Οι ΗΠΑ θέλουν την Τουρκία κοντά στην Ουάσινγκτον, στο ΝΑΤΟ ακόμη και στην Ε.Ε., αλλά δεν εμπιστεύονται τον Ερντογάν. Το καθεστώς της Άγκυρας δεν θέλει να «κόψει» τους δεσμούς με την Ουάσινγκτον, με τους δυτικούς εν γένει και ταυτόχρονα δημιουργεί κανάλια επικοινωνίας και διαμόρφωσης «κοινών συμφερόντων» με τη Μόσχα, το Πεκίνο κι άλλους παίκτες.
Από: philenews.com / Κώστας Βενιζέλος
Στη λογική Ερντογάν, η Τουρκία δεν πρέπει να είναι δορυφόρος κανενός, ούτε και δεδομένη για καμία άλλη δύναμη. Έχει τη δική της ατζέντα, σύμφωνα με την οποία η Τουρκία αναπτύσσει ένα αυτόνομο ρόλο στη γεωπολιτική σκακιέρα. Αυτή η στρατηγική επιδίωξη δεν είναι τωρινή, καθορίστηκε και προωθήθηκε αμέσως μετά που το καθεστώς των ισλαμιστών είχε για καλά εδραιωθεί στη χώρα. Μετά από τις αλλεπάλληλες νίκες επί των κεμαλιστών, ο Ταγίπ Ρετζέπ Ερντογάν έθεσε σε εφαρμογή τη στρατηγική του. Ο μεγαλεπήβολος σχεδιασμός της «Γαλάζιας Πατρίδας», η στρατιωτική παρουσία σε χώρες δίπλα αλλά και μακριά από την Τουρκία, επιβεβαιώνουν τις επεκτατικές, ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις της κατοχικής δύναμης.
Είναι σαφές πως η Άγκυρα δεν πρόκειται να διακόψει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, ούτε και με τη Ρωσία. Εκεί που συμπίπτουν τα συμφέρονταν θα συνεργάζονται, όταν θα είναι απέναντι, θα λειτουργούν ανταγωνιστικά. Είναι σαφές πως οι Τούρκοι θέλουν να κρατήσουν μια ισορροπία στις διεθνείς τους σχέσεις και με τις συνεργασίες, χωρίς όμως να επηρεάζονται οι σχεδιασμοί τους. Ο Ερντογάν θέλει να κινηθεί αυτόνομα και να καταστεί μια μεγάλη περιφερειακή δύναμη, που θα καθορίζει εξελίξεις. Ξεκίνησε θέλοντας να καταστεί ηγέτης, «πατερούλης» του μουσουλμανικού κόσμου. Αυτό δεν το εγκατέλειψε ποτέ. Αυτόν τον ρόλο, ωστόσο, τον επιδιώκουν και άλλοι, ιδιαίτερα οι μεγάλες αραβικές χώρες. Δεν πρόκειται, όμως, να τον εγκαταλείψει και τούτο επιβεβαιώνεται με κινήσεις που γίνονται από τουρκικής πλευράς για «στήριξη» των απανταχού μουσουλμάνων.
Στην αντίπερα όχθη, κυρίως οι ΗΠΑ, είναι ξεκάθαρο πως δεν θέλουν να χάσουν την Τουρκία. Τη θέλουν στη δυτική συμμαχία. Γνωρίζουν τις δυσκολίες και πρωτίστως παρακολουθούν με δυσαρέσκεια τις συμπεριφορές του Ερντογάν και τα ανοίγματα προς «εχθρικές» χώρες. Παρόλα αυτά επενδύουν σε παλιές καλές μεθόδους, αυτές του κατευνασμού. Οι Αμερικανοί ξέρουν πως ο Ερντογάν αρέσκεται στα δώρα. Κι αυτό θα γίνει και τούτη τη φορά. Την ίδια ώρα, στην Ουάσινγκτον, κυρίως στο Στέιτ Ντιπάρτεμεντ, στο οποίο υπάρχει μια διαχρονική προσέγγιση για την Τουρκία, σχεδιάζουν ήδη για την επόμενη ημέρα των εκλογών του 2023. Κυρίως για το ενδεχόμενο ο Ερντογάν να μην καταφέρει να… γυρίσει το παιχνίδι και να ηττηθεί. Εάν αυτό θα ισχύσει η στήριξη προς τη νέα κατάσταση πραγμάτων θα είναι πολύ περισσότερη και πιο γενναιόδωρη, ώστε να εδραιωθεί. Οι Αμερικανοί κι άλλοι εταίροι τους θα επιδιώξουν διά των δώρων να αλλάξουν την όδευση Ερντογάν και να επαναφέρουν την κατοχική δύναμη σε αυτό που λέγεται «δυτικό μαντρί». Θα πρόκειται, βέβαια, για μια τακτική που θα αποθρασύνει τη νέα κυβέρνηση, η οποία σύμφωνα με τα όσα λέγονται από τη σημερινή αντιπολίτευση, δεν προτίθεται να αλλάξει πολιτική. Από τους αντιπολιτευόμενους ακούγονται πιο ακραίες απόψεις και αυτό δεν εντάσσεται πάντα στον προεκλογικό ανταγωνισμό. Είναι γι' αυτό που ο αμερικανικός σχεδιασμός δεν πρόκειται να επιβεβαιωθεί ούτε και αυτή τη φορά. Όπως οι Αμερικανοί «έπεσαν» έξω με την Αραβική Άνοιξη, το ίδιο θα πάθουν και με την Τουρκία.
