vansilein / pixabay |
Κρινιώ Καλογερίδου (Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)
Η πρώτη ομάδα περιλαμβάνει τους εφησυχασμένους που περιορίζουν τις ανησυχίες τους σήμερα στα θέματα της καθημερινότητας με πρωτεύοντα τον εμβολιασμό (λόγω της πανδημίας) και την κλιμακούμενη ακρίβεια.
Η δεύτερη αυτούς που αντιμετωπίζουν τα πάντα με στωική απαισιοδοξία ή ”πεισιθάνατη”, στα όρια της παράδοσης του ”Ρωμαίικου” στον ante portas Hannibal που θα το διεκδικήσει.
Η τρίτη περιλαμβάνει τους κατηφείς και εξοργισμένους με τις συνθήκες ζωής τους για τις οποίες θεωρούν υπεύθυνους τους πολιτικούς. Γι’ αυτό και τους καθυβρίζουν με… ελληνοπρεπή υβρεολόγια όπου κι αν βρίσκονται. Από τη Βουλή και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μέχρι τους χώρους δουλειάς, τα πεζοδρόμια και τα καφενεία.
Η τέταρτη τους βαθυστόχαστους και προβληματισμένους είτε για την εξωτερική μας πολιτική και τους εθνικούς κινδύνους που αντιμετωπίζει η πατρίδα είτε για την πνευματική κρίση η οποία διαιωνίζεται.
Η πέμπτη τους απαθείς και αδιάφορους που παίρνουν τα πάντα στα αστεία, αντιδρούν από ένστικτο σε ό,τι τους αφορά και, καθώς είναι εκτός τόπου και χρόνου, γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους την πατρίδα και την πνευματική κρίση.
Και η έκτη ομάδα περιλαμβάνει την νομενκλατούρα των κυβερνώντων, τους αυλοκόλακες της εξουσίας και τους συνήθεις παρατρεχάμενους με την μεγάλη επιρροή οι οποίοι ανταγωνίζονται τα σύμβολα παρακμής μας και προσαρμόζουν κάθε ”αλλαγή” στα καθιερωμένα συστήματα που είναι κατάφορτα από τις συνέπειες της πολιτικής προπαγάνδας.
Στη δεύτερη περίπτωση, όσον αφορά το τι διαβάζει ο λαός δηλαδή, η κατάσταση αιτιολογεί με τον πλέον αποκαλυπτικό τρόπο την πνευματική κρίση στη σύγχρονη Ελλάδα. Κι αυτό γιατί απ’ την μια ο λαός διαβάζει ”ροζ λογοτεχνία” με την ίδια μανία που διάβαζε παλιά ”ληστρική” (ιστορίες της ελληνικής… ”Άγριας Δύσης”) κι από την άλλη οι αξίες, οι θεσμοί, οι ιδέες και τα ιδανικά που γαλούχησαν γενιές επί γενεών Ελλήνων βιάζονται καθημερινά από την ρηχότητα και την fast food επικοινωνία.
Σαν να μη φτάνουν αυτά, θλιβερά απομεινάρια της εποχής των ”παχιών αγελάδων” παρελαύνουν καθημερινά απ’ την τηλεόραση και επιδίδονται σε κρίσεις επί παντός του επιστητού με φιδίσια γλώσσα και βάση τα πολιτικά τους κριτήρια, την στερεοτυπική λογική (που ταυτίζεται με την ρατσιστική) και το μένος τους κατά της Ορθοδοξίας.
Οι χριστιανομάχοι στις μέρες μας περισσεύουν. Έχουν ήδη καλύψει κάθε κενό στα ΜΜΕ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου επιδίδουν την… βαρύνουσα γνώμη τους μέσα από πολλαπλά προσωπεία: των άθεων, των εθνικών ή πολυθεϊστών, των παγανιστών, των ειδωλολατρών και των αρχαιολατρών δωδεκαθεϊστών οι οποίοι εκστομίζουν από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθημερινά χυδαίους αντιχριστιανικούς οχετούς ξέροντας πως οι επικεφαλής εκπρόσωποι της Εκκλησίας θα μείνουν άλαλοι μπροστά στις προκλήσεις.
Με δεδομένα αυτά βρίσκουν πρόσφορο έδαφος για… ηρωοποίηση οι γυναικοκτόνοι, οι ημιμαθείς και οι ανόητοι, οι σκευωροί, οι άπληστοι δημόσιοι υπάλληλοι, οι σαλτιμπάγκοι και οι αχυράνθρωποι της πολιτικής που προωθούν την πόλωση και τον διχαστικό λόγο.
Με δεδομένα αυτά ο λαός μας μετατρέπεται αργά αλλά σταθερά σε σανοφάγο, ανιστόρητο και παραπληροφορημένο όχλο ο οποίος γίνεται εύκολο θύμα του λαϊκισμού των επιτήδειων.
