Περπατώντας συντροφιά με τον θάνατο
Όπως είχε γράψει κάποτε η New York Post, οι περισσότερες οικογένειες συγκεντρώνονται στο σαλόνι για να δουν τους μπόμπιρές τους να κάνουν τα πρώτα, άτσαλα και φοβισμένα, βήματά τους. Στην περίπτωση των Βαλέντα, όμως, τα πράγματα είναι ελαφρώς διαφορετικά και πολύ δυσκολότερα.
Από: menshouse.gr
Και αυτό γιατί μιλάμε για τους πιο διάσημους ακροβάτες του κόσμου. Με παράδοση που χάνεται στα βάθη της ιστορίας και συγκεκριμένα στα τέλη του 18ου αιώνα, στην τότε αυτοκρατορία της Αυστροουγγαρίας, όταν και ξεκίνησε η διαδρομή τους στον χώρο. Μια διαδρομή που κατά βάση έγινε πάνω σε τεντωμένα σκοινιά, δεκάδες μέτρα πάνω από το έδαφος και συνήθως χωρίς προστατευτικό δίχτυ.
Αυτό το διαρκές φλερτ με τον θάνατο ήταν που γιγάντωσε την φήμη τους. Όπως και τα τραγικά περιστατικά που είχαν σαν αποτέλεσμα κάποια από τα μέλη της να καταλήξουν σε αναπηρικά καροτσάκια και άλλα -ακόμη χειρότερα- στον τάφο.
Την ίδια μοίρα είχε και ο πατριάρχης των «Ιπτάμενων Βαλέντα», Καρλ. Εκείνος δηλαδή που έφτασε στην Αμερική κουβαλώντας το πάθος για την σχοινοβασία στα απόλυτα όριά της. Θάρρος, τόλμη, πίστη, ικανότητες. Αυτά ήταν τα απαραίτητα -για τους Βαλέντα- συστατικά ενός επιτυχημένου σόου, στο οποίο απαραίτητα θα περιλαμβάνονταν και οι περίφημες ανθρώπινες πυραμίδες. Αντίθετα, το δίχτυ δεν συγκαταλεγόταν σε αυτά. Όπως λέει και ο εγγονός του Νικ, «παρέχει μια ψευδαίσθηση ασφάλειας». Ίσως, όμως, ακόμη και αυτή η… ψευδαίσθηση να είχε σώσει την ζωή του παππού του όταν το 1978 (και σε ηλικία 73 ετών) έπεσε ενώ περπατούσε πάνω στο σκοινί που ένωνε δύο κτήρια στο Σαν Χουάν του Πουέρτο Ρίκο…
Θα περίμενε κανείς ότι ένα τόσο τραγικό περιστατικό, το οποίο είχε πολύ μεγαλύτερο αντίκτυπο λόγω του τηλεοπτικού φακού που απαθανάτισε το φρικτό τέλος του κορυφαίου ακροβάτη, θα έφερνε δεύτερες σκέψεις στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.
Για τους Βαλέντα, όμως, δεν υπάρχει τίποτα που να μπορέσει να σταθεί ανάμεσα σε αυτούς και σε εκείνο για το οποίο νιώθουν ότι έχουν γεννηθεί να κάνουν. Ούτε καν ο θάνατος, η σκέψη του οποίου πολλές φορές είναι ο μόνος σύντροφός τους εκεί ψηλά.
Έχοντας αυτό κατά νου, καταλαβαίνει κανείς ότι η προσέγγιση της έννοιας της πτώσης και της απώλειας ενός συγγενή είναι εντελώς διαφορετική από αυτήν που έχουμε συνηθίσει. Κάθε θάνατος φέρνει θλίψη, αλλά κανείς δεν επιτρέπεται να κουβαλήσει το βάρος της εκεί πάνω, όταν από την δική του συμπεριφορά δεν κρίνεται μόνο η ζωή του, αλλά κι αυτή των συντρόφων του που βασίζονται –κυριολεκτικά- πάνω του.