Τα όσα διαδραματίζονται στην ευρύτερη περιοχή, Συρία, Λιβύη, Ουκρανία, ανατολική Μεσόγειο, αποτελούν μέρος της διαδικασίας ανακατανομής ισχύος. Χώρες αναζητούν να αυξήσουν και τον ρόλο και την επιρροή τους. Οι συμμαχίες και οι συνεργασίες δεν είναι μόνιμες, αλλάζουν αναλόγως των εξελίξεων και της διαφοροποίησης των συμφερόντων.
Είναι σαφές πως η Τουρκία πάντα καταφέρνει να βρίσκεται στη μεγάλη εικόνα των γεωπολιτικών εξελίξεων. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση γιατί η Τουρκία έχει θέση σε αυτή την ανακατανομή ισχύος.
Το ζητούμενο σε ένα σκηνικό που αλλάζει είναι ο ρόλος της Ελλάδος και της Κύπρου. Το μέγεθος και οι δυνατότητές τους μπορεί να μην επιτρέπουν «μεγαλεπήβολα σχέδια», αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα είναι κομπάρσοι.
Οι εξελίξεις με τον αγωγό EastMed πρέπει να θεωρείται ήττα. Γιατί Αθήνα και Λευκωσία έχουν επενδύσει σε έναν σχεδιασμό, που αν και δύσκολος, αμφιβόλου βιωσιμότητας, είχε γεωπολιτική αξία. Οι Αμερικανοί με τη μέθοδο «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσαμε», έθεσαν το σχέδιο εκτός τροχιάς. Οι δυο κυβερνήσεις έχουν δείξει αμέσως προσαρμοστικότητα στα «νέα δεδομένα». Αυτό είναι αποτέλεσμα έλλειψης σχεδιασμού και απουσίας στρατηγικής αξιοποίησης των γεωπολιτικών τους πλεονεκτημάτων. Την «προίκα» τους την χαίρονται άλλοι, τρίτοι.
Στη λογική Ερντογάν, η Τουρκία δεν πρέπει να είναι δορυφόρος κανενός, ούτε και δεδομένη για καμία άλλη δύναμη. Έχει τη δική της ατζέντα, σύμφωνα με την οποία η Τουρκία αναπτύσσει ένα αυτόνομο ρόλο στη γεωπολιτική σκακιέρα. Αυτή η στρατηγική επιδίωξη δεν είναι τωρινή, καθορίστηκε και προωθήθηκε αμέσως μετά που το καθεστώς των ισλαμιστών είχε για καλά εδραιωθεί στη χώρα. Μετά από τις αλλεπάλληλες νίκες επί των κεμαλιστών, ο Ταγίπ Ρετζέπ Ερντογάν έθεσε σε εφαρμογή τη στρατηγική του. Ο μεγαλεπήβολος σχεδιασμός της «Γαλάζιας Πατρίδας», η στρατιωτική παρουσία σε χώρες δίπλα αλλά και μακριά από την Τουρκία, επιβεβαιώνουν τις επεκτατικές, ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις της κατοχικής δύναμης.
Είναι σαφές πως η Άγκυρα δεν πρόκειται να διακόψει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, ούτε και με τη Ρωσία. Εκεί που συμπίπτουν τα συμφέρονταν θα συνεργάζονται, όταν θα είναι απέναντι, θα λειτουργούν ανταγωνιστικά. Είναι σαφές πως οι Τούρκοι θέλουν να κρατήσουν μια ισορροπία στις διεθνείς τους σχέσεις και με τις συνεργασίες, χωρίς όμως να επηρεάζονται οι σχεδιασμοί τους. Ο Ερντογάν θέλει να κινηθεί αυτόνομα και να καταστεί μια μεγάλη περιφερειακή δύναμη, που θα καθορίζει εξελίξεις. Ξεκίνησε θέλοντας να καταστεί ηγέτης, «πατερούλης» του μουσουλμανικού κόσμου. Αυτό δεν το εγκατέλειψε ποτέ. Αυτόν τον ρόλο, ωστόσο, τον επιδιώκουν και άλλοι, ιδιαίτερα οι μεγάλες αραβικές χώρες. Δεν πρόκειται, όμως, να τον εγκαταλείψει και τούτο επιβεβαιώνεται με κινήσεις που γίνονται από τουρκικής πλευράς για «στήριξη» των απανταχού μουσουλμάνων.
