Είναι προφανές ότι:
1) οι Ρώσοι αδυνατούν να φθάσουν ακόμη και στον Δνείπερο και να
καταλάβουν έστω την Ανατολική Ουκρανία, και, 2) δεν διαθέτουν προς το
παρόν άλλες εφεδρείες για να εμπλέξουν στην Ουκρανία πέραν των 160.000
ανδρών που ήδη επιχειρούν εκεί. Διαβάζω σε άρθρα ελληνικών ΜΜΕ πως ίσως
αυτός ο ελιγμός εγκατάλειψης της βόρειας κρούσης (που αποτελούσε μέχρι
πρόσφατα την κύρια προσπάθεια του ρωσικού στρατού) να ήταν
προσχεδιασμένος για να αγκιστρωθούν οι ουκρανικές δυνάμεις σε ένα πολύ
μεγάλο μέτωπο και κατόπιν να παγιδευτούν μεταξύ Χαρκόβου και Ντονμπάς
από την επίθεση που θα διεξάγουν οι Ρώσοι μόλις ολοκληρώσουν την
αναδιάταξή τους από βορρά προς νότο. Πρόκειται για αστειότητες. Ποτέ
κανένας δεν σχεδίασε εισβολή σε άλλη χώρα υπολογίζοντας ότι η εκστρατεία
θα κρατούσε μεγάλο χρονικό διάστημα και θα κατέληγε σε πόλεμο φθοράς.
Πάντα στη σχεδίαση των πολεμικών επιχειρήσεων το ζητούμενο είναι η κατά
το δυνατόν ταχύτερη και οικονομικότερη νίκη. Η Ιστορία δείχνει πως κάθε
φορά που ένας πόλεμος τράβηξε σε μάκρος, αυτό οφειλόταν ξεκάθαρα σε
εσφαλμένους αρχικούς υπολογισμούς της μιας ή και των δύο πλευρών. Το
ίδιο βλέπουμε να γίνεται τώρα και στην Ουκρανία.
- Οι Ρώσοι δείχνουν σαν να ξέχασαν το στρατιωτικό αξίωμα που λέει
ότι «κανένας πόλεμος δεν ξεκινάει από εκεί που τελείωσε ο προηγούμενος».
Ο πόλεμος που διεξάγεται τώρα στην Ουκρανία είναι εντελώς διαφορετικός
από εκείνον που είχε διεξαχθεί στο Ντονμπάς το 2014-15 όπου οι Ρώσοι
είχαν κάνει κυριολεκτικά πάρτι σε βάρος των Ουκρανών. Ο ουκρανικός
στρατός σήμερα είναι ασύγκριτα καλύτερα προετοιμασμένος και
εκπαιδευμένος, και με πολύ καλύτερο και άφθονο εξοπλισμό τελευταίου
τύπου. Το γεγονός επίσης ότι οι ρωσικές στρατιωτικές κινήσεις γίνονται
σε πλήρη θέα των αμερικανικών κατασκοπευτικών δορυφόρων καθιστά σχεδόν
αδύνατο το να μπορέσουν οι Ρώσοι να εκμεταλλευτούν την ανώτερη
ταχυκινησία και ισχύ πυρός τους, αφού στερούνται παντελώς το στοιχείο
του αιφνιδιασμού. Αν γινόταν ένας πόλεμος Ρωσίας-ΝΑΤΟ η πρώτη μέριμνα
των Ρώσων θα ήταν να καταστρέψουν το δίκτυο κατασκοπευτικών δορυφόρων
της Δύσης. Τώρα όμως εκ των πραγμάτων κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να γίνει
διότι θα ισοδυναμούσε με κήρυξη πολέμου σε βάρος της Δύσης. Επομένως οι
Ρώσοι θα έπρεπε να το είχαν σκεφθεί διπλά πριν ξεκινήσουν μία εισβολή
στην Ουκρανία αποδεχόμενοι ένα τόσο μεγάλο επιχειρησιακό μειονέκτημα
όπως το να τους παρακολουθεί άγρυπνα ο αντίπαλος από το διάστημα και οι
ίδιοι να μην μπορούν να αντιδράσουν.
- Με βάση τα όσα παρατηρούνται στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στην
Ουκρανία, κάποιοι αναλυτές διατυπώνουν την άποψη ότι βλέπουμε την έναρξη
της εποχής των λεγόμενων «πυραυλοκεντρικών επιχειρήσεων». Το να μπορεί
κανείς να προσβάλει στόχους υψηλής στρατηγικής σπουδαιότητας με
πυραύλους εδάφους-εδάφους μακρού βεληνεκούς είναι οπωσδήποτε μία
υπολογίσιμη δυνατότητα. Ωστόσο ένας πόλεμος σαν αυτόν που διεξάγεται
στην Ουκρανία ΔΕΝ μπορεί να κριθεί από τους συμβατικούς βαλλιστικούς
πυραύλους, όσοι πολλοί κι αν είναι αυτοί. Οι πόλεμοι κρίνονται από τις
μονάδες ελιγμού, δηλαδή τα τεθωρακισμένα, το μηχανοκίνητο πεζικό, το
μηχανικό και το πυροβολικό. Οι πυραυλικές επιθέσεις μόνο συμπληρωματικό
και υποβοηθητικό ρόλο μπορούν να παίξουν, όχι να κρίνουν τον πόλεμο.
