Από: Δρόμος της Αριστεράς - Του Ιάσονα Κωστόπουλου
Από τον αποκλεισμό και τον στιγματισμό των ανεμβολίαστων, μέχρι την επιβολή του υποχρεωτικού εμβολιασμού η απόσταση είναι μικρή. Αυτό αποδείχθηκε και στην πράξη έπειτα από την ανακοίνωση του Κ. Μητσοτάκη, ότι από 14 Ιανουαρίου όσοι πολίτες άνω των 60 ετών δεν έχουν εμβολιαστεί θα πρέπει να πληρώνουν πρόστιμο εκατό ευρώ το μήνα. Όπου αξίζει να σημειωθεί, ότι ανεμβολίαστοι δεν είναι όσοι δεν έχουν εν γένει εμβολιαστεί αλλά όσοι δεν έχουν κάνει και την τρίτη δόση του εμβολίου. Με αυτόν τον τρόπο βαθαίνει ο οικονομικός εξαναγκασμός που έχει επιβληθεί σε όσους εμπίπτουν στην κατηγορία των ανεμβολίαστων, αφού πλέον πέρα από την οικονομική αφαίμαξη των ράπιντ τεστ, θα υπόκεινται και στο εν λόγω πρόστιμο. Παράλληλα, η παρουσίαση του προστίμου ως «αντίτιμου υγείας», που πληρώνουν δικαίως όσοι επιβαρύνουν το σύστημα υγείας, εισάγει στον πυρήνα της υγείας την λογική του ιδιωτικού τομέα υπηρεσιών, του κέρδους και της ανταποδοτικότητας, όπου κανείς πρέπει να πληρώνει ανάλογα με το ιστορικό του, τις συνήθειες ή τη συμπεριφορά του. Επιπλέον, προλειαίνεται το έδαφος για την επέκταση της υποχρεωτικότητας και σε άλλες κοινωνικές ομάδες, πράγμα που για μια ακόμη φορά ξεκίνησε να συζητιέται πριν ακόμη εφαρμοστεί το ανακοινωθέν μέτρο. Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι όλα αυτά είναι μια «γραμμή» που έρχεται από την Ευρώπη.
Αυταρχικό καθεστώς
Την ίδια στιγμή, έχει αρχίσει να είναι εμφανές ότι το αυταρχικό καθεστώς που στήνεται με πρόσχημα την πανδημία, δεν μπορεί να δώσει λύση από υγειονομικής άποψης. Μόλις μπήκε ο χειμώνας τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, υπήρξε έξαρση της πανδημίας. Η εφαρμογή αποκλεισμών με βάση το πράσινο πάσο (υγειονομικό πιστοποιητικό) αλλά και η προώθηση του εμβολιασμού ως μοναδικό και επαρκές μέτρο αντιμετώπισης της πανδημίας, όχι μόνο δεν έχουν μπορέσει να δώσουν λύση αλλά αντίθετα αποτελούν ένα καταστροφικό μείγμα πολιτικής που έχει οδηγήσει πολλές χώρες να βρίσκονται σε ίδια ή και χειρότερη κατάσταση σε σχέση με τον περσινό χειμώνα. Όσο και αν διατείνεται η κυβέρνηση ότι όλα είναι υπό έλεγχο, μια ματιά στην κατάσταση που επικρατεί στο ΕΣΥ, αλλά και το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι στις 15 χώρες με τον υψηλότερο αριθμό θανάτων ανά εκατομμύριο, αποδεικνύουν το αντίθετο.
Η υποχρεωτικότητα και ο αυταρχισμός, όχι μόνο δεν παράγουν λύσεις, αλλά αντίθετα ενισχύουν την υποτίμηση και τον αποκλεισμό όλων των αναγκαίων μέτρων που θα έπρεπε να ληφθούν για να σωθούν ζωές συμπολιτών μας
Η υποχρεωτικότητα και ο αυταρχισμός, όχι μόνο δεν παράγουν λύσεις, αλλά αντίθετα ενισχύουν την υποτίμηση και τον αποκλεισμό όλων των αναγκαίων μέτρων που θα έπρεπε να ληφθούν. Αφού πλέον κάθε φορά που τίθεται το ζήτημα επιπλέον μέτρων σχετικά με την ενίσχυση του ΕΣΥ, τους χώρους εργασίας, τα ΜΜΜ, την κοινωνική αποστασιοποίηση και την πρόληψη, ομολογείται ωμά ότι κάτι τέτοιο όχι απλά δεν είναι απαραίτητο αλλά είναι και περιττό, καθώς η μοναδική «διέξοδος» είναι ο καθολικός εμβολιασμός με οποιοδήποτε τρόπο. Η μοναδική ενίσχυση που είναι «ρεαλιστική» είναι εκείνη του αποθέματος εμβολίων κάθε χώρας, με το αζημίωτο πάντα, την ίδια στιγμή που η υπερσυσσώρευση εμβολίων στο δυτικό κόσμο και άρα η απουσία τους σε άλλες περιοχές του πλανήτη, αναδεικνύεται σε βασικό πρόβλημα για την ανακοπή της πανδημίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Στήνεται έτσι ένας πόλεμος όχι ενάντια στην πανδημία, αλλά ενάντια σε όσους δεν συμμορφώνονται πλήρως