Όλα ξεκίνησαν το 2009. Η χρηματοπιστωτική κρίση που έπληξε τον κόσμο ένα χρόνο νωρίτερα ήταν καταιγίδα στα Βαλκάνια και η περιοχή έσπαζε τον πάτο του βαρελιού για να τα βγάλει πέρα.
Η Ελλάδα άνοιξε την πόρτα της στην Κίνα από το λιμάνι του Πειραιά, ενώ η Σερβία ανακήρυξε την Κίνα «τέταρτο πυλώνα» της εξωτερικής της πολιτικής. Οι βαλκανικές χώρες χρειάζονταν χρήματα και η Κίνα ένα φιλικό διάδρομο από τη Μεσόγειο προς την Ευρώπη. Ήταν η αρχή μιας όμορφης φιλίας. Αλλά είχε ένα τίμημα.
Πάνω από μια δεκαετία αργότερα, σύμφωνα με τον ίδιο τον υπολογισμό του BIRN, η περιοχή φιλοξενεί 135 έργα αξίας τουλάχιστον 32 δισεκατομμυρίων ευρώ, τα οποία συνδέονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο με την Κίνα. Ο διαδραστικός χάρτης «Η Κίνα στα Βαλκάνια» είναι αποτέλεσμα της έρευνας του BIRN για τα διάφορα είδη συνεργασίας μεταξύ του Πεκίνου και των χωρών της περιοχής.
Η Κίνα αναλαμβάνει τη μεταλλουργία, την εξόρυξη, την ενέργεια και τις μεταφορές, με τα περισσότερα από αυτά τα έργα να συνοδεύονται από καταγγελίες για διαφθορά, εκμετάλλευση και περιβαλλοντική βλάβη.
Η μεγαλύτερη ανησυχία επικεντρώνεται στη Σερβία, το κύριο πεδίο ανάπτυξης της Κίνας στην περιοχή.
Τον Ιανουάριο του 2021, 26 ευρωβουλευτές έγραψαν στην επιτροπή διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Oliver Varheyli, για να προειδοποιήσουν για την «αυξανόμενη κινεζική επιρροή στη Σερβία και την επικείμενη ζημιά στο περιβάλλον που προκαλείται από πολλά βαριά βιομηχανικά έργα από κινεζικές εταιρείες στη Σερβία».
Τα κινεζικά επενδυτικά σχέδια, έγραψαν οι ευρωβουλευτές, στερούνται διαφάνειας και βιωσιμότητας και εκτός από τη ζημιά στο περιβάλλον, έχουν επίσης διαβρωτική επίδραση στη διαχείριση. Η Σερβία φαίνεται ατάραχη.
Η παρουσία της Κίνας στη χώρα, η μεγαλύτερη από άποψη μεγέθους και πληθυσμού που αναδύθηκε από τις στάχτες της σοσιαλιστικής Γιουγκοσλαβίας, είναι ορατή όχι μόνο μέσω των επενδύσεων, των δανείων και των πολιτιστικών ανταλλαγών της αλλά και ως προς τη στρατηγική συνεργασία όσον αφορά τον τομέα της ασφάλειας και την ψηφιοποίηση.
Οι δημοσιογράφοι του BIRN εντόπισαν τουλάχιστον 61 έργα σε διάφορα στάδια ολοκλήρωσης από ή σε συνεργασία με Κινέζους παράγοντες την τελευταία δεκαετία, αξίας τουλάχιστον 18,7 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Το Μαυροβούνιο θεωρείται από ορισμένους ως ο πρώτος στόχος της κινεζικής λεγόμενης «διπλωματίας της παγίδας του χρέους», αφού πήρε δάνειο 800 εκατομμυρίων ευρώ από την κινεζική Exim Bank για να χρηματοδοτήσει το 85 τοις εκατό του πρώτου τμήματος ενός αυτοκινητόδρομου από την ακτή προς τα σύνορα με τη Σερβία, εκτοξεύοντας το χρέος του Μαυροβουνίου στο σύνολο του 103 τοις εκατό της οικονομικής παραγωγής.
Ο αυτοκινητόδρομος κατασκευάζεται από την China Road and Bridge Corporation, CRBC. Λυγίζοντας κάτω από το βάρος του χρέους, το Μαυροβούνιο σύναψε συμφωνία φέτος με ευρωπαϊκές και αμερικανικές τράπεζες για την αναχρηματοδότηση του δανείου. Αλλά η τύχη του αυτοκινητόδρομου παραμένει ασαφής, δεδομένου ότι το Μαυροβούνιο προσπάθησε και απέτυχε δύο φορές να εξασφαλίσει ευρωπαϊκή χρηματοδότηση για το δεύτερο τμήμα, αφού οι μελέτες σκοπιμότητας προέβλεπαν ότι ο όγκος της κυκλοφορίας δε θα δικαιολογούσε τις δαπάνες.
