Η Ρωσία έχει κινητοποιήσει περισσότερους από εκατό χιλιάδες στρατιώτες κατά μήκος των συνόρων της με την Ουκρανία και απαιτεί να μην ενταχθεί η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ. Ο Πούτιν απειλεί με ευρύτερη στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία, εκτός εάν το ΝΑΤΟ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ συμμαχία κάνει πολλές σημαντικές παραχωρήσεις ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένης της δέσμευσης να σταματήσει να επεκτείνεται προς τα ανατολικά.
Του Στέλιου Φενέκου
υποναυάρχου ε.α., προέδρου Κοινωνίας Αξιών
Ισχυρίζεται επίσης ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ παραβιάζουν συνεχώς τις δεσμεύσεις που φέρεται να είχαν δοθεί στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ότι η συμμαχία δεν θα επεκταθεί στο πρώην σοβιετικό μπλοκ.
Οι σημερινοί ηγέτες των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ λένε ότι δεν έγιναν τέτοιες δεσμεύσεις και αρνούνται να συζητήσουν περιορισμούς στη μελλοντική επέκταση του ΝΑΤΟ, πλην όμως λένε ότι είναι ανοιχτοί σε κάποιο διάλογο για την ασφάλεια με τη Ρωσία και για τον έλεγχο των όπλων και άλλα θέματα,
ΑΝΑΛΥΣΗ
Οι Ρώσοι ηγέτες ήταν από καιρό επιφυλακτικοί για την επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά, ιδιαίτερα καθώς η συμμαχία δέχθηκε κράτη του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας και πρώην Σοβιετικές δημοκρατίες στα τέλη της δεκαετίας του 1990 (Τσεχία, Ουγγαρία και Πολωνία) και στις αρχές του 2000 (Βουλγαρία, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Ρουμανία, Σλοβακία και Σλοβενία).
Την δεκαετίας του 2000 η συμμαχία προωθούσε την συνεργασία με την Γεωργία και Ουκρανία με πρόθεσή να δεχτεί την Γεωργία και την Ουκρανία στους κόλπους της ως μέλη.
Η αύξηση της παρουσίας Ναυτικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Μαύρη θάλασσα, μαζί με την ένταξη χωρών της Μαύρης Θάλασσας στο ΝΑΤΟ, καθώς και η εμπλοκή των ΗΠΑ σε χώρες της Υπερκαυκασίας, αύξησε τις φοβίες της Ρωσίας για περικύκλωσή της.
Ο ίδιος ο Πούτιν προειδοποίησε τις ΗΠΑ: «Κανένας Ρώσος ηγέτης δεν θα μπορούσε να μείνει αδρανής μπροστά στα βήματα προς την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Αυτό θα ήταν μια εχθρική πράξη προς τη Ρωσία».
Αν και το ΝΑΤΟ δεν έχει ανακοινώσει επίσημο σχέδιο ένταξης για την Ουκρανία και τη Γεωργία ο Στόλτενμεργκ επιβεβαίωσε πολλές φορές «ότι αυτές οι χώρες θα γίνουν μέλη του ΝΑΤΟ».
Το ερώτημα που χρήζει απάντησης είναι εάν οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, υποσχέθηκαν στην τότε Σοβιετική Ένωση, όταν ενώθηκε η Ανατολική με την Δυτική Γερμανία, ότι θα παγώσουν την επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα Ανατολικά.
Οι Ρώσοι ισχυρίζονται ότι υπήρξε μία τέτοια δέσμευση από τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζέιμς Α. Μπέϊκερ προς τον Σοβιετικό ηγέτη Μιχαήλ Γκορμπατσόφ τον Φεβρουάριο του 1990, μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την επανένωση της Γερμανίας το 1990.
Συγκεκριμένα λένε ότι δήλωσε: «Δεν θα υπάρξει επέκταση της δικαιοδοσίας του ΝΑΤΟ για τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ μια ίντσα προς τα ανατολικά».
Ωστόσο, πολλοί αξιωματούχοι των ΗΠΑ που συμμετείχαν σε αυτές τις συζητήσεις αμφισβητούν ότι υπήρξε τέτοια δέσμευση από πλευράς ΗΠΑ και ΝΑΤΟ.
