dimitrisvetsikas1969 / pixabay |
Κρινιώ Καλογερίδου (Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)
Της δημοκρατίας που έδωσε τη δυνατότητα στην τότε εκτελεστική εξουσία (πρωθυπουργία Κωνσταντίνου Καραμανλή) να ανοίξει τον δρόμο για μεταρρυθμίσεις οι οποίες εδραίωσαν τον κοινοβουλευτισμό και πέτυχαν το ακατόρθωτο: την πλήρη και θεσμική ένταξη της χώρας μας στο ''κίνημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης''.
Έτσι τέθηκαν τα θεμέλια για την αναμόρφωση της Εσωτερικής και Εξωτερικής πολιτικής μας. Αναμόρφωση που συνδυάστηκε με την πολιτιστική μεταρρύθμιση (διάδραση πολιτικής και τέχνης) επιβεβαιώνοντας τον ορισμό της πολιτικής ως τέχνης απ' τους αρχαίους προγόνους μας.
Η Εξωτερική πολιτική, ειδικότερα, είχε για moto της ''δόγματα'' και ''αποφθέγματα'' των κορυφαίων πολιτικών εκπροσώπων της Μεταπολίτευσης (Κωνσταντίνου Καραμανλή-Ανδρέα Παπανδρέου) τα οποία αποτελούν πολιτική παρακαταθήκη προσδιορισμού του εθνικού στίγματος και της υπαρξιακής διάστασης της Ελλάδας (πρόσδεσή της στο άρμα του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ και της ΕΕ).
Οι πλέον εμβληματικές, μη κομματικές φράσεις των ως άνω πολιτικών που πέρασαν στην ιστορία είναι οι ρήσεις του πρώτου ''Ανήκομεν εις την Δύσιν (... και την Ευρώπη)'', ''Θα σας ρίξω στη θάλασσα.... για να μάθετε να κολυμπάτε'' και ''Η Ελλάς μετεβλήθη σε απέραντο φρενοκομείο'', ενώ του δεύτερου ''Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες'' και ''Το όνομά μας είναι η ψυχή μας'' (με αφορμή το ονοματολογικό των Σκοπίων).
Με τα δεδομένα αυτά, φυσικά, η ελληνική Εξωτερική πολιτική δεν υπήρξε ποτέ πολυδιάστατη, αν εξαιρέσουμε την απόπειρα με υβριδικό χαρακτήρα επί Κώστα Καραμανλή (βλ. απόπειρα σύσφιξης ελληνορωσικών σχέσεων μέσω αγωγού Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης, 2005, που κατέληξε σε ναυάγιο υπό το νέφος της ''απόπειρας δολοφονίας του'') λόγω της τυφλής προσήλωσης της Ελλάδας στις επιταγές των ''Μεγάλων''.
Των ''Μεγάλων'' οι οποίοι έγιναν ''προστάτες'' και ποδηγέτες της. Πράγμα που ''επισημοποιήθηκε'' ιστορικά στην οκταετία/δεκαετία της μνημονιακής περιόδου, όπου πήρε σάρκα και οστά η εξάρτηση της Εξωτερικής πολιτικής μας απ' τη Γερμανία (παρενέργεια της οικονομικής) και σε επίπεδο Άμυνας από τις ΗΠΑ.
Κατά περίεργο τρόπο, εντωμεταξύ, στην πρώτη χρονιά πρωθυπουργίας του Κώστα Καραμανλή (ιστορική για την Κύπρο λόγω του ''Όχι'' στο Σχέδιο Ανάν του Προέδρου Τάσσου Παπαδόπουλου) αναδείχθηκε στη χώρα μας μια διακομματική πολιτική κάστα διαπλεκόμενη, σε σχέση αλληλογονίας και αλληλοπάθειας,. με τα ΜΜΕ. Η κάστα της... Σχολής των ''Ανανιστών''.
Αυτών (Ελλαδιτών και Ελληνοκυπρίων) που είχαν ταχθεί το 2004 υπέρ του Σχεδίου Ανάν στο Κυπριακό (το οποίο ζητούσε κατάργηση, ουσιαστικά, του ελεύθερου και ανεξάρτητου κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας) . Αυτών που ζητούσαν να παραδώσουμε με τη θέλησή μας την Κύπρο στους Τούρκους, για να μην δεχόμαστε απειλές απ' αυτούς, πρόταση που διαιωνίζεται έως σήμερα.
Είναι οι γνωστοί-άγνωστοι που διακρίθηκαν (στην περίπτωση της Ελλάδας) κατά την περίοδο διακυβέρνησης του Κώστα Σημίτη, η οποία στιγματίστηκε απ' τη σημαία που την πήρε ο αέρας στα Ίμια και τις γκρίζες ζώνες τις οποίες διεκδικούσε προκλητικά η Τουρκία βλέποντας τη δική μας αδράνεια λόγω του φόβου μας.
