Από: kathimerini.gr
«Από αυτά 1,45 εκατ. είναι για την παραγωγή γάλακτος και η τάση είναι ανοδική». Κατά μέσον όρο ο κάθε γαλακτοκόμος έχει 80 αγελάδες. Η παραγωγή βουτύρου μεταμορφώνει το πράσινο νησί σε λευκό. Εδώ και 3.500 χρόνια παράγεται βούτυρο στη χώρα. Στο νοτιοδυτικό τμήμα με μεγαλύτερη επιτυχία, επειδή τους καλοκαιρινούς μήνες το κλίμα στην επαρχία Μάνστερ είναι πιο δροσερό. Σήμερα τα λεγόμενα κρεμοποιεία στις μικρές πόλεις, όπου παράγεται το βούτυρο, πωλούν το προϊόν τους απευθείας στη διεθνή αγορά, η οποία κατακλύζεται από τα αντίστοιχα είδη των εταιρειών Kerrygold και Dairygold.
Το 2018 η χώρα έζησε πραγματική έκρηξη στις πωλήσεις βουτύρου, αξίας πάνω από 1 δισ. ευρώ. Η Ιρλανδία κατέχει μία από τις πρώτες θέσεις στις εξαγωγές βουτύρου της Ε.Ε. προς τρίτες χώρες, όπως αποτυπώνεται στο Παρατηρητήριο Γαλακτοκομικής Αγοράς στις Βρυξέλλες. Και για να έχουμε μέτρο σύγκρισης, αρκεί να σκεφθούμε πως ίδιας αξίας ήταν τότε και οι συνολικές πωλήσεις στη διεθνή αγορά της ιρλανδικής μπίρας Guinness, του λικέρ Baileys και άλλων οινοπνευματωδών.
Για τη Γερμανία, ειδικά, η Ιρλανδία είναι μαζί με την Ολλανδία ο σημαντικότερος προμηθευτής βουτύρου. Ο Στέφεν Χάρλεϊ, διευθυντής μάρκετινγκ της εταιρείας Kerrygold, υποστηρίζει ότι, κατέχοντας μερίδιο πάνω από 15% στη γερμανική αγορά βουτύρου, η εταιρεία του βρίσκεται στην πρώτη θέση: «Ακόμη και στην κατηγορία μεικτών λιπαρών, δηλαδή βούτυρο με κραμβέλαιο και τυρί τσένταρ, η Kerrygold κατέχει προνομιακή θέση». Μόνο το 2020, η Ornua Deutschland ΕΠΕ, η οποία ανήκει κατά 100% στην Οrnua Cooperative, ένα συνεταιρισμό Ιρλανδών αγροτών και γαλακτοβιομηχανιών, είχε παραγάγει 79.000 τόνους βουτύρου και τυριού μάρκας Kerrygold. Σύμφωνα με το κλαδικό έντυπο των Ιρλανδών αγροτών, το 60% των νοικοκυριών στη Γερμανία αγοράζει τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο προϊόντα της μάρκας Kerrygold. Αλλά ποια είναι η συνταγή επιτυχίας του ιρλανδικού βούτυρου;