με την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική. Όποιος αντιτίθεται, ανεξάρτητα από τον λόγο ή τα επιχειρήματα, είναι παραβάτης και υπόκειται σε κάθε είδους τιμωρητικά μέτρα, τα οποία πλέον δεν έχουν καν υγειονομικό μανδύα. Ενώ αντίθετα δίνονται «προνόμια», εν είδει δώρου από τον ηγεμόνα, σε όσους συμμορφώνονται, ακόμη και αν είναι επιζήμια από υγειονομικής άποψης. Αυτού του είδους το αυταρχικό καθεστώς, σε συνδυασμό με τον εκτεταμένο κοινωνικό έλεγχο που περιλαμβάνει αποτελούν το περιβάλλον διαχείρισης όχι μόνο της πανδημίας, αλλά και όλων των «μεγάλων» ζητημάτων που έπονται. Από την γενικευμένη φτώχεια που προαναγγέλλεται με βάση και την έλευση της μετάλλαξης Ο, μέχρι τις ιδιωτικοποιήσεις, τις απολύσεις και τους νέους αποκλεισμούς που απαιτούνται για να προχωρήσει η ψηφιακή και η πράσινη μετάβαση στην Ελλάδα αλλά και στον ευρωπαϊκό χώρο. Αυτά τα γνωρίζει όχι μόνο η κυβέρνηση αλλά και ολόκληρο το πολιτικό σύστημα, που συνειδητά λειτουργεί ως υποστύλωμα της ασκούμενης πολιτικής. Είναι ενδεικτικές οι κορώνες για την ταξικότητα των νέων μέτρων, στα όποια όχι απλά δεν εντοπίζεται κανένα δημοκρατικό ζήτημα, αλλά αντίθετα ζητιέται «πιο δίκαιη» υποχρεωτικότητα ώστε να μην μπορεί κανείς να εξαγοράσει την απειθαρχία του.
Χρειάζεται άλλη πολιτική
Στον αντίποδα αυτής της πολιτικής, υποστηρίζουμε ότι οποιαδήποτε λύση δεν μπορεί παρά να είναι δημοκρατική και να στοχεύει να ενώσει την κοινωνία. Μια τέτοια πολιτική πρέπει να κάνει χρήση όλων των μέσων και των μέτρων, που είναι απαραίτητα για την ανακοπή της πανδημίας. Τέτοια είναι η ενίσχυση των κρατικών υποδομών όπως το ΕΣΥ και τα ΜΜΜ, τα μέτρα για την εξασφάλιση ασφαλούς εργασίας, η δημιουργία μηχανισμών για την πρωτοβάθμια υγεία και την πρόληψη, τα φάρμακα, ο σχεδιασμός εμβολιαστικής πολιτικής που να στηρίζεται στην ενημέρωση και όχι στην αυταρχική υποχρεωτικότητα. Όλα αυτά και άλλα παρόμοια, θα έπρεπε να προωθούνται χωρίς κανέναν αποκλεισμό και με τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια και πληρέστερη αιτιολόγηση. Καθώς κάτι τέτοιο αποτελεί αναγκαία συνθήκη για την διασφάλιση όχι μόνο της δημοκρατίας αλλά και για την αναγκαία ανάταξη του κοινωνικού φρονήματος, που είναι απαραίτητο για την επιτυχία όλων των προληπτικών μέτρων.
Καθολικό υποχρεωτικό εμβολιασμό συζητά η Ευρώπη
Η αντιμετώπιση της πανδημίας μέσα από την επιβολή του πράσινου πάσου (υγειονομικό πιστοποιητικό), τον αποκλεισμό των ανεμβολίαστων και πλέον τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, δεν αποτελούν ελληνική πρωτοτυπία, αλλά προωθούνται παράλληλα σε όλο σχεδόν τον δυτικό κόσμο. Μάλιστα, έπειτα από την έξαρση της πανδημίας με την έλευση του χειμώνα, πολλές χώρες σκοπεύουν να προχωρήσουν σε περαιτέρω σκλήρυνση του ισχύοντος καθεστώτος, με τον καθολικό υποχρεωτικό εμβολιασμό να είναι στην ατζέντα. Έπειτα από την Αυστρία και η Γερμανία, προχώρησε στην επιβολή λοκντάουν για τους ανεμβολίαστους, ενώ συζητιέται και ο καθολικός υποχρεωτικός εμβολιασμός από την αρχή της νέας χρονιάς. Αυτά ανακοινώθηκαν έπειτα από τη συνάντηση της κ. Μέρκελ με τον νέο καγκελάριο Όλαφ Σολτς. Η υιοθέτηση του υποχρεωτικού εμβολιασμού, ως ενδεδειγμένου μέτρου από τη Γερμανία, αποτελεί σημαντική εξέλιξη που θα επηρεάσει την πολιτική εντός της Ε.Ε. συνολικά. Ως προς αυτό, είναι ενδεικτικές και οι δηλώσεις της πρόεδρου της Κομισιόν, Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν, που έγιναν σχεδόν παράλληλα με αυτές της κ. Μέρκελ, για την ανάγκη συζήτησης για τον καθολικό υποχρεωτικό εμβολιασμό σε όλη την Ε.Ε.
