Η επιμονή της Τουρκίας να θέτει ζήτημα αποστρατιωτικοποίησης νησιών και η επικοινωνιακή και διπλωματική κλιμάκωση επ’ αυτού έχουν ήδη χτυπήσει «καμπανάκια» στην Αθήνα, αλλά καλό είναι να υπογραμμίσουμε κάποια πράγματα.
Από: pagenews.gr / Γράφει ο Λάμπρος Καλαρρύτης
Κατ΄ αρχάς, παρότι είναι ένα θέμα το οποίο η Άγκυρα θέτει διαχρονικά, το τελευταίο διάστημα το έχει αναβαθμίσει προτάσσοντάς το στην κορυφή της αναθεωρητικής ατζέντας της. Αυτή η αναβάθμιση έχει εκφραστεί και με την κατάθεση επιστολής στον ΟΗΕ με την οποία ισχυρίζεται ότι ο εξοπλισμός των νησιών συνιστά παραβίαση Συνθηκών εκ μέρους της Ελλάδας η οποία ως εκ τούτου απολλύει την κυριαρχία της επ’ αυτών!
Κατ΄ αρχάς, παρότι είναι ένα θέμα το οποίο η Άγκυρα θέτει διαχρονικά, το τελευταίο διάστημα το έχει αναβαθμίσει προτάσσοντάς το στην κορυφή της αναθεωρητικής ατζέντας της. Αυτή η αναβάθμιση έχει εκφραστεί και με την κατάθεση επιστολής στον ΟΗΕ με την οποία ισχυρίζεται ότι ο εξοπλισμός των νησιών συνιστά παραβίαση Συνθηκών εκ μέρους της Ελλάδας η οποία ως εκ τούτου απολλύει την κυριαρχία της επ’ αυτών!
Εδώ έχουμε δύο στοιχεία τα οποία χρήζουν προσοχής ακριβώς λόγω της ποιοτικής αλλαγής στη μεθοδολογία της Τουρκίας.
Το πρώτο στοιχείο είναι ότι θέτει τους ισχυρισμούς της στον ΟΗΕ επιχειρώντας να προσδώσει επίσημο, θεσμικό χαρακτήρα στις παράνομες διεκδικήσεις της και να εμφανίσει την Ελλάδα ως παραβιάζουσα τη διεθνή νομιμότητα.
Όσο γελοίο και αν φαίνεται να καταγγέλλεται η Ελλάδα από το πειρατικό κράτος της περιοχής, που έχει εισβάλλει σε ό,τι υπάρχει στον περίγυρό του και πέρα από αυτόν και παραβιάζει με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο τη νομιμότητα, χρειάζεται προσοχή και διαρκής αντίδραση.
Το πρώτο στοιχείο είναι ότι θέτει τους ισχυρισμούς της στον ΟΗΕ επιχειρώντας να προσδώσει επίσημο, θεσμικό χαρακτήρα στις παράνομες διεκδικήσεις της και να εμφανίσει την Ελλάδα ως παραβιάζουσα τη διεθνή νομιμότητα.
Όσο γελοίο και αν φαίνεται να καταγγέλλεται η Ελλάδα από το πειρατικό κράτος της περιοχής, που έχει εισβάλλει σε ό,τι υπάρχει στον περίγυρό του και πέρα από αυτόν και παραβιάζει με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο τη νομιμότητα, χρειάζεται προσοχή και διαρκής αντίδραση.
Οι λόγοι είναι τουλάχιστον τρεις.
Πρώτον, στους διεθνείς θεσμούς, οργανισμούς και μηχανισμούς, υπάρχουν αυτοματοποιημένες λειτουργίες που καταγράφουν γραφειοκρατικά διαδικασίες (επιστολές, προσφυγές, ενστάσεις κλπ) δίχως να εξετάζουν σε πρώτη φάση το βάσιμο ή μη της κίνησης. Απλά καταχωρίζουν και αυτό είναι αρκετό στην περίπτωση της τουρκικής μεθόδευσης.
Δεύτερον, ακόμα και αν το δίκαιο και η κοινή λογική είναι με το μέρος κάποιας πλευράς, στις διεθνείς σχέσεις πολλές φορές αυτά είναι αδιάφορα καθώς κυριαρχούν πρωτίστως οι σκοπιμότητες και οι συσχετισμοί συμφερόντων. Το ότι έχουμε δίκιο δεν σημαίνει ότι θα το βρούμε κιόλας.
Τρίτον, σε επίπεδο διεθνούς κοινής γνώμης, όπου πολίτες ή ακόμα και διπλωμάτες διαφόρων κρατών δεν γνωρίζουν τι ακριβώς γίνεται στο Αιγαίο, η Τουρκία επιδιώκει να δημιουργήσει την εντύπωση ότι αφενός στην περιοχή «τα θέματα δεν είναι λυμένα και υπάρχουν προβλήματα», αφετέρου ότι γι’ αυτά τα προβλήματα ευθύνεται η Ελλάδα. Ο πολίτης της Ολλανδίας που έχει άγνοια ή ο διπλωμάτης της Γερμανίας που έχει σκοπιμότητα διευκολύνεται να πει, στην καλύτερη περίπτωση, «βρείτε τα». Αυτό θέλει και η Τουρκία για να προωθεί την προπαγάνδα της. «Εμείς προτείνουμε στους Έλληνες διάλογο και αυτοί δεν θέλουν». Το ότι ο «διάλογος» που προτείνουν είναι επί κυριαρχικών δικαιωμάτων και κυριαρχίας της Ελλάδας είναι «λεπτομέρεια».
Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι συνδέει τη δήθεν παραβίαση των Συνθηκών από την Ελλάδα λόγω της αμυντικής ενίσχυσης των νησιών, με την απώλεια της κυριαρχίας της επ’ αυτών. Ξανά, όσο εξωφρενικό και αν ακούγεται, η Τουρκία προσπαθεί να εμφανίσει την Ελλάδα «απονομιμοποιημένη» ώστε να δημιουργήσει συνθήκες δικής της «νομιμοποίησης» αν αποπειραθεί κάτι ανάλογο με αυτό που έπραξε στην Κύπρο.
Πρώτον, στους διεθνείς θεσμούς, οργανισμούς και μηχανισμούς, υπάρχουν αυτοματοποιημένες λειτουργίες που καταγράφουν γραφειοκρατικά διαδικασίες (επιστολές, προσφυγές, ενστάσεις κλπ) δίχως να εξετάζουν σε πρώτη φάση το βάσιμο ή μη της κίνησης. Απλά καταχωρίζουν και αυτό είναι αρκετό στην περίπτωση της τουρκικής μεθόδευσης.
Δεύτερον, ακόμα και αν το δίκαιο και η κοινή λογική είναι με το μέρος κάποιας πλευράς, στις διεθνείς σχέσεις πολλές φορές αυτά είναι αδιάφορα καθώς κυριαρχούν πρωτίστως οι σκοπιμότητες και οι συσχετισμοί συμφερόντων. Το ότι έχουμε δίκιο δεν σημαίνει ότι θα το βρούμε κιόλας.
Τρίτον, σε επίπεδο διεθνούς κοινής γνώμης, όπου πολίτες ή ακόμα και διπλωμάτες διαφόρων κρατών δεν γνωρίζουν τι ακριβώς γίνεται στο Αιγαίο, η Τουρκία επιδιώκει να δημιουργήσει την εντύπωση ότι αφενός στην περιοχή «τα θέματα δεν είναι λυμένα και υπάρχουν προβλήματα», αφετέρου ότι γι’ αυτά τα προβλήματα ευθύνεται η Ελλάδα. Ο πολίτης της Ολλανδίας που έχει άγνοια ή ο διπλωμάτης της Γερμανίας που έχει σκοπιμότητα διευκολύνεται να πει, στην καλύτερη περίπτωση, «βρείτε τα». Αυτό θέλει και η Τουρκία για να προωθεί την προπαγάνδα της. «Εμείς προτείνουμε στους Έλληνες διάλογο και αυτοί δεν θέλουν». Το ότι ο «διάλογος» που προτείνουν είναι επί κυριαρχικών δικαιωμάτων και κυριαρχίας της Ελλάδας είναι «λεπτομέρεια».
Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι συνδέει τη δήθεν παραβίαση των Συνθηκών από την Ελλάδα λόγω της αμυντικής ενίσχυσης των νησιών, με την απώλεια της κυριαρχίας της επ’ αυτών. Ξανά, όσο εξωφρενικό και αν ακούγεται, η Τουρκία προσπαθεί να εμφανίσει την Ελλάδα «απονομιμοποιημένη» ώστε να δημιουργήσει συνθήκες δικής της «νομιμοποίησης» αν αποπειραθεί κάτι ανάλογο με αυτό που έπραξε στην Κύπρο.
Επειδή τα πράγματα είναι σοβαρά και γίνονται επικίνδυνα, πέραν των απαντήσεων της Ελλάδας σε επίπεδο νομικό, διπλωματικό και δημόσιας διπλωματίας, επιβάλλονται και κινήσεις στο στρατιωτικό πεδίο.
Τέτοιες που θα κόψουν κάθε συζήτηση περί αποστρατιωτικοποίησης κυρίως σε «εταίρους» και «συμμάχους» που δήθεν καλή τη πίστει βολιδοσκοπούν την Ελλάδα για «μερική» αποστρατιωτικοποίηση προκειμένου να «εκτονωθεί» το κλίμα.
Μία τέτοια κίνηση είναι η άμεση περαιτέρω ενίσχυση της άμυνας των νησιών, με εμφανή τρόπο και όχι στα μουλωχτά, προκειμένου να σταλεί το μήνυμα ότι η ασφάλεια και η κυριαρχία της χώρας δεν αποτελεί αντικείμενο προς συζήτηση. Και αποσαφήνιση στις διπλωματικές αντιπροσωπείες συμμαχικών χωρών που «ψάχνονται» ότι η έστω και έμμεση έγερση τέτοιου θέματος προς την πλευρά μας θα θεωρείται απαράδεκτη και θα αποτελεί αιτία διπλωματικής επιβάρυνσης.