Με γεωστρατηγική αμηχανία δείχνει να παρακολουθεί η Δύση τις εξελίξεις στο Καζακστάν. Ενώ τα δύο βασικά ερμηνευτικά σχήματα που προσφέρονται διεθνώς από αναλυτές για το τι ακριβώς συνέβη σ’ αυτή τη χώρα, περιορίζονται στο αν ήταν μια από τις “πολύχρωμες επαναστάσεις”, ή αποτελούσε αυθόρμητη εξέγερση. Θα διατυπώσουμε ένα τρίτο εναλλακτικό ερμηνευτικό σενάριο, το οποίο βασίζεται σε ισχυρές ενδείξεις και θα μπορούσε να έχει τίτλο: “Το γεωστρατηγικό ματ της Ρωσίας στη Δύση και την Κίνα στην Κεντρική Ασία”.
Από: defence-point.gr - Του ΖΑΧΑΡΙΑ Β. ΜΙΧΑ
(Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA)
Αυτό το σενάριο αποδέχεται αξιωματικά ότι ξένες μυστικές υπηρεσίες προφανώς εργάζονταν στο εσωτερικό του Καζακστάν. Προφανώς επιχειρούν να οικοδομήσουν θύλακες υποστηρικτών με τη βοήθεια μη κυβερνητικών οργανισμών (ΜΚΟ/NGO), όπως συνέβη σε άλλες χώρες όπου στη συνέχεια εκδηλώθηκαν “πολύχρωμες” επαναστάσεις.
Ενδεχομένως αυτός να ήταν και ο απώτερος σκοπός. Ωστόσο, η κατάσταση στο Καζακστάν δεν δείχνει να είχε προχωρήσει τόσο, ώστε να υπήρχαν ενδείξεις -όπως σε όλες τις προηγούμενες “πολύχρωμες επαναστάσεις”- ότι κάτι επωάζεται. Το σενάριο λοιπόν θέλει τις ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών να έχουν εντοπίσει έγκαιρα… το αυτονόητο. Ότι υπάρχει απόπειρα προώθησης της ίδιας μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε σε άλλες χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ και του Αραβικού Κόσμου.
Αυτή τη φορά οι Ρώσοι αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν την ισχύ του αντιπάλου εις βάρος του. Συνταγή βγαλμένη μέσα από τη φιλοσοφία των ανατολικών πολεμικών τεχνών. Η ρωσική μειονότητα (20-25% του πληθυσμού) στο Καζακστάν και το σοβιετικό παρελθόν, πάντα εξασφάλιζαν προνομιακή πρόσβαση στη Μόσχα, η οποία δεν χάθηκε με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.
Οι πυρήνες που καλλιεργούνταν από δυτικές υπηρεσίες εντός του Καζακστάν “πυροδοτήθηκαν”, διότι η ενεργειακή κρίση έδωσε την αιτία για κοινωνική έκρηξη. Μόνο που την εξέγερση την αξιοποίησαν οι Ρώσοι. Τα όσα ακολούθησαν ήταν προβλέψιμα. Το καθεστώς βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο και υποχρεώθηκε να αποτανθεί για βοήθεια στη Μόσχα, η οποία έθεσε τις δικές της προϋποθέσεις για να συνδράμει. Μέσω του Οργανισμού Συλλογικής Ασφαλείας (CSTO) ρωσικά στρατεύματα κατέλαβαν θέσεις-κλειδιά στο Καζακστάν, μεταξύ των οποίων και κοιτάσματα υδρογονανθράκων, όπου δραστηριοποιούνται αμερικανικοί και άλλοι δυτικοί ενεργειακοί κολοσσοί.
ΜΙΑ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ
Σημασία φαίνεται να έχει και η παρέμβαση Ερντογάν με το τηλεφώνημα στον πρόεδρο του Καζακστάν, αφού είχε προηγηθεί τηλεφωνική επικοινωνία των υπουργών Εξωτερικών Ρωσίας και Τουρκίας, Λαβρόφ και Τσαβούσογλου. Πόσο θα αναβαθμιζόταν η γεωστρατηγική σημασία της Τουρκίας εάν έθετε την επιρροή της στους τουρκογενείς μουσουλμανικούς πληθυσμούς στη διάθεση της Μόσχας, η οποία θα επεδίωκε ένα είδος ανασύστασης της Σοβιετικής Ένωσης με συνομοσπονδιακή μορφή; Αυτό θα μπορούσε να συμβεί σταδιακά με διάχυση του “μοντέλου Καζακστάν” στην υπόλοιπη Κεντρική Ασία.