Αναφέρουν επίσης ότι στις αρχές του 1990, το επίκεντρο της διπλωματίας μεταξύ των 2+4 (Ανατολική και Δυτική Γερμανία συν τις ΗΠΑ, τη Γαλλία, τη Σοβιετική Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο) ήταν για το μέλλον της Γερμανίας και για το εάν η ενοποιημένη Γερμανία θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ.
Επίσης δηλώνουν ότι οι συζητήσεις δεν αφορούσαν τα μακροπρόθεσμα σχέδια του ΝΑΤΟ για επέκταση προς την Ανατολή, γιατί δεν είχε νόημα εκείνη την εποχή, αφού το Σύμφωνο της Βαρσοβίας και η Σοβιετική Ένωση εξακολουθούσαν να υπάρχουν, και υπήρχαν ελάχιστες ενδείξεις ότι θα διαλυόταν γρήγορα, μέσα σε λίγους μήνες. Ο ίδιος ο Γκορμπατσόφ το 2014, δήλωσε: «Το θέμα της «επέκτασης του ΝΑΤΟ» δεν συζητήθηκε ποτέ. Δεν τέθηκε εκείνα τα χρόνια».
Η συνθήκη του καλοκαιριού του 1990 στην οποία κατέληξαν μετά τις διαπραγματεύσεις οι 2+4 δυνάμεις, αναγνώριζε τη Γερμανική ενοποίηση και όριζε επίσης ότι μόνο Γερμανικές στρατιωτικές (όχι άλλες Νατοϊκές) δυνάμεις μπορούσαν να εδρεύουν στην Ανατολική Γερμανία ενώ οι σοβιετικές δυνάμεις αποσύρονταν. Η συνθήκη δεν αναφέρει τα δικαιώματα και τις δεσμεύσεις του ΝΑΤΟ ανατολικότερα από την Γερμανία.
Στις συζητήσεις 1993-94 μεταξύ της κυβέρνησης του Μπιλ Κλίντον και της Ρωσικής κυβέρνησης με τον Μπόρις Γέλτσιν, όταν το Σύμφωνο της Βαρσοβίας και η ΕΣΣΔ είχαν καταρρεύσει, η κυβέρνηση Κλίντον προσπαθούσε να δημιουργήσει μια νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας στην Ευρώπη που θα βοηθούσε στην ενίσχυση των νέων μετασοβιετικών δημοκρατιών, (συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας).
Οι ιέρακες στην κυβέρνηση Κλίντον, (και χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, όπως η Τσεχία και η Πολωνία), ήθελαν να προχωρήσουν γρήγορα και να επεκτείνουν τα μέλη του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά. Οι μετριοπαθείς σύμβουλοι του Κλίντον ήταν επιφυλακτικοί και δεν το συνιστούσαν, γιατί η επέκταση θα προκαλούσε φοβίες και αντιδράσεις στην Ρωσία σε μια εύθραυστη, μεταβατική περίοδο, όπου δομείτο η εμπιστοσύνη και θα επηρέαζε αρνητικά τους άλλους στόχους εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, και κυρίως την συμφωνία για τον έλεγχο των πυρηνικών όπλων.
Όμως οι ΗΠΑ με το ΝΑΤΟ προώθησαν την πρωτοβουλία Partnership for Peace (PfP), η οποία ήταν πλέον ανοιχτή σε όλα τα πρώην μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας, όπως επίσης και σε πολλές άλλες μη ευρωπαϊκές χώρες. Τον Οκτώβριο του 1993 μάλιστα οι ΗΠΑ το πρότειναν στον Γέλτσιν, ο οποίος το δέχτηκε. Στην συνέχεια το ΝΑΤΟ ξεκίνησε την PfP στην ετήσια σύνοδο κορυφής του τον Ιανουάριο του 1994, και περισσότερες από 12 χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Γεωργίας, της Ρωσίας και της Ουκρανίας , αποδέχθηκαν να συμμετέχουν στην πρωτοβουλία.
Ο Γέλτσιν βλέποντας τις εσωτερικές αντιδράσεις στην Ρωσία, δήλωσε ότι «η Ευρώπη, ακόμη και πριν καταφέρει να αποκρούσει την κληρονομιά του Ψυχρού Πολέμου, κινδυνεύει να επιβαρυνθεί με μια ψυχρή ειρήνη».
