Η μη πρόσκληση των χωρών τους στη διεθνή ψηφιακή σύνοδο κορυφής για τη δημοκρατία, που πρωτοστατούν οι ΗΠΑ ήταν μόνο η αφορμή για το κοινό άρθρο των πρέσβεων Ρωσίας και Κίνας στην Ουάσιγκτον. Πεκίνο και Μόσχα έχουν συσφίξει τις σχέσεις του σε βαθμό που να χαρακτηρίζεται ως μία αναδυόμενη συμμαχία. Πώς θα αντιδράσουν οι ΗΠΑ σε αυτή την εξέλιξη;
Από: liberal.gr / Ηλίας Τασόπουλος
Η ιδέα μίας διεθνής συνόδου για τη δημοκρατία συζητιόνταν πολύ καιρό στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η εκλογή του Τζο Μπάιντεν είχε στηριχθεί στην προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τόσο εντός των ΗΠΑ, όσο και στον κόσμο, ιδιαίτερα καθώς ο προηγούμενος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ τα είχε παραμερίσει σχεδόν ολοκληρωτικά.
Ωστόσο, κι η αντίδραση της Ρωσίας και της Κίνας προετοιμαζόταν μεθοδικά, απ’ ότι φαίνεται. Το από κοινού γραμμένο άρθρο των δύο πρέσβεων στην Ουάσιγκτον, που δημοσιεύθηκε στον αμερικανικό τύπο, αποτέλεσε μία μικρή έκπληξη. Ανατόλι Αντόνοφ και Τσιν Γκανγκ απέρριψαν εκ μέρους των κρατών τους την ιδέα μιας διεθνούς Συνόδου Κορυφής για τη Δημοκρατία, που θα λάβει χώρα ψηφιακά τον Δεκέμβριο με πρωτοβουλία των ΗΠΑ, εξηγώντας αναλυτικά το σκεπτικό τους
Η συμμετοχή της Ταϊβάν στη σύνοδο είναι σίγουρο πως ερέθισε το Πεκίνο, που προσπαθεί πάση θυσία να αποτρέψει τη συμμετοχή της Ταϊπέι σε κάθε διεθνές φόρουμ. Όσο και αν οι Ηνωμένες Πολιτείες διατήρησαν χαμηλό προφίλ στο ζήτημα της Πενγκ Σουάι, το κομμουνιστικό καθεστώς είχε ενοχληθεί για την ανάδειξη της εξαφάνισης της κινέζας τενίστριας, έπειτα από τις καταγγελία της για σεξουαλική επίθεση από έναν πρώην κινέζο αξιωματούχο, που είχε χρηματίσει αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Αντιστοίχως και η Μόσχα βλέπει με μεγάλη δυσαρέσκεια κάθε αναφορά στο ζήτημα της μεταχείρισης του αντικαθεστωτικού Αλεξέι Ναβάλνι από τη Δύση.
Το ζήτημα της ιδεολογικής αντιπαράθεσης των δύο πλευρών διατηρεί τη δική του σημασία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ιδρύθηκαν και συνεχίζουν ως ένα φωτεινό παράδειγμα της δημοκρατίας, ενώ Κίνα και Ρωσία προτάσσουν τον συγκεντρωτισμό με στόχο τη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων.
Σίγουρα οι δύο χώρες της Ευρασίας κινούνται πιο κοντά σε ιδεολογικό επίπεδο, και καταλαβαίνουν η μία την άλλη περισσότερο. Τώρα, βρήκαν την ευκαιρία να επικρίνουν την αμερικανική πρωτοβουλία ως «προϊόν του ψυχρού πολέμου» που δρα αντίθετα στον στόχο της ανάπτυξης του σύγχρονου κόσμου. Πεκίνο και Μόσχα θύμισαν πως η εξαγωγή και η προώθηση της δημοκρατίας, με τον τρόπο των Ηνωμένων Πολιτειών οδήγησε σε τραγικά αποτελέσματα στο εξωτερικό.
Ακόμα και σε επίπεδο ηγετών, ο Βλαντιμίρ Πούτιν και ο Σι Τζινπίνγκ έχουν δημιουργήσει έναν προσωπικό δεσμό, όπου ο Κινέζος πρόεδρος αποκαλεί τον Πούτιν ως τον καλύτερο του φίλο, και ο Ρώσος ηγέτης αναφέρει πως οι σχέσεις με την Κίνα βρίσκονται στο καλύτερο επίπεδο από ποτέ.
