Από: analyst.gr - Βασίλης Βιλιάρδος
Ανάλυση
Η ΕΕ αποφάσισε να επιβάλει εμπάργκο στις εισαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία, εντός έξι μηνών – ενώ πρόκειται για ένα από τα βασικά αιτήματα της Κομισιόν, όσον αφορά τις επόμενες κυρώσεις. Σε έναν πλανήτη όμως που εξαρτάται από το πετρέλαιο και τίποτα δεν μπορεί να το αλλάξει μεσοπρόθεσμα, η απόφαση αυτή δεν φαίνεται να έχει καμία λογική – όπως άλλωστε δεν είχε λογική η επιλογή του φυσικού αερίου ως μεταβατικό καύσιμο, για την ενεργειακή μετάβαση.
Πόσο μάλλον τα χρηματιστήρια ενέργειας που επιβλήθηκαν, όταν όλοι γνωρίζουμε πως από την Enron χρεοκόπησε η Καλιφόρνια – όπου στην ουσία η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος διαμορφώνεται σαν το ενεργειακό μίγμα όλων των χωρών της ΕΕ να αποτελούταν από 100% φυσικό αέριο (ανάλυση).
Εν προκειμένω, εάν υποθετικά το ρεύμα από υδροηλεκτρικά κοστίζει 10 €, από λιγνίτη 30 €, από ΑΠΕ 60 € και από φυσικό αέριο 100 €, όταν ο παραγωγός από φυσικό αέριο πουλάει με 110 €, όλοι οι προηγούμενοι εισπράττουν επίσης 110 €, παρά το πολύ χαμηλότερο κόστος τους, κερδίζοντας φυσικά τεράστια ποσά – γεγονός που είναι το άκρον άωτο της ανοησίας.
Βέβαια, μόνο στην Ελλάδα διαπραγματεύεται κατά 100% η ενέργεια στο χρηματιστήριο που ίδρυσε ο κ. Χατζηδάκης (γράφημα) – προς όφελος προφανώς του ενεργειακού καρτέλ (πηγή) που κυριολεκτικά θησαυρίζει, όπως αποδείχθηκε από την εκτόξευση των κερδών της «Μυτιληναίος» το πρώτο τρίμηνο του 2022 (πηγή).
Δυστυχώς όμως η κυβέρνηση, αντί να επιβάλει πλαφόν για να σταματήσει η αισχροκέρδεια και να καταργήσει ή να περιορίσει το χρηματιστήριο ενέργειας, ανακοίνωσε μέτρα ύψους 3,2 δις € – κάτι που αποτελεί έμμεση στήριξη του ενεργειακού καρτέλ από τους φορολογουμένους, αφού οι σημερινές δαπάνες ενός κράτους που είναι ζημιογόνο και δεν παράγει πλούτο, είναι οι αυριανοί φόροι.
Η διαδικασία δε αυτή, εν μέσω ενός ανεξέλεγκτου πληθωρισμού που μπορεί να ελεγχθεί μόνο με την αύξηση των επιτοκίων και την ύφεση, είναι θανατηφόρα – αφού ναι μεν μειώνεται στην αρχή πληθωριστικά το χρέος, μεταξύ άλλων επειδή ο πληθωρισμός είναι συνώνυμος με νέους φόρους, αλλά στη συνέχεια αυξάνεται κατακόρυφα. Κυρίως ο δείκτης χρέους/ΑΕΠ που στην Ελλάδα είναι ήδη στη στρατόσφαιρα – ενώ οι συνέπειες για τα υπερχρεωμένα ελληνικά νοικοκυριά θα είναι καταστροφικές.
Το ευρωπαϊκό εμπάργκο
Συνεχίζοντας με το εμπάργκο στο πετρέλαιο, αν και η Δύση κατάφερε να μειώσει την κατανάλωση της τα τελευταία χρόνια, ως αποτέλεσμα της ενεργειακής μετάβασης και των τεχνολογικών εξελίξεων, η οικονομική άνοδος των αναδυομένων και αναπτυσσομένων χωρών υπερκάλυψε αυτή τη μείωση της ζήτησης – ενώ η πρόσθετη κατανάλωση πετρελαίου της Ινδίας από μόνη της, είναι μεγαλύτερη από όλες μαζί τις οικονομίες της ΕΕ (πηγή).