Φυσικά στη θάλασσα και τον αέρα τα πράγματα μπορεί να είναι τελείως
διαφορετικά, και μερικά καίρια πυραυλικά χτυπήματα να δώσουν στη μία
πλευρά σαφές πλεονέκτημα. Στην ξηρά όμως, και σε ένα μέτωπο τόσο
εκτεταμένο όσο αυτό της Ουκρανίας, οι λεγόμενες «πυραυλοκεντρικές
επιχειρήσεις» αποτελούν περισσότερο ένα φετίχ κάποιων θεωρητικών της
στρατιωτικής επιστήμης παρά τη μαγική λύση για μία γρήγορη και, κατά το
δυνατόν, ανέξοδη νίκη.
- Λόγω των σοβαρών απωλειών που υπέστησαν τα ρωσικά τεθωρακισμένα
στην Ουκρανία, πολλοί βιάστηκαν να προεξοφλήσουν το τέλος του άρματος
μάχης ως αποφασιστικού πολεμικού μέσου στο πεδίο της μάχης. Αυτή τη
στιγμή οι Ουκρανοί, αφού πέτυχαν να καθηλώσουν τους Ρώσους, θέλουν να
περάσουν σε αποφασιστική αντεπίθεση για να εκδιώξουν τον ρωσικό στρατό
από τα εδάφη που κατέλαβε, αλλά θα χρειαστούν άλλου είδους όπλα από
εκείνα με τα οποία διεξήγαγαν επιτυχή άμυνα. Τώρα χρειάζονται
αντιαεροπορικά συστήματα μεσαίου και μεγάλου βεληνεκούς, μαχητικά
αεροσκάφη, συστήματα πυροβολικού και αντιπυροβολικού, και, πάνω απ' όλα,
άρματα μάχης διότι πρέπει να συγκροτήσουν δυνάμεις ελιγμού και βασικό
Όπλο ελιγμού παραμένουν πάντα τα τεθωρακισμένα. Γι' αυτό ο Ζελένσκι ζητά
απεγνωσμένα τώρα από τη Δύση να του δώσει έστω και 200 άρματα μάχης
(«έχετε όλοι μαζί 20.000 άρματα, και σας ζητάω να μου δώσετε μόλις το 1%
από αυτά»). Θεωρώ ότι η ελληνική στρατιωτική ηγεσία θα πρέπει να
προβληματιστεί πολύ ως προς την επιβιωσιμότητα των τεθωρακισμένων στο
σύγχρονο πεδίο μάχης, δεδομένου ότι τα ελληνικά άρματα δεν διαθέτουν
προς το παρόν κανενός είδους πρόσθετη παθητική η ενεργητική
αντιβληματική θωράκιση πέρα από αυτή που τους έδωσε αρχικά ο
κατασκευαστής τους (όλα τα ρωσικά άρματα που βλέπουμε στην Ουκρανία
φέρουν πλακίδια θωράκισης ενεργού αντίδρασης ERA). Ο αγώνας μεταξύ
άρματος και αντιαρματικών όπλων είναι αέναος, και όποιος δεν μπορέσει να
παρακολουθήσει τις τρέχουσες τεχνολογικές εξελίξεις και μείνει πίσω,
μοιραία θα το πληρώσει ακριβά.
- Η ρωσική διοίκηση φαίνεται να έχει αποδεχθεί πλέον την αποτυχία του
αρχικού σχεδίου επίθεσης κατά της Ουκρανίας σε πολλαπλούς άξονες, και
προσπαθεί να σώσει έστω τα προσχήματα. Έπειτα από την κορύφωση της
ρωσικής επίθεσης ακολουθεί μοιραία η αναδίπλωση – που θα μπορούσε να
προσλάβει ολέθρια μορφή για τους Ρώσους αν οι Ουκρανοί διέθεταν ισχυρές
και ευκίνητες εφεδρείες για να περάσουν μαζικά στην αντεπίθεση. Η
ολοκληρωτική απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων από τη βόρεια Ουκρανία
και από όλες τις περιοχές που κατέλαβαν στο τόξο από το Σούμι έως το
Κίεβο, αποτελεί σαφή παραδοχή ήττας και αποτυχίας.