Σήμερα, έχουμε μια επεκτατική Τουρκία η οποία κατέχει ήδη έδαφος στην Κύπρο, Συρία και Ιράκ και παρεμβαίνει στρατιωτικά σε διάφορες χώρες, από την Λιβύη μέχρι τον Καύκασο. Τις τελευταίες μέρες, έχουμε την εκτός κάθε λογικής Διεθνούς Δικαίου, αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας διαφόρων νησιών στο Αιγαίο, την οποία τεκμηριωμένα αρκετοί προβλέπαμε, μόνο που δεν είναι ώρα για δικαίωση αλλά ώρα για έμπρακτη κινητοποίηση. Σε αυτό το πλαίσιο, η κατάσταση της τουρκικής οικονομίας μας αφορά.
Η στάση μας δεν πηγάζει από πρόθεση εκδίκησης για όσα το τουρκικό καθεστώς αδίσταχτα επιβάλλει εντός και εκτός Τουρκίας, αλλά βασίζεται στον ορθολογισμό που επαναλαμβάνουμε τα τελευταία χρόνια: Κάθε μέρα που περνά με αυτό το ισλαμοφασιστικό καθεστώς στην εξουσία, συσσωρεύεται το ανθρώπινο κόστος σε βάσανα, πόνο και φρίκη που θα πληρώσουν λαοί εντός και εκτός Τουρκίας.
Η εκ των προτέρων, εν καιρώ ειρήνης, αποδυνάμωση ενός τέτοιου καθεστώτος, γίνεται πρωτίστως μέσω της οικονομίας. Το τουρκικό καθεστώς εξοπλίζεται, εκστρατεύει και επεμβαίνει στρατιωτικά, συντηρεί την κατοχή της Κύπρου καθώς και άλλα υποτελή καθεστώτα εκτός Τουρκίας, στηρίζει τρομοκρατικές οργανώσεις και προωθεί την νεο-οθωμανική του πολιτική με υβριδικές επιθέσεις, μέσω πόρων και εσόδων που εισπράττει από την τουρκική οικονομία. Κάθε μέτρο που σήμερα στερεί από το τουρκικό καθεστώς οικονομικούς πόρους, περιορίζει τις δυνατότητες εξοπλισμών και αποτελεί προληπτική επιτυχία με προσδοκία την ειρηνική διευθέτηση.
Η αποδυνάμωση της τουρκικής οικονομίας αποτελεί αποδυνάμωση του τουρκικού επεκτατισμού, εφόσον του περιορίζει οικονομικούς πόρους εδραίωσης και υποστήριξης των πολιτικών του, έστω και αν δεν ανατρέπει τον εγγενή τουρκικό επεκτατισμό. Από την άλλη, η ενίσχυση της αποτρεπτικής μας ισχύος απέναντι σε τέτοιο καθεστώς δεν μπορεί να εξαντλείται σε διπλωματικές συστάσεις αλλά απαιτεί ορθολογική πολιτική.
Η προσφυγή (27/1/2022) της ΕΕ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου κατά της Κίνας λόγω εμπορικών πρακτικών εις βάρος της Λιθουανίας (κράτος της ΕΕ), είναι ευκαιρία για να επαναφέρουν οι Κυβερνήσεις Κύπρου-Ελλάδας την ανάγκη επιβολής μέτρων κατά της Τουρκίας, η οποία από το 2005 αρνείται να συμμορφωθεί με την νομική της υποχρέωση προς την ΕΕ να εφαρμόσει την Συμφωνία Τελωνειακής Ένωσης (εμπορικών σχέσεων) με την Κυπριακή Δημοκρατία και επιβάλλει γενικό εμπορικό εμπάργκο! Η ανάδειξη του θέματος και μόνο είναι σημαντική σε αυτή την συγκυρία της παραπαίουσας τουρκικής οικονομίας.
Κώστας Μαυρίδης, Ευρωβουλευτής ΔΗΚΟ (S&D), Πρόεδρος Πολιτικής Επιτροπής για τη Μεσόγειο