Ακόμη περισσότερο, μετά την παγκόσμια οικονομική ύφεση που προκλήθηκε από τα μέτρα της πανδημίας, το πετρέλαιο έχει πλέον τη μεγαλύτερη ζήτηση από ποτέ – όταν, σε αντίθεση με το φυσικό αέριο, μπορεί να διαπραγματεύεται διεθνώς με σχετική ευκολία. Ως εκ τούτου, χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, η Ινδονησία, η Ταϊλάνδη, η Σιγκαπούρη και το Βιετνάμ που καταναλώνουν ήδη όλες μαζί σχεδόν διπλάσιες ποσότητες από την ΕΕ με ανοδική τάση, θα δεχθούν ευχαρίστως το πετρέλαιο που η ΕΕ δεν θα αγοράζει από τους Ρώσους – ενδεχομένως σε φθηνότερες τιμές από αυτές που αγοράζει η ΕΕ, με τρομακτικά επακόλουθα για την ανταγωνιστικότητα, τις εξαγωγές, το ΑΕΠ της κοκ.
Μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα λοιπόν, το εμπάργκο πετρελαίου της ΕΕ εναντίον της Ρωσίας, θα οδηγούσε μόνο σε αλλαγές στο παγκόσμιο εμπόριο – όπως στο παράδειγμα της Ινδίας. Εν προκειμένω, οι εξαγωγές πετρελαίου της Ρωσίας σήμερα δεν διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στο μείγμα εισαγωγών της Ινδίας – αφού η χώρα προμηθεύεται το πετρέλαιο της κυρίως από το Ιράκ, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, λόγω της γεωγραφικής της εγγύτητας.
Εάν τώρα η ΕΕ δεν εισάγει πλέον ρωσικό πετρέλαιο, θα πρέπει να προμηθεύεται αναπόφευκτα το πετρέλαιο της από άλλες περιοχές – όπως, για παράδειγμα, από τους μεγάλους εξαγωγείς πετρελαίου της Μέσης Ανατολής, όπου ο ΟΠΕΚ δήλωσε σήμερα πως θα αναπληρώσει το ρωσικό πετρέλαιο (πηγή). Στη συνέχεια, το δεξαμενόπλοιο που μετέφερε προηγουμένως το πετρέλαιο από τη Σαουδική Αραβία στην Ινδία, θα το μεταφέρει πια στο Ρότερνταμ – ενώ η Ινδία θα προμηθεύεται υποθετικά από ένα ρωσικό τάνκερ που θα ξεκινάει από το Novorossiysk.
Παρεμπιπτόντως, το Novorossiysk συνδέεται μέσω ενός αγωγού διακλάδωσης με το σύστημα αγωγών της δυτικής Σιβηρίας – το οποίο σήμερα χρησιμοποιείται σε μεγάλο βαθμό για την παροχή πετρελαίου στην Ευρώπη, μέσω των αγωγών του συστήματος διασύνδεσης Druzhba (χάρτης). Σε τελική ανάλυση δε, η μετατόπιση των μεταφορών από αγωγούς και διαδρομές μικρών αποστάσεων, σε μακρινές θαλάσσιες διαδρομές, αυξάνει απλά την τιμή – ενώ οι απαραίτητες επενδύσεις σε χωρητικότητα δεξαμενοπλοίων και τερματικών σταθμών, θα έχουν ασφαλώς συνέπειες στην τιμή.
Οι κερδισμένοι και οι χαμένοι
Βραχυπρόθεσμα τώρα, το εμπάργκο θα προκαλέσει πιθανότατα μεγάλη αναστάτωση – αφού χρειάζεται αρκετός χρόνος για να δημιουργηθούν οι απαραίτητες μεταφορικές δυνατότητες. Είναι λογικό δε πως κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι ΕΕ και οι άλλοι εισαγωγείς πετρελαίου θα ανταγωνιστούν μεταξύ τους για τις περιορισμένες μεταφορές – προς όφελος φυσικά των εφοπλιστών που έχουν τα δεξαμενόπλοια.