Έτσι, όπως συμβαίνει σε κάθε οικογένεια, όταν μαζεύονται γύρω από ένα τραπέζι, συζητούν για γεγονότα του παρελθόντος. Με την διαφορά ότι αντικείμενο κουβέντας μπορεί να είναι «εκείνη η φορά το 1962 στο Ντιτρόιτ που σκοτώθηκαν ο θείος Ντίτερ και ο θείος Ρίτσαρντ» ή την επόμενη χρονιά που «έπεσε και χάθηκε για πάντα η Ριέτα στη Νεμπράσκα»…
Το τελευταίο περιστατικό συνέβη τον Φεβρουάριο του 2017. Οι Βαλέντα δοκίμαζαν το νέο τους κατόρθωμα. Την πυραμίδα 8 ατόμων. Ένα από αυτά έχασε την ισορροπία του στέλνοντας τους πάντες σε μια πτώση από ύψος 10 μέτρων. Ο σημερινός «αρχηγός» της οικογένειας, Νικ, είδε την αδελφή του να μπαίνει σε κώμα και να μετατρέπεται σε… βιονική γυναίκα από το μέταλλο που χρειάστηκε να αντικαταστήσει κόκκαλα του κορμιού της και άλλους τέσσερις να καταλήγουν στο νοσοκομείο με επίσης πολύ σοβαρούς τραυματισμούς, που όχι μόνο τους έθεσαν εκτός σόου, αλλά απείλησαν και την ζωή τους.
Για τους «Ιπτάμενους Βαλέντα», όμως, δεν υπάρχει καιρός για δάκρυα και χώρος για φόβο. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να προχωρήσουν. Ακόμη κι αν ο δρόμος τους είναι τόσο ιδιαίτερος, ξεχωριστός και επικίνδυνος. Οι γενιές που έρχονται γεννιούνται με το ίδιο γονίδιο και βοηθούντος του περιβάλλοντος, νιώθουν ότι δεν έχουν καμία άλλη επιλογή από το να ακολουθήσουν τα μετέωρα βήματα των προγόνων τους.
Σαν μια σύγχρονη Λερναία Ύδρα, για κάθε Βαλέντα που χάνεται ή αναγκάζεται να περάσει την υπόλοιπη ζωή του με τα προβλήματα που αποκόμισε από την ενασχόλησή του με τα σκοινιά ισορροπίας, εμφανίζονται εγγόνια ή και δισέγγονα του «Μεγάλου Καρλ» έτοιμα να περπατήσουν στον ίδιο δρόμο, γνωρίζοντας ότι σε κάθε βήμα τους παραμονεύει η δόξα και ο θάνατος, που ανταγωνίζονται για το ποιος εκ των δύο θα φανεί πιο συνεπής στο ραντεβού του…
Όπως είχε γράψει κάποτε η New York Post, οι περισσότερες οικογένειες συγκεντρώνονται στο σαλόνι για να δουν τους μπόμπιρές τους να κάνουν τα πρώτα, άτσαλα και φοβισμένα, βήματά τους. Στην περίπτωση των Βαλέντα, όμως, τα πράγματα είναι ελαφρώς διαφορετικά και πολύ δυσκολότερα.
Από: menshouse.gr
Και αυτό γιατί μιλάμε για τους πιο διάσημους ακροβάτες του κόσμου. Με παράδοση που χάνεται στα βάθη της ιστορίας και συγκεκριμένα στα τέλη του 18ου αιώνα, στην τότε αυτοκρατορία της Αυστροουγγαρίας, όταν και ξεκίνησε η διαδρομή τους στον χώρο. Μια διαδρομή που κατά βάση έγινε πάνω σε τεντωμένα σκοινιά, δεκάδες μέτρα πάνω από το έδαφος και συνήθως χωρίς προστατευτικό δίχτυ.
Αυτό το διαρκές φλερτ με τον θάνατο ήταν που γιγάντωσε την φήμη τους. Όπως και τα τραγικά περιστατικά που είχαν σαν αποτέλεσμα κάποια από τα μέλη της να καταλήξουν σε αναπηρικά καροτσάκια και άλλα -ακόμη χειρότερα- στον τάφο.
Την ίδια μοίρα είχε και ο πατριάρχης των «Ιπτάμενων Βαλέντα», Καρλ. Εκείνος δηλαδή που έφτασε στην Αμερική κουβαλώντας το πάθος για την σχοινοβασία στα απόλυτα όριά της. Θάρρος, τόλμη, πίστη, ικανότητες. Αυτά ήταν τα απαραίτητα -για τους Βαλέντα- συστατικά ενός επιτυχημένου σόου, στο οποίο απαραίτητα θα περιλαμβάνονταν και οι περίφημες ανθρώπινες πυραμίδες. Αντίθετα, το δίχτυ δεν συγκαταλεγόταν σε αυτά. Όπως λέει και ο εγγονός του Νικ, «παρέχει μια ψευδαίσθηση ασφάλειας». Ίσως, όμως, ακόμη και αυτή η… ψευδαίσθηση να είχε σώσει την ζωή του παππού του όταν το 1978 (και σε ηλικία 73 ετών) έπεσε ενώ περπατούσε πάνω στο σκοινί που ένωνε δύο κτήρια στο Σαν Χουάν του Πουέρτο Ρίκο…
Θα περίμενε κανείς ότι ένα τόσο τραγικό περιστατικό, το οποίο είχε πολύ μεγαλύτερο αντίκτυπο λόγω του τηλεοπτικού φακού που απαθανάτισε το φρικτό τέλος του κορυφαίου ακροβάτη, θα έφερνε δεύτερες σκέψεις στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.