Σε σύγκριση με άλλες χώρες της περιοχής, η κινεζική επιρροή στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη είναι σχετικά μικρή.
«Η Κίνα επικεντρώνεται κυρίως σε άμεσες συναλλαγές με το κράτος και σε ανταγωνιστικές προσφορές», δήλωσε ο ειδικός στην οικονομία Admir Cavalic. «Η είσοδος σε αυτές τις περιοχές συνδέεται σχεδόν πάντα με λόμπι και άλλες διπλωματικές προσπάθειες. Πρέπει να ειπωθεί ότι οι γενικοί κίνδυνοι είναι υψηλότεροι όταν πρόκειται για έργα υποδομής, επειδή η υπόλοιπη οικονομία εξαρτάται από αυτά».
«Όσον αφορά τα δάνεια, δεν υπάρχει μεγάλη έκθεση, αλλά τελικά αυτό θα μπορούσε να καταστεί πρόβλημα δεδομένων των εγγυήσεων, ειδικά εκείνων που δίνονται από τις κυβερνήσεις των οντοτήτων».
Πράγματι, όσον αφορά τις υποδομές και την ενέργεια, η Κίνα είναι περισσότερο παρούσα στη Σερβική Δημοκρατία της Σέρπσκα, μια από τις δύο οντότητες που αποτελούν τη Βοσνία. Από 29 κινεζικά έργα εκεί, τα 18 σχετίζονται με υποδομές και ενέργεια.
Στην Ελλάδα, το BIRN χαρτογράφησε 13 κινεζικά έργα που υλοποιούνται επί του παρόντος – από άμεσες ξένες επενδύσεις μέχρι εμπόριο, πολιτιστική διπλωματία και διάφορες δωρεές για βοήθεια για την πανδημία COVID-19. Το BIRN εντόπισε άλλα δέκα έργα που είτε απέτυχαν είτε ματαιώθηκαν.
Σε όρους FDI (Foreign direct investment - Άμεση Ξένη Επένδυση), το πιο γνωστό είναι ο έλεγχος του λιμανιού του Πειραιά από την Κίνα μέσω της COSCO Shipping κατά 64 τοις εκατό, η οποία κατέβαλε αρχικά 280,5 εκατομμύρια ευρώ για μερίδιο 51 τοις εκατό το 2016.
Την ίδια χρονιά, η κινεζική State Grid αγόρασε μειοψηφικό μερίδιο 24 τοις εκατό στον φορέα εκμετάλλευσης του ηλεκτρικού δικτύου της Ελλάδας, ΑΔΜΗΕ, για 320 εκατομμύρια ευρώ.
Στη συνέχεια, υπάρχουν τουλάχιστον έξι έργα στον τομέα της πολιτιστικής διπλωματίας, συμπεριλαμβανομένων των Ινστιτούτων του Κομφούκιου στην πρωτεύουσα, Αθήνα, Βόλο και Θεσσαλονίκη, καθώς και το Κέντρο Κινεζικών Σπουδών στον Πειραιά.
«Οι ρίζες της συνεργασίας βρίσκονται στην ελληνική οικονομική κρίση πριν από μια δεκαετία, όταν οι Έλληνες ένιωσαν προδομένοι από τους δυτικούς συμμάχους που επέβαλαν διαδοχικούς γύρους σκληρής λιτότητας στη χώρα με αντάλλαγμα επαναλαμβανόμενες οικονομικές διάσωσης» υπογραμμίζει το πρακτορείο BIRN.
Η Αλβανία είναι μια από τις ελάχιστες χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης που τα τελευταία πέντε χρόνια έχει σημειωθεί μείωση των κινεζικών επενδύσεων.
Το αποκορύφωμα ήρθε το Σεπτέμβριο του 2016, όταν η κινεζική εταιρεία Geo-Jade Petroleum κατέβαλε 384,6 εκατομμύρια ευρώ για την παραχώρηση εξόρυξης πετρελαίου στο κοίτασμα Πάτος-Μαρίνζα, το μεγαλύτερο κοίτασμα παραγωγής πετρελαίου στη χώρα.
Μόλις ένα μήνα αργότερα, η China Everbright Group, μια χρηματοοικονομική εταιρεία που υποστηρίζεται από το κράτος, αγόρασε το 100 τοις εκατό των μετοχών της Tirana International, το μοναδικό τότε αεροδρόμιο της χώρας, έναντι 82,25 εκατομμυρίων ευρώ. Όμως, μακριά από το να ανοίξει τις πύλες για περισσότερες κινεζικές επενδύσεις, η συμφωνία αντ' αυτού έγινε ξινή.