Ο Κλίντον κατευνάζοντας τις ανησυχίες του Γέλτσιν δεν προχώρησε την διεύρυνση μέχρι την επανεκλογή του Ρώσου ηγέτη το 1996, όταν κάλεσε την Ρωσία να ενταχθεί στην Ομάδα των 7 και ίδρυσε ένα επίσημο φόρουμ διαλόγου μεταξύ Ρωσίας-ΝΑΤΟ.
Όμως η ρωσική κυβέρνηση του Πούτιν, συνέχισε να είναι επιφυλακτική για την επέκταση του ΝΑΤΟ, το ΝΑΤΟ πλέον αναπτύχθηκε ταχύτερα και πολλά νέα μέλη, ιδιαίτερα οι χώρες της Βαλτικής, είδαν την ένταξη τους αυτή ως ασπίδα προστασίας από την Ρωσία.
Ο Πούτιν πολλές φορές εξέφρασε την δυσαρέσκειά του για την εισβολή του ΝΑΤΟ στην Αν. Ευρώπη καθώς και τις έντονες αμφιβολίες ότι το ΝΑΤΟ είναι αποτελεσματικό στην αντιμετώπιση των προκλήσεων ασφαλείας στην περιφερειακή εμπλοκή του, συμπεριλαμβανομένης της διεθνούς τρομοκρατίας και της σύγκρουσης στο Αφγανιστάν.
Δήλωσε μάλιστα το 2007 ότι: «Είναι προφανές ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ δεν έχει καμία σχέση με τον εκσυγχρονισμό της ίδιας της συμμαχίας ή με τη διασφάλιση της ασφάλειας στην Ευρώπη. Αντιθέτως, αντιπροσωπεύει μια σοβαρή πρόκληση που μειώνει το επίπεδο αμοιβαίας εμπιστοσύνης».
Το καλοκαίρι του 2008 μετά τη Σύνοδο Κορυφής στο Βουκουρέστι, το ΝΑΤΟ δήλωσε την πρόθεσή του να δεχτεί ως μέλη τη Γεωργία και την Ουκρανία.
Αμέσως τότε η Ρωσία με αφορμή την Οσσετία εισέβαλε στην Γεωργία.
Έξι χρόνια αργότερα, καθώς η Ουκρανία προωθούσε την οικονομική εταιρική σχέση με την ΕΕ, η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, με αφορμή τις μειονότητες και προσάρτησε την Κριμαία.
ΟΙ ΡΩΣΙΚΕΣ ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ
Η Ρωσία έχει υποβάλει δύο προσχέδια συμφωνιών που επιδιώκουν νομικά δεσμευτικές εγγυήσεις ασφαλείας από τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ, αντίστοιχα:
ΜΕ ΗΠΑ: Το σχέδιο συνθήκης που προτείνει περιέχει οκτώ άρθρα. τα σημαντικότερα είναι:
1) Το άρθρο 4 καλεί για τον τερματισμό της επέκτασής του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά, (απαγόρευση επέκτασης σε πρώην σοβιετικά κράτη, όπως η Ουκρανία). Δεσμεύει επίσης τις Ηνωμένες Πολιτείες να μην δημιουργήσουν βάσεις ή να μην συνεργαστούν στρατιωτικά με πρώην σοβιετικά κράτη.
2) Το άρθρο 5 εμποδίζει και τις δύο πλευρές από το να αναπτύξουν στρατιωτικά μέσα σε περιοχές εκτός των εθνικών τους συνόρων που θα μπορούσαν να θεωρηθούν από την άλλη πλευρά ως απειλή για την εθνική της ασφάλεια. Τα στρατηγικά βομβαρδιστικά και τα πολεμικά πλοία επιφανείας οποιουδήποτε τύπου, θα απέχουν από την ανάπτυξη τους σε περιοχές όπου θα μπορούσαν να χτυπήσουν το έδαφος του άλλου.
3) Το άρθρο 6 καλεί τα μέρη να περιορίσουν την ανάπτυξη πυρηνικών βλημάτων εδάφους μεσαίου και μικρού βεληνεκούς, στα δικά τους εδάφη κυριαρχίας, και σε περιοχές άλλες μόνο εφόσον από αυτές δεν θα μπορούν να χτυπήσουν το έδαφος του άλλου.
4) Το άρθρο 7 εμποδίζει τα μέρη να αναπτύξουν πυρηνικά όπλα εκτός των αντίστοιχων εδαφών τους και απαιτεί την εξάρθρωση της σχετικής υποδομής πυρηνικών όπλων σε τρίτες χώρες.
ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΜΕ ΝΑΤΟ: έχει 9 άρθρα, τα οποία απαιτούν δραματικές στρατιωτικές παραχωρήσεις από το ΝΑΤΟ.
1) Το άρθρο 4 βάζει όριο στην επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη. Απαγορεύει στις χώρες του ΝΑΤΟ που ήταν μέλη της συμμαχίας από το 1997 (αποκλείει σχεδόν όλα τα ανατολικά μέλη) να αναπτύξουν στρατιωτικά μέσα σε «οποιαδήποτε από τα άλλα κράτη της Ευρώπης» περισσότερα από αυτά που είχαν αναπτύξει τα μέλη αυτά μέχρι το 1997. Μία τέτοια ανάπτυξη θα μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο «σε εξαιρετικές περιπτώσεις» και με τη συναίνεση της Ρωσίας.
2) Το άρθρο 5 απαγορεύει στα μέρη να τοποθετούν πυραύλους εδάφους μεσαίου και μικρού βεληνεκούς, σε περιοχές που θα μπορούσαν να χτυπήσουν τα άλλα μέρη.
3) Το άρθρο 6 περιορίζει το ΝΑΤΟ «από οποιαδήποτε περαιτέρω διεύρυνση», συμπεριλαμβανομένης της αποδοχής της Ουκρανίας.
4) Το άρθρο 7 απαγορεύει στα μέλη του ΝΑΤΟ να διεξάγουν οποιαδήποτε στρατιωτική δραστηριότητα στην Ουκρανία, καθώς και σε άλλα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης και σε εκείνα του Νοτίου Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας.
ΚΑΤΑΛΗΓΟΝΤΑΣ
Εκτιμώ ότι οι απαιτήσεις της Μόσχας είναι σκόπιμα υπερβολικές, ώστε οι περισσότερες να απορριφθούν από τις Δυτικές δυνάμεις και να αποδεχθούν τελικά αυτά που πραγματικά θέλει να επιτύχει η Ρωσία.
Τον περιορισμό δηλαδή της επέκτασης του ΝΑΤΟ όχι μόνο στην Ουκρανία και Γεωργία αλλά και στην διευρυνόμενη είσοδο των Νατοϊκών πλοίων στην Μαύρη Θάλασσα καθώς και σε κάθε εμπλοκή του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ σε χώρες στο μαλακό υπογάστριό της.
Οι εκτιμήσεις πολλών αναλυτών ότι θα χρησιμοποιήσει την ενδεχόμενη άρνηση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ για να κλιμακώσει τη στρατιωτική της δραστηριότητα στην Ουκρανία, (ενδεχομένως με μια ευρεία εισβολή), εκτιμώ ότι είναι υπερβολικές και δεν εμφανίζονται ορθολογικές, για τον τρόπο που μας έχει δείξει ότι σκέφτεται και ενεργεί ο Πούτιν.
Ο Πούτιν έχει δείξει ότι δεν θέλει τον απομονωτισμό της Ρωσίας και την αντιπαλότητα με τον Δυτικό κόσμο, αλλά επιδιώκει την αναγνώριση της Ρωσικής ισχύος στις περιοχές άμεσης επιρροής της και ενδιαφέροντος και την συμμετοχή της ως θεμελιώδη Πόλο στις διεθνείς εξελίξεις, συνδιαλεγόμενος ισότιμα με τον Δυτικό κόσμο και τις ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ είναι αναγκασμένοι να διαπραγματευθούν με τον Πούτιν, δεδομένης της απροθυμίας πολλών Ευρωπαϊκών κρατών να εμπλακούν σε πολεμικές επιχειρήσεις με την Ρωσία για την Ουκρανία. Μεταξύ αυτών είναι και χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης που βρίσκονται εγγύτερα στη Ρωσία και δεν θα ήθελαν να στοχοποιηθούν με τακτικά πυρηνικά είτε μεγαλύτερης ισχύος όπλα.
Η αντιβληματική προστασία στις χώρες αυτές δεν είναι αρκούντως αναπτυγμένη και ούτε οι ίδιες έχουν τα μέσα για να προστατευθούν αποτελεσματικά.
Μία σκληρή έντιμη διαπραγμάτευση, που θα καταλήξει σε μία περιοριστική συμφωνία, με συμβιβασμούς ένθεν και ένθεν και διασφαλίσεις είναι το πιθανότερο αποτέλεσμα της κρίσης.