Το 1922 δεν είναι επέτειος είναι ιστορία που συνεχίζεται. Και είτε θα ολοκληρωθεί η Καταστροφή είτε θα ανακάμψουμε.
Το «1922» «δουλεύει» στη σημερινή πραγματικότητα, συνεχίζεται στην Κύπρο και το Αιγαίο, απειλεί τη Θράκη και τα νησιά, καθορίζει τους προσανατολισμούς της εσωτερικής και εξωτερικής μας πολιτικής, σφραγίζει καθοριστικά το μέλλον μας. Ή μήπως δεν αποτελεί εθνοκάθαρση και πολιτιστική γενοκτονία ο εξανδραποδισμός των 200.000 Ελλήνων της Βόρειας Κύπρου;
Και το αίτημα που μας θέτει η ιστορία δεν είναι η λήθη, δεν είναι η εγκατάλειψη των «χαμένων πατρίδων», όπως ισχυρίζονται οι ανιστόρητοι, αλλά η αναβίωσή τους σε μια εσωτερικότητα, απαραίτητη για να ολοκληρώσουμε την υπέρβαση της διχοτόμησης, αυτού του τραγικού διπόλου, ελληνισμού-μικροελλαδισμού που μας σακατεύει.
Μόνο εάν πραγματοποιήσουμε τον τετραγωνισμό του κύκλου, αν δηλαδή ενσωματώσουμε αυτή την Ελλάδα που μας λείπει –και η οποία μας άνοιγε σε έναν ευρύτερο κόσμο– στη σημερινή μας πραγματικότητα, αν μετασχηματίσουμε το εύρος του ελληνισμού σε βάθος, σε επίπεδο πνευματικής και υλικής αυτοδυναμίας και αυτονομίας, μόνον τότε θα έχουμε απαντήσει δημιουργικά στην πρόκληση της απώλειας που σηματοδότησε το 1922.
Το 2022 είναι η συνέχεια του 1922 και κατά συνέπεια η συζήτηση και ο προβληματισμός γι’ αυτό αφορά τη σημερινή πραγματικότητα. Όλοι εμείς γεννηθήκαμε το 1922 και πρέπει κάποτε να βάλουμε φραγμό στην ιστορική υποχώρηση του ελληνισμού που συνεχίζεται.
Γι’ αυτό και η επέτειος των εκατό χρόνων από το 1922 ίσως αποδειχθεί τουλάχιστον ισάξιας, αν όχι μεγαλύτερης σημασίας με κείνη των 200 χρόνων από το 1821. Συνοπτικά για τους εξής λόγους:
Α. Διότι η λογική της Καταστροφής – θέλαμε και τα πάθαμε– αποτελεί το βασικό ιδεολογικό όπλο του μικροελλαδισμού, που διοχετεύει το σύνδρομο της ήττας και τα φοβικά σύνδρομα σε όλη την πολιτική και κοινωνική ζωή για πάνω από εκατό χρόνια και τροφοδοτεί όλη την εσωστρέφεια και όλους τους εμφυλίους. Συνεπώς η ανάδειξη του γεγονότος ότι μπορούσαμε τότε να τα καταφέρουμε και το χάσαμε από την ευθύνη του μικροελλαδισμού είναι αποφασιστικής σημασίας για σήμερα.
Όποιος επιθυμεί τη λήθη της γενοκτονίας απεργάζεται –από ιδεολογική τύφλωση ή/και δουλοφροσύνη– την ολοκλήρωση της εθνοκάθαρσης! Αρχικώς την εκδίωξη των Κυπρίων, των Θρακιωτών και κάποιων Αιγαιοπελαγιτών και, διά της απειλής, τη μεταβολή του ελληνικού κράτους, σε κράτος υποτελές στο «σουλτανάτο της Άγκυρας» σε πρώτη φάση. Τελικώς, στο οριστικό ξερίζωμα του ελληνισμού μέσω της μετανάστευσης των Ελλήνων και της σταδιακής, αλλά ταχείας υποκατάστασής τους από μουσουλμανικούς πληθυσμούς.