Είναι οι γνωστοί-άγνωστοι ''πρόθυμοι'' που έχουν εμφιλοχωρήσει στα κόμματα εξουσίας και προτείνουν για μεν το Αιγαίο ''συνεκμετάλλευση'' με τους Τούρκους (διχοτόμησή του, ουσιαστικά), για δε την Κύπρο συμβιβασμό μέχρι σημείου υποβιβασμού της Κυπριακής Δημοκρατίας...
Όλους αυτούς λίγο τους νοιάζει, ασφαλώς, αν διαλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία και τη θέση της πάρει ένα τουρκικό προτεκτοράτο με αντάλλαγμα τα ''ήσυχα καλοκαίρια'' μας. Λίγο τους ένοιαζε αν η Κυπριακή Δημοκρατία ξεπέσει σε Κοινότητα από κράτος που είναι, όπως λίγο τους νοιάζει αν περάσει η τουρκική πρόταση στο Κυπριακό για διχοτόμηση της Κύπρου.
Για τον λόγο αυτό τα ελλαδικά μέλη της κάστας αυτής προσπαθούν τεχνηέντως απ' την περίοδο των Ιμίων (1996) και έκτοτε (με διάθεση πολιτικής επιβολής απ' το 2008) να ενσπείρουν στην ελληνική κοινωνία τον φόβο για τους Τούρκους (σύγχρονο ραγιαδισμό) με σκοπό να προωθήσουν την κατευναστική ή, άλλως, ρεαλιστική πολιτική τους με προπέτασμα καπνού το ''λύνουμε τις διαφορές μας με διάλογο'', κάτι που συνεπάγεται δυστυχώς την μονόπλευρη σε βάρος μας υποχωρητικότητα έναντι της διεκδικητικής Τουρκίας.
Στην ουσία, δηλαδή - για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους - η διαβρωτική, εθνικά επικίνδυνη και παράλογη ''μινιμαλιστική'' πολιτική που προτείνουν και εφαρμόζουν στα εθνικά θέματα απ' το 1996 εξυπηρετεί τη στρατηγική της Τουρκίας και τον μεγαλοϊδεάτη ηγέτη της Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος τροχοδρομεί την νεο-οθωμανική πολιτική του στις ράγες της ''Γαλάζιας Πατρίδας'' του (τουρκική κυριαρχία στο μισό Αιγαίο και σε 152 ελληνικά νησιά).
Εξυπηρετεί τη στρατηγική της Τουρκίας σε πολιτικό και γεωπολιτικό επίπεδο, γιατί - προβάλλοντάς την ως φόβητρο για την Ελλάδα - ''διασφαλίζουν'' τις ''ρεαλιστικές'', άρα υποχωρητικές, ραγιαδίστικες θέσεις μας στα εθνικά θέματα, πράγμα που τροφοδοτεί το ''εγώ'' της γείτονος εξ Ανατολών μας και την ωθεί στην επίτευξη του κύριου στόχου της: την ηγεμονία της στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο.
Θύμα του στόχου αυτού έχει πέσει και το αφελές ''αφήγημα'' της ελληνοτουρκικής προσέγγισης και φιλίας, που κρύβει την καμουφλαρισμένη τουρκική ''λυκοφιλία'' - στην πραγματικότητα - η οποία θέλει τους Έλληνες πειθήνιους και υποτακτικούς όπως στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Πρόκειται για μια πλάνη, μια στημένη παγίδα των ''προθύμων'' Ελλαδιτών και Ελληνοκυπρίων οι οποίοι έπεσαν στο ποτάμι της τουρκικής προπαγάνδας υιοθετώντας αυτούσια την επιχειρηματολογία της ''Γαλάζιας Πατρίδας'' της.
Μια παγίδα ''προθύμων'' της ''Σχολής των Ανανιστών'' (πολιτικών, δημοσιογράφων, διπλωματών και διανοούμενων) οι οποίοι προετοιμάζουν υποχωρήσεις - χωρίς να αποκλείονται και εκχωρήσεις ακόμα - στο Κυπριακό, για να σώσουμε δήθεν το Αιγαίο.
Τέτοιες φιλοτουρκικές λύσεις έχουν κατά νου, που τις στηρίζουν συμφέροντα τα οποία ενίοτε εκφράζονται και με στόματα ''προθύμων'' Κυπρίων πολιτικών, όπως οι εν... αποστρατεία πολιτικοί που συμβούλευαν τον Πρόεδρο Αναστασιάδη ''Να μην βάζουμε θέσεις και προτάσεις που δεν θα δεχθούν οι Τούρκοι'', όπως αποκάλυψε πρόσφατα ο πρώην ΥΠΕΞ μας Νίκος Κοτζιάς...