Βέβαια, Κίνα και Ρωσία έχουν αναπτύξει τόσο τις εμπορικές τους σχέσεις, όπου η Κίνα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εισαγωγέας ρωσικού πετρελαίου, όσο και τις στρατιωτικές τους, καθώς η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής εξοπλισμού προς το Πεκίνο. Το Κρεμλίνο εκτιμά την εισροή κινεζικών κεφαλαίων στην οικονομία του. Οι μέρες του ανταγωνισμού και της εχθρότητας των δύο πάλαι ποτέ κοιτίδων του κομμουνισμού, φαίνονται μακρινό παρελθόν.
Πλέον έχουν φτάσει στο σημείο να διεξάγουν κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και κοινές αποστολές στο εξωτερικό αλλά και να εμβαθύνουν την αμυντική συνεργασία τους, σε βαθμό που ανησυχούν ακόμα και την Ιαπωνία, έναν βασικό σύμμαχο των Ηνωμένων Πολιτειών. Η εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών σε ένα πλήθος ζητημάτων, από το Αφγανιστάν μέχρι τη Βόρεια Κορέα, έχει καταλήξει να ωθήσει Κίνα και Ρωσία να συμφωνούν σε όλο και περισσότερα ζητήματα.
Από τη μεριά τους, η κριτική που ασκείται στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πως αντιμετωπίζουν Κίνα και Ρωσία ως μία και ενιαία απειλή. Η τελευταία σύνοδος του ΝΑΤΟ ήταν χαρακτηριστική, όπου ο Τζο Μπάιντεν προσπάθησε να ενεργοποιήσει το επίπεδο απειλής, τόσο απέναντι στη Ρωσία, που ήταν άλλωστε ο λόγος δημιουργίας της συμμαχίας, όσο και απέναντι της Κίνας. Αν και δεν πραγματοποιήθηκε τελικά η αμερικανική στόχευση, φαίνεται πως στις ΗΠΑ, Κίνα και Ρωσία αντιμετωπίζονται το ίδιο πρίσμα. Ο κίνδυνος ωστόσο είναι αυτό να γίνει πραγματικότητα και Κίνα και Ρωσία να δρουν ενιαία και συντεταγμένα.
Η ιδέα μίας διεθνής συνόδου για τη δημοκρατία συζητιόνταν πολύ καιρό στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η εκλογή του Τζο Μπάιντεν είχε στηριχθεί στην προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τόσο εντός των ΗΠΑ, όσο και στον κόσμο, ιδιαίτερα καθώς ο προηγούμενος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ τα είχε παραμερίσει σχεδόν ολοκληρωτικά.
Ωστόσο, κι η αντίδραση της Ρωσίας και της Κίνας προετοιμαζόταν μεθοδικά, απ’ ότι φαίνεται. Το από κοινού γραμμένο άρθρο των δύο πρέσβεων στην Ουάσιγκτον, που δημοσιεύθηκε στον αμερικανικό τύπο, αποτέλεσε μία μικρή έκπληξη. Ανατόλι Αντόνοφ και Τσιν Γκανγκ απέρριψαν εκ μέρους των κρατών τους την ιδέα μιας διεθνούς Συνόδου Κορυφής για τη Δημοκρατία, που θα λάβει χώρα ψηφιακά τον Δεκέμβριο με πρωτοβουλία των ΗΠΑ, εξηγώντας αναλυτικά το σκεπτικό τους
Η συμμετοχή της Ταϊβάν στη σύνοδο είναι σίγουρο πως ερέθισε το Πεκίνο, που προσπαθεί πάση θυσία να αποτρέψει τη συμμετοχή της Ταϊπέι σε κάθε διεθνές φόρουμ. Όσο και αν οι Ηνωμένες Πολιτείες διατήρησαν χαμηλό προφίλ στο ζήτημα της Πενγκ Σουάι, το κομμουνιστικό καθεστώς είχε ενοχληθεί για την ανάδειξη της εξαφάνισης της κινέζας τενίστριας, έπειτα από τις καταγγελία της για σεξουαλική επίθεση από έναν πρώην κινέζο αξιωματούχο, που είχε χρηματίσει αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Αντιστοίχως και η Μόσχα βλέπει με μεγάλη δυσαρέσκεια κάθε αναφορά στο ζήτημα της μεταχείρισης του αντικαθεστωτικού Αλεξέι Ναβάλνι από τη Δύση.
