Από: antinews.gr - Του Οδυσσέα Αρβανίτη
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε μία τριτοκοσμικής αντίληψης επικοινωνιακή κίνηση, ανακοίνωσε ο ίδιος την αύξηση των 50 ευρώ με τηλεοπτικό μήνυμα, σαν να έδινε ελεημοσύνη σε αναξιοπαθούντες. Παράλληλα δοκίμασε το πατρικό και συμπονετικό ύφος του πρωθυπουργού που είναι κοντά στον δοκιμαζόμενο πολίτη που πλήττεται από κρίσεις για τις οποίες φταίνε όλοι οι άλλοι εκτός από τον ίδιο -εντελώς ξένο για τον πορφυρογέννητο Κυριάκο Μητσοτάκη. Φυσικά δεν υπήρξε καμία αναγνώριση ευθύνης ενώ είναι αμφίβολο αν η εικόνα του «συμπονετικού πατερούλη» μπορεί να γίνει πιστευτή. Ενέχει δε, τον κίνδυνο να επιφέρει αντίθετο επικοινωνιακό αποτέλεσμα. Θέλησε πάντως να ισορροπήσει με το προφίλ του υπεύθυνου κυβερνήτη λέγοντας ότι δεν δίνει καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις μπροστά στις διεθνείς πάντα δυσκολίες.
Αρχικά ήταν προγραμματισμένο οι ανακοινώσεις να γίνουν θεσμικά στο πλαίσιο του υπουργικού συμβουλίου στο τέλος Απριλίου. Ωστόσο το κλίμα στην κοινωνία είναι εξαιρετικά αρνητικό, το κυρίαρχο συναίσθημα στους πολίτες είναι απογοήτευση και οργή, και κρίθηκε ότι θα πρέπει να δοθούν επιχειρήματα στους βουλευτές, τα στελέχη και τους ψηφοφόρους της ΝΔ για τις συνεστιάσεις και τις κοινωνικές συναντήσεις των ημερών του Πάσχα. Παράλληλα να τις κάνει ο πρωθυπουργός για να διαφυλάξει την προσωπική του δημοφιλία. Με τις αυξήσεις και με το συνολικό επικοινωνιακό περιτύλιγμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης απευθύνεται στη βάση της κοινωνικής πυραμίδας, όπου αποδεδειγμένα πάσχει.
Πέφτει…
Μέσα από αυτό το πρίσμα οι ανακοινώσεις αποσκοπούν στο να συγκρατηθεί η κοινωνική δυσαρέσκεια, να διατηρήσει μειωμένο το προβάδισμα ώστε να είναι ανοικτό το ενδεχόμενο ακόμη και των πρόωρων εκλογών, χωρίς να σημαίνει ότι θα αποτολμήσει το μεγάλο βήμα. Ο πρωθυπουργός έχει ένα τελευταίο όπλο στη φαρέτρα του, τις παρεμβάσεις για την ενέργεια που είναι προγραμματισμένες για το τέλος Μαΐου αν και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι δεν θα τις επισπεύσει, όπως έπραξε με τον κατώτατο μισθό, αφού μάλιστα δεν υπάρχει η προσδοκία των μέτρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Καθώς όμως αυτά μοιάζουν με ασπιρίνες για βαριά αρρώστια και προεξοφλείται ότι στην καλύτερη περίπτωση θα συγκρατήσουν τον ρυθμό μείωσης, αλλά δεν θα σταματήσουν και δεν θα αναστρέψουν την πτωτική πορεία, ο πειρασμός των πρόωρων εκλογών είναι υπαρκτός. Όπως είναι και υπαρκτές οι εισηγήσεις προς τον πρωθυπουργό. Πολύ περισσότερο που υποστηρίζονται από την ανησυχία στο εσωτερικό της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΝΔ. Η δυσαρέσκεια και η ανησυχία των γαλάζιων βουλευτών που αγωνιούν για την πολιτική τους επιβίωση δύσκολα συγκρατιέται πλέον.
Μεταξύ Ιουνίου και Σεπτεμβρίου
Η πολιτική λογική όσων εισηγούνται τις πρόωρες εκλογές είναι απλή: κάνεις εκλογές όταν είσαι βέβαιος ότι θα τις κερδίσεις. Μέχρι τώρα και παρά την πτώση που έχει καταγράψει, εξακολουθεί να προηγείται του ΣΥΡΙΖΑ, άρα οι πιθανότητες είναι με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να τις κερδίσει και να έχει τον πρώτο λόγο στις μετεκλογικές εξελίξεις και στον σχηματισμό μίας κυβέρνησης συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ. Άλλωστε φρόντισε να απομακρυνθεί από τη ρητορική της αυτοδυναμίας και να βάλλει στην ατζέντα τις συμμαχικές κυβερνήσεις. Ακόμη και τον Σεπτέμβριο που εμφανίζεται ως το πιθανότερο σενάριο δεν είναι βέβαιο ότι θα εξακολουθεί να έχει προβάδισμα ασφαλείας. Υπάρχουν πολλοί αστάθμητοι παράγοντες, αλλά κυρίως ότι ένα σημαντικό ποσοστό της κοινωνίας, ακόμη και αν πάει καλά ο τουρισμός, θα έχει να επιλέξει ανάμεσα στο να πληρώσει τους λογαριασμούς του ρεύματος ή το σούπερ μάρκετ. Στην αισιόδοξη προοπτική, που καλλιεργούν οι εισηγητές του σεναρίου του Ιουνίου, η ΝΔ -βοηθούμενη από τις παθογένειες του ΣΥΡΙΖΑ- θα εξακολουθεί να έχει καθαρό προβάδισμα, οπότε θα μπορεί να πάει σε εκλογές με καλούς όρους -καθώς το καλοκαίρι πάντα ευνοεί.
Στην αντίθετη προβολή, τον Σεπτέμβριο θα ξεκινά από την ίδια θέση με τον ΣΥΡΙΖΑ με αυξημένο τον κίνδυνο να χάσει. Εάν λοιπόν αφήσει τον χρόνο να κυλήσει και δεν επιβεβαιωθεί το αισιόδοξο σενάριο τότε θα εξαντλήσει την τετραετία. Γιατί βέβαια κανείς δεν κάνει εκλογές, δέκα μήνες πριν λήξει η θητεία του για να τις χάσει. Τότε βέβαια θα διακινδυνεύσει συντριβή, όπως φοβούνται πλέον οι περισσότεροι βουλευτές του, αλλά αυτή είναι άλλης τάξης συζήτηση, που εν πολλοίς έχει να κάνει με τις προσωπικές φιλοδοξίες του πρωθυπουργού και την επόμενη ημέρα στη ΝΔ.