Του Στρατή Μαζίδη
Αυτή είναι μία συνήθεια που παρατηρεί κανείς στη χώρα μας τα τελευταία 15 χρόνια. Μετά την απογοήτευση της πρώτης διακυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή, ενώ η Ελλάδα καιγόταν από άκρη σε άκρη, πολύς κόσμος τον ψήφισε ξανά γιατί τον θεωρούσε λιγότερο κακό από τον Γιώργο Παπανδρέου. Όταν τα σκάνδαλα, η ανικανότητα, οι διορισμοί στο Δημόσιο και τα προβλήματα στην Ελληνική οικονομία έκαναν έντονη την εμφάνισή τους στα χρόνια του καταλληλότερου, τότε προτιμήθηκε ο Γιώργος Παπανδρέου ως το λιγότερο κακό.
Αυτός με τη σειρά του, μπορεί να μην ευθύνεται για την εκτροχιασμένη και διαλυμένη οικονομία που παρέλαβε, αλλά ήταν εκείνος που έλαβε όλες τις αποφάσεις του πώς θα χειριστεί την οικονομική κρίση. Ήταν η δική του διακυβέρνηση που έφερε στη ζωή μας τα μνημόνια και το γνωστό χαράτσι στα σπίτια μας. Στη συνέχεια ήρθε με τα χίλια ζόρια ο Αντώνης Σαμαράς καταφέρνοντας και αυτός να πείσει ως ο λιγότερο κακός. Ωστόσο η μετονομασία του χαρατσιού σε ΕΝΦΙΑ και τα οικονομικά μέτρα τα οποία μπορεί να μην επιδεινώθηκαν επί των ημερών του, αλλά ελάφρυνση δεν υπήρχε, είχαν ως αποτέλεσμα ο ελληνικός λαός να στραφεί στον Αλέξη Τσίπρα λέγοντας ότι δεν μπορούμε να περιμένουμε κάτι χειρότερο.
Κι όμως επί Τσίπρα ήρθε η απόλυτη καταστροφή, τόσο με το τρίτο μνημόνιο, όσο και σε άλλα επίπεδα [πχ συμφωνία των Πρεσπών]. Κάπως έτσι πάρα πολλοί υποστήριζαν το καλοκαίρι το 2019 ότι έπρεπε να ψηφίσουμε τον Κυριάκο για να φύγει οπωσδήποτε ο Τσίπρας. Ήταν το λιγότερο κακό. Όμως όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα απεδείχθη και αυτός ακόμα χειρότερος και από τον καταστροφικό προκάτοχό του. Είναι αυτό που λέμε ότι δεν ήταν καλύτεροι οι προηγούμενοι, εσείς είστε χειρότεροι. Υγειονομική δικτατορία, διαχωρισμός της κοινωνίας ανάλογα με μία ιατρική πράξη, συκοφαντία ανθρώπων και εξοντωτικά οικονομικά πρόστιμα από μία κυβέρνηση που θεωρητικά ομνύει στο όνομα της υγείας. Όσο για τα θέματα εξωτερικής πολιτικής, καλύτερα να μην επεκταθούμε. Παραχωρήσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων παρουσιάζονται ως Ελλάδα που μεγαλώνει.
Πρέπει πια να καταλάβουμε ότι η επιλογή του "μη χείρον βέλτιστον" οδηγεί σε μεγαλύτερες καταστροφές από αυτές από τις οποίες θέλουμε θεωρητικά να ξεφύγουμε. Και τι κάνει κανείς, είναι η εύλογη ερώτηση. Το πρώτο που μπορεί να κάνει είναι να σπάσει τα πολιτικά δεσμά του και να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται, ερμηνεύει, εξηγεί και προσεγγίζει τα πράγματα. Μας βολεύει να λέμε ότι όλα είναι κανονισμένα απέξω ώστε εμείς να μην αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας. Όταν όμως μπαίνουμε στο παραβάν δεν ψηφίζει κάνεις απέξω, ούτε μας βάζει κάποιος στο χέρι αυτό που θα ρίξουμε. Η επιλογή είναι δική μας.
Στην πολιτική συμπεριφορά των ψηφοφόρων μέσα στο παραβάν και πριν εισέλθουν σε αυτό μπορεί κανείς να παρατηρήσει δύο βασικά δεδομένα. Το πρώτο είναι ότι όλοι αναγνωρίζουν την πολιτική ανεπάρκεια όσων διεκδικούν τις τύχες της χώρας ή διαχειρίστηκαν την ευθύνη της. Το δεύτερο είναι πως [και σε συνέπεια του πρώτου] ψηφίζουν επιλέγοντας το κατά αυτούς προεκλογικά λιγότερο κακό.