Στις πρόσφατες ειδήσεις που δημοσιεύθηκαν σχετικά με τις προθέσεις της Αμερικανικής Αεροπορίας ως προς τη διαχείριση και την κατανομή των κονδυλίων που οι επιτελείς της αιτούνται για το οικονομικό έτος 2023 (https://defencereview.gr/proschedio-proypologismoy-amyntik/), αποκαλύπτεται καθαρά η πρόθεση τους να απαλλαγούν από παλιό υλικό και μέσα με πολύ μεγάλο κόστος συντήρησης, υποστήριξης και επάνδρωσης και να επενδύσουν κονδύλια σε νέα πυραυλικά συστήματα και λιγότερα μεν, αλλά πιο ικανά μαχητικά αεροπλάνα.
Από: defencereview.gr / Γιάννης Νικήτας
Στο ζήτημα αυτό θα επανέλθουμε καθώς εμπεριέχει πολλά ζωτικής σημασίας στοιχεία και για την ελληνική άμυνα. Πολλώ δε μάλλον για την Πολεμική Αεροπορία… Σε αυτό το αφιέρωμα θα ασχοληθούμε μόνο με το θέμα που θεωρούμε ότι απασχολεί, ή θα πρέπει να απασχολεί, άμεσα την ελληνική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία. Απόσυρση μαχητικών F-16 δεν αναφέρεται για το 2023 από τους Αμερικανούς. Το μικρό μονοκινητήριο μαχητικό θα συνεχίσει για πολλά ακόμα χρόνια να αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της δύναμης μαχητικών της USAF.
Δεν είναι μόνο τα 608 μαχητικά του τύπου αυτού που θα εκσυγχρονιστούν (https://defencereview.gr/i-amerikaniki-aeroporia-anavathmizei-608/), αποκτώντας ραντάρ AESA και διαμόρφωση παραπλήσια του Viper. Eίναι και τα περισσότερα από 400 F-16 Block 30/32 που θα παραμείνουν σε υπηρεσία για μία τουλάχιστον ακόμη δεκαετία… Αυτό που ενδιαφέρει τη δική μας Πολεμική Αεροπορία στο συγκεκριμένο ζήτημα, μεταξύ πολλών άλλων, είναι ότι στο χρονικό διάστημα από το 2015 μέχρι το 2020, με τις καθυστερήσεις, τις υπερκοστολογήσεις και τα προβλήματα στο πρόγραμμα F-35 να συσσωρεύονται αντί να βαίνουν μειούμενα, η USAF εξακολούθησε να επενδύει σημαντικά κεφάλαια στο στόλο των F-16 που διαθέτει.
Στόχος, να τον διατηρήσει αξιόμαχο με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Μία απλή αναδρομή στην ειδησεογραφία που παραθέτει σε καθημερινή βάση του DefenceReview από την πρώτη ημέρα της λειτουργίας του το Φθινόπωρο του 2017, αποκαλύπτει ότι τα σχετικά με προγράμματα αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού των αμερικανικών F-16 δημοσιεύματα, είναι δεκάδες. Και δεν αφορούν μόνο αναβάθμιση συστημάτων αποστολής και πτήσης του ίδιου του μαχητικού, αλλά και τις πιστοποιήσεις νέων όπλων (SDB II, AGM-158B JASM-ER, JSM) και νέων ατρακτιδίων.
Κατά το ίδιο σχεδόν χρονικό διάστημα, στην Ελλάδα αποφεύχθηκε οποιαδήποτε ενέργεια προς την ίδια κατεύθυνση (ομογενοποίηση στόλου F-16 συνολικά), ενώ υπήρχε καταγεγραμμένη ανάγκη και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό. Το ζήτημα δε όπως θα δούμε, δεν ήταν οικονομικό… Ή δεν ήταν μόνο οικονομικό. Από το 2015 μέχρι σήμερα λοιπόν η Ελλάδα καθυστερεί, χωρίς να υπάρχουν προφανείς ή στοιχειοθετημένοι λόγοι, να πράξει ότι πράττουν οι ΗΠΑ για τα δικά τους F-16! Bέβαια εδώ βάσιμα θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι η Ελλάδα δεν έχει τις ίδιες δυνατότητες, ούτε και την οικονομική ευχέρεια σε συνδυασμό με την εγχώρια βιομηχανία που έχουν στη διάθεσή τους οι Αμερικανοί.