Οι Τούρκοι, όμως, έχουν ιστορικούς λόγους να μην εμπιστεύονται τους Ρώσους. Γι’ αυτό και παραμένουν καχύποπτοι, κάτι που αποτυπώνεται στα τουρκικά δημοσιεύματα, κυρίως από εφημερίδες που συνδέονται στενά με το καθεστώς Ερντογάν. Ο φόβος είναι εύλογος και είναι βέβαιο ότι τον συμμερίζεται και η πολιτική ηγεσία στην Άγκυρα. Η ευκαιρία όμως που ανοίγεται στην Κεντρική Ασία, δίνει ισχυρό διαπραγματευτικό επιχείρημα στον Ερντογάν απέναντι στη Δύση. “Με χρειάζεστε διότι η Ρωσία επιχειρεί να ελέγξει μια περιοχή, από την οποία έχετε ουσιαστικά εκδιωχθεί”, είναι το μήνυμα που έχει σταλεί από τον Ερντογάν στην Ουάσιγκτον.
Σύμπτωση ήταν η διαρροή σε αυτή τη συγκυρία του εγγράφου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, με το οποίο εγκαταλείπει τον αγωγό EastMed; Άρα, οι εξελίξεις συνδέονται και με ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Επηρεάζουν την ελληνική εθνική ασφάλεια και η εξέλιξη πρέπει να τύχει προσεκτικής επεξεργασίας από τους αρμόδιους στην Αθήνα. Εάν λοιπόν πρόκειται για ρωσικό σχεδιασμό, αυτός πλήττει ευθέως τα συμφέροντα των γεωστρατηγικών ανταγωνιστών της Μόσχας, των Αμερικανών και Κινέζων στην Κεντρική Ασία.
Η εκδίωξη των ΗΠΑ από την Ευρασία και ο έλεγχος της περιοχής συμβαδίζει με τον έλεγχο της χερσαίας εμπορικής οδού του νέου “δρόμου του μεταξιού” (One Belt One Road Initiative). Η υλοποίησή του θα εξαρτάται από τη συναίνεση και τον έλεγχο της Μόσχας, που αποκτά ένα ισχυρότατο μοχλό πίεσης για τον έλεγχο της κινεζικής πολιτικής σε μια περιοχή ζωτικού ρωσικού συμφέροντος, όπου τα συμφέροντα των δυο χωρών συγκρούονταν, έστω διακριτικά, τις δυο τελευταίες δεκαετίες.
Εν ολίγοις, πρόκειται για ένα γεωστρατηγικό ματ της Ρωσίας απέναντι στους ανταγωνιστές της. Πρόκειται για εξέλιξη, η οποία όμως δεν είναι ασύμβατη με τον απώτερο στόχο της Μόσχας, την εξεύρεση ενός γεωστρατηγικού modus vivendi με την Ουάσιγκτον, στο πλαίσιο μιας συνεργατικού τύπου “συνδιαχείρησης” των διεθνών υποθέσεων.
Η αμερικανική διπλωματία έχει σαφώς λάβει σχετικά μηνύματα, αλλά αντιδρά, δεν θέλει να αναγνωρίσει στάτους υπερδύναμης στη Μόσχα. Για να πείσει ότι δεν αστειεύεται, ο Πούτιν δεν χάνει ευκαιρία να δημιουργεί συνθήκες που παραπέμπουν συνεχώς στο ίδιο. Κλασικό παράδειγμα το Ουκρανικό. Οι Ρώσοι προσπαθούν να πειθαναγκάσουν την Ουάσινγκτον να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Εμμέσως πλην σαφώς της λένε: “Νομοτελειακά θα συρθείς σε συνεργασία μαζί μας κι όσο το καθυστερείς θα γίνει υπό δυσμενέστερες συνθήκες για σένα”. Διότι εναλλακτική είναι η σύγκρουση, ενδεχομένως και στρατιωτική στη γειτονιά της Ρωσίας, γεγονός που της δίνει πλεονέκτημα.