Στην αντίπερα όχθη, κυρίως οι ΗΠΑ, είναι ξεκάθαρο πως δεν θέλουν να χάσουν την Τουρκία. Τη θέλουν στη δυτική συμμαχία. Γνωρίζουν τις δυσκολίες και πρωτίστως παρακολουθούν με δυσαρέσκεια τις συμπεριφορές του Ερντογάν και τα ανοίγματα προς «εχθρικές» χώρες. Παρόλα αυτά επενδύουν σε παλιές καλές μεθόδους, αυτές του κατευνασμού. Οι Αμερικανοί ξέρουν πως ο Ερντογάν αρέσκεται στα δώρα. Κι αυτό θα γίνει και τούτη τη φορά. Την ίδια ώρα, στην Ουάσινγκτον, κυρίως στο Στέιτ Ντιπάρτεμεντ, στο οποίο υπάρχει μια διαχρονική προσέγγιση για την Τουρκία, σχεδιάζουν ήδη για την επόμενη ημέρα των εκλογών του 2023. Κυρίως για το ενδεχόμενο ο Ερντογάν να μην καταφέρει να… γυρίσει το παιχνίδι και να ηττηθεί. Εάν αυτό θα ισχύσει η στήριξη προς τη νέα κατάσταση πραγμάτων θα είναι πολύ περισσότερη και πιο γενναιόδωρη, ώστε να εδραιωθεί. Οι Αμερικανοί κι άλλοι εταίροι τους θα επιδιώξουν διά των δώρων να αλλάξουν την όδευση Ερντογάν και να επαναφέρουν την κατοχική δύναμη σε αυτό που λέγεται «δυτικό μαντρί». Θα πρόκειται, βέβαια, για μια τακτική που θα αποθρασύνει τη νέα κυβέρνηση, η οποία σύμφωνα με τα όσα λέγονται από τη σημερινή αντιπολίτευση, δεν προτίθεται να αλλάξει πολιτική. Από τους αντιπολιτευόμενους ακούγονται πιο ακραίες απόψεις και αυτό δεν εντάσσεται πάντα στον προεκλογικό ανταγωνισμό. Είναι γι' αυτό που ο αμερικανικός σχεδιασμός δεν πρόκειται να επιβεβαιωθεί ούτε και αυτή τη φορά. Όπως οι Αμερικανοί «έπεσαν» έξω με την Αραβική Άνοιξη, το ίδιο θα πάθουν και με την Τουρκία.
Τα όσα διαδραματίζονται στην ευρύτερη περιοχή, Συρία, Λιβύη, Ουκρανία, ανατολική Μεσόγειο, αποτελούν μέρος της διαδικασίας ανακατανομής ισχύος. Χώρες αναζητούν να αυξήσουν και τον ρόλο και την επιρροή τους. Οι συμμαχίες και οι συνεργασίες δεν είναι μόνιμες, αλλάζουν αναλόγως των εξελίξεων και της διαφοροποίησης των συμφερόντων.
Είναι σαφές πως η Τουρκία πάντα καταφέρνει να βρίσκεται στη μεγάλη εικόνα των γεωπολιτικών εξελίξεων. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση γιατί η Τουρκία έχει θέση σε αυτή την ανακατανομή ισχύος.
Το ζητούμενο σε ένα σκηνικό που αλλάζει είναι ο ρόλος της Ελλάδος και της Κύπρου. Το μέγεθος και οι δυνατότητές τους μπορεί να μην επιτρέπουν «μεγαλεπήβολα σχέδια», αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα είναι κομπάρσοι.
Οι εξελίξεις με τον αγωγό EastMed πρέπει να θεωρείται ήττα. Γιατί Αθήνα και Λευκωσία έχουν επενδύσει σε έναν σχεδιασμό, που αν και δύσκολος, αμφιβόλου βιωσιμότητας, είχε γεωπολιτική αξία. Οι Αμερικανοί με τη μέθοδο «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσαμε», έθεσαν το σχέδιο εκτός τροχιάς. Οι δυο κυβερνήσεις έχουν δείξει αμέσως προσαρμοστικότητα στα «νέα δεδομένα». Αυτό είναι αποτέλεσμα έλλειψης σχεδιασμού και απουσίας στρατηγικής αξιοποίησης των γεωπολιτικών τους πλεονεκτημάτων. Την «προίκα» τους την χαίρονται άλλοι, τρίτοι.