Κάτι που είναι απόλυτα ορθό και λογικό και συνεπώς είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να λαμβάνουμε υπόψη. Πώς όμως μπορεί να εξηγήσει οποιοσδήποτε εχέφρων το γεγονός ότι την ίδια στιγμή που η τότε (2018) ελληνική κυβέρνηση έκρινε ακριβή τη λύση του εκσυγχρονισμού στο επίπεδο Viper και των F-16 Block 50 (2,4 δισεκατομμύρια δολάρια με βάση την εκτίμηση της DSCA – https://www.dsca.mil/press-media/major-arms-sales/government-greece-upgrade-f-16-aircraft-f-16-block-v-configuration), διατυμπάνιζε σε κάθε ευκαιρία, ότι το επόμενο ελληνικό μαχητικό θα είναι το F-35; Είχε εξασφαλίσει τα απαιτούμενα κονδύλια για κάτι τέτοιο;
Πώς μπορεί να εξηγήσει κάποιος ότι ακόμη και η σαφώς οικονομικότερη εναλλακτική του εκσυγχρονισμού των Block 50 σε Block 50M, μέσω της αξιοποίησης συστημάτων που θα προέλθουν από τα υπό αναβάθμιση σε Block 72 Viper, Block 52+ και Block 52+ Advanced, καθυστερεί με διάφορες προφάσεις εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια και με υπαιτιότητα της σημερινής αντιπολίτευσης; Παρά το ότι περιλαμβάνει και δομική ανακατασκευή για τα Block 50, παρά το ότι το πρωτότυπο του εκσυγχρονισμού αυτού είναι ήδη έτοιμο (TC-1) και παρά το ότι στο ίδιο αίτημα (LOR) θα περιλαμβάνονταν και η προμήθεια 30 ατρακτιδίων στοχοποίησης SNIPER…
Tέλος, πώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι ενώ η Πολεμική Αεροπορία έχει πληρώσει στο παρελθόν και εξακολουθεί να πληρώνει βαρύ τίμημα (οικονομικό και επιχειρησιακό…) από αποφάσεις που δεν βασίστηκαν σε οικονομοτεχνικά στοιχεία και ιδίως στην πάροδο του κρίσιμου χρόνου ΕΜΖ, σήμερα υιοθετείται η ίδια τακτική των – αδικαιολόγητων επαναλαμβάνουμε- καθυστερήσεων στους εκσυγχρονισμούς των F-16 Block 30 και Block 50;
Έχει γραφτεί ότι πρακτική αξία έχει μόνο ο εκσυγχρονισμός των Block 50. Γιατί είναι αρκετά αεροπλάνα, σε καλή κατάσταση και το κόστος αναβάθμισής τους σε Block 50+ Adv (Block 50M) δεν φαίνεται εξωφρενικό, ιδίως από τη στιγμή που υπάρχει και έτοιμο πρωτότυπο (το περιβόητο TC1), μαζί με έτοιμη πρόταση της κατασκευάστριας εταιρείας. Για τα Block 30 επειδή δεν υπάρχουν σχέδια ή πρωτότυπο, το κόστος και ο χρόνος ίσως δεν επιτρέπουν κάτι τέτοιο, οπότε θα ήταν φρονιμότερο να προσανατολιστούμε σε κάποια ενδιάμεση αναβάθμιση.