ΚΑΙ ΜΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ
Βλέποντας τις ρωσικές δυνάμεις να εισέρχονται στο Καζακστάν και να καταλαμβάνουν θέσεις-κλειδιά, μεταξύ άλλων και στο τεράστιο κοίτασμα του Τενγκίζ, όπου δραστηριοποιούνται με ηγετικό ρόλο οι αμερικανικές Chevron και ExxonMobil, θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ότι πλέον τελούν υπό άτυπη “ρωσική κηδεμονία”.
Δεδομένης της ενεργειακής κρίσης, ας υποτεθεί πως οι δυο εταιρείες αποφάσιζαν –ή τους υποδεικνυόταν από την Ουάσιγκτον– να αποχωρήσουν. Εάν δεν αντικατασταθούν από άλλες δυτικές εταιρείες (π.χ. Total, ENI, Shell), τότε τα προβλήματα στην παραγωγή θα επηρεάσουν αρνητικά τη διεθνή προσφορά υδρογονανθράκων, με αποτέλεσμα νέα άνοδο των τιμών και κλιμάκωση της ενεργειακής κρίσης.
Η εικόνα γίνεται πιο προβληματική για τη Δύση εάν σε αυτό προστεθεί η ρωσική παρουσία σε πετρελαιοπαραγωγούς χώρες, όπως η Βενεζουέλα, η Αλγερία, ακόμα και η Λιβύη. Επίσης, η τάση αραβικών χωρών να τηρήσουν πιο ισορροπημένη στάση απέναντι σε ΗΠΑ και Ρωσία (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία τουλάχιστον), διότι διαβλέπουν ισχυρή ρωσική παρέμβαση με ξεκάθαρη γεωπολιτική οπτική.
Οι επιδόσεις της Δύσης στη γεωπολιτική σκακιέρα μόνο εντυπωσιακές δεν είναι. Διότι στην πράξη σημασία έχει ποιος διατηρεί το πλεονέκτημα. Οι ηγεσίες της Δύσης δυσκολεύονται να ακολουθήσουν με συνέπεια στρατηγικούς σχεδιασμούς, επηρεαζόμενες από την ανάγκη επανεκλογής και την εσωτερική διαμάχη ομάδων συμφερόντων, Κάθε δημοκρατική αλλαγή, μέσω εκλογών, συνεπάγεται μεταβολές και στον μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό.
Αυτό ακριβώς το πλεονέκτημα των “αυταρχικών” καθεστώτων, η Ρωσία το έχει αξιοποιήσει τις τελευταίες δυο δεκαετίες για να οδηγήσει τη Δύση σε μια κατάσταση ενεργειακής ομηρίας. Η Μόσχα παρακολουθούσε πολιτικούς, οικονομικούς και βιομηχανικούς παράγοντες να πείθονται σταδιακά ότι η “πράσινη μετάβαση” είναι η λύση για να πάρει ξανά η Δύση το προβάδισμα. Η λογική της “λύσης” στηριζόταν στο δυτικό τεχνολογικό πλεονέκτημα.
Ο επιπόλαιος τρόπος, με τον οποίο προωθήθηκε η μετάβαση αυτή και η παραμέληση συντήρησης των επενδύσεων σε κοιτάσματα υδρογονανθράκων κατά τη μεταβατική περίοδο, οδήγησαν σε μείωση της προσφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου, οδηγώντας τη Δύση ταχύτερα σε ενεργειακή ομηρία. “Επιταχυντές” της πορείας, τα προαναφερθέντα οικονομικά και βιομηχανικά συμφέροντα που έσπευσαν να πλασαριστούν για να επωφεληθούν από τη γενναία χρηματοδότηση-επιδότηση των “πράσινων έργων”.
