Πέρσινγκ ή ένας Κρουζ για να φτάσει τη Μόσχα;”, ρώτησε τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ και, θέτοντας έτσι το θέμα, δεν τους άφησε κανένα περιθώριο για επιφυλάξεις ως προς τη συνθήκη INF.
Kάνοντας εφικτό τον “περιορισμένο” πυρηνικό πόλεμο
Οι Αμερικανοί δεν συγκεντρώνουν μόνο τη μεγαλύτερη δύναμη συμβατικού πυρός που έχει ποτέ συγκεντρωθεί στην περίμετρο της Ρωσίας. Έχουν κάνει επίσης και τρία άλλα πράγματα:
Πρώτον, έχουν καταργήσει την προαναφερθείσα θεμελιώδη συνθήκη ελέγχου των εξοπλισμών, την INF του 1987, που απαγόρευε τους πυραύλους μέσου βεληνεκούς (“ευρωπυραύλους”), ανάβοντας έτσι το “πράσινο φως” σε περιορισμένη χρήση πυρηνικών όπλων στην Ευρώπη.
Δεύτερον, έχουν αρχίσει να αναπτύσσουν σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ρουμανία αντιβαλλιστικές άμυνες, που η δουλειά τους είναι να διευκολύνουν ένα αιφνιδιαστικό πρώτο πλήγμα, ισχυριζόμενες ότι το κάνουν εναντίον του … Ιράν. Το γεγονός, εκτός των άλλων, αποδεικνύει την ύπαρξη σχεδιασμού για πιθανή πυρηνική σύγκρουση γεωγραφικά περιορισμένη, “τακτική”, στο θέατρο της ΝΑ Ευρώπης και της Μαύρης Θάλασσας. Το ότι υπάρχει τέτοιος στρατιωτικός σχεδιασμός δεν σημαίνει ότι θα πραγματοποιηθεί, σημαίνει όμως ότι δεν είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί.
Tρίτο, αρνούνται να δεσμευτούν στη μη πρώτη χρήση πυρηνικών όπλων, έχουν κατεβάσει στον “αμυντικό” τους σχεδιασμό το κατώφλι χρήσης πυρηνικών όπλων και έχουν αποδώσει μεγάλη σημασία στα τακτικά πυρηνικά όπλα, κατάλληλα για μια γεωγραφικά “περιορισμένη”, τακτική πυρηνική σύγκρουση.(δες π.χ. ενδεικτικά μόνο εδώ.
Το Χάος
Φυσικά οι Ρώσοι τους ακολουθούν σε αυτό το δρόμο και η κατάσταση, αν δεν την συγκρατήσει ο Μπάιντεν, θα γίνει σύντομα εντελώς ανεξέλεγκτη. Η εισαγωγή εξάλλου της τεχνητής νοημοσύνης στον πόλεμο, η τρομακτική περιπλοκότητα του πεδίου ενός πολέμου που έχει επεκταθεί πια και περιλαμβάνει τα πάντα και η σύντμηση των χρόνων αρχίζουν και υπερβαίνουν τη δυνατότητα ανθρώπων-χειριστών να επεξεργασθούν τα δεδομένα και να λάβουν ψύχραιμες αποφάσεις, αυξάνουν τον αριθμό αποφάσεων που λαμβάνουν μηχανές και πολλαπλασιάζουν την πιθανότητα λάθος συναγερμών, λάθος αποφάσεων και πολέμων λόγω λάθους.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτή η κατάσταση παράγει τις δικές της γραφειοκρατίες και τους δικούς της αυτοματισμούς. Όταν ήμουν ανταποκριτής στη Μόσχα είχα έναν γείτονα, απόστρατο στρατηγό, που είχε υπηρετήσει είκοσι χρόνια στο τμήμα πυρηνικής στρατηγικής του σοβιετικού ΓΕΕΘΑ. Μια μέρα, καθώς κάναμε βόλτα, μου εξηγούσε πως, επί παλαιού Ψυχρού Πολέμου, είχαν καταρτίσει λεπτομερή σχέδια για το πως θα φτάσουν σε δεκατέσσερις μέρες στη Μπρεστ, στον Ατλαντικό. Τον άκουγα να τα λέει και κάποια στιγμή δεν άντεξα και τούπα: Στρατηγέ μου, τα πιστεύατε αυτά; Ότι θα προελαύνετε κανονικά και θα εκτελούσατε ένα τέτοιο πρόγραμμα διασχίζοντας όλη την Ευρώπη, ενώ γύρω σας θα έσκαγαν πυρηνικές βόμβες;
Το λέω αυτό για να εξηγήσω ότι, από ένα σημείο και πέρα, η τεχνολογία, δημιούργημα του ανθρώπου, γίνεται το αφεντικό του. Αυτοί που διοικούν αυτούς τους φοβερούς μηχανισμούς είναι όλο και περισσότερο υποχρεωμένοι να ακολουθούν τη λογική τους, εν προκειμένω τη λογική των όπλων που συσσωρεύουν.