Πηγές που γνωρίζουν την κατάσταση είπαν στο BIRN ότι οι Κινέζοι επενδυτές γρήγορα απογοητεύτηκαν και ένιωσαν ανεπιθύμητοι.
Το Δεκέμβριο του 2020, ενώ απέμεναν επτά χρόνια για τη λήξη της σύμβασης παραχώρησης, η κινεζική εταιρεία πούλησε χωρίς εξήγηση, παραδίδοντας τα ηνία στον Αλβανικό Όμιλο Kastrati έναντι 71 εκατ. ευρώ.
Ο Enver Bytyci, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Aleksander Moisiu στο λιμάνι του Δυρραχίου και ειδικός στην ιστορία των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Αλβανίας και Κίνας, είπε πως οι αλβανικές αρχές είχαν ασκήσει πίεση στις κινεζικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη χώρα μέσω συχνών φορολογικών ελέγχων.
«Αυτό είναι τρελό και δεν έγινε επειδή μια εταιρεία είχε προβλήματα, αλλά για να τους ασκηθεί πίεση να φύγουν», είπε στο BIRN. «Αυτό έχουν κάνει με την εταιρεία που αγόρασε την παραχώρηση του αεροδρομίου».
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, τα Σκόπια έχουν κάνει αρκετές προσπάθειες να προσελκύσουν Κινέζους επενδυτές, με μερική μόνο επιτυχία.
Τα δύο μεγάλα έργα υποδομής στα οποία συμμετέχουν κινεζικές εταιρείες είναι οι αυτοκινητόδρομοι Miladinovci-Stip και Kicevo-Ohrid. Το τελευταίο έχει επιβληθεί λόγω χαμένης προθεσμίας και δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.
Σύμφωνα με την ανάλυση του BIRN, υπήρξαν πολύ περισσότερες δωρεές και συμφωνίες συνεργασίας –ιατρικές, στρατιωτικές και πολιτιστικές– παρά πραγματικά έργα και επενδύσεις.
Οι ειδικοί λένε ότι υπάρχει ελάχιστο πραγματικό ενδιαφέρον από την κινεζική πλευρά για έργα υποδομής στην κεντροβαλκανική αυτή χώρα.
«Βασικά, παρά την επιθυμία να προσελκύσουμε κινεζικές άμεσες ξένες επενδύσεις, αποτυγχάνουμε για διάφορους λόγους - ανεπαρκές ενδιαφέρον από την κινεζική πλευρά, αναντιστοιχία προσφοράς και κινεζικής ζήτησης, διαφορά στην επιχειρηματική κουλτούρα και ανεπαρκής αμοιβαία γνώση και έλλειψη θεσμικής ικανότητας και ενδιαφέρον για συνεργασία με την Κίνα», δήλωσε η Ana Krstinovska, ειδικη σε θέματα που αφορούν στην Κίνα με έδρα τα Σκόπια και ιδρύτρια του οργανισμού παροχής υπηρεσιών έρευνας και παροχής συμβουλών ESTIMA.
«Όσο για άλλα έργα, τα οποία δε θα τα ονόμαζα επενδύσεις γιατί είναι βασικά δημόσιες συμβάσεις για τις οποίες είτε δανειζόμαστε είτε ανακοινώνουμε προμήθειες με κονδύλια του προϋπολογισμού, η Κίνα έχει τεράστιο ενδιαφέρον και είναι σύμφωνο με την παγκόσμια στρατηγική της».
Με πληθυσμό μόλις δύο εκατομμυρίων ανθρώπων, η γειτονική χώρα μπορεί να είναι μικρή, αλλά παραμένει στο ραντάρ της Κίνας δεδομένης της θέσης της στη διαδρομή της πρωτοβουλίας Belt and Road και της πιθανής μελλοντικής ένταξής της στην ΕΕ.
«Η κινεζική φιλοσοφία στην εξωτερική πολιτική είναι ότι δεν υπάρχουν μεγάλες ή μικρές χώρες», είπε η Krstinovska. «Είμαστε σημαντικοί ως χώρα με δικαίωμα ψήφου στον ΟΗΕ [Ηνωμένα Έθνη], στον ΠΟΕ [Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου], στον ΠΟΥ [Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας], στο ΝΑΤΟ και σε πολλούς άλλους οργανισμούς και θα γίνουμε ακόμη πιο σημαντικοί αν ενταχθούμε στην ΕΕ».