Προκαλεί κατάπληξη η στρατηγική μυωπία της Δύσης, που δεν φαίνεται απλώς στη γεωπολιτική ανυπαρξία της ΕΕ, αλλά και στη μυωπική στάση των ΗΠΑ, οι οποίες δεν αντιλαμβάνονται τη σημασία των υδρογονανθράκων της Μεσογείου για την ενεργειακή ασφάλεια του Δυτικού Κόσμου. Βασικό τους κίνητρο είναι να μην ενοχληθεί η Τουρκία και οι φιλοδοξίες της να καταστεί ηγεμόνας της περιοχής. Αυτό που δεν αντιλαμβάνονται πολλοί στην Ελλάδα, είναι ο κίνδυνος, αυτή ακριβώς η “συμμαχική” εμμονή να οδηγήσει σε δυσμενή ανισορροπία στο ελληνοτουρκικό μέτωπο.
(Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA)
Αυτό το σενάριο αποδέχεται αξιωματικά ότι ξένες μυστικές υπηρεσίες προφανώς εργάζονταν στο εσωτερικό του Καζακστάν. Προφανώς επιχειρούν να οικοδομήσουν θύλακες υποστηρικτών με τη βοήθεια μη κυβερνητικών οργανισμών (ΜΚΟ/NGO), όπως συνέβη σε άλλες χώρες όπου στη συνέχεια εκδηλώθηκαν “πολύχρωμες” επαναστάσεις.
Ενδεχομένως αυτός να ήταν και ο απώτερος σκοπός. Ωστόσο, η κατάσταση στο Καζακστάν δεν δείχνει να είχε προχωρήσει τόσο, ώστε να υπήρχαν ενδείξεις -όπως σε όλες τις προηγούμενες “πολύχρωμες επαναστάσεις”- ότι κάτι επωάζεται. Το σενάριο λοιπόν θέλει τις ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών να έχουν εντοπίσει έγκαιρα… το αυτονόητο. Ότι υπάρχει απόπειρα προώθησης της ίδιας μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε σε άλλες χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ και του Αραβικού Κόσμου.
Αυτή τη φορά οι Ρώσοι αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν την ισχύ του αντιπάλου εις βάρος του. Συνταγή βγαλμένη μέσα από τη φιλοσοφία των ανατολικών πολεμικών τεχνών. Η ρωσική μειονότητα (20-25% του πληθυσμού) στο Καζακστάν και το σοβιετικό παρελθόν, πάντα εξασφάλιζαν προνομιακή πρόσβαση στη Μόσχα, η οποία δεν χάθηκε με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.
Οι πυρήνες που καλλιεργούνταν από δυτικές υπηρεσίες εντός του Καζακστάν “πυροδοτήθηκαν”, διότι η ενεργειακή κρίση έδωσε την αιτία για κοινωνική έκρηξη. Μόνο που την εξέγερση την αξιοποίησαν οι Ρώσοι. Τα όσα ακολούθησαν ήταν προβλέψιμα. Το καθεστώς βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο και υποχρεώθηκε να αποτανθεί για βοήθεια στη Μόσχα, η οποία έθεσε τις δικές της προϋποθέσεις για να συνδράμει. Μέσω του Οργανισμού Συλλογικής Ασφαλείας (CSTO) ρωσικά στρατεύματα κατέλαβαν θέσεις-κλειδιά στο Καζακστάν, μεταξύ των οποίων και κοιτάσματα υδρογονανθράκων, όπου δραστηριοποιούνται αμερικανικοί και άλλοι δυτικοί ενεργειακοί κολοσσοί.
ΜΙΑ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ
Σημασία φαίνεται να έχει και η παρέμβαση Ερντογάν με το τηλεφώνημα στον πρόεδρο του Καζακστάν, αφού είχε προηγηθεί τηλεφωνική επικοινωνία των υπουργών Εξωτερικών Ρωσίας και Τουρκίας, Λαβρόφ και Τσαβούσογλου. Πόσο θα αναβαθμιζόταν η γεωστρατηγική σημασία της Τουρκίας εάν έθετε την επιρροή της στους τουρκογενείς μουσουλμανικούς πληθυσμούς στη διάθεση της Μόσχας, η οποία θα επεδίωκε ένα είδος ανασύστασης της Σοβιετικής Ένωσης με συνομοσπονδιακή μορφή; Αυτό θα μπορούσε να συμβεί σταδιακά με διάχυση του “μοντέλου Καζακστάν” στην υπόλοιπη Κεντρική Ασία.
