Από: defence-point.gr
Τα τουρκικά ΤΒ2 Bayraktar και ANKA, είναι UAV κατηγορίας MALE (Medium Altitude Long Endurance). Μπορούν δηλαδή να πετάξουν σε ύψη μεγαλύτερα των 15.000 ποδών για μεγάλα χρονικά διαστήματα (άνω του 24ώρου…). Το ΤΒ2 αναφέρεται ότι έχει οροφή τα 25.000 πόδια και ακτίνα 150 χιλιομέτρων. Πράγμα που σημαίνει ότι ο σταθμός ελέγχου του δεν μπορεί να βρίσκεται σε απόσταση μεγαλύτερη των 150 χιλιομέτρων από την περιοχή που πετά, λόγω εξασθένησης του σήματος ζεύξης για τον έλεγχό του σε βαθμό που να μην είναι εφικτός.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι η ισχύς του σήματος παρεμβολής στο σύστημα ελέγχου του αεροσκάφους, ή στο σύστημα ναυτιλίας του, ακόμη και αν αυτό πετά σε ύψη μεγαλύτερα των 20.000 ποδών, θα πρέπει να είναι υψηλή και απόλυτα στοχευμένη. Σε ένα αεροσκάφος εξοπλισμένο με INS (αδρανειακό σύστημα ναυτιλίας), συνδυασμένο με GPS, η παρεμβολή στους δέκτες GPS δεν προκαλεί ιδιαίτερα προβλήματα, από τη στιγμή που η ναυτιλία μπορεί να γίνει μέσω INS, έστω και με μικρότερη ακρίβεια. Ειδικά σε μικρές αποστάσεις το σφάλμα μπορεί να είναι και αμελητέο…
Επίσης, επειδή ακόμη και μικρά drones του εμπορίου κατευθύνονται, μέσω στάνταρ κωδικοποιημένου σήματος (τυπικά εμπορικά πρωτόκολλα), μπορούν να “αντιληφθούν” την παρεμβολή! Στο Bayraktar υπάρχει IMU (Inertial Measurement Unit) που επιτρέπει τη ναυτιλία ακόμη και χωρίς σήμα GPS. Μέσω της IMU για την ακρίβεια, το GPS συνεχίζει να λειτουργεί ακόμα και χωρίς σήμα. Στα τουρκικά UAV που αναφερόμαστε (ΑΝΚΑ, Akinci, Aksungur), ακόμη και αν υποθέσουμε ότι δεν υπάρχει συνδυασμός INS/GPS, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι υπάρχει ασφαλής κωδικοποιήση σήματος (πρωτόκολλο ασφαλείας), διαφορετική αυτής του εμπορίου.
Επίσης, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι στα ύψη που πετούν αυτά τα αεροσκάφη, η ισχύς του σήματος εκπομπής για την παρεμβολή, θα πρέπει να είναι και υψηλή για να επικρατήσει του σήματος εκπομπής του σταθμού ελέγχου του UAV, αλλά και απόλυτα στοχευμένη για σχετικά μεγάλα χρονικά διαστήματα, προκειμένου να παράξει αποτέλεσμα. Το ίδιο ισχύει και για τη μετάδοση εικόνας. Πέρα από την επαρκή ισχύ όμως, πρέπει να “σπάσει” και η κωδικοποίηση ασφαλείας του σήματος ζεύξης για τον έλεγχο.
Κάτι που δεν είναι ιδιαίτερα απλό, ενώ η κωδικοποίηση μπορεί να αλλάξει από τον χρήστη, με σκοπό να καταστήσει ακόμα πιο δύσκολη την υποκλοπή του σήματος ελέγχου από τρίτους. Τέλος, θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι τα τουρκικά UAV διαθέτουν συστήματα FMS (Flight Management System). Στα συστήματα αυτά εισάγονται διαδρομές (σημεία και αεροδιάδρομοι σε συνδυασμό με ύψη πλεύσης) οι οποίες διοχετεύονται στον αυτόματο πιλότο του αεροσκάφους. Αυτό τις ακολουθεί (τις διαδρομές) με το πάτημα ενός κουμπιού.
Σε περίπτωση απώλειας της ζεύξης επικοινωνίας, τα UAV μεταπίπτουν σε λειτουργία RTB (Return To Base). Πετούν δηλαδή σε ένα σημείο αυτόνομα, από το οποίο (μέσω του FMS) ακολουθούν μία συγκεκριμένη διαδρομή για να επιστρέψουν στη βάση τους. Στην οποία προσγειώνονται από το σταθμό ελέγχου τους εφόσον έχει ανακτηθεί ο έλεγχος τους, είτε προσγειώνονται μόνα τους. Εντελώς αυτόνομα δηλαδή…
Που θέλουμε να καταλήξουμε με όλα αυτά;
1ον). Δεν γνωρίζουμε ποιος ακριβώς είναι ο εξοπλισμός των τουρκικών UAV. Σε κάθε περίπτωση όμως οφείλουμε να λειτουργήσουμε βάσει του χειρότερου δυνατού σεναρίου. Δηλαδή με την υπόθεση ότι και INS/GPS διαθέτουν και “σκληρή” κωδικοποίηση ασφαλείας σήματος ζεύξης, ακόμα και δυνατότητα δορυφορικής επικοινωνίας.