Η μόνη ένσταση που θα μπορούσε να προβληθεί ως προς αυτό το επιχείρημα, είναι πώς έχει βάση ο εκσυγχρονισμός και των Block 30 επειδή είναι επίσης πολλά τα αεροπλάνα, αλλά και επειδή δομικά είναι σε καλύτερη κατάσταση από τα Block 50, αφού έχουν υποστεί δύο και όχι μία δομικές αναβαθμίσεις (FALCON UP και FALCON STAR). Επιπρόσθετα όμως, η δημιουργία ενός ομογενοποιημένου στόλου 70 μαχητικών F-16 Block 50M θα έλυνε και το πρόβλημα του σχετικά μικρού αριθμού των διθέσιων -D, Block 30 και Block 50… Τέλος, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι και ο κύριος χρήστης του Block 30, η USAF, θα το αξιοποιήσει για 10 έως 15 ακόμη χρόνια. Με ότι αυτό συνεπάγεται από πλευράς υποστήριξης…
Στο αφιέρωμά μας στον Ηνίοχο (https://defencereview.gr/iniochos-2022-ekpaideysi-apotin-polemik/) σημειώσαμε ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του προγράμματος εκσυγχρονισμού των 35 ελληνικών Phantom (Peace Icarus 2000), ήταν το γεγονός ότι υλοποιήθηκε με πολύ μεγάλη καθυστέρηση. Ο κρίσιμος χρόνος υλοποίησής του είχε ήδη παρέλθει δηλαδή, όταν αυτό αποφασίστηκε (1997). Τα F-4E βρισκόταν ήδη σε υπηρεσία περί τα 25 χρόνια και (το σημαντικότερο…) ο κύριος χρήστης του τύπου (USAF), το είχε αποσύρει από το 1990-1991. Παρήλθαν δε (με τις καθυστερήσεις…) άλλα έξι σχεδόν χρόνια (2004) για να ενταχθεί η εκσυγχρονισμένη μορφή του Phantom σε υπηρεσία.
Η αναφορά αυτή δεν έγινε τυχαία γιατί από ότι όλα δείχνουν, το πάθημα δεν έγινε μάθημα… Επιβεβαίωση του γεγονότος αυτού δεν μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη από το ότι στον εφετινό Ηνίοχο, το σύνολο των ελληνικών F-16 όλων των εκδόσεων, συμμετείχε χωρίς ατρακτίδια στοχοποίησης (Targeting Pods – TGP) στα σενάρια της άσκησης. Τα μοναδικά ελληνικά μαχητικά που εμφανίστηκαν με τέτοια συστήματα (Litening II), ήταν τα Phantom AUP! Μπορούμε συνεπώς να καταλήξουμε με ασφάλεια στα εξής ενδιαφέροντα:
– Η επιλογή του μη εκσυγχρονισμού του συνόλου των μαχητικών F-16 της Πολεμικής Αεροπορίας στο παρελθόν και σήμερα, δεν είναι οπωσδήποτε σχετική με την οικονομική αδυναμία της Ελλάδας να τον υλοποιήσει. Για τον πολύ απλό λόγο ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα θα ήταν εφικτό μέσω FMS. Όπως θα ήταν εφικτή και η προμήθεια νέων όπλων και ατρακτιδίων στοχοποίησης. Τα ελληνικά F-16 δεν μπορούν εδώ και αρκετά χρόνια να αξιοποιήσουν σε περίπτωση επιχειρήσεων το απόθεμα βομβών καθοδήγησης λέιζερ (LGB) που διαθέτει η Πολεμική Αεροπορία, αλλά ούτε και να στοχοποιήσουν αυτόνομα εχθρικές μονάδες στο έδαφος και την επιφάνεια της θάλασσας, επειδή δεν υπάρχει στοιχειωδώς επαρκής αριθμός TGP.
– Μέσω προγραμμάτων FMS, τα οποία ως διακρατικές συμφωνίες δεν εμπίπτουν στους περιορισμούς των Μνημονίων που υπέγραψε η Ελλάδα με τους δανειστές της, ο παράλληλος εκσυγχρονισμός των F-16 Block 30 και Βlock 50 σε συνδυασμό με την προμήθεια κρίσιμων συστημάτων στοχοποίησης και όπλων, ήταν δυνατός από την προηγούμενη δεκαετία… Όχι μόνο σήμερα που η Πολεμική Αεροπορία εξακολουθεί να είναι υποχρεωμένη να διατηρεί σε υπηρεσία τα γηραιά F-4E AUP, δαπανώντας υπέρογκα ποσά με μικρό επιχειρησιακό όφελος.
