zero Hedge, Dec 11, 2021
Authored by Sheldon Richman via The Libertarian Institute,
Mετάφραση: Μ. Στυλιανού
Nα μια καλή ιδέα: Ας μην πάμε σε πόλεμο εναντίον της Ρωσίας. Ας μην σηκώσουμε καν ένα σπαθί απέναντι στη Ρωσία (ή την Κίνα), επειδή ακόμη και οι πόλεμοι που κανείς δεν θέλει πραγματικά μπορούν να γίνουν από γκάφα. Πολλοί θα έμεναν χαμένοι σε αποτέλεσμα, ακόμα και αν τα πυρηνικά όπλα έμεναν στις αποθήκες, αλλά κανείς δεν θα έβγαινε κερδισμένος. Έτσι, όπως απάντησε αυτός ο έξυπνος υπολογιστής του Υπουργείου Άμυνας στην ταινία WarGames του 1983: «Η μόνη νικηφόρα κίνηση είναι να μην παίξεις».
Η κρίση των ημερών είναι η Ουκρανία· Πριν από αυτήν, ήταν η Γεωργία, και οι δύο πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο, οι ηγέτες της Ρωσίας αγχώνονται όταν η ελίτ της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ αντιμετωπίζει ως αμελητέες τις ρωσικές ιστορικές ανησυχίες για την ασφάλεια. Θα μπορούσε αυτό να έχει να κάνει με τις πολλές εισβολές στην Ρωσία από την Ανατολική Ευρώπη στο παρελθόν; Θεέ μου, από τον τρόπο που συμπεριφέρονται αυτοί οι παράλογοι Ρώσοι, θα έλεγες ότι οι Αμερικανοί ομόλογοί τους ποτέ δεν επικαλέστηκαν τις ανησυχίες των ΗΠΑ (συνήθως ψεύτικες) για την ασφάλεια τους ως λόγο στρατιωτικής δράσης. Λες και...
Αλλά ίσως ήρθε η ώρα για τους κυβερνήτες της Αμερικής να λάβουν υπόψη τις ρωσικές ανησυχίες. Ακόμη και για όσους από εμάς δεν είμαστε θαυμαστές του Βλαντιμίρ Πούτιν και της κυβέρνησης που διοικεί, αυτό φαίνεται σαν καλή συμβουλή - αν όχι για κανέναν άλλο λόγο εκτός από στενή αμερικανική ιδιοτέλεια. Τουλάχιστον, έτσι φαίνεται από την άποψη των φυσιολογικών Αμερικανών, οι οποίοι θα μπορούσαν να εκτιμήσουν σαν καλή αλλαγή αυτό που συνέστησε ο Άνταμ Σμιθ : «Ειρήνη, εύκολους φόρους και ανεκτή απονομή δικαιοσύνης».
Όποιος έχει δώσει προσοχή στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ από την ειρηνική διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και τη συμμαχία του Συμφώνου της Βαρσοβίας, το 1989-1991, θα έχει συνειδητοποιήσει ότι η δικομματική ελίτ της εξωτερικής πολιτικής της Αμερικής έχει πάρει ακριβώς τον λάθος δρόμο προκαλώντας νευρικούς Ρώσους εθνικιστές σε κάθε στροφή. Παρά τις υποσχέσεις για το αντίθετο, αυτή η ελίτ ηγήθηκε της επιχείρησης για την προσθήκη και άλλων μελών στη συμμαχία του ΝΑΤΟ, φέρνοντας την αντισοβιετική στρατιωτική και πολιτική οργάνωση μέχρι τα ρωσικά σύνορα και οργανώνοντας στρατιωτικές ασκήσεις προκλητικά κοντά σε αυτά. Οι ΗΠΑ έχουν επίσης πουλήσει οπλικά συστήματα στην Πολωνία, μέλος του ΝΑΤΟ, πρώην μέλος του Συμφώνου της Βαρσοβίας.
Ο Πούτιν επιμένει ότι το ΝΑΤΟ δεν πρέπει να επεκταθεί πάρα πέρα, αλλά ο Μπάιντεν του είπε να το βουλώσει. Η θέση των ΗΠΑ είναι ότι η ένταξη στο ΝΑΤΟ των πρώην σοβιετικών κτήσεων είναι καθαρά υπόθεση της συμμαχίας. Εν τω μεταξύ, ο Μπάιντεν απειλεί με αυστηρότερες οικονομικές κυρώσεις και ακόμη περισσότερα αμερικανικά στρατεύματα στην Ανατολική Ευρώπη εάν ο Πούτιν δεν συναινέσει, μεταξύ άλλων, στην απομάκρυνση των στρατευμάτων του από τα σύνορα Ρωσίας-Ουκρανίας.