Το ζήτημα της ιδεολογικής αντιπαράθεσης των δύο πλευρών διατηρεί τη δική του σημασία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ιδρύθηκαν και συνεχίζουν ως ένα φωτεινό παράδειγμα της δημοκρατίας, ενώ Κίνα και Ρωσία προτάσσουν τον συγκεντρωτισμό με στόχο τη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων.
Σίγουρα οι δύο χώρες της Ευρασίας κινούνται πιο κοντά σε ιδεολογικό επίπεδο, και καταλαβαίνουν η μία την άλλη περισσότερο. Τώρα, βρήκαν την ευκαιρία να επικρίνουν την αμερικανική πρωτοβουλία ως «προϊόν του ψυχρού πολέμου» που δρα αντίθετα στον στόχο της ανάπτυξης του σύγχρονου κόσμου. Πεκίνο και Μόσχα θύμισαν πως η εξαγωγή και η προώθηση της δημοκρατίας, με τον τρόπο των Ηνωμένων Πολιτειών οδήγησε σε τραγικά αποτελέσματα στο εξωτερικό.
Ακόμα και σε επίπεδο ηγετών, ο Βλαντιμίρ Πούτιν και ο Σι Τζινπίνγκ έχουν δημιουργήσει έναν προσωπικό δεσμό, όπου ο Κινέζος πρόεδρος αποκαλεί τον Πούτιν ως τον καλύτερο του φίλο, και ο Ρώσος ηγέτης αναφέρει πως οι σχέσεις με την Κίνα βρίσκονται στο καλύτερο επίπεδο από ποτέ.
Βέβαια, Κίνα και Ρωσία έχουν αναπτύξει τόσο τις εμπορικές τους σχέσεις, όπου η Κίνα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εισαγωγέας ρωσικού πετρελαίου, όσο και τις στρατιωτικές τους, καθώς η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής εξοπλισμού προς το Πεκίνο. Το Κρεμλίνο εκτιμά την εισροή κινεζικών κεφαλαίων στην οικονομία του. Οι μέρες του ανταγωνισμού και της εχθρότητας των δύο πάλαι ποτέ κοιτίδων του κομμουνισμού, φαίνονται μακρινό παρελθόν.
Πλέον έχουν φτάσει στο σημείο να διεξάγουν κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και κοινές αποστολές στο εξωτερικό αλλά και να εμβαθύνουν την αμυντική συνεργασία τους, σε βαθμό που ανησυχούν ακόμα και την Ιαπωνία, έναν βασικό σύμμαχο των Ηνωμένων Πολιτειών. Η εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών σε ένα πλήθος ζητημάτων, από το Αφγανιστάν μέχρι τη Βόρεια Κορέα, έχει καταλήξει να ωθήσει Κίνα και Ρωσία να συμφωνούν σε όλο και περισσότερα ζητήματα.
Από τη μεριά τους, η κριτική που ασκείται στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πως αντιμετωπίζουν Κίνα και Ρωσία ως μία και ενιαία απειλή. Η τελευταία σύνοδος του ΝΑΤΟ ήταν χαρακτηριστική, όπου ο Τζο Μπάιντεν προσπάθησε να ενεργοποιήσει το επίπεδο απειλής, τόσο απέναντι στη Ρωσία, που ήταν άλλωστε ο λόγος δημιουργίας της συμμαχίας, όσο και απέναντι της Κίνας. Αν και δεν πραγματοποιήθηκε τελικά η αμερικανική στόχευση, φαίνεται πως στις ΗΠΑ, Κίνα και Ρωσία αντιμετωπίζονται το ίδιο πρίσμα. Ο κίνδυνος ωστόσο είναι αυτό να γίνει πραγματικότητα και Κίνα και Ρωσία να δρουν ενιαία και συντεταγμένα.