– Ακόμα και τώρα όμως, που η πανδημία του Covid – 19 και ο πόλεμος στην Ουκρανία ανατρέπουν για άλλη μία φορά τα δεδομένα, φέρνοντας την ελληνική οικονομία σε εξαιρετικά δυσμενή θέση, η ελληνική πλευρά εξακολουθεί περί άλλων να τυρβάζει! Κάπως έτσι φτάσαμε στο σημείο εν έτει 2022, σε πολυεθνική άσκηση που διοργανώνει η Πολεμική Αεροπορία, τα μόνα μας μαχητικά που επιχείρησαν με ατρακτίδια στοχοποίησης να είναι τα… Phantom! Και κάπως έτσι φτάσαμε και στο σημείο να αναζητούμε τεχνική υποστήριξη για τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό τους (https://defencereview.gr/polemiki-aeroporia-prosklisi-diener-2/)…
Με άλλα λόγια η Πολεμική Αεροπορία δαπανά υπό τις σημερινές συνθήκες πολύτιμους πόρους για τη διατήρηση σε υπηρεσία ενός μαχητικού 50 ετών, αδιανόητα καυσιμοβόρου για τα δεδομένα των τελευταίων δύο δεκαετιών, με τεράστιες ανάγκες συντήρησης, τεράστιο ηλεκτρομαγνητικό (RCS) και θερμικό (IR) ίχνος, με περιορισμένη ακτίνα σε προφίλ πτήσης Lo – Lo – Lo για μικρού ύψους διεισδύσεις και αιφνίδιες προσβολές προς αύξηση των πιθανοτήτων επιβίωσης και με δυνατότητες που έχουν προέλθει από έναν ελλειπή εκσυγχρονισμό.
Ελλειπή όχι μόνο γιατί δεν περιέλαβε σύστημα αυτοπροστασίας και Η/Π, αλλά και γιατί σε αντίθεση με τον εκσυγχρονισμό του Mirage 2000-5Mk.2, δεν περιέλαβε ολική αντικατάσταση καλωδιώσεων και πλήρη ανακατασκευή πιλοτηρίων. Στο AUP δηλαδή έχουν “παντρευτεί” παλιές καλωδιώσεις με νέες, με ότι αυτό συνεπάγεται, ενώ στα πιλοτήρια έχουν προστεθεί HUD (εμπρός) και MFD (Multi Function Displays, εμπρός – πίσω), με παράλληλες τμηματικές “παρεμβάσεις” στις πλευρικές κονσόλες.
– Αντί λοιπόν η Ελλάδα να υιοθετεί πλέον πρακτικές που εδώ και χρόνια έχουν επιβληθεί σε όλο το Δυτικό (όχι μόνο στις ΗΠΑ) κόσμο, εξακολουθεί ανεξήγητα να επιμένει στις επιλογές που περιγράφηκαν! Τη στιγμή που το σύνολο των αεροπορικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ με συγκρίσιμη δύναμη μαχητικών, αποσύρει ότι παλιό και παρωχημένο διαθέτει, λειτουργώντας με βάση τη σχέση κόστους – απόδοσης αυστηρά, στην Ελλάδα που απειλείται άμεσα από την Τουρκία, ο στόλος των παλιών F-16 εξακολουθεί να απαξιώνεται. Παράλληλα δε, η πολιτική των “μπαλωμάτων” (F-4E AUP) καλά κρατεί, ενώ εξετάζεται… και η προμήθεια μίας Μοίρας F-35!
Στο ζήτημα αυτό θα επανέλθουμε καθώς εμπεριέχει πολλά ζωτικής σημασίας στοιχεία και για την ελληνική άμυνα. Πολλώ δε μάλλον για την Πολεμική Αεροπορία… Σε αυτό το αφιέρωμα θα ασχοληθούμε μόνο με το θέμα που θεωρούμε ότι απασχολεί, ή θα πρέπει να απασχολεί, άμεσα την ελληνική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία. Απόσυρση μαχητικών F-16 δεν αναφέρεται για το 2023 από τους Αμερικανούς. Το μικρό μονοκινητήριο μαχητικό θα συνεχίσει για πολλά ακόμα χρόνια να αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της δύναμης μαχητικών της USAF.