2ον). Η δαπάνη δεκάδων (ή και εκατοντάδων) εκατομμυρίων δολαρίων ή ευρώ για την αγορά συστημάτων anti-drone από το εξωτερικό ΔΕΝ είναι δεδομένο ότι θα εξασφαλίσει τη δυνατότητα αδρανοποίησης και “σύλληψης” των τουρκικών UAV. Οι ειδικοί λένε ότι η παρεμβολή είναι μία σύνθετη και “εύθραυστη” διαδικασία, η επιτυχία της οποίας εξαρτάται από τις επικρατούσες συνθήκες σε μεγάλο βαθμό. Απαιτείται δηλαδή διαρκής προσπάθεια ακριβούς κατεύθυνσης της δέσμης παρεμβολής, διατήρησης της ισχύος της, υποκλοπής τους σήματος ζεύξης και αντιγραφής του και μάλιστα ενώ το αεροσκάφος πετά σε ύψος και απόσταση που όλα αυτά είναι εφικτά.
Και οι Ιρανοί που κατόρθωσαν να πάρουν τον έλεγχο αμερικανικού RQ-171 Sentinel, το πέτυχαν υπό ιδανικές συνθήκες για αυτούς. Αλλάζοντας την κωδικοποίηση του σήματος ζεύξης και πιθανότατα και την ισχύ του, οι Αμερικανοί πέτυχαν να μην επαναληφθεί αυτή η ιρανική επιτυχία. Αν είχε επαναληφθεί και μάλιστα σε εντυπωσιακό βαθμό, οι ίδιοι οι Ιρανοί θα τη διαφήμιζαν.
3ον). Αν επιθυμεί να λειτουργήσει εκ του ασφαλούς η ελληνική πλευρά, θα πρέπει (κατά τη διεθνή πρακτική) να μπει σε αυτή τη διαδικασία σταδιακά. Δηλαδή σε πειραματικό στάδιο αρχικά και με δικά της μέσα (συστήματα), τεχνικούς και ειδικούς. Σε διαφορετική περίπτωση υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να δαπανήσει πολύτιμα κονδύλια, χωρίς επί της ουσίας να επιτύχει τίποτα. Πώς θα αντιμετωπίσει επί παραδείγματι μία μαζική εισβολή τουρκικών UAV από διαφορετικές περιοχές (σημεία εισόδου), σε διαφορετικά ύψη και με διαφορετικές ταχύτητες και πορείες; Θα τα παρεμβάλει όλα ταυτόχρονα επεμβαίνοντας στον έλεγχό τους;
4ον). Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας. Δεν είναι μόνο οι εξοπλισμοί που είναι αναγκαίοι για την Ελλάδα. Η περίπτωση της ελεύθερης κατ’ ουσία δραστηριοποίησης των τουρκικών UAV στο χώρο του Αιγαίου είναι ίσως η μεγαλύτερη επιβεβαίωση του γεγονότος ότι αυτό που πρωτίστως πρέπει να αποδείξει στο πεδίο η χώρα μας, είναι η βούλησή της να αμυνθεί.
Όσο η Τουρκία επιβεβαιώνει καθημερινά ότι τέτοια βούληση δεν υπάρχει, ή τουλάχιστον με τη σταθερότητα και τη συνέχεια που θα την προβλημάτιζε, τόσο θα αυξάνει την πίεση προς επίτευξη των στόχων της. Αυτό για όσους εντός της κυβέρνησης έχουν αρχίσει να γκρινιάζουν για τις εξοπλιστικές δαπάνες και σχεδιάζουν να πιέσουν για διάφορες “εκπτώσεις”, ξεχνώντας ότι 15 χρόνια εγκατάλειψης έχουν δημιουργήσει επικίνδυνα αδιέξοδα. Που δεν αφορούν μόνο τον εν λόγω τομέα των UAV. Υπάρχουν άραγε ακόμα, υπέρμαχοι του γνωστού “θα το ρισκάρουμε”;
Σε συνέχεια του δημοσιεύματος “ΕΛΛΑΔΑ, μια χώρα που έβλεπε τα UAV της Τουρκίας να… την ΠΑΡΑΒΙΑΖΟΥΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΑ κι απλώς τα κοιτούσε” που προκάλεσε αίσθηση… ας ασχοληθούμε στο δεύτερο μέρος με την απόφαση του ελληνικού Υπουργείου Άμυνας να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των τουρκικών UAV. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, περιλαμβάνει την αξιοποίηση συστημάτων όπως το ισραηλινό Drone Dome και άλλα. Καλό θα ήταν να διατηρήσουμε σημαντικές επιφυλάξεις για το εάν τα συστήματα αυτά θα αποδώσουν πραγματικά και θα δικαιολογήσουν τη σημαντική δαπάνη που θα απαιτηθεί για την προμήθειά τους. Εάν η χρήση τους περιοριστεί σε αυτόν τον ρόλο. Τα συστήματα στα οποία γίνεται αναφορά είναι κατάλληλα για την αντιμετώπιση drones. Δηλαδή μικρών μη επανδρωμένων αεροσκαφών που πετούν σε ύψη όχι μεγαλύτερα των 3.000 ποδών συνήθως. Δεν γνωρίζουμε αν η ισχύς εκπομπής τους είναι επαρκής για την παρεμβολή μη επανδρωμένων αεροσκαφών υψηλότερων επιδόσεων.