Β. Διότι πάνω στη Μικρασιατική Καταστροφή έχουν θεμελιωθεί τα δύο κυρίαρχα ψεύδη του ελληνικού πολιτικού βίου και της ελληνικής πολιτικής ιδεολογίας. Εκείνο της βασιλικής Δεξιάς και αυτό της εθνομηδενιστικής Αριστεράς, δηλαδή των δύο δυνάμεων που υπονόμευσαν το καθένα ανάλογα με τα μεγέθη του τόσο το μικρασιατικό εγχείρημα, ενώ σφράγισαν ιδεολογικά την ελληνική πολιτική ζωή στη συνέχεια. Καθόλου τυχαία, εξάλλου, τα δύο αφηγήματα ταυτίζονται: «Το ’22 δεν υπήρξε μια Καταστροφή με την έννοια της γενοκτονίας και της εθνοκάθαρσης αλλά μια «Καταστροφή», συνέπεια του ελληνικού μεγαλοϊδεατισμού και των ιμπεριαλιστικών παρεμβάσεων των μεγάλων δυνάμεων. Εμείς ευθυνόμαστε γι’ αυτήν.
Γ. Το 1922 συνεχίζεται σήμερα, καθώς η Τουρκία, μετά μία «ανακωχή» 50 χρόνων μέχρις ότου ανασυγκροτηθεί, ξεκινάει το 1974 με την εισβολή στην Κύπρο, από εκεί που είχε μείνει στον Σαγγάριο. Η ήττα της Ελλάδας στη Μικρά Ασία θα πρέπει να ολοκληρωθεί με την ολοκληρωτική κατοχή της Κύπρου, την ανακατάληψη των νησιών του ανατολικού Αιγαίου και την φινλανδοποίηση της Ελλάδας στο σύνολό της.
Το γεγονός ότι διατηρήσαμε το Αιγαίο δεν αρκεί για να αλλάζει ριζικά τα πράγματα. Το Αιγαίο αποτελούσε το επίκεντρο του ελληνικού κόσμου με την Ιωνία στα ανατολικά, την ελληνική χερσόνησο στα δυτικά, τη Θράκη και τη Μαύρη Θάλασσα στον βορρά. Η αποκοπή της Ιωνίας και της Ανατολικής Θράκης –οριστική, αμετάκλητη– κατέστρεψε αυτή την Αιγαιακή μεσότητα, κατέστρεψε την ίδια τη γεωπολιτική σύσταση του ελληνισμού. Το Αιγαίο, από κέντρο του ελληνισμού, μεταβάλλεται σε «σύνορο» του ελλαδισμού.
Σε αυτό το επίπεδο, διαπιστώσεις όπως εκείνες του Παναγιώτη Κονδύλη είναι αδιαμφισβήτητες. Οι συσχετισμοί δύναμης είναι αρνητικοί. Από γέφυρα πολιτισμού μεταβληθήκαμε σε ένα έθνος μεταπρατικό, ένα παράσιτο. Από εκεί πηγάζουν και όλα τα χαρακτηριστικά μας, ο επαρχιωτισμός και η ταυτόχρονη ξενομανία μας, ο μεταπρατισμός, η μετανάστευσή μας, η λειτουργία μας έξω από την παραγωγή προϊόντων και ιδεών, πάντα στην εμπορία προϊόντων και ιδεών. Γι’ αυτό, «όπου και να ταξιδέψεις η Ελλάδα σε πληγώνει».
