Κωνσταντίνος Λαμπρόπουλος
Πρωταρχικός εχθρός θεωρήθηκε από πολλούς ο Σλαυικός κίνδυνος, ο οποίος έλαβε τεράστιες διαστάσεις μετά το 1917 και την επικράτηση των Μπολσεβίκων.
Η απειλή του Σλαυισμού αφορούσε αρχικά τον Βουλγαρικό εθνικισμό και επεκτατισμό και στη συνέχεια τον Κομμουνιστικό Κίνδυνο,ενώ μια βασική του διάσταση αναφερόταν στην εκ των έσω υπονόμευση μετά το 1924, γεγονός που καθίσταται εμφανές από την περίοδο της Κατοχής και μετέπειτα, ενώ επηρεάζει καθοριστικά την πρόσληψη της απειλής από τον αστικό κόσμο ως το 1989.
Αντιθέτως μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, η μάστιγα του τουρκικού επεκτατισμού υποτιμήθηκε και εν πολλοίς αποσιωπήθηκε. Παρά το γεγονός ότι η Τουρκία παραβίαζε συστηματικά την Συνθήκη της Λωζάννης, οι ελληνικές κυβερνήσεις θεώρησαν ότι το Ανατολικό Ζήτημα διευθετήθηκε οριστικά και εθελοτυφλούσαν αναφορικά με τον τουρκικό αναθεωρητισμό, ο οποίος ακολουθούσε τη λογική των αργών αλλά σταθερών βημάτων και ανέμενε τα κατάλληλα παράθυρα ευκαιρίας.
Τα Σεπτεμβριανά του 55 έπεσαν ως κεραυνός εν αιθρία αλλά δεν άλλαξαν (και λόγω ΝΑΤΟ) την κυρίαρχη αντίληψη στις ελληνικές ελίτ.
Η τραγωδία, η εισβολή και η τουρκική κατοχή της Κύπρου επανέφερε τον εχθρό εξ Ανατολών στο προσκήνιο.
Πάρα ταύτα, αυτό που συνεχίζει να μην γίνεται αντιληπτό είναι αφενός το ιστορικό βάθος της τουρκικής απειλής, αφετέρου τα ποιοτικά στοιχεία της στον 21ο αιώνα.
Το Ανατολικό Ζήτημα ουδέποτε ετέθη στις πραγματικές του διαστάσεις και κυρίως το ίδιο εξακολουθεί να συμβαίνει και σήμερα.
Εξ ου και ο τουρκικός αναθεωρητισμός και οι διάφορες εκφάνσεις του αντιμετωπίζονται ως αναχρονισμός και ως γραφικότητα ενίοτε.
Η Ιστορία έχει έναν μοναδικό τρόπο να τιμωρεί αυτούς που παραβλέπουν τις σταθερές της (υπάρχουν σαφώς ιστορικές συνέχειες και ασυνέχειες).
Γράφει ο Ηλίας Βενέζης στην Νέα Εστία μετά τα Σεπτεμβριανά:
«Στα βιβλία που γράφαμε, όσα δένονταν με το δράμα του 22, κοιτάζαμε να βλέπουμε όσο γίνεται λιγώτερο το θηρίο της Ασίας, όσο γίνεται λιγώτερο τον «εχθρό». Ανιχνεύαμε να βρούμε τον άνθρωπο, να τα εξηγήσουμε όλα με τη μοίρα του, να βρούμε μια δικαίωση εκεί που μονάχα το ένστικτο του θηρίου και το πάθος έδιναν τη σωστή εξήγηση και ερμηνεία στα γεγονότα.
Προχωρήσαμε ακόμα πιο πολύ. Είπαμε να ξεχάσουμε την Ιστορία – εμείς, ένας λαός που έχει ανάγκη ν΄ακουμπά στην Ιστορία. Και αλλάξαμε τον τόνο των βιβλίων που δίδασκαν στα παιδιά μας. Αμβλύναμε τις σκληρές γραμμές, τα μαρτύρια του Γένους στον καιρό του 1821 και στους μετέπειτα καιρούς, φτάσαμε ακόμα να σβήνουμε περιστατικά, ονόματα, θηριωδίες. Όλα αυτά, ίσως συναντηθούμε με την αντίπερα χώρα, ίσως επιτέλους γίνουμε φίλοι.
Οι μέρες του Σεπτεμβρίου του 1955 μας γυρίζουν στις μέρες του 1922. Βλέπουμε τώρα πως είχαμε λάθος λέγοντας πως απ΄ τη μια στιγμή στην άλλη το θηρίο γίνεται άνθρωπος. Όχι, φαίνεται πως δεν γίνεται. Γι΄ αυτό από τη σκοπιά τούτη εδώ που εκφράζει το ελληνικό πνεύμα, θέλουμε να πούμε την πικρία μας γιατί απατηθήκαμε.
Θα πρέπει τώρα να ξανακοιτάξουμε τον εαυτό μας. Δε θ΄αποφασίσουμε να διδάξουμε τώρα στα παιδιά μας το μίσος. Αλλά θ΄αποφασίσουμε πως το χρέος μας, ως Ελλήνων συγγραφέων, είναι αυτό: να ξαναθυμηθούμε πάλι, να μην πάψουμε να θυμόμαστε, να μάθουμε στα παιδιά μας να θυμούνται».
Τα 100 χρόνια απ την Μικρασιατική Καταστροφή ας είναι εφαλτήριο εθνικής αυτογνωσίας και αφύπνισης.