Δεν είναι μόνο τα 608 μαχητικά του τύπου αυτού που θα εκσυγχρονιστούν (https://defencereview.gr/i-amerikaniki-aeroporia-anavathmizei-608/), αποκτώντας ραντάρ AESA και διαμόρφωση παραπλήσια του Viper. Eίναι και τα περισσότερα από 400 F-16 Block 30/32 που θα παραμείνουν σε υπηρεσία για μία τουλάχιστον ακόμη δεκαετία… Αυτό που ενδιαφέρει τη δική μας Πολεμική Αεροπορία στο συγκεκριμένο ζήτημα, μεταξύ πολλών άλλων, είναι ότι στο χρονικό διάστημα από το 2015 μέχρι το 2020, με τις καθυστερήσεις, τις υπερκοστολογήσεις και τα προβλήματα στο πρόγραμμα F-35 να συσσωρεύονται αντί να βαίνουν μειούμενα, η USAF εξακολούθησε να επενδύει σημαντικά κεφάλαια στο στόλο των F-16 που διαθέτει.
Στόχος, να τον διατηρήσει αξιόμαχο με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Μία απλή αναδρομή στην ειδησεογραφία που παραθέτει σε καθημερινή βάση του DefenceReview από την πρώτη ημέρα της λειτουργίας του το Φθινόπωρο του 2017, αποκαλύπτει ότι τα σχετικά με προγράμματα αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού των αμερικανικών F-16 δημοσιεύματα, είναι δεκάδες. Και δεν αφορούν μόνο αναβάθμιση συστημάτων αποστολής και πτήσης του ίδιου του μαχητικού, αλλά και τις πιστοποιήσεις νέων όπλων (SDB II, AGM-158B JASM-ER, JSM) και νέων ατρακτιδίων.
Κατά το ίδιο σχεδόν χρονικό διάστημα, στην Ελλάδα αποφεύχθηκε οποιαδήποτε ενέργεια προς την ίδια κατεύθυνση (ομογενοποίηση στόλου F-16 συνολικά), ενώ υπήρχε καταγεγραμμένη ανάγκη και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό. Το ζήτημα δε όπως θα δούμε, δεν ήταν οικονομικό… Ή δεν ήταν μόνο οικονομικό. Από το 2015 μέχρι σήμερα λοιπόν η Ελλάδα καθυστερεί, χωρίς να υπάρχουν προφανείς ή στοιχειοθετημένοι λόγοι, να πράξει ότι πράττουν οι ΗΠΑ για τα δικά τους F-16! Bέβαια εδώ βάσιμα θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι η Ελλάδα δεν έχει τις ίδιες δυνατότητες, ούτε και την οικονομική ευχέρεια σε συνδυασμό με την εγχώρια βιομηχανία που έχουν στη διάθεσή τους οι Αμερικανοί.