Κατά συνέπεια, στις σημερινές συνθήκες, το σωστό, το αρμόζον, είναι μάλλον το γκραμσιανό, «απαισιοδοξία της λογικής και αισιοδοξία της βούλησης». Ακριβώς γιατί γνωρίζουμε τα αδιέξοδα, μπορούμε να προσδοκούμε πως τίποτε δεν έχει χαθεί. Μπορεί όντως η ζυγαριά να φαίνεται πως γέρνει εις βάρος μας, ωστόσο υπάρχουν και οι αντίρροπες δυνάμεις˙ θα αρκούσε ίσως το βάρος της βούλησης ενός λαού, για να αλλάξει κατεύθυνση;!
Και γι’ αυτό είναι ανάγκη να επιχειρήσουμε μια υπέρβαση του ιδεολογικού κατακερματισμού και της μονοθεματικότητας που χαρακτηρίζει τα ελληνικά ιδεολογικά ρεύματα. Η σύνθεση της εθνικής, κοινωνικής και οικολογικής διάστασης των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος κόσμος αποτελεί αίτημα ζωής ή θανάτου για την Ελλάδα.
Δεν είναι δυνατή μία μεταβολή σε οποιοδήποτε τομέα της κοινωνικής και πολιτιστικής μας ζωής χωρίς καθολικές, επαναστατικού χαρακτήρα, μετατροπές της ελληνικής κοινωνίας. Δεν είναι δυνατό να υπερασπίσεις την εθνική ανεξαρτησία χωρίς μια οικονομία παραγωγική και όχι παρασιτική. Παράλληλα η ελληνική οικονομία μπορεί να είναι αυτόνομη μόνο σε συνθήκες περιορισμού της αχαλίνωτης παγκοσμιοποίησης. Το ίδιο ισχύει με την ανάπτυξη της ιδιοπροσωπίας μας: απέναντι στους εθνομηδενιστές δεν αρκεί απλώς το αγκίστρωμα στην παράδοση, χρειάζεται πρόταση για το μέλλον – βασισμένη σε αυτή την παράδοση άλλα και σύγχρονη ταυτόχρονα.
Αυτό το άλμα στο μέλλον μας δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί με το κλείσιμο σε έναν χώρο 130 χιλιάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων και σε έναν συρρικνούμενο πληθυσμό 11 εκατομμυρίων σε Ελλάδα και Κύπρο. Για να ξεπεράσουμε τη μιζέρια πρέπει να αντισταθούμε κατ’ αρχάς και να ανοιχτούμε σε ευρύτερα σύνολα. Ενεργητική συμμετοχή στη διαμόρφωση της άμυνας, της σκέψης και του πολιτισμού της Ευρώπης, που σήμερα χρειάζεται την Ελλάδα, όπως δείχνουν να το έχουν κατανοήσει οι Γάλλοι, χρησιμοποιώντας αποτελεσματικά και τα εκατομμύρια των Ελλήνων της διασποράς.
Το 2022 δεν φαίνεται να ετοιμάζεται κάποιος επίσημος εορτασμός για τη γενοκτονία του ελληνισμού και όλα θέλουν να τα περιορίσουν σε πολιτιστικές εκδηλώσεις. Γι’ αυτό και αντί να τον αναθέσουν σε μια επιτροπή που θα συμπεριελάμβανε και το… υπουργείο Άμυνας μαζί με το υπουργείο Πολιτισμού, το ανέθεσαν αποκλειστικά στην κυρία Μενδώνη για να ασχοληθούμε μόνο με μικρασιατικούς και ποντιακούς χορούς.
… Η μόνη λύση είναι να πρωτοστατήσει η «κοινωνία των πολιτών», με επικεφαλής τους Μικρασιάτες και τους Πόντιους. Και ρόλος όλων μπορεί να είναι καθοριστικός εάν κινητοποιηθούμε άμεσα και ικανοποιητικά. Το 1922 δεν είναι επέτειος είναι ιστορία που συνεχίζεται. Και είτε θα ολοκληρωθεί η Καταστροφή είτε θα ανακάμψουμε.
Από: ardin-rixi.gr