Ας θυμηθούμε επίσης ότι το 2014 οι ΗΠΑ βρίσκονταν πίσω από ένα πραξικόπημα που εκτελέστηκε στην Ουκρανία από τους νεοναζί εναντίον ενός εκλεγμένου, φιλικού προς τη Ρωσία προέδρου , γνωρίζοντας πολύ καλά πώς θα αντιδρούσαν οι Ρώσοι. Φοβούμενη την παρείσδυση των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ, η κυβέρνηση του Πούτιν προσάρτησε την Κριμαία με τη στρατηγική ναυτική βάση της στη Μαύρη Θάλασσα, η οποία αποτελεί μέρος του ρωσικού συστήματος ασφάλειας για πάνω από 200 χρόνια.
Ωστόσο, πιο προνοητικός για τις σημερινές αυξημένες εντάσεις, ο Πούτιν αρνήθηκε την ευκαιρία να προσαρτήσει την ανατολική Ουκρανία (την περιοχή του Ντονμπάς γεμάτη ρώσους υπηκόους) όταν η πλειοψηφία εκεί ψήφισε υπέρ της ανεξαρτησίας από το Κίεβο.
Δεν χρειαζόταν να γνωρίζετε πάρα πολλά για την ευρωπαϊκή ιστορία για να δείτε πόσο προκλητική θα ήταν η χρηματοδοτημένη από τις ΗΠΑ αλλαγή καθεστώτος στην Ουκρανία. Για να χειροτερέψουν τα πράγματα, η Ουκρανία και η Γεωργία έχουν γίνει στην πράξη μέλη του ΝΑΤΟ, αλλά μόνο επειδή η ελίτ των ΗΠΑ δεν έχει ακόμη πείσει τους Ευρωπαίους ομολόγους της να δώσουν σε αυτές τις δύο πρώην σοβιετικές δημοκρατίες επίσημη ιδιότητα μέλους. Αυτό, ωστόσο, δεν εμπόδισε την Ουάσιγκτον να επεκτείνει μιαν εγγύηση ασφαλείας στην Ουκρανία που μοιάζει πολύ με αυτή που τα μέλη του ΝΑΤΟ επεκτείνουν το ένα στο άλλο. Ο Μπάιντεν μόλις ενίσχυσε αυτή την εγγύηση.
Ποιοι Αμερικανοί είναι έτοιμοι να πεθάνουν για το Κίεβο; Για κάποιο λόγο είναι εύκολο για τους Αμερικανούς, οι οποίοι μπορούν να είναι τόσο εθνικιστικά εγωκεντρικοί όσο ο καθένας, να υποθέσουν ότι οποιαδήποτε κλιμάκωση των εντάσεων με τη Ρωσία πρέπει να είναι λάθος των Ρώσων.
Τα κατεστημένα μέσα ενημέρωσης δεν έχουν κανένα πρόβλημα να το παρουσιάσουν ως αδιαμφισβήτητο γεγονός. Αλλά πώς ξέρουν ότι είναι αλήθεια; Ποτέ δεν παρέχουν αποδείξεις. Ο εμπειρογνώμονας εξωτερικής πολιτικής Τεντ Γκέιλεν Κάρπεντερ του Ινστιτούτου Κάτο έχει πολύ πιο τεκμηριωμένη άποψη:
Η συμπεριφορά της Μόσχας ήταν περισσότερο μια αντίδραση στις επιθετικές κινήσεις που έχουν ήδη κάνει οι Ηνωμένες Πολιτείες και ο Ουκρανός πελάτης τους παρά απόδειξη επιθετικής πρόθεσης. Οι Ρώσοι ηγέτες έχουν σημειώσει με ανησυχία την σταθερή επέκταση της ιδιότητας μέλους του ΝΑΤΟ και της στρατιωτικής παρουσίας του ανατολικά προς τα σύνορα της Ρωσίας από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και έχουν θεωρήσει την αυξανόμενη στρατηγική ερωτική σχέση της Ουάσινγκτον με το Κίεβο ιδιαίτερα προκλητική.