Κάτι που είναι απόλυτα ορθό και λογικό και συνεπώς είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να λαμβάνουμε υπόψη. Πώς όμως μπορεί να εξηγήσει οποιοσδήποτε εχέφρων το γεγονός ότι την ίδια στιγμή που η τότε (2018) ελληνική κυβέρνηση έκρινε ακριβή τη λύση του εκσυγχρονισμού στο επίπεδο Viper και των F-16 Block 50 (2,4 δισεκατομμύρια δολάρια με βάση την εκτίμηση της DSCA – https://www.dsca.mil/press-media/major-arms-sales/government-greece-upgrade-f-16-aircraft-f-16-block-v-configuration), διατυμπάνιζε σε κάθε ευκαιρία, ότι το επόμενο ελληνικό μαχητικό θα είναι το F-35; Είχε εξασφαλίσει τα απαιτούμενα κονδύλια για κάτι τέτοιο;
Πώς μπορεί να εξηγήσει κάποιος ότι ακόμη και η σαφώς οικονομικότερη εναλλακτική του εκσυγχρονισμού των Block 50 σε Block 50M, μέσω της αξιοποίησης συστημάτων που θα προέλθουν από τα υπό αναβάθμιση σε Block 72 Viper, Block 52+ και Block 52+ Advanced, καθυστερεί με διάφορες προφάσεις εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια και με υπαιτιότητα της σημερινής αντιπολίτευσης; Παρά το ότι περιλαμβάνει και δομική ανακατασκευή για τα Block 50, παρά το ότι το πρωτότυπο του εκσυγχρονισμού αυτού είναι ήδη έτοιμο (TC-1) και παρά το ότι στο ίδιο αίτημα (LOR) θα περιλαμβάνονταν και η προμήθεια 30 ατρακτιδίων στοχοποίησης SNIPER…
Tέλος, πώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι ενώ η Πολεμική Αεροπορία έχει πληρώσει στο παρελθόν και εξακολουθεί να πληρώνει βαρύ τίμημα (οικονομικό και επιχειρησιακό…) από αποφάσεις που δεν βασίστηκαν σε οικονομοτεχνικά στοιχεία και ιδίως στην πάροδο του κρίσιμου χρόνου ΕΜΖ, σήμερα υιοθετείται η ίδια τακτική των – αδικαιολόγητων επαναλαμβάνουμε- καθυστερήσεων στους εκσυγχρονισμούς των F-16 Block 30 και Block 50;
Έχει γραφτεί ότι πρακτική αξία έχει μόνο ο εκσυγχρονισμός των Block 50. Γιατί είναι αρκετά αεροπλάνα, σε καλή κατάσταση και το κόστος αναβάθμισής τους σε Block 50+ Adv (Block 50M) δεν φαίνεται εξωφρενικό, ιδίως από τη στιγμή που υπάρχει και έτοιμο πρωτότυπο (το περιβόητο TC1), μαζί με έτοιμη πρόταση της κατασκευάστριας εταιρείας. Για τα Block 30 επειδή δεν υπάρχουν σχέδια ή πρωτότυπο, το κόστος και ο χρόνος ίσως δεν επιτρέπουν κάτι τέτοιο, οπότε θα ήταν φρονιμότερο να προσανατολιστούμε σε κάποια ενδιάμεση αναβάθμιση.
Η μόνη ένσταση που θα μπορούσε να προβληθεί ως προς αυτό το επιχείρημα, είναι πώς έχει βάση ο εκσυγχρονισμός και των Block 30 επειδή είναι επίσης πολλά τα αεροπλάνα, αλλά και επειδή δομικά είναι σε καλύτερη κατάσταση από τα Block 50, αφού έχουν υποστεί δύο και όχι μία δομικές αναβαθμίσεις (FALCON UP και FALCON STAR). Επιπρόσθετα όμως, η δημιουργία ενός ομογενοποιημένου στόλου 70 μαχητικών F-16 Block 50M θα έλυνε και το πρόβλημα του σχετικά μικρού αριθμού των διθέσιων -D, Block 30 και Block 50… Τέλος, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι και ο κύριος χρήστης του Block 30, η USAF, θα το αξιοποιήσει για 10 έως 15 ακόμη χρόνια. Με ότι αυτό συνεπάγεται από πλευράς υποστήριξης…
Στο αφιέρωμά μας στον Ηνίοχο (https://defencereview.gr/iniochos-2022-ekpaideysi-apotin-polemik/) σημειώσαμε ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του προγράμματος εκσυγχρονισμού των 35 ελληνικών Phantom (Peace Icarus 2000), ήταν το γεγονός ότι υλοποιήθηκε με πολύ μεγάλη καθυστέρηση. Ο κρίσιμος χρόνος υλοποίησής του είχε ήδη παρέλθει δηλαδή, όταν αυτό αποφασίστηκε (1997). Τα F-4E βρισκόταν ήδη σε υπηρεσία περί τα 25 χρόνια και (το σημαντικότερο…) ο κύριος χρήστης του τύπου (USAF), το είχε αποσύρει από το 1990-1991. Παρήλθαν δε (με τις καθυστερήσεις…) άλλα έξι σχεδόν χρόνια (2004) για να ενταχθεί η εκσυγχρονισμένη μορφή του Phantom σε υπηρεσία.