Την ίδια στιγμή, σκληρότερα μέτρα λαμβάνονται και σε άλλες χώρες με την Ιταλία να επεκτείνει τη χρήση πράσινου πάσου στα MMM, τη Σλοβακία και την Ουγγαρία να επιτρέπουν τις απολύσεις ανεμβολίαστων στον ιδιωτικό τομέα και το Ισραήλ να αποφασίζει την παρακολούθηση των κινητών όσων βρεθούν θετικοί στην μετάλλαξη Ο, από την κρατική μυστική υπηρεσία, για λόγους ιχνηλάτησης! Παρά τις όποιες διαφοροποιήσεις ανά κράτος το μοτίβο παραμένει το ίδιο: Με πρόσχημα την πανδημία δοκιμάζονται αυταρχικά μέτρα αποκλεισμού και κοινωνικού ελέγχου, τα οποία έπειτα μεταφέρονται και αλλού. Ωστόσο, κριτήριο για την εφαρμογή των μέτρων και σε άλλα κράτη δεν φαίνεται να αποτελεί το υγειονομικό τους αποτύπωμα, καθώς δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις «αυστηρών» κρατών που παρά τα μέτρα βρέθηκαν αντιμέτωπα με την επιδείνωση της πανδημίας. Αντίθετα, αυτό που μετριέται είναι οι αντιδράσεις και τα προβλήματα που προκύπτουν, κατά την εφαρμογή τους, αλλά και κατά πόσο αποτελούν ένα αποτελεσματικό πλαίσιο ελέγχου και διαχείρισης εντός της πανδημίας. Καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις, συμπίπτουν και με συνολικότερες αναδιαρθρώσεις είτε άμεσες, όπως οι απολύσεις στην Ουγγαρία είτε έμμεσες όπως είναι το «αντίτιμο υγείας» της Ελλάδας και οι ιδιωτικοποιήσεις στην Ιταλία.
Εμβολιασμός ανά τρίμηνο
Την επίσπευση της αναμνηστικής δόσης του εμβολίου, στους τρεις (3) μετά την ολοκλήρωση του εμβολιασμού ή της νόσησης, αντί στους 6 μήνες που ίσχυε μέχρι σήμερα, αποφάσισε η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, όπως ανακοίνωσε το απόγευμα της Παρασκευής, ο γενικός γραμματέας Πρωτοβάθμιας Υγείας, Μάριος Θεμιστοκλέους.
Η απόφαση αυτή, έρχεται μετά τη δήλωση του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη, που πριν μερικές μέρες κάλεσε την επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο μείωσης του χρόνου αναμονής μεταξύ των δόσεων. Μια επιστημονική απόφαση κατά παραγγελία της κυβέρνησης. Μια ακόμη πολιτική απόφαση, που εκ των υστέρων, παίρνει τις ευλογίες της επιστημονικής αυθεντίας για να επιβληθεί ως η μόνη ορθολογικά νομιμοποιημένη επιλογή.
Με αυτά και με αυτά, οι εξαγγελίες των φαρμακευτικών εταιριών και των ρυθμιστικών αρχών για την αποτελεσματικότητα και τη διάρκεια κάλυψης των εμβολίων, διαψεύδονται στην πράξη από τις ίδιες τις αποφάσεις τους. Εμβολιασμός ανά τρεις μήνες, για να μην αχρηστευθεί το απόθεμα εμβολίων, για να ενισχυθεί μας λένε η αντοχή απέναντι στις νέες μεταλλάξεις, μέχρι την επόμενη ανακοίνωση που θα διαψεύδει τις προβλέψεις και θα αλλάζει και πάλι τις αποφάσεις.
Η ανάγκη για έκτακτα μέτρα εν’ όψει της νέας επιδημικής έκρηξης, γίνεται αντικείμενο χειρισμού, από τις ελίτ, όχι για να προστατεύσουν την υγεία της κοινωνίας, αλλά για να επιβάλουν την ατομική ευθύνη. Όλοι είμαστε πλέον υγιείς υπό κυβερνητική αίρεση, ανεμβολίαστοι ή εμβολιασμένοι με ημερομηνία λήξης κάθε τρεις μήνες, οπότε και θα επανέρχεται το δίλλημα νέος εμβολιασμός κατ’ εντολή ή αποκλεισμός από το δημόσιο χώρο. Και όλα αυτά ενώ το ΕΣΥ καταρρέει, αναδεικνύοντας τις εγκληματικές ευθύνες του πολιτικού συστήματος και της κυβέρνησης.
Δ.Γκ.