Από: capital.gr / Του Δημήτρη Κατσαγάνη
Ο πρώτος "άγνωστος” είναι ο ρυθμός ανάπτυξης και ο ρυθμός αύξησης των δείκτη τιμών καταναλωτή (πληθωρισμός) φέτος.
Σύμφωνα με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο το ποσοστό της αύξησης των συντάξεων θα κριθεί κατά το ήμισυ από το ποσοστό μεγένθυσης της ελληνικής οικονομίας και κατά το άλλο ήμισυ από το ποσοστό αύξησης των τιμών.
Τόσο οι τελευταίες εκτιμήσεις της Κομισιόν (Φεβρουάριος 2022), όσο και εκείνες του ΔΝΤ (Απρίλιος 2022), "δείχνουν” αύξηση 4% για τις κύριες συντάξεις του Ιανουαρίου 2023, οι οποίες θα καταβληθούν νωρίτερα, δηλαδή πριν τα Χριστούγεννα του 2022.
Και αυτό γιατί η Κομισιόν εκτίμησε αύξηση του ΑΕΠ κατά 4,9% και πληθωρισμό 3,1%.
Ωστόσο, αυτές οι εκτιμήσεις, οι οποίες εκδόθηκαν στις αρχές του Φεβρουαρίου δεν είχαν, προφανώς, λάβει υπόψη τις δραματικές συνέπειες από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στα τέλη του ίδιου μήνα. Με βάση αυτές τις εκτιμήσεις, διαφαίνεται αύξηση 4%.
Το ποσοστό αύξησης αυτό 4% προκύπτει, όμως, και από τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, οι οποίες καθώς εκδόθηκαν κατά τον τρέχοντα μήνα, έχουν λάβει υπόψη και τις προβλέψεις από τις συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία. Συγκεκριμένα, προβλέπει χαμηλότερη μεν ανάπτυξη (3,5%) σε σχέση με την Κομισιόν (4,9%), αλλά υψηλότερο πληθωρισμό (4,5% έναντι 3,1%).
Πιο αναλυτικά, υπενθυμίζεται πως με βάση τον ασφαλιστικό νόμο
Κατρούγκαλου, ο οποίος είναι σε ισχύ από το Μάιο του 2016, "το συνολικό
ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται αυξάνεται από την 1.1.2017 κατ’ έτος
με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής
Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με βάση συντελεστή που
διαμορφώνεται κατά 50% από τη μεταβολή του ΑΕΠ και κατά 50% από τη
μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγούμενου έτους και δεν
υπερβαίνει την ετήσια μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή”.
Ωστόσο, η προηγούμενη κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ), με μετέπειτα διατάξεις, σαν
αποτέλεσμα διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς, "πάγωσε” την αύξηση αρχικά
έως το 2021 και έπειτα έως το τέλος του 2022.
Ο ασφαλιστικός νόμος Βρούτση, ο οποίος ψηφίστηκε τον Φεβρουάριο του
2020 δεν άλλαξε τη σχετική διάταξη, αν και βάσει των αποφάσεων του ΣτΕ
σε βάρος του νόμου Κατρούγκαλου, έφερε αύξηση στις κύριες συντάξεις όσων
έχουν πάνω από 30 έτη ασφάλισης.
Αυτό σημαίνει πως πλησιάζει πλέον η ώρα της εφαρμογής της σχετικής
διάταξης σε κοντά δέκα μήνες από σήμερα, δηλαδή τον Δεκέμβριο του 2022,
καθώς οι συντάξεις κάθε μήνα πληρώνονται "έναντι”, στα τέλη του
προηγούμενου.
Έτσι για τους "παλιούς” συνταξιούχους με πάνω από 30 έτη ασφάλισης,
δηλαδή για εκείνους που βγήκαν στη σύνταξη πριν από τον Μάιο του 2016,
μειώθηκε η αρνητική προσωπική διαφορά τους, μεταξύ της
επανυπολογισθείσας (με βάση το νόμο Βρούτση) και της καταβαλλόμενης
σύνταξης.
Η αύξηση των συντάξεων βάσει του νόμου Κατρούγκαλου θα οδηγήσει σε αντίστοιχη μείωση της αρνητικής προσωπικής διαφοράς τους.
Έτσι, καθώς κάθε χρόνο (εφόσον αυτό επιτρέπει η πορεία του ΑΕΠ και του
πληθωρισμού) θα δίνεται μία αύξηση στις συντάξεις, θα μειωθεί
γρηγορότερα η προσωπική διαφορά και θα έλθει πιο γρήγορα η πραγματική
-και όχι η "λογιστική”- αύξηση.
"Λογιστική” αύξηση -μέσω της μείωσης της αρνητικής προσωπικής διαφοράς –
θα έχουν και άλλοι "παλιοί” συνταξιούχοι με κάτω από 30 έτη ασφάλισης.
Πραγματική αύξηση θα έχουν δύο άλλες κατηγορίες συνταξιούχων. Στην
πρώτη ανήκουν οι συνταξιούχοι, οι οποίοι μετά τον επανυπολογισμό της
σύνταξής τους (είτε με τον νόμο Κατρούγκαλου, είτε με τον νόμο Βρούτση),
έλαβαν αυξήσεις στις καταβαλλόμενες συντάξεις τους. Στην δεύτερη
ανήκουν οι συνταξιούχοι οι οποίοι βγήκαν στη σύνταξη μετά τις 13 Μαΐου
2016.