Η αναφορά αυτή δεν έγινε τυχαία γιατί από ότι όλα δείχνουν, το πάθημα δεν έγινε μάθημα… Επιβεβαίωση του γεγονότος αυτού δεν μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη από το ότι στον εφετινό Ηνίοχο, το σύνολο των ελληνικών F-16 όλων των εκδόσεων, συμμετείχε χωρίς ατρακτίδια στοχοποίησης (Targeting Pods – TGP) στα σενάρια της άσκησης. Τα μοναδικά ελληνικά μαχητικά που εμφανίστηκαν με τέτοια συστήματα (Litening II), ήταν τα Phantom AUP! Μπορούμε συνεπώς να καταλήξουμε με ασφάλεια στα εξής ενδιαφέροντα:
– Η επιλογή του μη εκσυγχρονισμού του συνόλου των μαχητικών F-16 της Πολεμικής Αεροπορίας στο παρελθόν και σήμερα, δεν είναι οπωσδήποτε σχετική με την οικονομική αδυναμία της Ελλάδας να τον υλοποιήσει. Για τον πολύ απλό λόγο ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα θα ήταν εφικτό μέσω FMS. Όπως θα ήταν εφικτή και η προμήθεια νέων όπλων και ατρακτιδίων στοχοποίησης. Τα ελληνικά F-16 δεν μπορούν εδώ και αρκετά χρόνια να αξιοποιήσουν σε περίπτωση επιχειρήσεων το απόθεμα βομβών καθοδήγησης λέιζερ (LGB) που διαθέτει η Πολεμική Αεροπορία, αλλά ούτε και να στοχοποιήσουν αυτόνομα εχθρικές μονάδες στο έδαφος και την επιφάνεια της θάλασσας, επειδή δεν υπάρχει στοιχειωδώς επαρκής αριθμός TGP.
– Μέσω προγραμμάτων FMS, τα οποία ως διακρατικές συμφωνίες δεν εμπίπτουν στους περιορισμούς των Μνημονίων που υπέγραψε η Ελλάδα με τους δανειστές της, ο παράλληλος εκσυγχρονισμός των F-16 Block 30 και Βlock 50 σε συνδυασμό με την προμήθεια κρίσιμων συστημάτων στοχοποίησης και όπλων, ήταν δυνατός από την προηγούμενη δεκαετία… Όχι μόνο σήμερα που η Πολεμική Αεροπορία εξακολουθεί να είναι υποχρεωμένη να διατηρεί σε υπηρεσία τα γηραιά F-4E AUP, δαπανώντας υπέρογκα ποσά με μικρό επιχειρησιακό όφελος.
– Ακόμα και τώρα όμως, που η πανδημία του Covid – 19 και ο πόλεμος στην Ουκρανία ανατρέπουν για άλλη μία φορά τα δεδομένα, φέρνοντας την ελληνική οικονομία σε εξαιρετικά δυσμενή θέση, η ελληνική πλευρά εξακολουθεί περί άλλων να τυρβάζει! Κάπως έτσι φτάσαμε στο σημείο εν έτει 2022, σε πολυεθνική άσκηση που διοργανώνει η Πολεμική Αεροπορία, τα μόνα μας μαχητικά που επιχείρησαν με ατρακτίδια στοχοποίησης να είναι τα… Phantom! Και κάπως έτσι φτάσαμε και στο σημείο να αναζητούμε τεχνική υποστήριξη για τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό τους (https://defencereview.gr/polemiki-aeroporia-prosklisi-diener-2/)…
Με άλλα λόγια η Πολεμική Αεροπορία δαπανά υπό τις σημερινές συνθήκες πολύτιμους πόρους για τη διατήρηση σε υπηρεσία ενός μαχητικού 50 ετών, αδιανόητα καυσιμοβόρου για τα δεδομένα των τελευταίων δύο δεκαετιών, με τεράστιες ανάγκες συντήρησης, τεράστιο ηλεκτρομαγνητικό (RCS) και θερμικό (IR) ίχνος, με περιορισμένη ακτίνα σε προφίλ πτήσης Lo – Lo – Lo για μικρού ύψους διεισδύσεις και αιφνίδιες προσβολές προς αύξηση των πιθανοτήτων επιβίωσης και με δυνατότητες που έχουν προέλθει από έναν ελλειπή εκσυγχρονισμό.