Για τους Βαλέντα, όμως, δεν υπάρχει τίποτα που να μπορέσει να σταθεί ανάμεσα σε αυτούς και σε εκείνο για το οποίο νιώθουν ότι έχουν γεννηθεί να κάνουν. Ούτε καν ο θάνατος, η σκέψη του οποίου πολλές φορές είναι ο μόνος σύντροφός τους εκεί ψηλά.
Έχοντας αυτό κατά νου, καταλαβαίνει κανείς ότι η προσέγγιση της έννοιας της πτώσης και της απώλειας ενός συγγενή είναι εντελώς διαφορετική από αυτήν που έχουμε συνηθίσει. Κάθε θάνατος φέρνει θλίψη, αλλά κανείς δεν επιτρέπεται να κουβαλήσει το βάρος της εκεί πάνω, όταν από την δική του συμπεριφορά δεν κρίνεται μόνο η ζωή του, αλλά κι αυτή των συντρόφων του που βασίζονται –κυριολεκτικά- πάνω του.
Έτσι, όπως συμβαίνει σε κάθε οικογένεια, όταν μαζεύονται γύρω από ένα τραπέζι, συζητούν για γεγονότα του παρελθόντος. Με την διαφορά ότι αντικείμενο κουβέντας μπορεί να είναι «εκείνη η φορά το 1962 στο Ντιτρόιτ που σκοτώθηκαν ο θείος Ντίτερ και ο θείος Ρίτσαρντ» ή την επόμενη χρονιά που «έπεσε και χάθηκε για πάντα η Ριέτα στη Νεμπράσκα»…
Το τελευταίο περιστατικό συνέβη τον Φεβρουάριο του 2017. Οι Βαλέντα δοκίμαζαν το νέο τους κατόρθωμα. Την πυραμίδα 8 ατόμων. Ένα από αυτά έχασε την ισορροπία του στέλνοντας τους πάντες σε μια πτώση από ύψος 10 μέτρων. Ο σημερινός «αρχηγός» της οικογένειας, Νικ, είδε την αδελφή του να μπαίνει σε κώμα και να μετατρέπεται σε… βιονική γυναίκα από το μέταλλο που χρειάστηκε να αντικαταστήσει κόκκαλα του κορμιού της και άλλους τέσσερις να καταλήγουν στο νοσοκομείο με επίσης πολύ σοβαρούς τραυματισμούς, που όχι μόνο τους έθεσαν εκτός σόου, αλλά απείλησαν και την ζωή τους.
Για τους «Ιπτάμενους Βαλέντα», όμως, δεν υπάρχει καιρός για δάκρυα και χώρος για φόβο. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να προχωρήσουν. Ακόμη κι αν ο δρόμος τους είναι τόσο ιδιαίτερος, ξεχωριστός και επικίνδυνος. Οι γενιές που έρχονται γεννιούνται με το ίδιο γονίδιο και βοηθούντος του περιβάλλοντος, νιώθουν ότι δεν έχουν καμία άλλη επιλογή από το να ακολουθήσουν τα μετέωρα βήματα των προγόνων τους.
Σαν μια σύγχρονη Λερναία Ύδρα, για κάθε Βαλέντα που χάνεται ή αναγκάζεται να περάσει την υπόλοιπη ζωή του με τα προβλήματα που αποκόμισε από την ενασχόλησή του με τα σκοινιά ισορροπίας, εμφανίζονται εγγόνια ή και δισέγγονα του «Μεγάλου Καρλ» έτοιμα να περπατήσουν στον ίδιο δρόμο, γνωρίζοντας ότι σε κάθε βήμα τους παραμονεύει η δόξα και ο θάνατος, που ανταγωνίζονται για το ποιος εκ των δύο θα φανεί πιο συνεπής στο ραντεβού του…