Το παράδειγμα της Κριμαίας
Ακόμα κι αν θεωρήσουμε ότι δεν είναι πολύ πιθανή μια περιορισμένη πυρηνική σύγκρουση στην Ευρώπη, κανείς σοβαρός άνθρωπος δεν μπορεί να την αποκλείσει εντελώς. Μόλις άλλωστε το περασμένο καλοκαίρι, ο τυχοδιώκτης πρωθυπουργός της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον έστειλε ένα πλοίο στα χωρικά ύδατα της Κριμαίας. Δεν γνώριζε ούτε πώς θα αντιδρούσαν οι Ρώσοι, ούτε εμείς ξέρουμε πώς θα αντιδρούσε το ΝΑΤΟ σε περίπτωση που οι Ρώσοι χτύπαγαν το βρετανικό πλοίο. Αυτή η κρίση εκτονώθηκε ειρηνικά, αλλά δεν μπορούμε να ξέρουμε αν θα εκτονωθεί η επόμενη. Η Ευρώπη δεν βρίσκεται στην εποχή που η Γιάλτα, παρά τον απαράδεκτο χαρακτήρα της, προσδιόριζε ένα πλαίσιο δράσης των δύο υπερδυνάμεων. Σήμερα η Ουκρανία, η Κριμαία και όλη η πρώην ΕΣΣΔ έχουν γίνει “αμφισβητούμενα εδάφη”, άρα ανά πάσα στιγμή ένας προβοκάτορας μπορεί να ανάψει φωτιά, χωρίς ούτε καν να μπει στον κόπο να εξηγήσει γιατί το κάνει.
Ακόμα λοιπόν και αν θεωρήσει κάποιος ότι τα σενάρια μιας περιορισμένης πυρηνικής σύγκρουσης στη νοτιοανατολική Ευρώπη και τη Μαύρη Θάλασσα έχουν μικρή πιθανότητα υλοποίησης, δεν μπορεί δυστυχώς να αποκλείσει εντελώς την πιθανότητα να πραγματοποιηθούν, ιδιαίτερα σε περίοδο ιστορικά πρωτοφανούς παγκόσμιας αβεβαιότητας, αστάθειας και ρευστότητας. Οι βάσεις άλλωστε δεν μπαίνουν για μερικούς μήνες. Για πάντα θέλουν να τις βάλουν.
Ένα σοβαρό κράτος λοιπόν, όταν παίρνει αποφάσεις για τέτοια θέματα, οφείλει να μελετάει προσεκτικά όλες τις πιθανότητες και όλα τα σενάρια, για να ξέρει τι κάνει.
Στο επόμενο άρθρο μας θα εξετάσουμε τι θα συμβεί αν τυχόν ένα μικρό τακτικό πυρηνικό όπλο πλήξει την Αλεξανδρούπολη.