Οι Τούρκοι, όμως, έχουν ιστορικούς λόγους να μην εμπιστεύονται τους Ρώσους. Γι’ αυτό και παραμένουν καχύποπτοι, κάτι που αποτυπώνεται στα τουρκικά δημοσιεύματα, κυρίως από εφημερίδες που συνδέονται στενά με το καθεστώς Ερντογάν. Ο φόβος είναι εύλογος και είναι βέβαιο ότι τον συμμερίζεται και η πολιτική ηγεσία στην Άγκυρα. Η ευκαιρία όμως που ανοίγεται στην Κεντρική Ασία, δίνει ισχυρό διαπραγματευτικό επιχείρημα στον Ερντογάν απέναντι στη Δύση. “Με χρειάζεστε διότι η Ρωσία επιχειρεί να ελέγξει μια περιοχή, από την οποία έχετε ουσιαστικά εκδιωχθεί”, είναι το μήνυμα που έχει σταλεί από τον Ερντογάν στην Ουάσιγκτον.
Σύμπτωση ήταν η διαρροή σε αυτή τη συγκυρία του εγγράφου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, με το οποίο εγκαταλείπει τον αγωγό EastMed; Άρα, οι εξελίξεις συνδέονται και με ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Επηρεάζουν την ελληνική εθνική ασφάλεια και η εξέλιξη πρέπει να τύχει προσεκτικής επεξεργασίας από τους αρμόδιους στην Αθήνα. Εάν λοιπόν πρόκειται για ρωσικό σχεδιασμό, αυτός πλήττει ευθέως τα συμφέροντα των γεωστρατηγικών ανταγωνιστών της Μόσχας, των Αμερικανών και Κινέζων στην Κεντρική Ασία.
Η εκδίωξη των ΗΠΑ από την Ευρασία και ο έλεγχος της περιοχής συμβαδίζει με τον έλεγχο της χερσαίας εμπορικής οδού του νέου “δρόμου του μεταξιού” (One Belt One Road Initiative). Η υλοποίησή του θα εξαρτάται από τη συναίνεση και τον έλεγχο της Μόσχας, που αποκτά ένα ισχυρότατο μοχλό πίεσης για τον έλεγχο της κινεζικής πολιτικής σε μια περιοχή ζωτικού ρωσικού συμφέροντος, όπου τα συμφέροντα των δυο χωρών συγκρούονταν, έστω διακριτικά, τις δυο τελευταίες δεκαετίες.
Εν ολίγοις, πρόκειται για ένα γεωστρατηγικό ματ της Ρωσίας απέναντι στους ανταγωνιστές της. Πρόκειται για εξέλιξη, η οποία όμως δεν είναι ασύμβατη με τον απώτερο στόχο της Μόσχας, την εξεύρεση ενός γεωστρατηγικού modus vivendi με την Ουάσιγκτον, στο πλαίσιο μιας συνεργατικού τύπου “συνδιαχείρησης” των διεθνών υποθέσεων.
Η αμερικανική διπλωματία έχει σαφώς λάβει σχετικά μηνύματα, αλλά αντιδρά, δεν θέλει να αναγνωρίσει στάτους υπερδύναμης στη Μόσχα. Για να πείσει ότι δεν αστειεύεται, ο Πούτιν δεν χάνει ευκαιρία να δημιουργεί συνθήκες που παραπέμπουν συνεχώς στο ίδιο. Κλασικό παράδειγμα το Ουκρανικό. Οι Ρώσοι προσπαθούν να πειθαναγκάσουν την Ουάσινγκτον να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Εμμέσως πλην σαφώς της λένε: “Νομοτελειακά θα συρθείς σε συνεργασία μαζί μας κι όσο το καθυστερείς θα γίνει υπό δυσμενέστερες συνθήκες για σένα”. Διότι εναλλακτική είναι η σύγκρουση, ενδεχομένως και στρατιωτική στη γειτονιά της Ρωσίας, γεγονός που της δίνει πλεονέκτημα.
ΚΑΙ ΜΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ
Βλέποντας τις ρωσικές δυνάμεις να εισέρχονται στο Καζακστάν και να καταλαμβάνουν θέσεις-κλειδιά, μεταξύ άλλων και στο τεράστιο κοίτασμα του Τενγκίζ, όπου δραστηριοποιούνται με ηγετικό ρόλο οι αμερικανικές Chevron και ExxonMobil, θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ότι πλέον τελούν υπό άτυπη “ρωσική κηδεμονία”.