Ελλειπή όχι μόνο γιατί δεν περιέλαβε σύστημα αυτοπροστασίας και Η/Π, αλλά και γιατί σε αντίθεση με τον εκσυγχρονισμό του Mirage 2000-5Mk.2, δεν περιέλαβε ολική αντικατάσταση καλωδιώσεων και πλήρη ανακατασκευή πιλοτηρίων. Στο AUP δηλαδή έχουν “παντρευτεί” παλιές καλωδιώσεις με νέες, με ότι αυτό συνεπάγεται, ενώ στα πιλοτήρια έχουν προστεθεί HUD (εμπρός) και MFD (Multi Function Displays, εμπρός – πίσω), με παράλληλες τμηματικές “παρεμβάσεις” στις πλευρικές κονσόλες.
– Αντί λοιπόν η Ελλάδα να υιοθετεί πλέον πρακτικές που εδώ και χρόνια έχουν επιβληθεί σε όλο το Δυτικό (όχι μόνο στις ΗΠΑ) κόσμο, εξακολουθεί ανεξήγητα να επιμένει στις επιλογές που περιγράφηκαν! Τη στιγμή που το σύνολο των αεροπορικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ με συγκρίσιμη δύναμη μαχητικών, αποσύρει ότι παλιό και παρωχημένο διαθέτει, λειτουργώντας με βάση τη σχέση κόστους – απόδοσης αυστηρά, στην Ελλάδα που απειλείται άμεσα από την Τουρκία, ο στόλος των παλιών F-16 εξακολουθεί να απαξιώνεται. Παράλληλα δε, η πολιτική των “μπαλωμάτων” (F-4E AUP) καλά κρατεί, ενώ εξετάζεται… και η προμήθεια μίας Μοίρας F-35!
Ίσως υπάρχουν πολλοί που διακρίνουν κάποια λογική σε όλο αυτό. Εμείς αδυνατούμε… Και αυτή η κατάσταση δεν επικρατεί μόνο σε ότι αφορά στο υλικό και τα μέσα της Πολεμικής Αεροπορίας. Το πρόβλημα υπάρχει παντού. Εξετάζουμε σήμερα επι παραδείγματι τον εκσυγχρονισμό μέσης ζωής των φρεγατών MEKO 200HN, όταν αυτός ώς διαδικασία θα έπρεπε να έχει ξεκινήσει τουλάχιστον πριν από μία δεκαετία! Σε ποια “Μέση Ζωή” αναφερόμαστε ακριβώς, όταν τα πλοία αυτά έχουν πλέον ηλικίες από 25 έως 30 έτη και γνωρίζουμε ότι ο εκσυγχρονισμός τους, εφόσον υπογραφεί εντός του τρέχοντος μηνός (!), θα απαιτήσει άλλα τέσσερα ώς πέντε τουλάχιστον χρόνια για να ολοκληρωθεί;
Ο πρόσφατος Ηνίοχος κατέδειξε λοιπόν μεταξύ άλλων ότι αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Αν στο παρελθόν υπήρχαν τα περιθώρια να αγνοούνται επιδεικτικά η κοινή λογική και η εθνική άμυνα, σήμερα δεν υπάρχουν. Οι μεσοβέζικες λύσεις, τα ημίμετρα και τα ψέματα έχουν τελειώσει προ πολλού. Όσο αυτό δεν γίνεται κατανοητό, τόσο θα σιγουρεύουμε την καταδίκη μας και θα οδεύουμε στον ακρωτηριασμό…