Επιπλέον, ο Τεντ Γκέιλεν Κάρπεντερ προσθέτει,
Οι ίδιες οι πολιτικές της Ουκρανίας έχουν γίνει επικίνδυνα πολεμοχαρείς. Για παράδειγμα, το επίσημο δόγμα ασφάλειας της κυβέρνησης, που υιοθετήθηκε νωρίτερα αυτό το έτος, επικεντρώνεται στην ανακατάληψη της Κριμαίας, της χερσονήσου που προσάρτησε η Ρωσία το 2014 , μετά την εκστρατεία της Δύσης η οποία βοήθησε τους διαδηλωτές να ανατρέψουν τον εκλεγμένο, ρωσόφιλο πρόεδρο της Ουκρανίας. Οι δηλώσεις του Προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι και άλλων ηγετών είναι ιδιαίτερα ανησυχητικές και οι στρατιωτικές αναπτύξεις της Ουκρανίας αποσταθεροποίησαν περαιτέρω μια ήδη εύθραυστη κατάσταση.
Ο Κάρπεντερ επισημαίνει ότι ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πολύ πιο ισχυρές από τη Ρωσία με συμβατικούς όρους, «εκτός εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους είναι πρόθυμοι να διεξαγάγουν έναν ολοκληρωτικό πόλεμο κατά της Ρωσίας, μια ένοπλη σύγκρουση που περιορίζεται στην Ουκρανία (και ίσως σε ορισμένα γειτονικά εδάφη), θα μείωνε μεγάλο μέρος αυτού του πλεονεκτήματος. Οι ρωσικές δυνάμεις θα επιχειρούσαν κοντά στο σπίτι τους, με σχετικά σύντομες γραμμές εφοδιασμού και επικοινωνιών. Οι αμερικανικές δυνάμεις θα επιχειρούν μακριά από το σπίτι τους με εξαιρετικά τεντωμένες γραμμές. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει βεβαιότητα ότι οι ΗΠΑ θα επικρατήσουν σε μια τέτοια σύγκρουση».
Θα υποχωρήσει τότε η κυβέρνηση Μπάιντεν ή θα το πάει στα πυρηνικά; Ποιος είναι πρόθυμος να το μάθει;
Πέρα από αυτές τις σκέψεις, η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα πρέπει απλά να πάψει να αναρριπίζει τις ρωσοφοβικές φλόγες απλά και μόνο επειδή ένας πόλεμος θα ήταν απίστευτα ηλίθιος.
Authored by Sheldon Richman via The Libertarian Institute,
Mετάφραση: Μ. Στυλιανού
Nα μια καλή ιδέα: Ας μην πάμε σε πόλεμο εναντίον της Ρωσίας. Ας μην σηκώσουμε καν ένα σπαθί απέναντι στη Ρωσία (ή την Κίνα), επειδή ακόμη και οι πόλεμοι που κανείς δεν θέλει πραγματικά μπορούν να γίνουν από γκάφα. Πολλοί θα έμεναν χαμένοι σε αποτέλεσμα, ακόμα και αν τα πυρηνικά όπλα έμεναν στις αποθήκες, αλλά κανείς δεν θα έβγαινε κερδισμένος. Έτσι, όπως απάντησε αυτός ο έξυπνος υπολογιστής του Υπουργείου Άμυνας στην ταινία WarGames του 1983: «Η μόνη νικηφόρα κίνηση είναι να μην παίξεις».
Η κρίση των ημερών είναι η Ουκρανία· Πριν από αυτήν, ήταν η Γεωργία, και οι δύο πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο, οι ηγέτες της Ρωσίας αγχώνονται όταν η ελίτ της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ αντιμετωπίζει ως αμελητέες τις ρωσικές ιστορικές ανησυχίες για την ασφάλεια. Θα μπορούσε αυτό να έχει να κάνει με τις πολλές εισβολές στην Ρωσία από την Ανατολική Ευρώπη στο παρελθόν; Θεέ μου, από τον τρόπο που συμπεριφέρονται αυτοί οι παράλογοι Ρώσοι, θα έλεγες ότι οι Αμερικανοί ομόλογοί τους ποτέ δεν επικαλέστηκαν τις ανησυχίες των ΗΠΑ (συνήθως ψεύτικες) για την ασφάλεια τους ως λόγο στρατιωτικής δράσης. Λες και...