Δεδομένης της ενεργειακής κρίσης, ας υποτεθεί πως οι δυο εταιρείες αποφάσιζαν –ή τους υποδεικνυόταν από την Ουάσιγκτον– να αποχωρήσουν. Εάν δεν αντικατασταθούν από άλλες δυτικές εταιρείες (π.χ. Total, ENI, Shell), τότε τα προβλήματα στην παραγωγή θα επηρεάσουν αρνητικά τη διεθνή προσφορά υδρογονανθράκων, με αποτέλεσμα νέα άνοδο των τιμών και κλιμάκωση της ενεργειακής κρίσης.
Η εικόνα γίνεται πιο προβληματική για τη Δύση εάν σε αυτό προστεθεί η ρωσική παρουσία σε πετρελαιοπαραγωγούς χώρες, όπως η Βενεζουέλα, η Αλγερία, ακόμα και η Λιβύη. Επίσης, η τάση αραβικών χωρών να τηρήσουν πιο ισορροπημένη στάση απέναντι σε ΗΠΑ και Ρωσία (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία τουλάχιστον), διότι διαβλέπουν ισχυρή ρωσική παρέμβαση με ξεκάθαρη γεωπολιτική οπτική.
Οι επιδόσεις της Δύσης στη γεωπολιτική σκακιέρα μόνο εντυπωσιακές δεν είναι. Διότι στην πράξη σημασία έχει ποιος διατηρεί το πλεονέκτημα. Οι ηγεσίες της Δύσης δυσκολεύονται να ακολουθήσουν με συνέπεια στρατηγικούς σχεδιασμούς, επηρεαζόμενες από την ανάγκη επανεκλογής και την εσωτερική διαμάχη ομάδων συμφερόντων, Κάθε δημοκρατική αλλαγή, μέσω εκλογών, συνεπάγεται μεταβολές και στον μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό.
Αυτό ακριβώς το πλεονέκτημα των “αυταρχικών” καθεστώτων, η Ρωσία το έχει αξιοποιήσει τις τελευταίες δυο δεκαετίες για να οδηγήσει τη Δύση σε μια κατάσταση ενεργειακής ομηρίας. Η Μόσχα παρακολουθούσε πολιτικούς, οικονομικούς και βιομηχανικούς παράγοντες να πείθονται σταδιακά ότι η “πράσινη μετάβαση” είναι η λύση για να πάρει ξανά η Δύση το προβάδισμα. Η λογική της “λύσης” στηριζόταν στο δυτικό τεχνολογικό πλεονέκτημα.
Ο επιπόλαιος τρόπος, με τον οποίο προωθήθηκε η μετάβαση αυτή και η παραμέληση συντήρησης των επενδύσεων σε κοιτάσματα υδρογονανθράκων κατά τη μεταβατική περίοδο, οδήγησαν σε μείωση της προσφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου, οδηγώντας τη Δύση ταχύτερα σε ενεργειακή ομηρία. “Επιταχυντές” της πορείας, τα προαναφερθέντα οικονομικά και βιομηχανικά συμφέροντα που έσπευσαν να πλασαριστούν για να επωφεληθούν από τη γενναία χρηματοδότηση-επιδότηση των “πράσινων έργων”.
Προκαλεί κατάπληξη η στρατηγική μυωπία της Δύσης, που δεν φαίνεται απλώς στη γεωπολιτική ανυπαρξία της ΕΕ, αλλά και στη μυωπική στάση των ΗΠΑ, οι οποίες δεν αντιλαμβάνονται τη σημασία των υδρογονανθράκων της Μεσογείου για την ενεργειακή ασφάλεια του Δυτικού Κόσμου. Βασικό τους κίνητρο είναι να μην ενοχληθεί η Τουρκία και οι φιλοδοξίες της να καταστεί ηγεμόνας της περιοχής. Αυτό που δεν αντιλαμβάνονται πολλοί στην Ελλάδα, είναι ο κίνδυνος, αυτή ακριβώς η “συμμαχική” εμμονή να οδηγήσει σε δυσμενή ανισορροπία στο ελληνοτουρκικό μέτωπο.