Σε οικονομικούς όρους, ο ανταγωνισμός για τις ελεύθερες μεταφορικές ικανότητες «καταπολεμάται» μέσω της τιμής – εις βάρος φυσικά των καταναλωτών και των εισαγωγέων. Εν προκειμένω, οι μεγάλοι κερδισμένοι θα είναι οι οικονομίες που έχουν ήδη μεγάλους όγκους εξαγωγών και σχετικές μεταφορικές ικανότητες – ενώ στην ουσία θα μεταφερθούν «πόροι» από τις χώρες που δεν διαθέτουν ενέργεια σε αυτές που παράγουν, καθώς επίσης στους πλοιοκτήτες.
Τα κράτη που θα ωφεληθούν θα είναι κυρίως η Σαουδική Αραβία, το Ιράκ, ο Καναδάς, η Αγκόλα και η Νιγηρία – οι οποίες εξάγουν διπλάσιο πετρέλαιο δια θαλάσσης, από ότι ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου στον κόσμο, οι Η.Π.Α. (γράφημα). Οι μεγάλοι χαμένοι θα είναι οι χώρες της ΕΕ – ενώ στην Ευρώπη το υψηλότερο κόστος του αργού πετρελαίου και των προϊόντων διύλισης πετρελαίου, καθώς επίσης το μεγαλύτερο μεταφορικό κόστος, θα έχουν μεγάλο αντίκτυπο. Πόσο μάλλον όταν πολλές χώρες είναι υπερχρεωμένες – ενώ μαίνεται ο πληθωρισμός.
Η ΕΕ θα πρέπει επί πλέον να αναλάβει ένα μεγάλο κόστος των επενδύσεων στις θαλάσσιες μεταφορές πετρελαίου – κυρίως όμως στις δυνατότητες των τερματικών σταθμών που θα χρειαστούν. Εάν εδώ προσθέσει κανείς την πρόθεση αντικατάστασης του ρωσικού φυσικού αερίου με υγροποιημένο, όπου απαιτούνται επίσης αυξημένες μεταφορικές δυνατότητες και τερματικοί σταθμοί LNG, ενώ η τιμή του είναι ήδη στα ύψη, τότε το πρόβλημα θα γίνει κατά πολύ μεγαλύτερο.
Οι υπόλοιπες «λεπτομέρειες»
Περαιτέρω, μία χώρα όπως η Ινδία, δεν ενδιαφέρεται πραγματικά εάν το τάνκερ προέρχεται από τη Σ. Αραβία ή τη Ρωσία – όπως η ΕΕ που μέχρι στιγμής προμηθεύεται το πετρέλαιο της κυρίως μέσω αγωγών από τη Ρωσία. Πρέπει λοιπόν προτού το αντικαταστήσει, να αναπτύξει τις δυνατότητες των λιμανιών της, των τερματικών σταθμών, των διυλιστηρίων και των εγχωρίων μεταφορών – προκειμένου να προμηθεύεται το πετρέλαιο της από τις άλλες περιοχές του πλανήτη, με μία οικονομικά βιώσιμη πρόσθετη δαπάνη.
Εκτός αυτού, το πετρέλαιο δεν είναι πάντοτε το ίδιο, όσον αφορά τη διύλιση του – ενώ αυτές οι βιομηχανίες που θα έχουν υψηλό επενδυτικό κόστος, θα είναι κυρίως οι τεχνικά εξελιγμένες γραμμές παραγωγής πετροχημικών της Γερμανίας. Ως εκ τούτου, το εμπάργκο πετρελαίου της ΕΕ εναντίον της Ρωσίας θα επηρεάσει πρωτίστως την ίδια – καθώς επίσης από τις χώρες της, ιδίως τη Γερμανία.
Όσον αφορά τη Ρωσία, το εμπάργκο ασφαλώς θα εξυπηρετούσε βραχυπρόθεσμα το σκοπό, για τον οποίο το δρομολογεί η ΕΕ – αφού η ίδια η Ρωσία δεν διαθέτει επί του παρόντος δυνατότητες μεταφοράς, για να παραδώσει πετρέλαιο της δυτικής Σιβηρίας σε νέους πελάτες. Από την άλλη πλευρά όμως, η Ρωσία επωφελείται σημαντικά από την άνοδο των τιμών του πετρελαίου – όπως φαίνεται από το γράφημα, σύμφωνα με το οποίο έχει διπλασιάσει τα κέρδη της τους πρώτους δύο μήνες μετά τον πόλεμο.