Αλλά ίσως ήρθε η ώρα για τους κυβερνήτες της Αμερικής να λάβουν υπόψη τις ρωσικές ανησυχίες. Ακόμη και για όσους από εμάς δεν είμαστε θαυμαστές του Βλαντιμίρ Πούτιν και της κυβέρνησης που διοικεί, αυτό φαίνεται σαν καλή συμβουλή - αν όχι για κανέναν άλλο λόγο εκτός από στενή αμερικανική ιδιοτέλεια. Τουλάχιστον, έτσι φαίνεται από την άποψη των φυσιολογικών Αμερικανών, οι οποίοι θα μπορούσαν να εκτιμήσουν σαν καλή αλλαγή αυτό που συνέστησε ο Άνταμ Σμιθ : «Ειρήνη, εύκολους φόρους και ανεκτή απονομή δικαιοσύνης».
Όποιος έχει δώσει προσοχή στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ από την ειρηνική διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και τη συμμαχία του Συμφώνου της Βαρσοβίας, το 1989-1991, θα έχει συνειδητοποιήσει ότι η δικομματική ελίτ της εξωτερικής πολιτικής της Αμερικής έχει πάρει ακριβώς τον λάθος δρόμο προκαλώντας νευρικούς Ρώσους εθνικιστές σε κάθε στροφή. Παρά τις υποσχέσεις για το αντίθετο, αυτή η ελίτ ηγήθηκε της επιχείρησης για την προσθήκη και άλλων μελών στη συμμαχία του ΝΑΤΟ, φέρνοντας την αντισοβιετική στρατιωτική και πολιτική οργάνωση μέχρι τα ρωσικά σύνορα και οργανώνοντας στρατιωτικές ασκήσεις προκλητικά κοντά σε αυτά. Οι ΗΠΑ έχουν επίσης πουλήσει οπλικά συστήματα στην Πολωνία, μέλος του ΝΑΤΟ, πρώην μέλος του Συμφώνου της Βαρσοβίας.
Ο Πούτιν επιμένει ότι το ΝΑΤΟ δεν πρέπει να επεκταθεί πάρα πέρα, αλλά ο Μπάιντεν του είπε να το βουλώσει. Η θέση των ΗΠΑ είναι ότι η ένταξη στο ΝΑΤΟ των πρώην σοβιετικών κτήσεων είναι καθαρά υπόθεση της συμμαχίας. Εν τω μεταξύ, ο Μπάιντεν απειλεί με αυστηρότερες οικονομικές κυρώσεις και ακόμη περισσότερα αμερικανικά στρατεύματα στην Ανατολική Ευρώπη εάν ο Πούτιν δεν συναινέσει, μεταξύ άλλων, στην απομάκρυνση των στρατευμάτων του από τα σύνορα Ρωσίας-Ουκρανίας.
Ας θυμηθούμε επίσης ότι το 2014 οι ΗΠΑ βρίσκονταν πίσω από ένα πραξικόπημα που εκτελέστηκε στην Ουκρανία από τους νεοναζί εναντίον ενός εκλεγμένου, φιλικού προς τη Ρωσία προέδρου , γνωρίζοντας πολύ καλά πώς θα αντιδρούσαν οι Ρώσοι. Φοβούμενη την παρείσδυση των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ, η κυβέρνηση του Πούτιν προσάρτησε την Κριμαία με τη στρατηγική ναυτική βάση της στη Μαύρη Θάλασσα, η οποία αποτελεί μέρος του ρωσικού συστήματος ασφάλειας για πάνω από 200 χρόνια.
Ωστόσο, πιο προνοητικός για τις σημερινές αυξημένες εντάσεις, ο Πούτιν αρνήθηκε την ευκαιρία να προσαρτήσει την ανατολική Ουκρανία (την περιοχή του Ντονμπάς γεμάτη ρώσους υπηκόους) όταν η πλειοψηφία εκεί ψήφισε υπέρ της ανεξαρτησίας από το Κίεβο.
Δεν χρειαζόταν να γνωρίζετε πάρα πολλά για την ευρωπαϊκή ιστορία για να δείτε πόσο προκλητική θα ήταν η χρηματοδοτημένη από τις ΗΠΑ αλλαγή καθεστώτος στην Ουκρανία. Για να χειροτερέψουν τα πράγματα, η Ουκρανία και η Γεωργία έχουν γίνει στην πράξη μέλη του ΝΑΤΟ, αλλά μόνο επειδή η ελίτ των ΗΠΑ δεν έχει ακόμη πείσει τους Ευρωπαίους ομολόγους της να δώσουν σε αυτές τις δύο πρώην σοβιετικές δημοκρατίες επίσημη ιδιότητα μέλους. Αυτό, ωστόσο, δεν εμπόδισε την Ουάσιγκτον να επεκτείνει μιαν εγγύηση ασφαλείας στην Ουκρανία που μοιάζει πολύ με αυτή που τα μέλη του ΝΑΤΟ επεκτείνουν το ένα στο άλλο. Ο Μπάιντεν μόλις ενίσχυσε αυτή την εγγύηση.
