Στη σύσκεψη συμμετείχαν ο Υπουργός Τάκης Θεοδωρικάκος, ο Υφυπουργός Λευτέρης Οικονόμου, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, ο Γενικός Γραμματέας Δημόσιας Τάξης Κωνσταντίνος Τσουβάλας, ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας Αντιστράτηγος Μιχαήλ Καραμαλάκης, ο Πρόεδρος της Ένωσης Τραπεζών Βασίλειος Ράπανος, ο Αντιπρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ένωσης Τραπεζών Σπυρίδων Ανδρονικάκης, ο Διευθυντής Επιθεώρησης Εποπτευόμενων Εταιρειών Γεώργιος Πάσχας, η Γενική Γραμματέας της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Χαρούλα Απιλαγάκη, ο Πρόεδρος της Συντονιστικής Επιτροπής Ιωάννης Γραμματικάκης, ο Διευθυντής της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος Αστυνομικός Διευθυντής Βασίλειος Παπακώστας και ο Διευθυντής της Οικονομικής Αστυνομίας Αστυνομικός Διευθυντής Δημήτρης Λουκόπουλος.
Ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη Τάκης Θεοδωρικάκος μετά το τέλος της σύσκεψης προέβη στην ακόλουθη δήλωση:
«Δυστυχώς το φαινόμενο της εξαπάτησης των πολιτών με απώλειες για την περιουσία τους, με δήθεν μηνύματα, με πλαστά μηνύματα από τράπεζες έχει εξαπλωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη πήρε την πρωτοβουλία αυτής της σύσκεψης εργασίας με το Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, με τον πρόεδρο της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών και τα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας, προκειμένου να ενώσουμε τις δυνάμεις μας, να συντονίσουμε τη δράση μας για να προστατεύσουμε την περιουσία των πολιτών.
Η πρώτη απόφαση ασφαλώς είναι να πραγματοποιηθεί μία πολλή μεγάλη ενημερωτική εκστρατεία των πολιτών, ώστε να προλάβουμε την περαιτέρω εξάπλωση του φαινομένου και οι ίδιοι οι πολίτες να γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν για να προστατεύσουν τους τραπεζικούς λογαριασμούς και την περιουσία που έχουν αποκτήσει με προσπάθειες συχνά μίας ολόκληρης ζωής. Δημιουργούμε επίσης ένα συντονιστικό κέντρο, ώστε οι διωκτικές Αρχές της Ελληνικής αστυνομίας σε συνεργασία με την Τράπεζα της Ελλάδας, την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών και άλλες συναρμόδιες υπηρεσίες να υπάρξει συντονισμένη δράση ακόμα πιο αποτελεσματική με σκοπό να χτυπηθούν οι απατεώνες που κάνουν αυτές τις εγκληματικές πράξεις και να οδηγηθούν ενώπιον της Δικαιοσύνης».