Από: sofokleousin.gr
Αυτή την περίοδο εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενοι παραλαμβάνουν σημειώματα από την Εφορία, για εισοδήματα παρελθόντων ετών, τα οποία φαίνεται να μην τα έχουν δηλώσεις σύμφωνα με τις διασταυρώσεις, που έχει πραγματοποιήσει η ΑΑΔΕ.
Ωστόσο, δεν σημαίνει ότι οι διαπιστώσεις της Εφορίας είναι και σωστές, καθώς μπορεί να έχουν προκύψει λάθος συμπεράσματα από τις διασταυρώσεις όπως έχει γίνει πολλές φορές στο παρελθόν.
Στις περιπτώσεις αυτές, το βάρος της απόδειξης το φέρει ο φορολογούμενος ο οποίος θα πρέπει να αποδείξει ότι τα εισοδήματα που φέρεται να μην έχει δηλώσει είτε δεν τα έχει λάβει ποτέ, είτε τα δήλωσε αλλά για κάποιο λόγο δεν τα «βλέπουν» οι διασταυρώσεις του Taxisnet.
Τα σημειώματα με τις διαπιστώσεις της Εφορίας εκδίδονται με βάση στοιχεία που έχουν αντληθεί από τη φορολογική δήλωση του υπόχρεου ή και από στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Φορολογική Διοίκηση, από άλλες πηγές.
Σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία, η ΑΑΔΕ διασταυρώνοντας τις φορολογικές δηλώσεις των προηγουμένων ετών και συγκεκριμένα τα δηλωθέντα εισοδήματα και τα στοιχεία που προκύπτουν από άλλες πηγές, εκδίδει και κοινοποιεί αναλόγως φόρους, πρόστιμα και προσαυξήσεις.
Μάλιστα, έχει τη δυνατότητα αποστολής εκκαθαριστικών σημειωμάτων με φόρους κατ΄ εκτίμηση ή και με προληπτικούς φόρους.
Επίσης, η νομοθεσία προβλέπει την έκδοση πράξης διοικητικού προσδιορισμού φόρου με βάση στοιχεία που έχουν τυχόν παρασχεθεί από τον φορολογούμενο σε φορολογική δήλωση ή κάθε άλλο στοιχείο που έχει στη διάθεσή της η Φορολογική Διοίκηση.
Σε περίπτωση που από στοιχεία που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση, προκύπτει ότι έχουν αποκτηθεί από φορολογούμενο (φυσικό πρόσωπο) εισοδήματα, ημεδαπής ή αλλοδαπής, αδιακρίτως κατηγορίας και πηγής προέλευσης ήτοι από μισθούς, συντάξεις, αμοιβές από επιχειρηματική δραστηριότητα, ενοίκια, μερίσματα, τόκους, δικαιώματα κ.λπ.
Τα συγκεκριμένα εισοδήματα προστίθενται, εφόσον δεν έχουν περιληφθεί σε δήλωσή του, τότε εκδίδεται και κοινοποιείται νέα πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, με την οποία προσδιορίζεται ο τυχόν οφειλόμενος επιπλέον φόρος και κατά περίπτωση, τα τυχόν ποσά της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, του τέλους επιτηδεύματος και του φόρου πολυτελούς διαβίωσης.
Πού βρίσκει τα στοιχεία η ΑΑΔΕ
Για τον διοικητικό προσδιορισμό του φόρου, η Φορολογική Διοίκηση αντλεί στοιχεία, από τις ακόλουθες πηγές πληροφοριών:
- Ετήσιες βεβαιώσεις εισοδημάτων που έχουν ληφθεί με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου (βεβαιώσεις αποδοχών ή συντάξεων, αμοιβών από επιχειρηματική δραστηριότητα, εισοδημάτων από μερίσματα, τόκους, δικαιώματα, όπως προβλέπονται ειδικότερα για παράδειγμα στις Α.1025/2020, Α.1009/2019, ΠΟΛ.1025/2017 Αποφάσεις του Διοικητή της ΑΑΔΕ),
- Στοιχεία αποδοχών που έχουν ληφθεί μέσω των μηνιαίων αναλυτικών εγγραφών της ηλεκτρονικής δήλωσης απόδοσης του φόρου μισθωτών υπηρεσιών,
- Πληροφορίες που λαμβάνονται ηλεκτρονικά και αφορούν σε εισοδήματα ή δαπάνες,
- Πληροφορίες που ζητούνται από οργανισμούς και φορείς κατόπιν αιτήματος της Α.Α.Δ.Ε.,
- Πληροφορίες που αντλούνται στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών,
- Κάθε διαθέσιμη πληροφορία από τρίτους, που λαμβάνει η Φορολογική Διοίκηση με βάση τις διατάξεις του άρθρου 15 του ΚΦΔ, με σκοπό τη διασταύρωση των δηλούμενων εισοδημάτων.
- Τα στοιχεία και οι πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της η Φορολογική Διοίκηση, τα οποία διασταυρώνει και αξιοποιεί τα συμπεράσματά τους.