Το εμπάργκο θα καταστήσει ακόμη πιο ακριβές τις υφιστάμενες εξαγωγές σε χώρες που δεν επιβάλουν κυρώσεις στη Ρωσία – γεγονός που σημαίνει πως μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, η Ρωσία δεν θα ανήκει στους χαμένους του εμπάργκο αλλά, αντίθετα, στους νικητές. Εάν δε η Ρωσία καταφέρει να εξάγει έστω και εξ αποστάσεως, δια θαλάσσης δηλαδή, στην Ασία το πετρέλαιο που εξάγει σήμερα στην ΕΕ, θα κερδίσει πολύ περισσότερα – λόγω των αυξημένων τιμών.
Συνεχίζοντας, εάν οι κυρώσεις της ΕΕ ήταν επιτυχείς, δεν θα έπρεπε να επιβαρύνουν μόνο την ίδια – αλλά όλους τους άλλους σημαντικούς εισαγωγείς πετρελαίου. Εν τούτοις δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, αφού τα άλλα κράτη δεν έχουν επιβάλει και δεν πρόκειται να επιβάλουν εμπάργκο – γεγονός που σημαίνει πως η ΕΕ πυροβολεί κυριολεκτικά τα πόδια της.
Κάτι ανάλογο είπε ο πρωθυπουργός της Ινδίας στον καγκελάριο της Γερμανίας πρόσφατα (πηγή) – τονίζοντας του τον παραλογισμό των κυρώσεων, λέγοντας του πως η Ινδία δεν πρόκειται να προβεί σε κάτι τέτοιο, καθώς επίσης ότι η χώρα του θα είναι βασικός πυλώνας της ανάκαμψης μετά τον πόλεμο.
Επειδή τώρα δεν περιορίζονται όλα στην Οικονομία, οφείλει να σημειώσει κανείς πως ένας ακόμη μεγάλος χαμένος θα είναι το κλίμα του πλανήτη – το οποίο ήθελε να «διασώσει» η ΕΕ με τη στρατηγική της για μηδενικές εκπομπές ρύπων. Εν προκειμένω, δεν είναι μόνο οικονομικά αλλά και οικολογικά παράλογη η αντικατάσταση των παραδόσεων πετρελαίου (και φυσικού αερίου) από αγωγούς και από σύντομες θαλάσσιες διαδρομές παράδοσης, με μεγάλες διαδρομές παράδοσης δια θαλάσσης.
Με απλά λόγια, εάν η ΕΕ δεν θα προμηθεύεται πλέον πετρέλαιο (και φυσικό αέριο) από ρωσικούς αγωγούς, αλλά με δεξαμενόπλοια από τη Μέση Ανατολή, τη Δυτική Αφρική, τη Βόρεια και τη Νότια Αμερική, οι επιπτώσεις για το κλίμα θα είναι τεράστιες – οπότε το να υποστηρίζεται κάτι τέτοιο είναι εντελώς παράλογο.
Επίλογος
Συμπερασματικά λοιπόν, το «παιχνίδι» των κυρώσεων αμερικανικής ουσιαστικά έμπνευσης, θα εξελιχθεί σε μπούμερανγκ για την ΕΕ – ενώ δεν θα προσφέρει τίποτα, όσον αφορά το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία. Σωστά δε είπε στο Γερμανό καγκελάριο ο πρωθυπουργός της Ινδίας πως ο διάλογος είναι η μοναδική λύση – εκτός του ότι είναι παράλογο να εγκλωβίζεις κάποιον ισχυρό εχθρό σου στη γωνία και να μην του αφήνεις διέξοδο διαφυγής, ειδικά όταν πρόκειται για μία μεγάλη πυρηνική δύναμη. Στα πλαίσια αυτά, εάν πράγματι πετύχαιναν το εμπάργκο και οι άλλες κυρώσεις, τότε θα ήταν πολύ πιο πιθανός ένας πυρηνικός πόλεμος – ένας ακόμη λόγος της τελικής του, έτσι ή αλλιώς, αποτυχίας.
ΥΓ: Όλα αυτά εάν δεν συνεργάζονται οι ΗΠΑ με τη Ρωσία στο παρασκήνιο – ένα σενάριο που δεν μπορεί να αποκλεισθεί από κανέναν, αν και εύλογα φαίνεται επιστημονικής φαντασίας.