Από: antinews.gr
Ήδη, σύμφωνα με τις ισραηλινές εφημερίδες, Times of Israel και Jerusalem Post, το Ισραήλ αγόρασε εκατό χιλιάδες συσκευασίες χαπιών και οσονούπω τα παραλαμβάνει, αν δεν τα παρέλαβε κιόλας. Το Bloomberg, επίσης, αναφέρει ότι και η Γερμανία αγόρασε ένα εκατομμύριο συσκευασίες του χαπιού.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου που επικαλείται το Bloomberg, το χάπι προορίζεται ιδιαίτερα για ασθενείς υψηλού κινδύνου, που για τη θεραπεία τους έπρεπε να χρησιμοποιηθούν μονοκλωνικά αντισώματα.
Κομισιόν - Αθήνα
Εύλογα, βέβαια, προκύπτει το ερώτημα. Τι κάνει, άραγε, η Κομισιόν, στην αρμοδιότητα της οποίας είναι η αγορά χαπιών, όπως και πριν των εμβολίων; Τι κάνει η ελληνική κυβέρνηση; Περιμένει πότε θα πέσει το μάννα εξ’ ουρανού, αν και πότε θα αποφασίσει η Κομισιόν (χαρακτηρίζεται ίσως η χειρότερη στα δεδομένα της ΕΕ) να προβεί σε αγορές;
Μήπως, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, περιμένουν να «ξεστοκάρουν» από τα εμβόλια που έχουν αγοραστεί και μετά να παραγγελθούν χάπια; Κάτι, βέβαια, που είναι προς το απόλυτο συμφέρον των διεθνών φαρμακευτικών κολοσσών, οι οποίοι, αφού ξεπουλήσουν τα εμβόλια, θα βομβαρδίσουν τις χώρες με χάπια;
Σύμφωνα με τον διεθνή Τύπο, έως τώρα τα χάπια διατίθενται στις ΗΠΑ. Το Ισραήλ παραλαμβάνει τις πρώτες συσκευασίες, ενώ η Γερμανία έχει ήδη προβεί σε αγορές.
Να σημειωθεί πως δεν είναι η πρώτη φορά στη διάρκεια της πανδημίας, που η Γερμανία λειτουργεί εθνοκεντρικά, ξεχωριστά από την ΕΕ, λες και δεν είναι κράτος - μέλος της, με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον της.
Αν και μένει να αποδειχτεί κατά πόσο τα χάπια είναι τόσο αποτελεσματικά, όσο διαφημίζονται από τους φαρμακευτικούς κολοσσούς που τα παράγουν, όπως όλα δείχνουν, η αντιμετώπιση του κορονοϊού μετατοπίζεται από τα εμβόλια στα χάπια. Κάτι, άλλωστε, που έχουν επισημάνει εδώ και καιρό αρκετοί επιστήμονες διεθνώς.
Η ελληνική κυβέρνηση, ωστόσο, φαίνεται ότι παρακολουθεί τις εξελίξεις ως απλός θεατής, όπως έκανε εξάλλου και με τα εμβόλια, περιμένοντας πότε θα δεήσει η Κομισιόν να κλείσει τα χρυσοφόρα συμβόλαια με τα μεγάλα συμφέροντα των φαρμακευτικών εταιρειών. Στο μεταξύ, εξακολουθεί να μένει εγκλωβισμένη στις «λογικές» της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών, με την απειλή προστίμων.
Ισραήλ
Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Ναφτάλι Μπένετ, η χώρα του «είναι η πρώτη στον κόσμο (εκτός των ΗΠΑ) που παραλαμβάνει φορτία χαπιών».
Κατά τους The Times of Israel, στο Ισραήλ «οι εργαστηριακές δοκιμές του φαρμάκου, γνωστού ως Paxlovid, έχουν δείξει ότι είναι πολύ αποτελεσματικό απέναντι στη μετάλλαξη, Omicron».
Το χάπι είναι και αυτό προϊόν της Pfizer, με την οποία από την αρχή της πανδημίας έχει κλείσει μεγάλα ντιλ το Ισραήλ. Η χώρα είναι η πρώτη που παρέλαβε μεγάλες ποσότητες εμβολίων και εμβολίασε τον πληθυσμό της σε πολύ μεγάλο ποσοστό, σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Το Ισραήλ θεωρείται ως διεθνής «μπούσουλας» για την εξέλιξη της πανδημίας και των εμβολιασμών. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, απαιτείται ιδιαίτερη επιφυλακτικότητα απέναντι στις δηλώσεις των αρμοδίων του. Πόσο μάλλον, όταν, πρακτικά, τα οικονομικά συμφέροντα διεθνώς γύρω από τα φάρμακα και τα εμβόλια είναι τεράστια.
«Η πρώτη αποστολή στο Ισραήλ θα αποτελείται από 20.000 χάπια», αναφέρουν τα ισραηλινά ΜΜΕ «Το Ισραήλ υπέγραψε συμφωνία με την Pfizer για την αγορά 100.000 δόσεων συνολικά. Έως τώρα, η Pfizer έχει διαθέσει 180.000 χάπια διεθνώς, με 60.000 έως 70.000 να διατίθενται στις ΗΠΑ. Η εταιρεία εκτιμά ότι μέχρι το τέλος Ιανουαρίου θα έχει διαθέσιμα για τις ΗΠΑ 250.000 χάπια».
Η Γερμανία
Σύμφωνα με το Bloomberg, «η Γερμανία αγοράζει ένα εκατομμύριο συσκευασίες του πρόσφατα εγκεκριμένου χαπιού της Pfizer για τη θεραπεία του Covid-19».
Κατά το δημοσίευμα, το φάρμακο Paxlovid είναι «εξαιρετικά πολλά υποσχόμενο» επειδή μπορεί να βοηθήσει άτομα που κινδυνεύουν να αρρωστήσουν σοβαρά, δήλωσε ο υπουργός Υγείας, Καρλ Λάουτερμπαχ, στο γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων, DPA».
Τέλος αναφέρεται ότι «οι γιατροί θα χρησιμοποιήσουν το χάπι της Pfizer προκειμένου να καλύψουν ένα κενό για ασθενείς υψηλού κινδύνου, οι οποίοι μέχρι τώρα λάμβαναν θεραπεία με μονοκλωνικά αντισώματα. Η Γερμανία αναμένει τις πρώτες παραδόσεις του φαρμάκου τον Ιανουάριο, σύμφωνα με το DPA».