Ποιοι Αμερικανοί είναι έτοιμοι να πεθάνουν για το Κίεβο; Για κάποιο λόγο είναι εύκολο για τους Αμερικανούς, οι οποίοι μπορούν να είναι τόσο εθνικιστικά εγωκεντρικοί όσο ο καθένας, να υποθέσουν ότι οποιαδήποτε κλιμάκωση των εντάσεων με τη Ρωσία πρέπει να είναι λάθος των Ρώσων.
Τα κατεστημένα μέσα ενημέρωσης δεν έχουν κανένα πρόβλημα να το παρουσιάσουν ως αδιαμφισβήτητο γεγονός. Αλλά πώς ξέρουν ότι είναι αλήθεια; Ποτέ δεν παρέχουν αποδείξεις. Ο εμπειρογνώμονας εξωτερικής πολιτικής Τεντ Γκέιλεν Κάρπεντερ του Ινστιτούτου Κάτο έχει πολύ πιο τεκμηριωμένη άποψη:
Η συμπεριφορά της Μόσχας ήταν περισσότερο μια αντίδραση στις επιθετικές κινήσεις που έχουν ήδη κάνει οι Ηνωμένες Πολιτείες και ο Ουκρανός πελάτης τους παρά απόδειξη επιθετικής πρόθεσης. Οι Ρώσοι ηγέτες έχουν σημειώσει με ανησυχία την σταθερή επέκταση της ιδιότητας μέλους του ΝΑΤΟ και της στρατιωτικής παρουσίας του ανατολικά προς τα σύνορα της Ρωσίας από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και έχουν θεωρήσει την αυξανόμενη στρατηγική ερωτική σχέση της Ουάσινγκτον με το Κίεβο ιδιαίτερα προκλητική.
Επιπλέον, ο Τεντ Γκέιλεν Κάρπεντερ προσθέτει,
Οι ίδιες οι πολιτικές της Ουκρανίας έχουν γίνει επικίνδυνα πολεμοχαρείς. Για παράδειγμα, το επίσημο δόγμα ασφάλειας της κυβέρνησης, που υιοθετήθηκε νωρίτερα αυτό το έτος, επικεντρώνεται στην ανακατάληψη της Κριμαίας, της χερσονήσου που προσάρτησε η Ρωσία το 2014 , μετά την εκστρατεία της Δύσης η οποία βοήθησε τους διαδηλωτές να ανατρέψουν τον εκλεγμένο, ρωσόφιλο πρόεδρο της Ουκρανίας. Οι δηλώσεις του Προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι και άλλων ηγετών είναι ιδιαίτερα ανησυχητικές και οι στρατιωτικές αναπτύξεις της Ουκρανίας αποσταθεροποίησαν περαιτέρω μια ήδη εύθραυστη κατάσταση.
Ο Κάρπεντερ επισημαίνει ότι ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πολύ πιο ισχυρές από τη Ρωσία με συμβατικούς όρους, «εκτός εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους είναι πρόθυμοι να διεξαγάγουν έναν ολοκληρωτικό πόλεμο κατά της Ρωσίας, μια ένοπλη σύγκρουση που περιορίζεται στην Ουκρανία (και ίσως σε ορισμένα γειτονικά εδάφη), θα μείωνε μεγάλο μέρος αυτού του πλεονεκτήματος. Οι ρωσικές δυνάμεις θα επιχειρούσαν κοντά στο σπίτι τους, με σχετικά σύντομες γραμμές εφοδιασμού και επικοινωνιών. Οι αμερικανικές δυνάμεις θα επιχειρούν μακριά από το σπίτι τους με εξαιρετικά τεντωμένες γραμμές. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει βεβαιότητα ότι οι ΗΠΑ θα επικρατήσουν σε μια τέτοια σύγκρουση».
Θα υποχωρήσει τότε η κυβέρνηση Μπάιντεν ή θα το πάει στα πυρηνικά; Ποιος είναι πρόθυμος να το μάθει;
Πέρα από αυτές τις σκέψεις, η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα πρέπει απλά να πάψει να αναρριπίζει τις ρωσοφοβικές φλόγες απλά και μόνο επειδή ένας πόλεμος θα ήταν απίστευτα ηλίθιος.