Κι αυτό την ώρα που η Ελλάδα κατρακυλάει δημογραφικά, οι συμμορίες μεταναστών αλωνίζουν, τα δελτία εγκληματικότητας είναι στο φόρτε τους και οι προσοντούχοι νέοι αυτοεξορίζονται έχοντας στόχο την επιβίωση και τη δημιουργικότητα.
Με δεδομένο αυτά η Ελλάδα ακμάζει εκτός συνόρων, αφού η ”διαρροή εγκεφάλων” βαίνει κλιμακούμενη ανεξαρτήτως του βιοτικού επιπέδου των ελληνικών οικογενειών οι οποίες εξάγουν ως εμπόρευμα τα παιδιά τους – όπως ακριβώς οι πολίτες των πιο φτωχών χωρών της ΕΕ– στα οικονομικά συμφερότερα κράτη-μέλη, όπως το Λουξεμβούργο και η Τσεχία.
Η κρίση πλέον είναι πολυμορφική, αφού σπανίζουν τα ανήσυχα πνεύματα που άλλοτε τροφοδοτούσαν με πνευματική ορμή την εποχή τους (βλ. γενιά του ’30) και ξέθαβαν από την ρουτίνα την ψυχή και το πνεύμα του ελληνικού λαού.
Σπανίζουν επίσης οι σοβαροί κριτικοί και οι κειμενογράφοι των Μέσων που δεν έχουν υποταχθεί στον ”πολιτικό μιλιταρισμό”. Δεν έχουν στρατευθεί, δηλαδή, σε πολιτικά κόμματα για να λειτουργούν απ’ τα δημοσιογραφικά μετερίζια ως ”κράχτες”.
Ο μαρασμός των γραμμάτων επιβεβαιώνει τον κύριο λόγο που απαντά στο ερώτημα ”Γιατί δεν διαβάζουν σήμερα οι Έλληνες”. Αν αφήσουμε κατά μέρος τις δονκιχωτικού τύπου ατομικές φωτεινές εξαιρέσεις, στο όλο τοπίο απουσιάζουν τα πρότυπα και οι προκλήσεις του πνεύματος.
Τα περισσότερα βιβλία, άλλωστε, που λειτουργούν ως ”αγγελιοφόροι” του είναι (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) στην ρότα των εμπορικών χωρίς ποιοτική αξιοπιστία. Κίνηση λογοτεχνική δεν υπάρχει. Η ίδια ανομβρία επικρατεί και σε επίπεδο παραγωγής
Έτσι οι μόνες ιδέες που πάνε κι έρχονται δημιουργώντας κινητικότητα είναι αυτές που διοχετεύονται (αν δεν λογοκριθούν) μέσω των άρθρων και των επιφυλλίδων των Μέσων (στη θέση των παλιών χρονογραφημάτων τα οποία αποτελούσαν για χρόνια την πνευματική τροφή των αναγνωστών), αλλά και των αναλύσεων υψηλού επιπέδου για θέματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής.
Ωστόσο τα λίγα αυτά ελπιδοφόρα μηνύματα τα οποία εκπέμπουν δια της γραφής τους οι πνευματικοί άνθρωποι με πλατιές αντιλήψεις και όχι μονοδιάστατη μόρφωση δεν φτάνουν για να αποκαταστήσουν την εικόνα μιας Ελλάδας που έχασε τον βηματισμό της εδώ και δεκαετίες.
Ευθύνες για την γενικευμένη πνευματική παρακμή έχουν πρωτίστως το κράτος (το οποίο δεν ευδόκησε να έχει ”πολιτική ραχοκοκαλιά” με τόλμη και ικανότητα για να επισπεύσει την εκπαιδευτική ανασύνταξη της χώρας) και δευτερευόντως μερίδα των ΜΜΕ με κομματική ψυχοσύνθεση και νοοτροπία, που λειτουργούν προπαγανδιστικά χειραγωγώντας και αλλοτριώνοντας συνειδήσεις.
Όσο δεν αντιμετωπίζονται αυτά με πλαίσιο ένα ριζικό όραμα ανοικοδόμησης συγκεκριμένο και ρεαλιστικό, θα συνεχίσουν να λείπουν οι δημιουργοί και οι εμπνευσμένοι εκπρόσωποι των Γραμμάτων.
Θα συνεχίσουν να λείπουν οι άξιοι εκπρόσωποι της κοινωνίας οι οποίοι υψώνουν ανάστημα στην ραγδαία εξέλιξη των ηθών και οι τολμηροί εκπρόσωποι της εκτελεστικής εξουσίας που δεν καταφεύγουν στον λαϊκισμό ή τον αυταρχισμό και δεν ”βαφτίζουν” την ατολμία τους ”σύνεση”, αλλά κυβερνούν με παρεμβατική δυναμική και κύριο στόχο να αλλάξουν το φθαρμένο γίγνεσθαι της Ελλάδας.