Καθώς η χρηματιστηριακή τιμή του φυσικού αερίου σημειώνει νέο ρεκόρ, φωτιά έχει πάρει η χονδρεμπορική αγορά του ρεύματος σε ολόκληρη την Ευρώπη, περιλαμβανομένης και της Ελλάδας.
Από: capital.gr / Του Χάρη Φλουδόπουλου
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, σε ολόκληρη την Ευρώπη πλην της Πολωνίας, η τιμή του ρεύματος ξεπερνά τα 300 ευρώ/μεγαβατώρα, φτάνοντας μέχρι και τα 360 ευρώ/μεγαβατώρα στην Ελβετία.
Στη χώρα μας, όπου τις προηγούμενες ημέρες λόγω της υψηλής παραγωγής των υδροηλεκτρικών είχαμε μια ολιγοήμερη αποκλιμάκωση, η χονδρική τιμή του ρεύματος επανήλθε στα επίπεδα του ευρωπαϊκού μέσου όρου και διαμορφώνεται στα 326,94 ευρώ/μεγαβατώρα.
Εάν η τιμή λιανικής διαμορφωνόταν με βάση το σημερινό κόστος χονδρικής, τότε οι καταναλωτές θα καλούνταν να πληρώσουν κόστος κιλοβατώρας πάνω από τα 35 σεντς, όταν στις αρχές του έτους, το κόστος κιλοβατώρας κυμαινόταν από τα 6 έως 11 σεντς/κιλοβατώρα.
Απέναντι στο τσουνάμι της ενεργειακής κρίσης η κυβέρνηση επιχειρεί να στήσει ένα ανάχωμα μέτρων, προκειμένου να περιοριστεί η επιβάρυνση για τους καταναλωτές.
Έτσι, σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, το Σάββατο ο πρωθυπουργός αναμένεται να ανακοινώσει την αύξηση της επιδότησης στο ρεύμα για το μήνα Δεκέμβριο, ώστε αυτή από τα 39 ευρώ/μήνα να ξεπεράσει τα 45 ευρώ/μήνα.
Παράλληλα όπως έχει γίνει γνωστό έχει ανασταλεί η καταβολή των χρεώσεων ΥΚΩ για τις βιομηχανίες και τους αγρότες. Εκτός όμως από τα μέτρα για την αγορά ηλεκτρισμού, μέτρα θα ισχύσουν και για τους καταναλωτές φυσικού αερίου, που επίσης πλήττονται από την ενεργειακή κρίση.
Έτσι, στα μέτρα που θα ανακοινώσει το Σάββατο ο πρωθυπουργός περιλαμβάνεται η αύξηση της έκπτωσης της ΔΕΠΑ, που σήμερα ανέρχεται στο 16% για τις καταναλώσεις Οκτωβρίου Νοεμβρίου.
Παράλληλα, ως γνωστόν, έχει ανασταλεί η πληρωμή των χρεώσεων διανομής για τους καταναλωτές φυσικού αερίου κατά τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο.
Αξίζει να σημειωθεί τέλος ότι η πορεία των futures αλλά και οι εκτιμήσεις των αναλυτών της ενεργειακής αγοράς συγκλίνουν στην άποψη ότι οι υψηλές τιμές της ενέργειας θα επιμείνουν τουλάχιστον για το πρώτο τρίμηνο του 2022 χωρίς να αποκλείεται, σύμφωνα με την πιο απαισιόδοξη άποψη να παραμείνουν και για το πρώτο μισό του νέου έτους.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, σε ολόκληρη την Ευρώπη πλην της Πολωνίας, η τιμή του ρεύματος ξεπερνά τα 300 ευρώ/μεγαβατώρα, φτάνοντας μέχρι και τα 360 ευρώ/μεγαβατώρα στην Ελβετία.
Στη χώρα μας, όπου τις προηγούμενες ημέρες λόγω της υψηλής παραγωγής των υδροηλεκτρικών είχαμε μια ολιγοήμερη αποκλιμάκωση, η χονδρική τιμή του ρεύματος επανήλθε στα επίπεδα του ευρωπαϊκού μέσου όρου και διαμορφώνεται στα 326,94 ευρώ/μεγαβατώρα.
Εάν η τιμή λιανικής διαμορφωνόταν με βάση το σημερινό κόστος χονδρικής, τότε οι καταναλωτές θα καλούνταν να πληρώσουν κόστος κιλοβατώρας πάνω από τα 35 σεντς, όταν στις αρχές του έτους, το κόστος κιλοβατώρας κυμαινόταν από τα 6 έως 11 σεντς/κιλοβατώρα.
Απέναντι στο τσουνάμι της ενεργειακής κρίσης η κυβέρνηση επιχειρεί να στήσει ένα ανάχωμα μέτρων, προκειμένου να περιοριστεί η επιβάρυνση για τους καταναλωτές.
Έτσι, σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, το Σάββατο ο πρωθυπουργός αναμένεται να ανακοινώσει την αύξηση της επιδότησης στο ρεύμα για το μήνα Δεκέμβριο, ώστε αυτή από τα 39 ευρώ/μήνα να ξεπεράσει τα 45 ευρώ/μήνα.
Παράλληλα όπως έχει γίνει γνωστό έχει ανασταλεί η καταβολή των χρεώσεων ΥΚΩ για τις βιομηχανίες και τους αγρότες. Εκτός όμως από τα μέτρα για την αγορά ηλεκτρισμού, μέτρα θα ισχύσουν και για τους καταναλωτές φυσικού αερίου, που επίσης πλήττονται από την ενεργειακή κρίση.
Έτσι, στα μέτρα που θα ανακοινώσει το Σάββατο ο πρωθυπουργός περιλαμβάνεται η αύξηση της έκπτωσης της ΔΕΠΑ, που σήμερα ανέρχεται στο 16% για τις καταναλώσεις Οκτωβρίου Νοεμβρίου.
Παράλληλα, ως γνωστόν, έχει ανασταλεί η πληρωμή των χρεώσεων διανομής για τους καταναλωτές φυσικού αερίου κατά τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο.
Αξίζει να σημειωθεί τέλος ότι η πορεία των futures αλλά και οι εκτιμήσεις των αναλυτών της ενεργειακής αγοράς συγκλίνουν στην άποψη ότι οι υψηλές τιμές της ενέργειας θα επιμείνουν τουλάχιστον για το πρώτο τρίμηνο του 2022 χωρίς να αποκλείεται, σύμφωνα με την πιο απαισιόδοξη άποψη να παραμείνουν και για το πρώτο μισό του νέου έτους.